Όπως φαίνεται η νέα προεδρία των ΗΠΑ αναμένεται να προβεί σε περικοπές σε εξοπλιστικά προγράμματα τα οποία έχουν υπερβεί το αρχικό κόστος ανάπτυξης και κατασκευής καθώς και τους χρόνους παράδοσης. Ένα από τα προγράμματα αυτά το οποίο είχε λάβει πολύ κριτική από το επιτελείο και τον ίδιο τον πρόεδρο Τραμπ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, είναι το πρόγραμμα των νέων φρεγατών του αμερικάνικου ναυτικού FFG-62 Constellation. Το πρόγραμμα αυτό σύμφωνα και με την τελευταία έκθεση προς το Κογκρέσο, φαίνεται ότι θα υπάρξει σοβαρή καθυστέρηση ως προς την παράδοση του πρώτου πλοίου της κλάσης καθώς και σημαντική υπέρβαση κόστους. Σε αυτό έρχεται τώρα να προστεθεί η μείωση στην διάθεση κονδυλίων μέσα στα επόμενα χρόνια ώστε να συγκρατηθεί ο προϋπολογισμός μέσα σε λογικά επίπεδα καθώς και η διάθεση κονδυλίων σε άλλα προγράμματα.
Σύμφωνα με πρόσφατες πληροφορίες που είδαν το φως τη δημοσιότητας, η κοινοβουλευτική ομάδα των Ρεπουμπλικανών της Βουλής σχεδιάζει να εγκρίνει ένα συνεχές ψήφισμα (CR, continuing resolution) αντί για έναν προϋπολογισμό για την κάλυψη του υπολοίπου του οικονομικού έτους, μια διαδικαστική επιλογή που διατηρεί τις ομοσπονδιακές δαπάνες σε σταθερά επίπεδα και αποφεύγει μια δύσκολη μάχη για τις προτεραιότητες δαπανών. Συνολικά, το προτεινόμενο CR θα αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες κατά 6 δισεκατομμύρια δολάρια από έτος σε έτος, περίπου 16 δισεκατομμύρια δολάρια κάτω από το ποσό που απαιτείται για να συμβαδίσει με τα τρέχοντα επίπεδα πληθωρισμού.
Το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ αντιπαθούσε ιστορικά τα (CR) επειδή διακόπτουν τα μακροπρόθεσμα σχέδια ναυπήγησης και συντήρησης πλοίων, τα οποία βασίζονται σε μια σταθερή αύξηση των επιπέδων χρηματοδότησης. Αυτό είναι διαφορετικό: προσαρμόζει επίσης πολλά σημαντικά προγράμματα, συμπεριλαμβανομένης μιας προφανούς περικοπής στη χρηματοδότηση για το καθυστερημένο πρόγραμμα της νέας φρεγάτας Constellation. Το προτεινόμενο (CR) ορίζει έναν προϋπολογισμό 233 εκατομμυρίων δολαρίων για τις Constellation για το οικονομικό έτος FY2025, ένα κλάσμα των 1,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων που ζήτησε το αμερικάνικο Πολεμικό Ναυτικό για φέτος. Επίσης, περιλαμβάνει πέντε προσαρμογές κόστους για τη φρεγάτα συνολικού ύψους 400 εκατομμυρίων δολαρίων, οι οποίες θα καλύψουν τις αυξήσεις του κόστους ναυπήγησης προηγούμενων ετών FY2020-24. Στον αντίποδα, το νέο ψήφισμα προκρίνει την ενίσχυση της χρηματοδότησης κατά 1,5 δισεκατομύριο δολάρια για την κατασκευή επιπλέον αντιτορπιλικών κλάσης Arleigh Burke.

