Τις τελευταίες μέρες διακινείται ένα σενάριο ότι υπάρχει μία στροφή όσον αφορά την ναυπήγηση νέων κύριων μονάδων για το στόλο. Μετά τις αμερικάνικες φρεγάτες Constellation και τις ευρωκορβέτες, όπου όπως φαίνεται υπάρχει μάλλον ένα αβέβαιο μέλλον όσον αφορά την ολοκλήρωση του πρώτου σκάφους και την έναρξη της παραγωγής, ένας νέος διεκδικητής μπαίνει στο στο τραπέζι και είναι η παλιά ιστορία της κατασκευής ενός «εθνικού πλοίου». Η ιδέα ως ιδέα είναι ευπρόσδεκτη όπως και κάθε αντίστοιχη ιδέα κατασκευής ενός εθνικού συστήματος είτε αυτό λέγεται «εθνικό πλοίο», φορτηγό, UAV ή ΤΟΜΠ/ΤΟΜΑ. Πάντα υποστηρίζουμε και πάντα θα υποστηρίζουμε την αναγέννηση της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας αρκεί αυτό να γίνεται με σωστό και ρεαλιστικό τρόπο και να μην καπελώνει ή να υποβαθμίζει την αμυντική ικανότητα της χώρας. Και για να γίνουμε πιο σαφείς, η επιλογή αυτή, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, της ναυπήγησης ενός εθνικού πλοίου το οποίο θα αποδώσει το πρώτο πλοίο σίγουρα όχι νωρίτερα από την πρώτη φρεγάτα constellation ή την πρώτη ευρωκορβέτα, είναι μια λάθος επιλογή. Και όλο αυτό την ώρα που χρειαζόμαστε νέες πλώρες εχθές. Πλώρες που θα αντικαταστήσουν επάξια τις παλαιές φρεγάτες Standard και τις παλαιές ΤΠΚ του στόλου με ηλικίες που πλησιάζουν τα πενήντα έτη υπηρεσίας.
Η σχεδίαση και κατασκευή ενός πλοίου δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση πόσο μάλλον ενός πολεμικού πλοίου το οποίο έχει την ιδιαιτερότητα ότι εκτός του να πλέει και να μεταφέρει φορτίο, κύρια δουλειά του είναι να μπορεί να επιχειρεί, να πολεμάει και να επιβιώνει σε απαγορευμένα για τα άλλα πλοία ύδατα. Γι αυτό λοιπόν και η σχεδίαση ενός πολεμικού πλοίου χρειάζεται εξειδικευμένη εμπειρία, εμπειρία που χτίζεται σιγά σιγά. Όταν στην Ελλάδα τα μόνα πλοία που έχουν σχεδιαστεί και κτιστεί τα τελευταία χρόνια, πλην των γιωτ, είναι κυρίως πλοία οχηματαγωγά/επιβαταγωγά τύπου παντόφλας. Όταν τα κύρια ναυπηγεία της χώρας ήταν κλειστά ή υπολειτουργούσαν ενώ τα υπόλοιπα ασχολούνταν κυρίως με επισκευές ή μετασκευές. Τα τελευταία πολεμικά πλοία που σχεδιάστηκαν και κτίστηκαν στην Ελλάδα ήταν τα περιπολικά ανοικτής θαλάσσης τύπου Πυρπολητής και τα αρματαγωγά τύπου Σάμος και αυτά τριάντα χρόνια πριν. Η σχεδίαση ενός πλοίου για να γίνει χρειάζεται η ύπαρξη ενός σχεδιαστικού γραφείου. Η σχεδίαση ενός πολεμικού χρειάζεται η ύπαρξη ενός σχεδιαστικού γραφείου το οποίο να έχει την ικανότητα και δυνατότητα σχεδίασης πολεμικών πλοίων, το οποίο σε συνεργασία με το πολυτεχνείο και το πολεμικό ναυτικό να ξεκινήσει τη σχεδίαση του πρώτου εθνικού πλοίου. Δηλαδή είναι κάτι εφικτό αλλά θέλει πολύ χρόνο, εκπαίδευση και χρήμα και δεν μπορεί επ ουδενί να αποδώσει πλοίο μέσα σε δύο τρία χρόνια όπως μπορούν να προσφέρουν έτοιμες σχεδιάσεις από το εξωτερικό.