Διεθνή πλειοδοτικό διαγωνισμό για την πώληση του στρατιωτικού τμήματος των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά (ΕΝΑΕ) σε νατοϊκής εθνικότητας ναυπηγικό όμιλο με «προίκα» ναυπηγικό πρόγραμμα φρεγατών για το Πολεμικό Ναυτικό, ενδεχομένως τον Οκτώβριο, δρομολογεί η κυβέρνηση.
Γράφει ο ΗΛΙΑΣ ΜΠΕΛΛΟΣ για την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ωστόσο, η περιπλοκότητα του εγχειρήματος που καλείται να φέρει εις πέρας ο ειδικός διαχειριστής που έχει τοποθετήσει η ελληνική Δικαιοσύνη στην εταιρεία, σε συνδυασμό με τα αλληλοσυγκρουόμενα γερμανικά και γαλλικά κυρίως συμφέροντα που φέρονται να έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον, καθιστά, αν μη τι άλλο, αμφίβολη την ταχεία ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Επιπλέον, οι αξιώσεις που εξακολουθεί να εγείρει ο πρώην βασικός μέτοχος των ΕΝΑΕ, η Privinvest, σκιάζουν το νομικό καθεστώς της επιχείρησης δημιουργώντας επιφυλάξεις μεταξύ των υποψηφίων επενδυτών.
Παρά ταύτα, το ενδιαφέρον είναι δεδομένο αν κρίνει κανείς τόσο από τις πληροφορίες της αγοράς και κυβερνητικών πηγών όσο και από την επίσκεψη που πραγματοποίησαν αυτή την εβδομάδα κορυφαία στελέχη της γαλλικής Naval Group (πρώην DCNS), κατασκευάστριας των φρεγατών Frégate Européenne Multi-Mission (FREMM) στις εγκαταστάσεις του στρατιωτικού τμήματος των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά.
Πέραν της Naval Group, όμως, ως δυνητικοί επενδυτές εμφανίζονται τόσο η γερμανική Lürssen και, πιθανώς, η ομοεθνής της German Naval Yards Kiel όσο και η ολλανδική Damen Group. H ενδεχόμενη συμμετοχή τους στον διαγωνισμό, όπως και η ίδια η διαγωνιστική διαδικασία, θα απαιτήσει ασφαλώς εγκρίσεις από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αλλά και μια «προίκα». Συμβάσεις δηλαδή ναυπήγησης πλοίων.
Επί του προκειμένου, άριστα ενημερωμένες πηγές αναφέρουν στην «Κ» πως εξετάζεται η δυνατότητα χρηματοδότησης ναυπηγικού προγράμματος φρεγατών, όπλου απολύτως απαραίτητου για το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, ώστε να διατηρηθεί η ισορροπία ισχύος στο Αιγαίο, λόγω και της παλαιότητας πολλών εκ των υπηρετούντων σήμερα μονάδων.
Αν και έχουν πέσει στο τραπέζι ιδέες που έχουν τη στήριξη ορισμένων ευρωπαϊκών κύκλων για χρηματοδότηση από τα κέρδη που έχουν αποκομίσει από τα ελληνικά ομόλογα οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, η πρόσφατη συμφωνία της Αθήνας με τους Ευρωπαίους πιστωτές δεν αναφέρει τίποτα σχετικό. «Ούτε όμως το αποκλείει», ανταπαντούν πηγές με γνώση των σχετικών διαβουλεύσεων.
Έτερο ζήτημα είναι η ανεπαρκής ωρίμανση των τύπων φρεγατών που εξετάζονται, καθώς οι μεν γαλλικές Belharra (διάδοχος των FREMM) της Naval Group βρίσκονται ακόμα στα σχέδια, το δε γερμανικό αντίστοιχο πρόγραμμα φρεγατών τελεί επίσης ακόμα υπό ανάπτυξη.
Κύκλοι της βιομηχανίας ευρωπαϊκών αμυντικών συστημάτων εξηγούν επίσης πως ο γαλλο-γερμανικός ανταγωνισμός είναι τόσο έντονος, που η σχετική διελκυστίνδα είναι βέβαιον πως θα φθάσει σε επίπεδο κορυφής, υπονοώντας πως απαιτείται πολιτική συνεννόηση και συμφωνία μεταξύ Βερολίνου και Παρισιού.
Και υπενθυμίζουν ότι προ δεκαετίας η αντίστοιχη συμφωνία των Γάλλων με τα Ναυπηγεία Ελευσίνας για τις FREMM προσέκρουσε στις ισχυρότατες αντιδράσεις της γερμανικής ναυπηγικής βιομηχανίας. Αποκορύφωμα εκείνης της «κόντρας» ήταν η τότε επιστολή της γερμανικής ThyssenKrupp προς τη γερμανική κυβέρνηση και τους Γερμανούς βουλευτές, που διέρρευσε στο Der Spiegel και με την οποία διαμαρτυρόταν εντόνως για το γεγονός πως η γερμανική κυβέρνηση, δανειστής ήδη της Ελλάδας από το πρώτο μνημόνιο, θα επέτρεπε στην υπερχρεωμένη μεσογειακή χώρα να δαπανήσει έως και 2 δισ. ευρώ για να αγοράσει πλοία από τα κρατικά επιδοτούμενα γαλλικά ναυπηγεία.