Το πρόγραμμα FFG-62 παρουσιάζει πολλά πιθανά ζητήματα επίβλεψης για το Κογκρέσο, συμπεριλαμβανομένων των εξής:
1. την εκτιμώμενη 36μηνη καθυστέρηση στην προγραμματισμένη παράδοση της πρώης FFG-62, η οποία αναφέρθηκε δημόσια από το Πολεμικό Ναυτικό τον Απρίλιο του 2024. Η καθυστέρηση αυτή προέρχεται από δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι η σοβαρή έλλειψη εξειδικευμένων εργατών στο ναυπηγείο της Fincantieri Marinette Marine το οποίο καθυστερεί την εκτέλεση των εργασιών και ο δεύτερος, η διαδικασία κατασκευής που έχει επιλεχθεί. Όπως είναι γνωστό οι φρεγάτες FFG-62 βασίζονται στο σχέδιο των ιταλο-γαλλικών φρεγατών FREMM. Όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα οι αρχικές προβλέψεις ήταν ότι οι δύο κλάσεις θα είχαν ομοιότητα 85%. Σήμερα με τις αλλαγές που έχουν γίνει, ήδη το ποσοστό αυτό έχει πέσει σε μόλις 15%, το οποίο καταρρίπτει και τους λόγους επιλογής μιας υπάρχουσας σχεδίασης. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, λόγω και των σχετικά μικρών επεμβάσεων είχε αποφασισθεί η ταυτόχρονη κατασκευή με την υλοποίηση των σχεδιαστικών αλλαγών. Αυτό όμως στην πορεία του προγράμματος με τις εκτεταμένες αλλαγές είναι υπεύθυνο για μεγάλες καθυστερήσεις στην κατασκευή του πρώτου σκάφους.
2. Η δυνατότητα αύξησης του κόστους στο πρόγραμμα FFG-62, ιδιαίτερα μετά τα 10 πρώτα πλοία του προγράμματος. Το 2020 με την υπογραφή του συμβολαίου για 1+9 σκάφη το μέσο σταθερό κόστος ήταν λίγο κάτω από τα 1,2 δισεκατομύρια δολάρια ανά σκάφος με το πρώτο σκάφος της κλάσης το κόστος να είναι στα 1,4 δισεκατομύρια δολάρια λόγω ότι περιλαμβάνει αρχικά μην επαναλαμβανόμενα κόστη. Παρ’ όλ’ αυτά σύμφωνα με εκθέσεις CRS και CBO το κόστος για τα αρχικά 10 σκάφη αναμένεται να είναι κατά 40% πιο υψηλό σε σύγκριση με τις αρχικές προβλέψεις του ναυτικού και το όλο πρόγραμμα σε βάθος 30ετίας αναμένεται να είναι συνολικά 10-20% πιο ακριβό.
3. εάν και πότε θα εισαχθεί ένα δεύτερο ναυπηγείο στο πρόγραμμα FFG-62.
4. τον αριθμό των κελιών πυραύλων συστήματος κατακόρυφης εκτόξευσης (VLS) στο σχέδιο FFG 62. Υπάρχουν φωνές που επισημένουν ότι ο αριθμώς των κάθετων κελιών που φέρει το σκάφος για το εκτόπισμά του είναι μικρό και ότι με αύξηση στα 48 κελιά, με μικρή αύξηση του κόστους ανά πλοίο, θα μπορούσε το ναυτικό να έχει ένα φθηνό υποκατάστατο των πολύ ακριβών αντιτορπιλικών με 50% της ισχύος πυρός τους.
5. τεχνικός κίνδυνος στο πρόγραμμα FFG-62. Όπως έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν η επιλογή μιας υπάρχουσας σχεδίασης, όταν πρόκειται να γίνουν εκτεταμένες αλλαγές, φέρνει στην επιφάνεια πολλά τεχνικά προβλήματα τα οποία βαρύνουν την νέα κλάση πλοίων και δυσχεραίνουν τη δυνατότητα μελλοντικής αναβάθμισης των πλοίων αυτών, όπως αναλύουμε παρακάτω.

