Ραγδαία αύξηση σημείωσαν οι αιτήσεις πολιτικού ασύλου το 2018 κατατάσσοντας τη χώρα μας πρώτη στην Ευρώπη κατ’ αναλογία πληθυσμού. Σχεδόν διπλασιάστηκαν οι αιτητές που ζήτησαν διεθνή προστασία από την Κύπρο σε σύγκριση με το 2017, με την πλειονότητά τους να είναι Σύροι υπήκοοι.
Οι αφίξεις προσφύγων δια θαλάσσης ή μέσω κατεχομένων έχουν σημειώσει ρεκόρ για τη χρονιά που πέρασε, με τη χώρα μας να δοκιμάζει τα όριά της για τη φιλοξενία των ατόμων που ζητούν διεθνή προστασία. Οικογένειες, ασυνόδευτα παιδιά, άτομα κτυπημένα από τον πόλεμο στη Συρία, στιβάζονται σε ένα σαπιοκάραβο και αφού πληρώνουν αδρά τους διακινητές, έρχονται στα παράλια της Κύπρου ψάχνοντας μια δεύτερη ευκαιρία. Το πρόβλημα διογκούται λόγω της στάσης της Τουρκίας να διοχετεύει σιωπηρά Σύρους πρόσφυγες είτε μέσω κατεχομένων είτε διά θαλάσσης, με τις κατοχικές αρχές να μην τους παρεμποδίζουν. Η κατάσταση είναι μεν σήμερα διαχειρίσιμη, ωστόσο οι αρμόδιες Αρχές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου πως αν συνεχιστούν οι ροές με τους ίδιους ρυθμούς, δεν θα υπάρχουν χώροι για να στεγαστούν οι πρόσφυγες ούτε και να τύχουν σωστού χειρισμού. Η Κύπρος ζητά από την ΕΕ ισότιμη διαχείριση των προσφύγων που προέρχονται κυρίως από τη Συρία, ώστε να δέχεται έναν αριθμό κατ’ αναλογία πληθυσμού και όχι η βοήθεια της ΕΕ να εξαντλείται σε μερικά εκατομμύρια ευρώ.
Για τη Λευκωσία το ζητούμενο ήταν και παραμένει η καθιέρωση μιας υποχρεωτικής ρήτρας για ανακατανομή, όταν θα υπάρχει κάλυψη ενός ορίου που θα καθορίζεται από την αναλογία πληθυσμού. Βασικός πυλώνας της κυβερνητικής πολιτικής είναι πως οι χώρες που δέχονται μεταναστευτικές ροές θα πρέπει να τυγχάνουν καλύτερου χειρισμού από την Ευρώπη ώστε να κατανέμονται ορθότερα και να μην υποστούν όλο το βάρος 4-5 χώρες. Ας δούμε το πρόβλημα μέσα από τους αριθμούς. Το 2018, οι νέοι αιτητές διεθνούς προστασίας που εγγράφηκαν στην Κύπρο ανήλθαν στις 7.761, σε σύγκριση με 4.582 αιτητές το 2017. Η πλειοψηφία των αιτητών είναι Σύροι υπήκοοι και ακολουθούν οι υπήκοοι Ινδίας, Μπαγκλαντές και Πακιστάν. Επιπλέον, σύμφωνα με τις τελευταίες εκθέσεις της Eurostat για το 2018, το υψηλότερο ποσοστό αιτητών διεθνούς προστασίας σε αναλογία πληθυσμού καταγράφηκε στην Κύπρο (2.484 αιτητές ανά ένα εκατομμύριο πληθυσμού).