Με δεδομένο το ύψος των κονδυλίων που θα απαιτηθούν για τη χρηματοδότηση αλλά και την εμπλοκή τριών υπουργείων-Αμύνης, Οικονομίας, Οικονομικών-στις σχετικές αποφάσεις, η όλη υπόθεση αποτελεί από τις πολυπλοκότερες και μεγαλύτερες επενδυτικές υποθέσεις του Δημοσίου.
Πάντως, το υπουργείο Οικονομίας, από την πλευρά του, ολοκλήρωσε με επιτυχία τον δικό του ρόλο, αφού κατάφερε –έστω και εν μέσω συνεχιζόμενων αμφισβητήσεων από την Privinvest-να θέσει τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά υπό ειδική διαχείριση με δικαστική απόφαση και να εκπληρώσει με αυτόν τον τρόπο την υποχρέωση της Ελλάδας να ανακτήσει κρατικές επιδοτήσεις που η Ευρωπαϊκή Ένωση έκρινε πως είχαν χορηγηθεί στο παρελθόν.
Οι οφειλές και τι υποστηρίζουν τα ΕΝΑΕ
Σε ειδική διαχείριση με απόφαση δικαστηρίου νωρίτερα φέτος ύστερα από ενέργειες της κυβέρνησης και της Τράπεζας Πειραιώς για οφειλές πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ετέθη η ΕΝΑΕ, όπως ονομάζεται η εταιρεία που «τρέχει» τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων είναι αρνητικό-και μάλιστα κατά ποσόν ούτε λίγο ούτε πολύ 295.616.025,62 ευρώ και, επομένως, αυταπόδεικτα μικρότερο από το 1/10 του μετοχικού κεφαλαίου της για δύο συνεχόμενες χρήσεις.
Από την πλευρά της, η Privinvest, βασικός μέτοχος των ΕΝΑΕ μέχρι που τέθηκαν σε ειδική διαχείριση, αμφισβητεί τις ενέργειες του Δημοσίου και έχει προσφύγει προς τούτο σε νέα διαιτησία.
Όπως αναφέρουν κύκλοι της Privinvest, «ο όμιλός μας, όπως και στο παρελθόν, θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί όλα τα ένδικα μέσα σε οποιαδήποτε σχετική, εγχώρια και διεθνή, δικαιοδοσία, ώστε να προασπίσει τα συμφέροντά του και τα νόμιμα δικαιώματά του. Κατά συνέπεια, θα συνεχίσουμε να υπερασπίζουμε τα ΕΝΑΕ έναντι των έκνομων πράξεων του Ελληνικού Δημοσίου και των ορέξεων των πιθανών μελλοντικών μνηστήρων. Όπως επανειλημμένως έχουμε δηλώσει έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη και είμαστε πεπεισμένοι ότι θα επικρατήσει το δίκαιο και όχι η ρητορική».
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της τοποθέτησης ειδικού διαχειριστή, η θέση της Privinvest ήταν και είναι εξαιρετικά σαφής. Ισχυρίζεται πως το ποσό που αφορά την ανάκτηση των κρατικών ενισχύσεων, για το οποίο η ελληνική κυβέρνηση κρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υπόλογη, «χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα για την απομάκρυνση της Privinvest από τη νόμιμη ιδιοκτησία της, τα ΕΝΑΕ, και την υφαρπαγή του περιουσιακού στοιχείου της». «Σήμερα, η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την επιχειρηματολογία του ομίλου, ώστε να αποφύγει την καταδίκη και ταυτόχρονα αναζητεί τρόπους να μη συμμορφωθεί με την απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου, που επιδίκασε εις βάρος της αποζημίωση μεγαλύτερη του 1,5 δισ. ευρώ», λένε κύκλοι της Privinvest.
Προς το ελληνικό Δημόσιο, σύμφωνα με τα έγγραφα που κατατέθηκαν στο δικαστήριο, η οφειλή είναι ύψους 524,89 εκατ. Ακόμα, υπάρχει προς το Δημόσιο οφειλή ύψους 94,87 εκατ., η οποία ανέρχεται πλέον συνολικά στο ποσό των 95,17 εκατ. και αφορά επίσης ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις των ΕΝΑΕ λόγω της χορήγησης παράνομων κρατικών ενισχύσεων, των οποίων επίσης διατάχθηκε η ανάκτηση. Προς τους εργαζομένους τα ΕΝΑΕ χρωστούν 76,4 εκατ., τμήμα του οποίου, και συγκεκριμένα ποσό 55,2 εκατ., έχει κηρυχθεί με σειρά δικαστικών αποφάσεων προσωρινά εκτελεστό.
