Δεδομένη θεωρείται με βάση το επίπεδο απειλών που θα αντιμετωπίσει η ΠΑ πάνω από το Αιγαίο σε λίγα χρόνια , η απαίτηση για απόκτηση νέων συστημάτων εντοπισμού τα οποία θα είναι σε θέση να αποκαλύψουν «δύσκολους» στόχους όπως μαχητικά Stealth και βλήματα stand Off σε πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις από αυτές που δύναται να εντοπιστούν σήμερα από τα διαθέσιμα μέσα του επίγειου και εναέριου δικτύου αεράμυνας.

Έντονος σκεπτικισμός επικρατεί αναφορικά με το επίπεδο απειλής απέναντι στο οποίο θα βρεθούν σε λίγα χρόνια οι χειριστές της ΠΑ. Ο περιορισμός ζωτικού χώρου λόγω της απειλής των S-400 αλλά και η δράση μαχητικών Stealth τύπου F-35A αναμένεται να εισάγει νέες προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα και αποτελεσματικά.

Οι αυξημένες εμβέλειες εντοπισμού στόχων με χαμηλό RCS είναι δυνατόν να επιτευχθούν από σύγχρονα ραντάρ AESA που εκπέμπουν στη μπάντα L (1,2 – 1,4 GHz) σε συνδυασμό με παθητικά πολυστατικά ραντάρ τα οποία θα πρέπει να προστεθούν στην υφιστάμενη δομή του δικτύου αεράμυνας, ώστε να μειώσουν δραστικά την πιθανότητα αιφνιδιαστικού πλήγματος από τον αντίπαλο.

Τι χρειάζεται η ΠΑ για να αντιμετωπίσει τα τουρκικά F-35 και S-400

Ο συνδυασμός πολυστατικών ραντάρ σε διαφορετικές συχνότητες τονίζεται ότι επιτρέπει αυξημένες δυνατότητες αναγνώρισης στόχων, ακόμη και χωρίς σύστημα αναγνώρισης φίλιου ή εχθρού IFF με προφανή πλεονεκτήματα σε οτι αφορά την ταχύτητα αντίδρασης απέναντι σε τουρκικά μαχητικά F-16 αλλά κυρίως F-35A που θα αποτελέσουν στο εγγύς μέλλον την μεγαλύτερη απειλή για τα μαχητικά της ΠΑ.

Στο σημείο αυτό θα θυμίσουμε την απόπειρα εξέλιξης εγχώριου συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης παθητικού ραντάρ, η ανάπτυξη του οποίου είχε προταθεί στο ΥΕΘΑ το 2006 από επιστημονική ομάδα του ΑΠΘ. Μεταξύ των προδιαγραφών τότε ήταν ο εντοπισμός αεροσκαφών τεχνολογίας stealth, υψηλή επιβιωσημότητα μέσω παθητικής έρευνας και εντοπισμού, εμβέλεια 400χλμ και παθητική έρευνα και σε στόχους επιφανείας.

Με ιδιαίτερα χαμηλό κόστος ανάπτυξης, το εγχώριο σύστημα παθητικού εντοπισμού προέβλεπε ανάπτυξη 25-30 σταθμών σε όλο το μήκος της επικράτειας. Κάτι που όπως αποδείχτηκε δε φάνηκε να «συγκινεί» την τότε πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του ΥΕΘΑ, η οποία επικαλούμενη διάφορες προφάσεις επέλεξε απλώς να το.. αγνοήσει παρά την προφανή επιχειρησιακή αναγκαιότητα.

Στο προσεχές διάστημα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των Ελληνικών ΑΣΕΠΕ που προσφέρουν εξαιρετικά πολύτιμες επιχειρησιακές δυνατότητες.

Σήμερα οι εξελίξεις επιβάλουν την απόκτηση ενός τέτοιου συστήματος ως μονόδρομο αλλά είναι άγνωστο κατά πόσον οι παραγωγικές ικανότητες της χώρας –ιδίως σε επίπεδο οργάνωσης και χρηματοδότησης- μπορούν να υποστηρίξουν κάτι τέτοιο. Σε κάθε περίπτωση κρίνεται αναγκαία η ολική αναβάθμιση των συστημάτων ραντάρ του Συστήματος Αεροπορικού Ελέγχου τόσο με έμφαση στη κινητικότητα όσο και στη δικτύωση ώστε να εξασφαλίζονται οι απαραίτητες παράμετροι κοινής επιχειρησιακής εικόνας. Παράλληλα μονόδρομος είναι η επιλογή ενός νέου βλήματος Stand Off το οποίο θα προσφέρει την απαραίτητη εμβέλεια (εκτός του βεληνεκούς των τουρκικών S-400), ώστε να είναι εφικτή η εξουδετέρωση τους με υψηλά ποσοστά επιβιωσιμότητας. 