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Σε γενικές γραμμές η διαδικασία έχει ως εξής: Το πολεμικό ναυτικό έχει μια επιτροπή με ανθρώπους απ’ όλες τις ειδικότητες η οποία επικαιροποιεί τις ανάγκες του στόλου τόσο σε μέσα όσο και σε συστήματα και όπλα ανάλογα με το επιχειρησιακό δόγμα και τις τεχνολογικές εξελίξεις. Όταν λοιπόν εκκινήσει η διαδικασία για αγορά μιας νέας μονάδας τότε για τη μονάδα αυτή στέλνονται στη ΓΔΑΕΕ τα χαρακτηριστικά και τα συστήματα που πρέπει να έχει το νέο πλοίο, σύμφωνα με το επιχειρησιακό δόγμα και εκείνη με τη σειρά της βγαίνει στους κατασκευαστές και ζητάει προσφορές και στοιχεία για να γίνει η επιλογή των υποσυστημάτων από τους διάφορους κατασκευαστές. Τα στοιχεία επικαιροποιούνται και προωθούνται στην επόμενη επιτροπή που έχει ως αρμοδιότητα να υποδείξει το πλοίο ή τα πλοία εκείνα που πληρούν σε μεγαλύτερο βαθμό τα στάνταρντ που έχουν προκύψει από την πρώτη επιτροπή αλλά και να διαπραγματευτεί την πιθανή αλλαγή ή προσθήκη κάποιων συστημάτων που επιθυμεί το πολεμικό ναυτικό. Αυτή η διαδικασία μέχρι την τελική απόφαση και την υπογραφή της σύμβασης μπορεί να κρατήσει ένα έτος με την προϋπόθεση ότι συνειδητά η όλη διαδικασία θα καταλήξει σε απόκτηση νέων μονάδων. Από κει και πέρα η κατασκευή του κάθε πλοίου διαρκεί χρονικά από δύο έως τρία χρόνια ανάλογα με το μέγεθος του πλοίου και το που θα κατασκευστεί. Άλλο χρόνο περάτωσης έχει στα ναυπηγεία της εκάστοτε εταιρίας και άλλο στα ελληνικά. Επομένως, για μια γρήγορη διαδικασία με επιλογή μιας υπάρχουσας σχεδίασης ο χρόνος που μεσολαβεί από την έναρξη του προγράμματος μέχρι την παράδοση του πρώτου πλοίου είναι τρία με τέσσερα χρόνια.
Μελέτη και σχεδίαση πλοίου
Η μελέτη και σχεδίαση πλοίου γίνεται με δύο τρόπους. Συνήθως μεγάλα μελετητικά γραφεία με εμπειρία στη μελέτη και σχεδίαση πλοίων προχωρούν στη μελέτη και σχεδίαση και στη συνέχεια οι σχεδιάσεις αυτές πωλούνται σε διάφορα ναυπηγεία για να προσφερθούν σε διάφορους πελάτες. Από την άλλη, μεγάλα ναυπηγεία με μεγάλο όγκο εργασιών μπορεί να έχουν και αυτά δικά τους αντίστοιχα μελετητικά γραφεία ώστε μπορούν να κάνουν τη δουλειά αυτή μόνα τους. Στις μελέτες αυτές γίνεται η επιλογή της γάστρας, οι μελέτες συμπεριφοράς του πλοίου, η επιλογή όλων των υποσυστημάτων και των μηχανών και παραδίδονται τα κατασκευαστικά σχέδια (Construction Drawings) τα οποία περιέχουν όλα τα γενικά σχέδια του πλοίου, τα σωληνουργικά, τα κατασκευαστικά, τα ηλεκτρολογικά καθώς και τις βασικές μελέτες. Όταν επιλεγεί κάποιο σχέδιο τότε το ναυπηγείο παίρνει όλα τα παραπάνω και δημιουργεί τα σχέδια παραγωγής, τα γνωστά (production drawings) τα οποία θα χρησιμοποιηθούν από το προσωπικό του ναυπηγείου για την κατασκευή του πλοίου. Όσο πιο λεπτομερή και σωστά είναι τα production drawings τόσο πιο γρήγορη και σωστή θα είναι η κατασκευή του πλοίου. Εδώ να πούμε ότι σε ένα πολεμικό πλοίο που υπάρχει έλλειψη χώρου η δημιουργία εξ αρχής σωστών σχεδίων παραγωγής είναι ύψιστης σημασίας.