Επίσης, σύμφωνα με στοιχεία του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης του υπουργείου Εσωτερικών, το 2018 δόθηκε προσφυγικό καθεστώς σε 191 άτομα (123 υποθέσεις), το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας σε 1.011 άτομα (693 υποθέσεις) ενώ απορρίφθηκαν 1.260 άτομα (1.196 υποθέσεις) και εκκρεμούν 3.197 υποθέσεις. Παράλληλα έκλεισε ο φάκελος 50 ατόμων (47 υποθέσεις), ενώ 699 άτομα (610 περιπτώσεις) έχουν προχωρήσει σε απόσυρση του αιτήματος. Για το 2017 τα στοιχεία αφορούν σε 4.582 αιτήσεις για πολιτικό άσυλο, ενώ δόθηκε το καθεστώς πρόσφυγα σε 224 άτομα, το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας σε 1.026 άτομα, απορρίφθηκαν 1.209 άτομα, έκλεισαν 44 φάκελοι και παραμένουν σε εκκρεμότητα 3.843.
Ενημερωτικά αναφέρεται ότι ένας αιτητής ασύλου που απορρίπτεται σε πρώτο βαθμό από την Υπηρεσία Ασύλου έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφυγών ή/και του Διοικητικού Δικαστηρίου. Σε περίπτωση που προσφύγει στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφυγών και απορριφθεί έχει και πάλι δικαίωμα να προσφύγει στο Διοικητικό Δικαστήριο. Σε περίπτωση που η αίτησή του απορριφθεί και δευτεροβάθμια (από το Διοικητικό Δικαστήριο), το άτομο θα πρέπει να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία. Αυτή τη στιγμή γίνονται ενέργειες για τη σύσταση Ειδικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας που θα ασχολείται αποκλειστικά με υποθέσεις αλλοδαπών και έτσι υπολογίζεται ότι μια αίτηση θα εξετάζεται πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι σήμερα, με αποτέλεσμα η Δημοκρατία να μπορεί να επιλαμβάνεται άμεσα των περιπτώσεων που έχουν απορριφθεί.
Στα €2 εκατ. το κόστος για Κοφίνου
Το 2015 πρόσβαση στο σύστημα δημοσίου βοηθήματος είχαν 92 περιπτώσεις με ετήσια δαπάνη 601.000 ευρώ, 262 περιπτώσεις το 2016 με δαπάνη 810.000 ευρώ, το 2017 οι περιπτώσεις έφθασαν στις 737 με ετήσια δαπάνη 2,49 εκατ. ευρώ και το 2018 οι περιπτώσεις ξεπέρασαν τις χίλιες με τη δαπάνη να ξεπερνά το ένα εκατομμύριο ευρώ.
Σημαντικοί είναι και οι οικονομικοί πόροι που απαιτούνται για τη λειτουργία του Κέντρου στην Κοφίνου. Από τις 903.000 ευρώ για το 2015, η δαπάνη αυξήθηκε στο 1,56 εκατ. ευρώ το 2016 και 1,6 εκατ. ευρώ το 2017, ενώ για το 2018 η δαπάνη αναμένεται ν’ αγγίξει τα δύο εκατομμύρια ευρώ. Στο οικονομικό σκέλος του προσφυγικού περιλαμβάνονται και οι οικογένειες προσφύγων που έχουν πρόσβαση στο Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα. Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν, μόνο, δικαιούχους Διεθνούς Προστασίας. Με βάση επίσημα στοιχεία, από το 2015 έως το 2017 το ετήσιο ποσό σχεδόν τριπλασιάστηκε. Το 2015 3,79 εκατ. ευρώ για 672 περιπτώσεις/οικογένειες, 12,74 εκατ. ευρώ το 2016 για 1.497 περιπτώσεις/οικογένειες και το 2017 16,5 εκατ. ευρώ για 1.860 περιπτώσεις/οικογένειες.