Σε αντίθετη περίπτωση τα μαχητικά της ΠΑ θα εισέρχονται στη ζώνη θανάτου (Kill Zone) του συστήματος με αποτέλεσμα να αναμένονται αναπόφευκτα υψηλές απώλειες που απλώς δεν μπορούν να είναι αποδεκτές σε οποιοδήποτε σενάριο μελλοντικής σύγκρουσης με την Τουρκία. Στην περίπτωση που το δεύτερο σύστημα S-400 εγκατασταθεί στα νότια της Τουρκίας δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο παρενόχλησης των ραντάρ αλλά και των αεροπορικών επιχειρήσεων του Ισραήλ και των Βρετανικών Βάσεων στην Κύπρο. Ένα πρόβλημα το οποίο σίγουρα θα απασχολήσει τη Βρετανία και το Ισραήλ εκτός από την χώρα μας..

Επίσης, τόσο το Αιγαίο όσο και η Ανατολική Μεσόγειος είναι η περιοχές στις οποίες αναπτύσσεται μέρος του 6ου Αμερικανικού Στόλου και των συμμάχων του σε περιόδους έντασης, κρίσεως και πολέμου (όπως στην παρούσα περίοδο). Η παρουσία των τουρκικών S-400 αναπόφευκτα θα αποτελέσει ένα μεγάλο «πονοκέφαλο» που είναι άγνωστο για πόσο θα γίνει ανεκτός από την Ουάσιγκτον με αποτέλεσμα να υπάρχει ορατό και το ενδεχόμενο συνεργασίας των ΗΠΑ και της Ελλάδας για την από κοινού αντιμετώπιση του σε επιχειρησιακό επίπεδο. 

Όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση της Πολωνίας όπου αποδεσμέυτηκαν τα βλήματα JASSM για τα πολωνικα F-16C/D Block 52+ Advanced. Η χρονική συγκυρία θεωρείται κατάλληλη ώστε να τεθεί ένα τέτοιο αίτημα που αφορά καθοριστικά την ικανότητα της ΠΑ να εξουδετερώσει μια κύρια απειλή, ενισχύοντας τις ήδη υπάρχουσες ικανότητες υποστρατηγικής κρούσης με τα βλήματα SCALP-EG που χρησιμοποιούνται από τα Mirage 2000-5MkII.

Εφαρμογή δικτυοκεντρικής αντίληψης

Εκτίμηση όλων όσων ασχολούνται με το ζήτημα της βελτίωσης μαχητικής ικανότητας της ΠΑ απέναντι σε ένα περιβάλλον αυξημένων απειλών είναι η απαίτηση για αναβάθμιση των ικανοτήτων που προσφέρουν σήμερα και τα 4 διαθέσιμα  αεροσκάφη έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου (ΑΣΕΠΕ) τύπου ΕΜΒ-145H Erieye της 380 Μοίρας ΑΣΕΠΕ με έδρα την 112ΠΜ στην Ελευσίνα.

Κύκλοι της ΠΑ υπογραμμίζουν οτι η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην αποκάλυψη στόχων με χαμηλό RCS (η οποία υφίσταται ήδη αλλά απαιτείται να ενισχυθεί περαιτέρω), όσο και η πρόβλεψη για ατρακτήδια IRST στα εκσυγχρονισμένα μαχητικά F-16 Viper που θα επιτρέψουν αυξημένες πιθανότητες έγκαιρου εντοπισμό αντίπαλων μαχητικών όπως τα F-35A, τα οποία εκτός απροόπτου θα χρησιμοποιεί σε λίγα χρόνια η τουρκική Αεροπορία σε επιχειρήσεις πάνω από το Αιγαίο.

Η Π.Α πρέπει άμεσα να προχωρήσει σε πρόγραμμα απόκτησης νέων ραντάρ ώστε να έχουν την ικανότητα αποκάλυψης στόχων χαμηλού RCS.

«Κλειδί» σε όλα τα παραπάνω είναι καθολική εφαρμογή δικτυοκεντρικής αντίληψης σε όλα τα εναέρια και επίγεια μέσα που συνθέτουν το δίκτυο αεράμυνας της χώρας, καθόσον το τελικό αποτέλεσμα άμεσης έγκαιρής προειδοποίησης και αναχαίτησης εχθρικών στόχων με χαμηλό RCS, θα είναι συνάρτηση της σύντηξης δεδομένων (data fusion) από όλους τους αισθητήρες επίγειων ραντάρ, ραντάρ πλοίων και μαχητικών αεροσκαφών που επιχειρούν στο θέατρο επιχειρήσεων.  

Αυτό προϋποθέτει τον εκσυγχρονισμό του συνόλου των μαχητικών F-16C/D και Μιrage 2000-5ΜκΙΙ με σύστημα ζέυξης δεδομένων Link 16, ενώ σε υψηλό επίπεδο βρίσκεται ήδη η διασύνδεση της επίγειας αντιαεροπορικής υποδομής αποτελούμενης από συστήματα PATRIOT PAC3 (ΠΑ), S-300 PMU1 (ΠΑ), SKYGUARD (ΠΑ) ,HAWK (ΕΣ), TOR-M1 ΕΣ/ΠΑ), OSA AK (ΕΣ), CROTALE NG (ΠΝ), ASRAD HELLAS (ΕΣ) και SHORADS τύπου STINGER (ΕΣ/ΠΝ/ΠΑ).