Η πλάνη της χρήσης ενός μητρικού σχεδίου: «Το σχέδιο είναι ώριμο» (The Fallacy of Using a Parent Design: “The design is mature”, SNAME 2013)

Η συγκεκριμένη μελέτη παρουσιάστηκε στο «ναυτικό συμπόσιο» του SNAME (Society of Naval Architects and Marine Engineers) στην Ουάσιγκτον το 2013 και αναδικνύει με εμφατικό τρόπο ότι η επιλογή μιας υπάρχουσας σχεδίασης για την ανάπτυξη μιας νέας κλάσης μπορεί να είναι παραπλανητική και να οδηγήσει σε «καταστροφικά» αποτελέσματα. Οι υπέρμαχοι αυτής της μεθόδου υποστηρίζουν ότι αυτή η επιλογή (η οποία έχει ακολουθηθεί και με τις φρεγάτες constellation) μπορεί να αποδώσει γρήγορα πλοία με χαμηλό ρίσκο και κόστος. Όμως όπως αναλύεται μέσα στη μελέτη η ιστορία σε προγράμματα του ναυτικού των ΗΠΑ που έχουν ακολουθήσει αυτή την πρακτική έχει αποδώσει πλοία με βασικά προβλήματα στην αρχική επανασχεδίαση του πλοίου και πλοία με πολλούς περιορισμούς. Η μελέτη αναφέρεται στις κλάσεις LSD 41, CG-49 και LCS1 & 2.
Τα βασικά επιχειρήματα των υποστηρικτών με τη ενός υπάρχοντος σχεδίου ως μητρικού σχεδίου είναι μια ελκυστική επιλογή ότι είναι πολλά:
- Αποφυγή των εκτεταμένων ελέγχων και μείωση της γραφειοκρατίας, από το υπουργείο άμυνας, που απαιτεί μία νέα σχεδίαση πλοίου – επομένως μείωση του χρόνου έναρξης κατασκευής.
- Το κόστος σχεδιασμού και κατασκευής θα είναι μικρότερο ενώ η σχεδίαση θα μπορεί να βελτιωθεί για οικονομικά προσιτή τιμή
- Η κατασκευή μπορεί να ξεκινήσει νωρίτερα – Η παραγωγή και η ανάπτυξη μπορεί να είναι ταυτόχρονα
- Το χρονοδιάγραμμα θα είναι πιο συμπαγές από την πρότερη εμπειρία.
- Από τεχνικής άποψης Τα βάρη είναι γνωστά και δεν θα αυξηθούν όπως συνήθως.
- Παράκαμψη των πρόσθετων απαιτήσεων που επιβάλλουν οι τεχνικές αρχές του Πολεμικού Ναυτικού
- Προώθηση του προγράμματος πιο εύκολα, υποσχόμενοι μειωμένους τεχνικούς κινδύνους τροποποιώντας μόνο έναν επιτυχημένο σχεδιασμό.
Όμως η εμπειρία με τα προαναφερθέντα σκάφη και όπως φαίνεται και με την κλάση Constellation, έχει δείξει ακριβώς το αντίθετο. Στην πραγματικότητα η χρήση ενός υπάρχοντος σχεδίου με εκτεταμένες αλλαγές μπορεί να οδηγήσει στα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα. Η πράξη έχει δείξει ότι σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε:
- Κίνδυνο λανθάνουσας αστοχίας που κρύβεται στον υπάρχοντα σχεδιασμό
- Αύξηση εκτοπίσματος. Αναποτελεσματική χρήση ενέργειας
- Αύξηση της πυκνότητας του πλοίου και του χρόνου για σταθεροποίηση του σχεδιασμού
- Περιορισμοί σχετικά με την επαρκή άνωση και το δυνατότητες της σχεδίασης κατά τη διάρκεια ζωής (SLA, Service-Life Allowance)
- Η επέκταση των υπαρχόντων σχεδίων έχει ωθήσει τις δομικές αποτυχίες
Μερικά από τα πιο βασικά ζητήματα που ανακύπτουν σε αυτού του είδους τις επεμβάσεις είναι ότι η αύξηση του μήκους οδηγεί σε αύξηση του εκτοπίσματος το οποίο σε συνάρτηση με την αλλαγή των βαρών πάνω στο πλοίο, λόγω των διαφορετικών συστημάτων, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή μετατόπιση του κέντρου βάρους στο άνω επιτρεπόμενο όριο της σχεδίασης. Πράγμα το οποίο επηρρεάζει άμεσα την ευστάθεια του πλοίου. Τούτο οδηγεί σε δύο πιθανές λύσεις. Είτε θα πρέπει να γίνει λεπτομερής αναδιανομή των βαρών πάνω στο πλοίο με πιθανή εγατάσταση ακόμη και μόνιμου έρματος χαμηλά, είτε το πλοίο θα απολέσει τη δυνατότητα μελλοντικής προσθήκης συστημάτων (SLA, Service-Life Allowance). Αυτά είναι κάτι τα οποία συνέβηκαν στα πυραυλοφόρα καταδρομικά CG-49 κατά τη διάρκεια μετατροπής των αντιτορπιλικών DD-963 στη νέα κλάση αντιτορπιλικών αντιαεροπορικού πολέμου. Τα CG-49 βρέθηκαν να περιορίζονται στο σκάφος των DD-963 με παράλληλη αύξηση του εκτοπίσματος κατά 1400 τόνους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη μετατόπιση του κέντρου βάρους ψηλά. Τόσο το αυξημένο εκτόπισμα όσο και η άνοδος του κέντρου βάρους έφερε την αρχική σχεδίαση στα όρια της. Μέχρι την παράδοση του πρώτου πλοίου έγιναν εκτεταμένες αλλαγές με λεπτομερή μετατόπιση βαρών έτσι ώστε το σκάφος να θεωρείται αξιόπλοο και ασφαλές.