Οι ροές μεταναστών μέσα από αριθμούς
Για να γίνει ευδιάκριτο το σοβαρό πρόβλημα με τις προσφυγικές ροές στην Κύπρο, το μέτρο σύγκρισης είναι τα επίσημα στοιχεία του 2017. Σύμφωνα με τη Eurostat το μεγαλύτερο πρόβλημα το αντιμετωπίζει η Ελλάδα και το μικρότερο η Σλοβακία. Σε αυτές τις δύο χώρες, όπως προκύπτει και από τους αριθμούς, φαίνεται η ανομοιογένεια που επικρατεί στην πολιτική που εφαρμόζει η Ε.Ε. στο προσφυγικό. Η χώρα μας είναι στη δεύτερη θέση πίσω από την Ελλάδα με 4.582.
ΕΛΛΑΔΑ: 5.295
ΚΥΠΡΟΣ: 4.582
ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ: 3.931
ΜΑΛΤΑ: 3.502
ΕΣΘΟΝΙΑ: 138
ΤΣΕΧΙΑ: 108
ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ: 98
ΠΟΛΩΝΙΑ: 79
ΣΛΟΒΑΚΙΑ: 27
Τα στοιχεία με τον αριθμό αιτητών ασύλου είναι σε σχέση τον πληθυσμό, η δε αύξηση σε ό,τι αφορά την Κύπρο ήταν της τάξης του 56%. Η αύξηση στις μεταναστευτικές ροές συνεχίστηκε και το 2018, ενώ το ίδιο αναμένεται να γίνει και το 2019.
Όσον αφορά την παράνομη μετανάστευση, ο ακριβής αριθμός παραμένει αδιευκρίνιστος. Σε καθεστώς παράνομης διαμονής συγκαταλέγονται τα πρόσωπα που ενώ εισήλθαν νόμιμα στη Δημοκρατία, στη συνέχεια και ενώ έληξε η άδεια παραμονής τους παρέμειναν παράνομα στη χώρα, με αποτέλεσμα η διαμονή τους να χαρακτηριστεί ως παράνομη.
Τέτοιες περιπτώσεις είναι οι απορριφθέντες αιτητές ασύλου που ενώ έπρεπε να αναχωρήσουν από την Κύπρο παρέμειναν εδώ παράνομα και άτομα των οποίων έχει λήξη η άδεια παραμονής τους καθώς καταδικασθέντες για ποινικά αδικήματα. Σύμφωνα με στοιχεία της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αστυνομίας, από το 2008 έως το 2018 ο κατάλογος των προσώπων που αναζητούνται έχει ανέλθει στις 13 χιλιάδες και αφορά άτομα των οποίων η άδεια έχει λήξη και έχουν καταγγελθεί. Εκτιμάται όμως ότι ο συνολικός αριθμός όσων διαμένουν παράνομα στην Κύπρο είναι μεγαλύτερος, αλλά δεν είναι δυνατόν να είναι γνωστός επ’ αρκιβώς. Υπολογίζεται από πλευράς Αστυνομίας, ότι οι παράνομοι εντός Κυπριακής Δημοκρατίας να ξεπερνούν τις 20.000. Στην προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος, έχει προταθεί η επανεξέταση του δικαιώματος διέλευσης υπηκόων τρίτων χωρών, οι οποίοι δεν υπόκεινται σε καθεστώς εθνικής θεώρησης από μη νόμιμα σημεία εισόδου. Ως παράγοντες που βοηθούν στην παράνομη μετανάστευση είναι:
-Η Πράσινη Γραμμή και τα αντικειμενικά προβλήματα ελέγχου μιας τόσο μεγάλης έκτασης.
-Έλλειψη μηχανισμών ελέγχου και επιβολής κυρώσεων.
-Αδυναμία απέλασης/ πληρότητα χώρων κράτησης.
-Οικονομικοί λόγοι.
Η υποβοήθηση των μεταναστών και προσφύγων από τις κατοχικές αρχές που δεν επεμβαίνουν για να ανακόψουν τη διέλευσή τους στις ελεύθερες περιοχές.