Στη δική μας περίπτωση με το «εθνικό πλοίο», τα πράγματα δεν είναι το απλά γιατί από την αρχή θα πρέπει να απαντηθούν πολύ βασικά ερωτήματα που θα θέσουν τη βάση για την περαιτέρω μελέτη. Ας υποθέσουμε ότι χρειαζόμαστε ένα νέο πλοίο πολλαπλών αποστολών για την αντικατάσταση των φρεγατών “S”. Καταρχήν, θα πρέπει να αποφασιστεί τι είδους πλοίο θα είναι το πρώτο εθνικό πλοίο. Θα είναι μια κορβέτα γενικών καθηκόντων ή αντίστοιχα μια φρεγάτα γενικών καθηκόντων. Αφού γίνει αυτή η επιλογή τύπου η επιτροπή του πολεμικού ναυτικού θα ενημερώσει τι είδους συστήματα θα πρέπει να φέρει το πλοίο που έχει επιλεγεί ώστε να πληροί τα επιχειρησιακά στάνταρντ.
Και τότε έρχεται το δεύτερο ερώτημα. Ποιό θα είναι το επιθυμητό εκτόπισμα του πλοίου που θα μπορεί να φέρει τα συστήματα και όπλα που επιθυμεί το Π.Ν. Γιατί μια κορβέτα μπορεί να είναι από 1800 έως 3100 τόνους (δηλαδή ελαφριά φρεγάτα με βαρύ οπλισμό) και αντίστοιχα μια φρεγάτα μπορεί να είναι από 3500 έως 6500 τόνους. Η κάθε επιλογή έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Όταν λοιπόν επιλεγούν οι βασικές διαστάσεις του πλοίου (μήκος, πλάτος, βύθισμα και εκτόπισμα) τότε περνάμε στην επόμενη φάση όπου πρέπει να επιλεγεί η σωστή γάστρα. Θα είναι τύπου high speed round bilge displacement, θα είναι deep V, θα είναι tumblehome (αντεστραμένη πλώρη), catamaran, Trimaran κ.α; Θα έχει βολβό; Η σωστή γάστρα βοηθάει στην ευστάθεια, στην καλή συμπεριφορά του πλοίου σε κυμματισμό αλλά και στις επιχειρησιακές δυνατότητες του πλοίου καθώς και στην ελαχιστοποίηση της αντίστασης κατά την πλεύση. Η επιλογή της γάστρας θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με τις θαλάσσιες συνθήκες που επικρατούν στο περιβάλλον επιχειρήσεων του πλοίου, γιατί άλλες συνθήκες επικρατούν στον Ατλαντικό ωκεανό και άλλες στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο θάλασσα. Ακόμη και αν βασιστούμε στην επιλογή μιας υπάρχουσας σχεδίασης τα πράγματα δεν θα είναι οπωσδήποτε εύκολα, όπως έχει αποδείξει και το πρόγραμμα Constellation. Εξ άλλου, ο όρος «εθνικό πλοίο» είναι δόκιμος μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η σχεδίαση και η κατασκευή του σκάφους θα είναι εξολοκλήρου ελληνική λόγω και της έλλειψης ελληνικών ηλεκτρονικών και όπλων προς ενσωμάτωση. Συνεχίζοντας λοιπόν, η τελική επιλογή θα γίνει μετά από αρκετές μελέτες διαφόρων τύπων γάστρας με μεθόδους CFD Analysis και όταν επιλεγούν κάποιες από αυτές θα πρέπει να πραγματοποιηθούν tank towing tests και για να γίνει βελτιστοποίηση και τελική επιλογή της γάστρας του πλοίου μας.
Στο επόμενο στάδιο θα πρέπει να γίνει επιλογή υλικού κατασκευής της γάστρας και της υπερκατασκευής (χάλυβας, αλουμίνιο ή συνδυασμός), διαμερισματοποίηση και ανάλυση της δομικής αντοχής της μεταλλικής κατασκευής σύμφωνα με κανονισμούς κατά ΝΑΤΟ, του επιλεγέντος νηογνώμωνα υπεύθυνου παρακολούθησης μελέτης, σχεδίασης και κατασκευής του πλοίου και διαφόρων εθνικών προτύπων, αν υπάρχουν, όπως έχουν χώρες με παράδοση στην κατασκευή πολεμικών πλοίων. Ταυτόχρονα θα πρέπει να γίνει και επιλογή του προωστήριου σκεύους του πλοίου (CODAD, CODOG, CODAG, COGOG, CODLOG, CODLAG) που σε συνδυασμό με την επιλογή της γάστρας θα αποδώσει τη μέγιστη ταχύτητα που θα είναι σύμφωνη με τις αρχικές προδιαγραφές και την αντίστοιχη κατανάλωση καυσίμου ανάλογα με την ταχύτητα και τις καιρικές συνθήκες.
