Αμερικανοί διπλωμάτες έφθασαν στη Συρία για συνομιλίες με τις νέες συριακές αρχές, προκειμένου να πιέσουν ώστε να επιδιωχθεί ενότητα στη χώρα, έπειτα από 13 χρόνια εμφυλίου πολέμου, ανακοίνωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Πρόκειται για την πρώτη επίσημη διπλωματική αποστολή που εστάλη στη Δαμασκό από το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου στη Συρία το 2011, μετά την ανατροπή του Άσαντ. Οι Αμερικανοί απεσταλμένοι θα συναντηθούν με αντιπροσώπους της Χαγιάτ Ταχρίρ ας Σαμ (ΧΤΣ), οργάνωσης που η Ουάσιγκτον χαρακτηρίζει τρομοκρατική, και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, για να συζητήσουν «για το όραμά τους για το μέλλον και τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να τους υποστηρίξουν οι ΗΠΑ», δήλωσε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Στην αντιπροσωπεία συμμετέχει η Μπάρμπαρα Λιφ, αξιωματούχος αρμόδια για τη Μέση Ανατολή, και ο Ντάνιελ Ρουμπινστάιν, διπλωμάτης ειδικευμένος στον αραβικό κόσμο, που πλέον έχει αναλάβει τις επαφές με τη Συρία, κατά την ίδια πηγή. Επίσης παρών θα είναι ο Ρότζερ Κάρστενς, που είναι επιφορτισμένος με τη συγκέντρωση στοιχείων για Αμερικανούς που αγνοούνται στη Συρία, όπως ο δημοσιογράφος Όστιν Τάις, που είχε απαχθεί τον Αύγουστο του 2012.
Οι ΗΠΑ ακολουθούν έτσι τα βήματα της Γαλλίας, η σημαία της οποίας κυματίζει πλέον στην πρεσβεία που ξανάνοιξε πρόσφατα μετά το κλείσιμό της το 2012, της Γερμανίας, της Βρετανίας και του ΟΗΕ, που έστειλαν απεσταλμένους για να αποκατασταθεί επαφή με τις μεταβατικές αρχές, τα πρώτα βήματα των οποίων παρακολουθούνται από τους πάντες προσεκτικά. Η πτώση του Μπασάρ αλ Άσαντ προκάλεσε σκηνές αγαλλίασης σχεδόν 14 χρόνια μετά το ξέσπασμα του πολέμου το 2011, με έναυσμα την καταστολή διαδηλώσεων με κεντρικό αίτημα τον εκδημοκρατισμό της χώρας. Ο πόλεμος στοίχισε τη ζωή σε πάνω από μισό εκατομμύριο ανθρώπους και μετέτρεψε εκατομμύρια άλλους σε εσωτερικά εκτοπισμένους και πρόσφυγες — ο αριθμός αυτών των τελευταίων ξεπέρασε τα έξι εκατομμύρια. Αν και παραμένουν δύσπιστοι, οι δυτικοί επιδιώκουν να αποκτήσουν επαφές με τη νέα εξουσία, έχοντας συναίσθηση του κινδύνου κατακερματισμού της χώρας και εκ νέου ισχυροποίησης της τζιχαντιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ), που ουδέποτε εξαλείφθηκε εντελώς στη Συρία.