Παρ’ όλες τις προσπάθειες, με την τοποθέτηση των συστημάτων VLS η κλάση δεν μπορούσε να δεχθεί άλλες μελλοντικές προσθήκες ενώ η μεταλλική κατασκευή αντιμετώπισε δομικά ζητήματα. Αντίστοιχα και τα αποβατικά πλοία LSD41 τα οποία προέρχονται από τα παλαιότερα LSD36 χρειάστηκε να υποστούν δύσκολες σχεδιαστικές και μηχανολογικές αλλαγές ώστε να μπορέσει να αντιμετωπιστεί η ελεύθερη επιφάνεια του νερού (free surface effect) που δημιουργήθηκε από τη νέα μεγάλη δεξαμενή. Τέλος όσον αφορά τα LCS1 & LSC2, η μελέτη αναφέρεται στο γεγονός ότι πρόκειται για πλοία τα οποία τα μητρικά τους σκάφη δεν ήταν καν πολεμικά πλοία αλλά βασίζονται σε επιβατηγά πλοία υψηλών ταχυτήτων. Η στρατικοποίηση των σκαφών επέφερε πολλές αλλαγές αλλά και συμβιβασμούς όπως είναι το χαμηλότερο επίπεδο επιβιωσιμότητας σε σύγκριση με τις κύριες μονάδες του ναυτικού αλλά κυρίως με τις φρεγάτες FFG-7 που επρόκειτο να αντικαταστήσουν. Πέραν αυτών έγιναν πολλές δομικές επεμβάσεις μετά την παράδοση των πρώτων σκαφών λόγω δομικών προβλημάτων που αντιμετώπισαν.
Η κλάση φρεγατών Constellation όπως αναλύσαμε και παραπάνω ακολούθησε τη οδό του μητρικού σκάφους το οποίο σε σύγκριση με προηγούμενη εμπειρία δέχθηκε πολύ περισσότερες επεμβάσεις. Αυτό μαζί με άλλα προβλήματα οδήγησε στην αύξηση του κόστους αλλά και του χρόνου παράδοσης του πρώτου σκάφους κατά 36 μήνες. Η διαφαινόμενη αλλαγή προτεραιοτήτων της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ ίσως επιφέρει επιπλέον καθυστερήσεις στο πρόγραμμα. Οι αξιωματικοί του πολεμικού ναυτικού που παρακολουθούν τις εξελίξεις προφανώς και γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τις πραγματικές προοπτικές του προγράμματος και κατά πόσον θα μπορούσε το ελληνικό Π.Ν. να προσβλέπει στην απόκτηση ενός αριθμού σκαφών μέσα στην επόμενη δεκαετία. Σε ποια διαμόρφωση και σε ποιο κόστος θα μπορούσε να γίνει αυτό εφικτό. Όμως όπως όλα δείχνουν το αμερικανικό πρόγραμμα αντιμετωπίζει ήδη αρκετά προβλήματα και μια πιθανή υποχρηματοδότηση ίσως σημάνει την ταφόπλακα στο πρόγραμμα αυτό.
