Με την Ινδική Αεροπορία να έχει παραλάβει μέχρι σήμερα 30 μαχητικά Rafale διαμόρφωσης F3R, έγινε γνωστή πρόσφατα μέσω ειδησεογραφικών πηγών, η αποστολή πολυμελούς ομάδας Ινδών επιστημόνων και αξιωματικών (ιπταμένων και τεχνικών) στη Γαλλία, με σκοπό την την έναρξη της διαδικασίας ενσωμάτωσης των ειδικών τροποποιήσεων που θα φέρουν τα ινδικά Rafale.
To πρόγραμμα δοκιμών και αξιολόγησης των συστημάτων και των όπλων που θα ενσωματωθούν στα ινδικά μαχητικά Rafale F3R, θα υλοποιηθεί με τη χρήση ενός ινδικού διθέσιου μαχητικού του τύπου (RB-008, το τελευταίο διθέσιο Rafale B που θα παραδοθεί στην Αεροπορία της Ινδίας). Στο αεροσκάφος αυτό έχουν εγκατασταθεί συστήματα τηλεμετρίας και καταγραφής εικόνας και δεδομένων, βάσει των ειδικών παραγράφων της συμφωνίας για την προμήθεια των 36 μονάδων που υπογράφηκε το 2016.
Αν και το δημοσίευμα του Asian News International που αναφέρεται στη σχετική είδηση (https://www.theigmp.org/2021/11/iaf-to-start-upgrading-rafale-fighter-fleet-from-january-2022-report.html?m=1) δεν εμπεριέχει σαφή αναφορά στο τι ακριβώς περιλαμβάνει το πλήρες πακέτο των ινδικών τροποποιήσεων, θεωρείται δεδομένο ότι στη Γαλλία και συγκεκριμένα στο κέντρο δοκιμών και αξιολογήσεων του Istres στο νότιο τμήμα της χώρας, θα διεξαχθεί μία πλήρης σειρά δοκιμών ενσωμάτωσης και πιστοποίησης ινδικών αερομεταφερόμενων όπλων (BRAHMOS) στο Rafale.
Παράλληλα δε, θα πιστοποιηθούν στα ινδικά μαχητικά παρεμβολείς χαμηλών συχνοτήτων και συστήματα δορυφορικής επικοινωνίας. Το πρόγραμμα δοκιμών και πιστοποίησης των ινδικών τροποποιήσεων θα ξεκινήσει τον Ιανουάριο του 2022, χωρίς να υπάρχει αναφορά σε χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης του. Οι παραδόσεις των ινδικών αεροσκαφών συνεχίζονται κανονικά. Άλλα τρία είναι προγραμματισμένο να παραδοθούν στην Ινδία μεταξύ 7 και 8 Δεκεμβρίου.
Σε ότι αφορά στις ειδικές τροποποιήσεις των ινδικών μαχητικών, αυτές θα έχουν τη μορφή συλλογών. Με την ολοκλήρωση του προγράμματος δοκιμών αεροδυναμικής και ηλεκτρονικής συμβατότητας, τρία μαχητικά θα αναβαθμίζονται σε μηνιαία βάση στη διαμόρφωση ISE, με την ενσωμάτωση των ειδικών συλλογών που θα παραλαμβάνονται από τη Γαλλία. Η όλη διαδικασία θα ολοκληρώνεται στην αεροπορική βάση της Ambala, όπου έχουν στηθεί όλες οι υποδομές υποστήριξης του γαλλικού μαχητικού.
Η στρατηγική σχέση Ινδίας – Γαλλίας, ενισχύει τη συμμαχία AUKUS
To άκρως απόρρητο ινδικό πρόγραμμα ενσωμάτωσης τροποποιήσεων στα μαχητικά Rafale, αναδεικνύει τη σημασία που αποδίδουν και οι δύο χώρες στη στρατηγική συμμαχία και σχέση που έχουν αναπτύξει. Η Γαλλία μπορεί να μην ενέδωσε στη βασική επιδίωξη της Ινδίας που είναι η μεταφορά της γραμμής παραγωγής του Rafale εγχώρια καθώς και η πλήρης αποδέσμευση κρίσιμων τεχνολογιών και πηγαίου κώδικά του μαχητικού. Φρόντισε όμως να παραχωρήσει δυνατότητες που οι ΗΠΑ θεωρούν παρακινδυνευμένες για μία χώρα που είναι μεγάλος εξαγωγικός χρήστης ρωσικών συστημάτων και όπλων.
Αντιθέτως οι Αμερικανοί δεν φαίνεται να νιώθουν την ανάγκη επιβολής περιορισμών στην Αυστραλία. Και αυτό δεν ισχύει τώρα, με την δημιουργία της συμμαχίας AUKUS. Ισχυε ανέκαθεν… Εκεί ακριβώς, σε αυτό το δεδομένο, θα βασιστεί και η διαμόρφωση των μελλοντικών ισορροπιών στη λεκάνη του νότιου Ειρηνικού και του Ινδικού Ωκεανού. Οι Ινδοί προσανατολίζονται στη δημιουργία στόλου πυρηνοκίνητων υποβρυχίων και σε αυτόν τον κρίσιμο τομέα του εξοπλιστικού τους ανταγωνισμού με την Κίνα, πρωταγωνιστικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει η Γαλλία. Αυτό βέβαια είναι το αντικείμενο ενός ξεχωριστού αφιερώματος.