Ειδικά όσον αφορά το PATRIOT, το σύστημα έχει υποστεί σημαντικές αναβαθμίσεις για την αντιμετώπιση των εξελισσόμενων απειλών όσο και την σημαντική βελτίωση της αξιοπιστίας των υποσυστημάτων του ενώ υπάρχουν σημαντικά περιθώρια μελλοντικού εκσυγχρονισμού με νέο ραντάρ AESA που θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης από την ΠΑ.

Με δεδομένο ότι η Πολεμική Αεροπορία αλλά και το Πολεμικό Ναυτικό αναμένεται να βρεθούν απέναντι σε υψηλότατο επίπεδο απειλής, απαιτούνται συγκεκριμένες επιχειρησιακές ικανότητες. Σε ότι αφορά τις μονάδες επιφανείας, αυτές επιχειρούν πολλές φορές εκτός της ομπρέλας κάλυψης αντιαεροπορικών συστημάτων με αποτέλεσμα η αναβάθμιση της απειλής (F-35/F-16/SOM) να επιβάλει την απόκτηση ικανότητας αεράμυνας περιοχής την οποία το ΠΝ επιδιώκει να αποκτήσει ανεπιτυχώς την τελευταία 15ετία.

Από τακτικής πλευράς η απόκτηση δύο φρεγατών με ικανότητα αεράμυνας περιοχής και ταυτόχρονη ένταξη στο δίκτυο του ΣΑΕ με ζεύξεις Link11B και Link 16, θα επιτρέψει την αποτελεσματική «θωράκιση» του Στόλου σε μεγάλες αποστάσεις.

Η κάλυψη αυτή φυσικά θα παρέχεται συνεχώς σε όλα τα επιθυμητά «γεωγραφικά πλάτη και μήκη» αφού δεν υπάρχει εξάρτηση από κάλυψη επίγειων συστημάτων, ενώ προσφέρει απάντηση στο μειωμένο βεληνεκές προστασίας των RIM-7M και δευτερευόντως των ESSM που θα συνεχίσουν να αποτελούν τη δεύτερη γραμμή άμυνας των φρεγατών του ΠΝ.

Επιστροφή στο πρόγραμμα του ΝΜΑ

Απότερος εθνικός στόχος θα πρέπει να είναι επίσης η απόκτηση νέου μαχητικού μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας. Η δρομολόγηση αυτής της προμήθειας θα πρέπει να γίνει αντιληπτή υπό το πρίσμα συρρίκνωσης που θα αντιμετωπίσει η ΠΑ εφόσον σταδιακά θα αποσυρθούν παλαιότεροι τύποι που βρίσκονται σε υπηρεσία όπως τα F-4E AUP αλλά και τα F-16C/D Block 30 και τα Mirage 2000EGM/BGM τα οποία δεν προβλέπεται να εκσυγχρονιστούν λόγω υψηλού κόστους και της μέσης ηλικίας τους που σε πολλές περιπτώσεις πλησιάζει σχεδόν τα 30 έτη διαρκούς επιχειρησιακής αξιοποίησης.

Κατά συνέπεια η μαχητική ισχύς της ΠΑ θα εξαρτηθεί άμεσα από το ποιός θα είναι ο νέος τύπος που θα τα αντικαταστήσει μετά το 2025 προκειμένου να μην περιοριστούμε στα 85 εκσυγχρονισμένα F-16V Viper, τα 24 Mirage 2000-5MkII και τα 38 F-16C/D Block 50. Τα τελευταία είναι επίσης απολύτως αναγκαίο να αναβαθμιστούν από τα απάρτια που θα προκύψουν από τα Block 52+/Advanced. Κάτι φυσικά που είναι σε πλήρη γνώση της ΠΑ αλλά μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία δρομολόγηση για τη διαδικασία αυτή αφού εντάσσεται σε εντελώς ξεχωριστό πλαίσιο από το πρόγραμμα χρηματοδότησης του F-16V.

Η ανυπαρξία μιας ξεκάθαρης κατευθυνσης σε αυτή τη φάση ερμηνεύεται όχι ως αποτέλεσμα έλλειψης βούλησης της ηγεσίας της ΠΑ αλλά μάλλον λόγω της δικαιολογημένης αβεβαιότητας αναφορικά με το ποιά θα είναι τα περιθώρια που θα υπάρχουν στον προϋπολογισμό του Όπλου, όταν το πρόγραμμα του F-16V θα βρίσκεται σε προχωρημένο βαθμό ολοκλήρωσης. Τότε άλλωστε θα είναι το χρονικό σημείο που θα έχουν συγκεντρωθεί τα απαραίτητα απάρτια (ραντάρ AN/APG-68 (V)9, υπολογιστές αποστολής MMC κ.α) τα οποία με τη σειρά τους θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στα 38 F-16C/D Block 50.