FFG-62 Constellation – Τεχνική περιγραφή
Το πλοίο είναι ουσιαστικά μια επιμηκυμένη έκδοση της ιταλικής φρεγάτας Bergamini. Οι βασικές διαστάσεις του σκάφους είναι: ολικό μήκος 151,2 μέτρα, ολικό πλάτος 19,7 μέτρα, βύθισμα 5,49 μέτρα και βάθος κύτους μέχρι το πρώτο κατάστρωμα στα 11,28 μέτρα. Το πλοίο έχει πλήρες εκτόπισμα 7408 τόνους. Σε σύγκριση με το ιταλικό σκάφος, η FFG-62 ουσιαστικά επιμηκύνθηκε κατά 7,2 μέτρα και εκτοπίζει 500 τόνους περίπου περισσότερο. Παράλληλα έγινε αλλαγή και στο πρωραίο τμήμα της γάστρας με απάλειψη του βολβού που περιείχε το σόναρ γάστρας καθώς και του περίκλειστου καταστρώματος της πλώρης. Όσον αφορά την υπερκατασκευή του πλοίου, έχει γίνει διαφορετική διαρρύθμιση ώστε να μπορέσουν να ενσωματωθούν τα αμερικάνικης κατασκευής ηλεκτρονικά και όπλα. Στην πρύμνη του πλοίου βρίσκεται το ελικοδρόμιο και το υπόστεγο του ελικοπτέρου που είναι ικανό να φιλοξενήσει ένα ναυτικό ελικόπτερο MH-60R και ένα UAV MQ-8C. Το πλήρωμα του πλοίου αποτελείται από 140 άτομα προσωπικό αλλά έχει δυνατότητα φιλοξενίας 200 ατόμων, 24 σε καμπίνες αξιωματικών και 176 σε καμπίνες ναυτών.

Το σύστημα πρόωσης είναι τύπου CODLAG (Combination Diesel Electric And Gas Turbine) ίδιας διαμόρφωσης με της ιταλικής αλλά με διαφορετικές πιο ισχυρές ηλεκτρομηχανές. Η αμερικάνικη φρεγάτα θα έχει τέσσερις ντηζελομηχανές MTU 20V 4000 M53B ισχύος 3015kW έκαστη που κινούν δύο ηλεκτροκινητήρες συνολικής ισχύος 6000 kW για ταχύτητες μέχρι 16 κόμβους και έναν αεροστρόβιλο General Electric LM2500+G4 απόδοσης 36300 kW για υψηλές ταχύτητες πάνω από τους 26 κόμβους. Η ηλεκτροπρόωση βοηθάει το πλοίο στην επίτευξη πολύ χαμηλής ακουστικής υπογραφής που είναι το άλφα και το ωμέγα για τις ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις. Το προωστήριο σκεύος κινεί δύο προπέλες σταθερού βήματος για την επίτευξη χαμηλότερου θορύβου.

Επίσης υπάρχει ένας ανασυρόμενος βοηθητικός ηλεκτρικός προωστήρας στην πλώρη, στο ένα τέταρτο περίπου του μήκους του πλοίου, ισχύος 1MW της Thrustmaster, που παίρνει ισχύ από την βοηθητική μονάδα ισχύος του πλοίου. Η διάταξη αυτή βοηθάει τόσο στην ευελιξία του πλοίου σε περιορισμένα ύδατα αλλά κυρίως στην επιστροφή του πλοίου στον ναύσταθμο με ιδία μέσα σε περίπτωση απώλειας της κύριας πρόωσης λόγω βλάβης του προωστήριου σκεύους ή πλήγματος. Παρόμοια διάταξη υπάρχει στις FFG-7, στις LCS και στις Bergamini.
Σύμφωνα με το DOT&E για τις προδιαγραφές της FFG-62 που καθορίζουν τις απαιτήσεις για τα χαρακτηριστικά επιβίωσης που ενσωματώθηκαν στο πλοίο. Περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται προς, τα ακόλουθα:
– Αντοχή σε κραδασμούς σε υποβρύχιες εκρήξεις για επιλεγμένα συστήματα.
– Θωράκιση και βαλλιστική προστασία σε καθορισμένες περιοχές του πλοίου.
– Ανθεκτικότητα της κατασκευής σε εκρήξεις και πυρκαγιά σε καθορισμένους χώρους.