Σε ότι αφορά στα μαχητικά αεροσκάφη, οι Ινδοί επανέρχονται στην αγορά νέου μαχητικού για την Αεροπορία τους, έχοντας προκηρύξει διαγωνισμό για την αγορά 114 μονάδων. Ο οποίος στην ουσία αποτελεί συνέχεια ενός παλιότερου διαγωνισμού κατά την περασμένη δεκαετία, με στόχο την προμήθεια 126 μονάδων. Το μεγάλο κόστος της αγοράς των 36 Rafale, δικαιολογείται και επίσημα πλέον (https://defencereview.gr/ton-prosechi-septemvrio-tha-paralavei-i/), μέσω της είδησης που αναδημοσιεύουμε και αναλύουμε.
Η Ινδία θα επιβαρυνθεί το κόστος του προγράμματος δοκιμών για την ενσωμάτωση και πιστοποίηση των ειδικών τροποποιήσεων που η ίδια ζήτησε, αλλά θα αποκτήσει τη δυνατότητα να αξιοποιεί αερομεταφερόμενα όπλα που έχουν αναπτυχθεί εγχώρια, από μία υψηλών δυνατοτήτων πλατφόρμα. Το Rafale επομένως διατηρεί σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του στο πρόγραμμα του νέου ινδικού μαχητικού, αλλά και στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού της αεροπορικής δύναμης των αεροπλανοφόρων του (https://defencereview.gr/rafale-m-enantion-super-hornet-h-megali-machi-ton-katask/), από τη στιγμή που θα είναι διαθέσιμες οι ινδικές τροποποιήσεις και δυνατότητες στο συγκεκριμένο τύπο μαχητικού.
Φυσικά ιδιαίτερα βαρύνοντα λόγο θα διαδραματίσει ο παράγοντας κόστος. 114 αεροσκάφη είναι ένα πραγματικά πολύ μεγάλο νούμερο για την παγκόσμια αγορά μαχητικών. Τα βιομηχανικά ανταλλάγματα επίσης θα έχουν καθοριστικό λόγο. Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτό που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη είναι το γεγονός ότι η Ινδία επιδιώκει την ποιοτική επικράτηση της, έναντι της κινεζικής αριθμητικής υπεροχής. Μία επιδίωξη που περνάει μέσα από την αυτονόμηση.
Η συνεργασία με τη Γαλλία και τη Ρωσία και οι διαφοροποιήσεις του Αμερικανικού παράγοντα
Μέχρι πρότινος, παραδοσιακός και σχεδόν αποκλειστικός, αντίπαλος της Ινδίας ήταν (και παραμένει βέβαια…) το Πακιστάν. Στο δεδομένο αυτό ήρθε να προστεθεί και η Κίνα τις τελευταίες δεκαετίες ως δυνητικός αντίπαλος και αυτό υπήρξε γεγονός που οδήγησε τους Ινδούς σε αναπροσαρμογή της εξοπλιστικής τους πολιτικής. Η οποία πλέον περιλαμβάνει και τις ΗΠΑ, σε αντίθεση με ότι ίσχυε στο παρελθόν…
Ενώ η συνεργασία με το Ισραήλ απέδωσε καρπούς στον τομέα των αερομεταφερόμενων όπλων, των συστημάτων στοχοποίησης εδάφους και παρεμβολών, καθώς και των πυραυλικών συστημάτων και ακόμα βρίσκεται σε εξέλιξη, η αντίστοιχη με τις ΗΠΑ έχει περιοριστεί στην προμήθεια συστημάτων και όπλων συμβατικού χαρακτήρα, αλλά και υποστηρικτικών (μεταφορικών) αεροσκαφών, χωρίς φυσικά μεταφορά τεχνογνωσίας και τεχνολογίας. Και αυτή η συνθήκη μπορεί να λειτουργήσει στην περίπτωση χωρών όπως η Νορβηγία και η Ολλανδία που απλά διεκδικούν κάποιο υποκατασκευαστικό έργο, ή στην περίπτωση της Φιλανδίας και της Πολωνίας που εξασφαλίζουν κρίσιμα οπλικά συστήματα (JASSM, NSM, HIMARS) για την άμυνά τους…
Δεν μπορεί όμως να λειτουργήσει στην περίπτωση της σημαντικά μεγαλύτερης (πληθυσμιακά και σε έκταση) και υπό διπλή απειλή, Ινδίας. Οι ΗΠΑ δηλαδή στον τομέα των ελικοπτέρων αποδέσμευσαν τα ΑΗ-64Ε Guardian και MH-60R οπλισμένα με αντιπλοϊκούς πυραύλους NSM, αλλά αρνήθηκαν την πώληση του F-35 στην Ινδία, με το αιτιολογικό της συνεργασίας της με τη Ρωσία. Μίας συνεργασίας που έχει παρελθόν δεκαετιών και συνεχίζεται φυσικά σε όλους τους τομείς και δεν περιορίζεται στην προμήθεια των S-400.