Εκτός των παραπάνω ληξιπροθέσμων οφειλών, τα ΕΝΑΕ οφείλουν στο ελληνικό Δημόσιο και τα ακόλουθα ποσά: 1,85 εκατ. προς το Μετοχικό Ταμείο Ναυτικού, από κατάπτωση ποινικών ρητρών που προβλέπονται στη σύμβαση 034Β/99 και 247,75 εκατ. προς το Πολεμικό Ναυτικό για πληρωμές που είχαν γίνει στα ΕΝΑΕ για την εκτέλεση εργασιών που αφορούν στα προγράμματα «Neptune-II» και «Αρχιμήδης», οι οποίες παρέμειναν ανεκτέλεστες. Τα ποσά αυτά αντιστοιχούν στις πληρωμές που πραγματοποίησε το ελληνικό Δημόσιο μέχρι τον Σεπτέμβριο του έτους 2011.
Οι δυνητικοί επενδυτές και οι συνεργασίες τους με την Privinvest
Η Naval Group, όπως λέγεται σήμερα, που ανέπτυξε μαζί με την ιταλική Fincantieri το ναυπηγικό πρόγραμμα των φρεγατών FREΜΜ, είναι γαλλική εταιρεία στην οποία το γαλλικό κράτος κατέχει ποσοστό 62,49%, η Thales 35% και οι εργαζόμενοι 1,64%. Προέκυψε από τη διάσωση της DCNS, όπως λεγόταν τη δεκαετία του 2000, από το γαλλικό δημόσιο. H Privinvest φέρεται να διατηρεί μακροχρόνια συνεργασία μαζί της σε γαλλικά, εγχώρια και εξαγωγικά, προγράμματα.
Σε ό,τι αφορά τη γερμανική Lürssen, σημειώνεται ότι μαζί με την Privinvest συμμετέχει σε κοινοπραξία για τη ναυπήγηση των πέντε νέων κορβετών τύπου K130 για το ναυτικό της Γερμανίας.
Η ολλανδική Damen, που διαχειρίζεται περισσότερες από 25 γιάρδες ανά τον κόσμο, βρίσκεται αυτή την περίοδο σε ανταγωνισμό με την Privinvest, καθώς έχει επιλεγεί ως ο δεύτερος υποψήφιος ανάδοχος για το πρόγραμμα των νέων φρεγατών MKS 180 του ναυτικού της Γερμανίας μετά τη θυγατρική της Privinvest, German Naval Yards Kiel.
Σε ό,τι αφορά την German Naval Yards Kiel, είναι θυγατρική που ανήκει εξ ολοκλήρου στην ευρωπαϊκή ναυπηγική βιομηχανία Privinvest και την παρούσα περίοδο εμπλέκεται στο πρόγραμμα ναυπήγησης των πέντε νέων κορβετών τύπου K130 για το ναυτικό της Γερμανίας, καθώς και στη ναυπήγηση τεσσάρων κορβετών για το ναυτικό χώρας της Ανατολικής Μεσογείου, ενώ έχει επιλεγεί, ως επικεφαλής κοινοπραξίας στην οποία συμμετέχουν πολλές γερμανικές εταιρείες, ως ένας από τους δύο υποψήφιους αναδόχους για το πρόγραμμα των νέων φρεγατών MKS 180 του ναυτικού της Γερμανίας.
Εντός των αμέσως επομένων ημερών αναμένεται και η τελική απόφαση του ΕΦΚΑ για τη συμμετοχή του στο πλάνο αναδιάρθρωσης των ναυπηγείων στο Νεώριο της Σύρου, που αποτελεί την τελευταία εκκρεμότητα για να υποβάλει η ONEX Shipyards προς επικύρωση το σχέδιο διάσωσης που έχουν εγκρίνει οι υπόλοιποι πιστωτές και να αναλάβει και επισήμως τον έλεγχο της μονάδας. Η ONEX Shipyards έχει συνάψει συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας για τη ναυπήγηση πλοίων, επιβατηγών και στρατιωτικών, από αλουμίνιο στο Νεώριο της Σύρου με τη γαλλική εταιρεία Ocea Construction Navale, η οποία ειδικεύεται στον τομέα.
Η αμερικανικών συμφερόντων Onex αναμένεται να αποκτήσει το 100% του Νεωρίου στο πλαίσιο συμφωνίας εξυγίανσης, η οποία θα κατατεθεί προς επικύρωση στο Πρωτοδικείο Σύρου την ερχόμενη εβδομάδα. Αντικείμενο της συνεργασίας με την Ocea είναι η συμπαραγωγή νεότευκτων σκαφών για την ακτοπλοΐα και ιδιώτες πελάτες (yachts), αλλά και για ρόλους ακτοφυλακής και πολεμικού ναυτικού με πελάτες από τη διεθνή αγορά. Σύμφωνα με πηγές σε γνώση των επαφών που πραγματοποιεί η Onex, υπάρχουν ήδη συμφωνίες προθέσεων (Letters of Intent) με αριθμό δυνητικών πελατών.
Για την ανάπτυξη αυτών των ναυπηγικών δραστηριοτήτων ξεκινά άμεσα και πρόγραμμα εκπαίδευσης εργαζομένων του Νεωρίου στη Γαλλία, στα ναυπηγεία της Ocea Construction Navale, προκειμένου να μεταφερθεί τεχνογνωσία ναυπήγησης με πρώτη ύλη το αλουμίνιο.