– Χαρακτηριστικά μείωσης ευπάθειας για ζωτικής σημασίας μέρη του κύτους, για μηχανικά, και για ηλεκτρικά συστήματα που περιλαμβάνουν πλεονασμό, διαχωρισμό, και απομόνωση ζημιών.
– Ύπαρξη συστήματος ΡΒΧΠ.
– Μείωση υπογραφής του πλοίου στο ακουστικό, υπέρυθρο και ηλεκτρομαγνητικό φάσμα (π.χ. διατομή ραντάρ (RCS), υπέρυθρες (IR), υποβρύχια ηλεκτρομαγνητικά)
Με τον οπλισμό και τα ηλεκτρονικά συστήματα που φέρει, η FFG-62 θα μπορεί να διεξάγει όλο το φάσμα των ναυτικών επιχειρήσεων, αντιαεροπορικό πόλεμο (AW), ανθυποβρυχιακό πόλεμο (ASW), πόλεμο επιφανείας (SuW), ηλεκτρονικό πόλεμο (EW) καθώς και αποστολές πληροφοριών, επιτήρησης και αναγνώρισης (ISR).
Η καρδία του πλοίου είναι το σύστημα AEGIS Baseline 10 στο οποίο είναι ενσωματωμένοι όλοι οι αισθητήρες του πλοίου και τα όπλα. Το κύριο ραντάρ της FFG-62 είναι το AN/SPY-6(V)3 EASR με τρεις επίπεδες κεραίες AESA Νιτριδίου του Γαλίου ( GaN) και εκπέμπει στη μπάντα S, η μία καλύπτει τον μπροστινό τομέα και δύο στο πίσω μέρος της πρόσθιας υπερκατασκευής εκατέρωθεν καλύπτοντας όλες από ένα τόξο 120 μοιρών. Η έκδοση αυτή είναι μια μικρότερη έκδοση του ραντάρ των αντιτορπιλικών για να μπορεί να τοποθετηθεί σε μικρότερου μεγέθους μονάδες των 9 RMA αλλά είναι σχεδιασμένη να έχει τις ίδιες επιδόσεις με το παλαιότερο AN/SPY-1D(V). To AN/SPY-6 είναι κατασκευασμένο με μεμονωμένα «δομικά στοιχεία» που ονομάζονται αρθρωτά συγκροτήματα ραντάρ. Κάθε RMA είναι μια αυτόνομη κεραία ραντάρ σε κυτίο 2’x2’x2′. Τα RMA στοιβάζονται για να ταιριάζουν στις απαιτήσεις αποστολής οποιουδήποτε πλοίου – ένα χαρακτηριστικό που καθιστά το SPY-6 το πρώτο πραγματικά επεκτάσιμο ραντάρ του Πολεμικού Ναυτικού.
Για τον ανθυποβρυχιακό πόλεμο οι φρεγάτες είναι εξοπλισμένες με το σύστημα AN/SQQ-89Α(V)15. Το σύστημα μάχης AN/SQQ-89(V) παρέχει ολοκληρωμένη διαχείριση μάχης Υποθαλάσσιου Πολέμου (USW), έλεγχο πυρός, διοίκηση και έλεγχο και εκπαίδευση επί του σκάφους για να επιτρέψει στα πλοία επιφανείας να υποστηρίξουν εμπλοκή στόχων USW τόσο σε περιβάλλον ανοιχτού ωκεανού όσο και σε παραθαλάσσια περιβάλλοντα. Το AN/SQQ-89(V) παρέχει στα πολεμικά πλοία επιφανείας μια απρόσκοπτα ενσωματωμένη ικανότητα ανίχνευσης, εντοπισμού, ταξινόμησης και στόχευσης USW/ASW. Το σύστημα παρουσιάζει μια ολοκληρωμένη εικόνα της ακουστικής τακτικής κατάστασης λαμβάνοντας, συνδυάζοντας και επεξεργαζόμενο ενεργητικά και παθητικά δεδομένα αισθητήρων σόναρ από μια ποικιλία συστοιχιών τοποθετημένων στο κύτος, ρυμουλκούμενων συστοιχιών και ηχοσημαντήρων. Εκτός από την ενεργητική και παθητική ανίχνευση, το σύστημα παρέχει ένα πλήρες φάσμα λειτουργιών USW και ενσωμάτωση με το Light Airborne Multi-Purpose System (LAMPS MK III και Block II) για επεξεργασία σήματος ηχοσημαντήρων του οργανικού ελικοπτέρου. Το σύστημα αποτελείται από:
-Ακουστικοί αισθητήρες, συστοιχία τοποθετημένη στο κύτος, πολλαπλών λειτουργιών ρυμουλκούμενη συστοιχία (MFTA) TB-37 με ρυμουλκούμενο ακουστικό στοιχείο αναχαίτισης, βαθμονομημένα υδρόφωνα αναφοράς και ηχοσημαντήρες που αναπτύσσονται από ελικόπτερο ή πλοίο.