Σύμφωνα με στοιχεία της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) της Αστυνομίας το 2015 οι απελάσεις αλλοδαπών έφτασαν τις 1.764, το 2016 τις 944 και το 2017 οι αναγκαστικές επιστροφές ανήλθαν σε 550. Το κόστος κράτησης ανά άτομο υπολογίζεται στα 2.500 ευρώ το μήνα. Άλλα 200 πρόσωπα αναχωρούν κάθε χρόνο καθ’ υπόδειξη, ενώ η ΥΑΜ αρνήθηκε είσοδο στη Δημοκρατία (από τα αεροδρόμια κυρίως και τα οδοφράγματα) σε 1.029 άτομα το 2017 και 1.600 πέρσι. Οι παράνομοι αλλοδαποί αυξήθηκαν πέρσι κατά 20% περίπου, αφού οι υπηρεσίες της Δημοκρατίας εντόπισαν γύρω στις 4,5 χιλιάδες, σε σύγκριση με τέσσερις χιλιάδες το 2017.
Αναφέρεται ότι η μέτρηση για τους παράνομους αλλοδαπούς που διαμένουν στην Κύπρο, πραγματοποιείται στη βάση των εγγράφων διαμονής που έχουν λήξει και αν οι κάτοχοί τους δεν έχουν αναχωρήσει από Κύπρο. Η δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα διαμονής αφορά υπηκόους τρίτων χωρών, για σκοπούς οικιακής απασχόλησης. Εδώ παρατηρείται μείωση, από 32.200 που ήταν το 2012, το 2018 έχει υποχωρήσει στις 19.000. Μείωση που αποδίδεται στο οικονομικό περιβάλλον αλλά και στις αλλαγές σε ζητήματα πολιτικής.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία και για τις άδειες μετανάστευσης, όπου η αύξηση από το 2014 και εντεύθεν είναι κατακόρυφη. Οι άδειες αυτές εκτιμάται ότι οφείλονται στα επενδυτικά προγράμματα των τελευταίων ετών. Από 3.900 που ήταν το 2014 έχουν ανέλθει στις 17.800 το 2018.
Στο ευρύτερο ζήτημα του μεταναστευτικού ζητήματος, η Κύπρος εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια να καταγράφει αυξητικές τάσεις κυρίως από πολίτες κρατών μελών της Ε.Ε. Με βάση την εικόνα που έχει το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (ΤΑΠΜ), σε ισχύ υπάρχουν 245.951 έγγραφα διαμονής πολιτών της Ε.Ε. και υπηκόων τρίτων χωρών. Σχετικά με τους πολίτες της Ε.Ε. αποτελούν την πλειοψηφία των εγγράφων διαμονής που βρίσκονται σε ισχύ και καταγράφεται σταθερά αυξητική τάση τα τελευταία 6 χρόνια (2012: 114.000 – 2018: 162.000).
Από τον Λιμνίτη ώς το Κάβο Γκρέκο
Το προσφυγικό πρόβλημα έχει οξυνθεί τα τελευταία τρία χρόνια αφού η είσοδος στη Δημοκρατία προσφύγων από την πλευρά των κατεχόμενων περιοχών και από σημεία τα οποία δεν ελέγχονται από της αρμόδιες Αρχές είναι ανεξέλεγκτη. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενεργοποιείται το σχέδιο «Ναυκράτης», το οποίο για το 2017 χρησιμοποιήθηκε σε 18 περιπτώσεις αφίξεων, το 2016 σε 7 περιπτώσεις, το 2015 σε 4 και το 2014 σε μια περίπτωση. Φέτος το σχέδιο τέθηκε σε εφαρμογή για 41 περιπτώσεις (22 για διελεύσεις διά θαλάσσης και 19 διαμέσου των κατεχομένων), αριθμός που δείχνει και τη ραγδαία αύξηση που σημειώνουν οι αφίξεις άτυπων μεταναστών. Τα στοιχεία δείχνουν σταθερά αυξητική τάση και