Παράλληλα με όλα τα παραπάνω το Π.Ν. και η ΓΔΑΕ θα πρέπει να έρθουν σε επαφή και να επιλέξουν πλήθος συστημάτων και υποσυστημάτων, πέραν των ηλεκτρονικών και όπλων, που θα μπουν στο νέο «εθνικό πλοίο». Συστήματα από την τελευταία αντλία και κομπρεσέρ αέρα μέχρι το ραντάρ του πλοίου και τους αντιαεροπορικούς πυραύλους. Οπότε καταλαβαίνουμε τον όγκο δουλειάς και με πόσους διαφορετικούς κατασκευαστές συστημάτων θα πρέπει να έρθουν σε επαφή, να γίνουν παρουσιάσεις, να δωθούν προσφορές και αντιπροσφορές ώστε να γίνει η τελική επιλογή. Όλα αυτά τα συστήματα και τα βάρη τους θα πρέπει να δωθούν πίσω στο μελετητικό γραφείο ώστε να γίνει λεπτομερής σχεδίαση τοποθέτησης αλλά και υπολογισμός βαρών ώστε να μην υπάρξει πρόβλημα αντοχής αλλά και ευστάθειας του σκάφους. Σε όλα αυτά θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και να γίνει μελέτη αντοχής, εκτόνωσης και αντιμετώπισης πλήγματος το οποίο θα πρέπει να συμπεριληφθεί στη σχεδίαση του σκάφους.
Όταν γίνουν αυτά και πολλά άλλα θα πρέπει το συνεργαζόμενο ναυπηγείο να δημιουργήσει τα production drawings και να θέσει την σωστή αλληλουχία κατασκευής η οποία θα αποδώσει τα πλοία σωστά κατασκευασμένα και με προοπτική βελτιστοποίησης των χρόνων παράδοσης ανά πλοίο. Τέλος θα πρέπει να γίνουν οι δοκιμές εν όρμω (HAT) και εν πλω (SAT) οι οποίες θα πιστοποιήσουν ότι το πλοίο πληροί τις συμβατικές προδιαγραφές και ότι όλα τα συστήματα είναι πλήρως λειτουργικά.
Όπως είπαμε και στην αρχή δεν είμαστε αρνητικοί στην προσπάθεια σχεδίασης και κατασκευής ενός εθνικού πλοίου αλλά αυτό δεν πρέπει να είναι η πρώτη πρωτεραιότητα την ώρα που χρειάζονται πλοία άμεσα, αλλά μία long term επιλογή που θα γίνει αργά και με σωστά βήματα ώστε να μπορέσει να αποδώσει ένα σωστό «εθνικό πλοίο». Εξ άλλου όπως καταλαβαίνει κανείς η παραπάνω διαδικασία είναι από μόνη της αρκετά χρονοβόρα. Έλληνες επιστήμονες ναυπηγοί, μηχανολόγοι, ηλεκτρολόγοι και ηλεκτρονικοί υπάρχουν με μεγάλη εμπειρία αλλά όχι στα πολεμικά πλοία και τις ιδιαιτερότητές τους. Με εξαίρεση βέβαια τους αντίστοιχους συναδέλφους τους από το πολεμικό ναυτικό. Αν θέλουμε λοιπόν να φτιάξουμε το πρώτο μας «εθνικό πλοίο» θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα μελετητική ομάδα η οποία θα είναι σύμπραξη του πολεμικού ναυτικού, ιδιωτών μηχανικών και του πολυτεχνείου και η οποία θα ασχοληθεί εξ ολοκλήρου με τη σχεδίαση των μελλοντικών πολεμικών σκαφών του Π.Ν. Σε αυτό θα μπορούσαμε να ζητήσουμε και τη συνδρομή και μεταφορά τεχνογνωσίας του αναδόχου του επόμενου πολεμικού πλοίου που θα κατασκευαστεί για το πολεμικό ναυτικό. Όλα τα παραπάνω προϋποθέτουν βέβαια τη διάθεση των κατάλληλων κονδυλίων προς την κατεύθυνση αυτή αλλά και τη σύσσωμη πολιτική στήριξη του εγχειρήματος ώστε το πρόγραμμα να προχωρήσει ανεξαρτήτως ποια κυβέρνηση θα κυβερνά τη χώρα σε 7-10 χρόνια από σήμερα. Έτσι ώστε να μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι στα μέσα της επόμενης δεκαετίας το πρώτο ελληνικής σχεδίασης πλοίο θα παραδίδεται στο Πολεμικό ναυτικό από κάποιο ναυπηγείο της χώρας.