– SONAR μεταβλητού βάθους τύπου CAPTAS 4.
– Λειτουργικά τμήματα που χρησιμοποιούνται για επεξεργασία και εμφάνιση ενεργητικά, παθητικά και περιβαλλοντικά δεδομένα.
– Διεπαφές με το Aegis Combat System για MK 46 και Δίωξη τορπιλών MK 54 με χρήση τορπίλης σκάφους επιφανείας σωλήνες, Vertical Launch Anti-Submarine Rocket ή MH 60R ελικόπτερα.
Επίσης το πλοίο θα διαθέτει το σύστημα Mk48 GWS ως σύστημα διεύθυνσης βολής του κύριου πυροβόλου που μπορεί να λειτουργήσει αυτόνομα ή ενσωματωμένο στο σύστημα μάχης του πλοίου. Επίσης διαθέτει σύστημα αναγνώρισης φίλου ή εχθρού UPX-29IFF, ραδιοζεύξεις Link 11,16,22, πλήρες πακέτο ασυρμάτων όλων των συχνοτήτων, SATCOM, ραντάρ επιφανείας AN/SPS-73(V)18 με δυνατότητα ARPA και EO system iStalker με κάλυψη 360 μοιρών.
Το πλοίο θα είναι εξοπλισμένο με τέσσερις εκτοξευτές MK41 (32 κελιά) για βλήματα ESSM II σε τετράδες ανά κελί και βλήματα αεράμυνας μεγάλου βεληνεκούς SM-2 Block IIIC, έναν εκτοξευτή CIWS RAM Mk-49 με 21 βλήματα RIM-116 Block 2A/2B για άμυνα σημείου, 16 βλήματα κατά πλοίων NSM της νορβηγικής Kongsberg και ένα ναυτικό πυροβόλο Μκ110 των 57 χιλιοστών. Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι σε ένα πλοίο 7400 τόνων ικανό να φέρει ένα κύριο πυροβόλο 127 χιλιοστών όπως το MK45 Mod 4 της Bae Systems, επιλέχθηκε ένα τόσο αδύναμο πυροβόλο αφαιρώντας τη δυνατότητα προβολής ισχύος στην ξηρά μέσω ναυτικού βομβαρδισμού καθώς και την χρήση πυρομαχικών εκτεταμένης εμβέλειας όπως το Vulcano. Είναι αυτονόητο ότι σε όποια ελληνική έκδοση το πλοίο θα φέρει είτε πυροβόλο 76 χιλιοστών είτε 127 χιλιοστών.
Για αυτοπροστασία το πλοίο εκτός του εκτοξευτή RAM Mk-49 για αυτοάμυνα κατά επερχόμενων πυραύλων και UAV/ loitering munitions διαθέτει επίσης, ρυμουλκούμενα δολώματα κατά τορπιλών AN/SQL-25 Nixie, 4 εκτοξευτές MK 53 MOD 9 DLS NULKA με δολώματα κατά επερχόμενων πυραύλων και σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου AN-SLQ-32(V)6 CM (SEWIP) BLK II.
Το κόστος του αρχικού πλοίου της κλάσης ανέρχεται στα 1,28 δις δολάρια από τα οποία τα 795 εκατομμύρια δολάρια ήταν το κόστος κατασκευής και τα υπόλοιπα κυβερνητικά ελεγχόμενος εξοπλισμός. Σήμερα το μέσο κόστος ναυπήγησης έχει πέσει στα 1,05 δις δολάρια.