Από επίσημα ινδικά χείλη έχει διευκρινιστεί ότι αυτή η συνεργασία με τη Ρωσία δεν πρόκειται να εγκαταλειφθεί, παρά το γεγονός ότι πέρα από τα στρατηγικά μεταφορικά C-17A, τα τακτικού χαρακτήρα C-130J και τα αεροσκάφη ναυτικών (ωκεάνιων) επιχειρήσεων P8A Poseidon, οι ΗΠΑ φέρονται διατεθειμένες να διαθέσουν προς πώληση κρίσιμα οπλικά συστήματα στην Ινδία, όπως είναι το μαχητικό F-15EX.
Οι Ινδοί έχουν καταστήσει σαφές ότι αυτό που τους ενδιαφέρει πρωτίστως, είναι η πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες και η διασφάλιση της δυνατότητας αξιοποίησης δικών τους, εγχώριων, αερομεταφερόμενων όπλων, επάνω σε διαφορετικής προέλευσης μαχητικά – πλατφόρμες. Είναι κάτι που έχουν καταφέρει να συμφωνήσουν και να υλοποιήσουν με τους Ρώσους (ο BrahMos αναπτύχθηκε σε συνεργασία με αυτούς και έχει πιστοποιηθεί στα Su-30MKI της Ινδικής Αεροπορίας…) και με τους Γάλλους, όπως αναλύθηκε παραπάνω, αλλά γνωρίζουν ήδη ότι θα είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να συμφωνήσουν με τους Αμερικανούς.
Όπως γνωρίζουν ότι και οι δύο άλλες μεγάλες δυνάμεις, Γαλλία και Ρωσία, δεν είναι διατεθειμένες να τους παράσχουν, ανεξαρτήτως οικονομικού οφέλους, πλήρη πρόσβαση σε ευαίσθητες και κρίσιμες τεχνολογίες. Αυτό αποδεικνύουν άλλωστε και οι εξελίξεις του πρόσφατου παρελθόντος. Η ινδική εμπλοκή στο πρόγραμμα Su-57, τερματίστηκε πρακτικά το Μάιο του 2017. Από τις αρχές του 2016, η Ινδική Αεροπορία είχε εκφράσει την πρόθεσή της να αποχωρήσει από το πρόγραμμα λόγω διαφωνιών σχετικών με τον καταμερισμό κόστους, τη μεταφορά τεχνογνωσίας και την πρόσβαση σε κρίσιμες τεχνολογίες, καθώς και στην διασφάλιση πλήρους αυτονόμησης στο μέλλον για σκοπούς υποστήριξης και αυτόνομης αναβάθμισης των συστημάτων του μαχητικού.
Οι Ινδοί απαίτησαν την πλήρη αποδέσμευση πηγαίου κώδικα, χωρίς κανέναν απολύτως περιορισμό, κάτι που αρνήθηκαν οι Ρώσοι, παρά το γεγονός ότι έκαναν σημαντικές παραχωρήσεις και στο οικονομικό και στο τεχνολογικό κομμάτι. Η ίδια ακριβώς διαδικασία εξελίχθηκε και στην περίπτωση των γαλλικών Rafale… Οι Ινδοί απαίτησαν πλήρη πρόσβαση, βάζοντας στο τραπέζι το δελεαστικό νούμερο των 126 μονάδων που μεταφράζονταν σε συνολικό κόστος μεγαλύτερο των 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Χωρίς αποτέλεσμα και πάλι όμως.
Από την άλλη πλευρά, πρέπει να επισημανθεί ότι Ρωσία και Γαλλία, φρόντισαν να καλύψουν ένα μέρος, έστω, των ινδικών απαιτήσεων, ενώ παράλληλα αποδεσμεύουν τεχνολογίες που θεωρούνται ξεπερασμένες ή και αρκετά διαδεδομένες, προκειμένου να επιτρέψουν στους Ινδούς την αυτόνομη ανάπτυξη και παραγωγή δικών τους αποτελεσματικών, αλλά συγκεκριμένων δυνατοτήτων, συστημάτων. Κλασικό παράδειγμα είναι το μαχητικό Tejas.
Ιδίως μετά την πρόσφατη εξέλιξη της παραγγελίας των 80 Rafale F4 από τα ΗΑΕ, αλλά και τη διαμόρφωση και επισημοποίηση της συμμαχίας AUKUS, η Ινδία πρέπει να εξετάζεται ως μία ξεχωριστή, ιδιάζουσα, περίπτωση εντός της σφαίρας των γεγονότων που καθορίζουν τις εξελίξεις στην παγκόσμια αμυντική βιομηχανία. Έχει τη δυναμική και τις προϋποθέσεις που θα της επιτρέψουν να αναδειχθεί σε υπερδύναμη, οπότε αυτό αργά ή γρήγορα θα γίνει.