χρειάζεται η άσκηση πιέσεων προς την Τουρκία ώστε να ανακοπούν οι μεταναστευτικές ροές. Ιδιαίτερη αξία παρουσιάζουν και οι καταγραφές για τις περιοχές εισόδου, σε εδάφη που ελέγχονται από τη Δημοκρατία. Από το 2014 μέχρι και το 2018 το σχέδιο ενεργοποιήθηκε για την άφιξη συνολικά 2.500 περίπου προσφύγων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των αρμοδίων υπηρεσιών, οι πλείστοι πρόσφυγες έρχονται στην περιοχή του Λιμνίτη και από εκεί περνούν στον Πύργο Τυλληρίας ή στο Λατσί, στην περιοχή του Ακάμα και στον Πωμό. Επίσης το τελευταίο διάστημα άρχισαν να εμφανίζονται πρόσφυγες ερχόμενοι διά θαλάσσης στην περιοχή Κάβο Γκρέκο και Παραλίμνι. Διαμέσου των κατεχομένων έχουν παρατηρηθεί αφίξεις μεταναστών από την Αθηένου, την Κόσιη, στο Ακάκι – Περιστερώνα, στην περιοχή του Λήδρα Πάλας και στην περιοχή Πέρα Χωρίου Νήσου. Συνολικά το 2018 έφτασαν 889 πρόσφυγες εκ των οποίων οι 247 ήταν παιδιά.
Η μαζικότερη άφιξη προσφύγων έχει καταγραφεί στις 25 Σεπτεμβρίου 2014, όπου 345 άτομα αφίχθησαν στο λιμάνι Λεμεσού. Η πλειονότητα των προσφυγικών ροών προσεγγίζει την Κύπρο από τα βόρεια παράλια της Κύπρου. Στις περιπτώσεις εκείνες που ενεργοποιείται το σχέδιο «Ναυκράτης», τα άτομα οδηγούνται στο Κέντρο Προσωρινής Υποδοχής «Πουρνάρα» στην Κοκκινοτριμιθιά. Εκεί οι πρόσφυγες παραμένουν για περίοδο τριών ημερών για την πραγματοποίηση ιατρικών εξετάσεων, δακτυλοσκόπηση, διερεύνηση ταξιδιωτικών εγγράφων, υποβολή αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Στο Κέντρο Υποδοχής στην Κοφίνου φιλοξενούνται σήμερα 361 άτομα.
Οι Σύροι τα τελευταία δύο χρόνια αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα προσφύγων που φθάνουν στην Κύπρο, από τα παράλια της Συρίας μέσω Τουρκίας, λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στη χώρα τους. Με βάση τα στοιχεία που κατέχουν οι αρμόδιες υπηρεσίες, οι Σύροι επιλέγουν την Κύπρο, ως τελικό προορισμό, αφού έχουν συγγενείς που διαμένουν εδώ υπό το καθεστώς αιτητή ή δικαιούχου διεθνούς προστασίας. Για το 2017 ο αριθμός των ατόμων που έφθασαν από Συρία ανήλθε στα 1.770, ενώ για το έτος που πέρασε, υπολογίζεται να ξεπέρασαν τις δύο χιλιάδες.
Σημειώνεται ότι οι πρόσφυγες που φθάνουν στην Κύπρο και αιτούνται πολιτικό άσυλο ή καθεστώς πολιτικής προστασίας έχουν πρόσβαση στο σύστημα δημοσίου βοηθήματος του Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας. Με βάση το ειδικό σχέδιο ΥΚΕ για αιτητές διεθνούς προστασίας, το ύψος του μηνιαίου βοηθήματος ανέρχεται: Για μονομελή οικογένεια στα 320 ευρώ από τα οποία τα 150 ευρώ είναι σε τροφή και ρουχισμό με δελτία, για διμελή στα 420 ευρώ από τα οποία τα 225 σε δελτία, για τριμελή 580 ευρώ από τα οποία τα 300 ευρώ σε δελτία και για τετραμελή και άνω οικογένεια 735 ευρώ από τα οποία τα 375 ευρώ σε δελτία.