Με το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των φρεγατών MEKO 200HN στην τελική ευθεία, ένα από τα επόμενα αντίστοιχα προγράμματα που είναι μέσα στα πλάνα του επιτελείου του Ναυτικού είναι το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού μέσης ζωής των πυραυλακάτων ή αλλιώς ταχέων σκαφών κατευθυνόμενων βλημάτων κλάσης Super Vita.
Οι ελληνικές Super Vita είναι από τα πιο ισχυρά πλοία στο εκτόπισμα αυτό φέροντας οπλισμό ελαφριάς κορβέτας. Στον ελληνικό στόλο είναι από τις πιο σύγχρονες και ταυτόχρονα πιο ισχυρές μονάδες αντιπροσωπεύοντας συχνά τα ελληνικά χρώματα σε Νατοϊκές και Ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Για την ιστορία, αποκτήθηκαν συνολικά επτά πλοία της κλάσης μεταξύ των ετών 2005 και 2022, τα οποία ναυπηγήθηκαν όλα στα ναυπηγεία της Ελευσίνας. Η παραγγελία έγινε σε τρεις διαφορετικές φάσεις για τρία, δύο και δύο πλοία με υπογραφή συμβολαίου και προαίρεσεις το 2000, 2002 και 2008 αντίστοιχα. Τα δύο τελευταία πλοία της κλάσης, τα P-78 ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗΣ και P-79 ΒΛΑΧΑΚΟΣ παραδόθηκαν με πολύ μεγάλη καθυστέρηση το 2020 και 2022, δώδεκα και δεκατέσσερα χρόνια μετά την υπογραφή του συμβολαίου. Το κόστος του προγράμματος υπερέβηκε το 1 δις ευρώ που αρχικά είχε προϋπολογιστεί λόγω την μεγάλης καθυστέρησης των δύο τελευταίων σκαφών, των προβλημάτων ρευστότητας των ναυπηγείων και των επιπλέον κονδυλίων που απαιτήθηκαν για την περάτωση της ναυπήγησης.
Οι Super Vita σχεδίασης Vosper Thornycroft (VT), προέρχονται σχεδιαστικά από τις ΤΠΚ κλάσης Vita του ναυτικού του Κατάρ. Η γάστρα είναι κατασκευασμένη από χάλυβα ενώ η υπερκατασκευή από αλουμίνιο. Στη σχεδίαση έχουν ενσωματωθεί χαρακτηριστικά στελθ για τη μείωση του ηλεκτρομαγνητικού ίχνους του πλοίου. Οι κύριες διαστάσεις του πλοίου είναι, ολικό μήκος 61,9 μέτρα, πλάτος 9,5 μέτρα, βύθισμα 2,8 μέτρα και εκτόπισμα τυπικό 588 τόνοι και πλήρες φόρτου 670 τόνοι. Έχει ενδιαιτήσεις για 50 άτομα ενώ το πλήρωμα αποτελείται από 45 αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναύτες. Οι ενδιαιτήσεις βρίσκονται στο μέσο του σκάφους το οποίο προσφέρει χαμηλότερη καταπόνηση στο πλήρωμα.
Το προωστήριο σκεύος αποτελείται από τέσσερις ναυτικές ντηζελομηχανές MTU 16V595 TE90 οι οποίες αποδίδουν 4320kW στις 1800 σ.α.λ. και περιστρέφουν ισάριθμους άξονες που καταλήγουν σε πεντάφυλλες προπέλες σταθερού βήματος μέσω μειωτήρων. Οι τέσσερις ντηζελομηχανές είναι τοποθετημένες ανά δύο σε δύο διαφορετικά μηχανοστάσια. Οι πλωριές μηχανές διαθέτουν σύστημα μετάδοσης κίνησης (μειωτήρα) ZF BW 1556 και οι πρυμναίες μηχανές διαθέτουν σύστημα μετάδοσης κίνησης ZF BW 1557S. Το σύστημα διεύθυνσης αποτελείται από σύστημα διπλών πηδαλίων τύπου 900 series, ενώ για αυξημένη ευστάθεια σε δύσκολες καιρικές συνθήκες το πλοίο διαθέτει σύστημα πτερυγίων ενεργής ευστάθειας τύπου 300 series, και τα δύο συστήματα της Vosper Thornycroft Marine Products. Σε πλήρη ισχύ η S-Vita επιτυγχάνει 34+ κόμβους μέγιστη ταχύτητα ενώ με ταχύτητα 18 κόμβων έχει εμβέλεια 2250 ν.μ.
Οι ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια καλύπτονται από τρεις ηλεκτρομηχανές MTU 6R183 TE52 που αποδίδουν 275kW στις 1800 σ.α.λ. ενώ σε περίπτωση πλήρους απώλειας ισχύος υπάρχει μία ηλεκτρογεννήτρια ανάγκης (EM’CY Generator) MTU 6R099 TA51 ισχύος 93kW. Όλα τα κύρια μηχανήματα του μηχανοστασίου ελέγχονται μέσω του Συστήματος Ελέγχου Μηχανοστασίου MCCMS της Rolls Royce.
Ο οπλισμός του πλοίου αποτελείται από ένα ναυτικό πυροβόλο Compatto 76/62 SR στην πλώρη, δύο πυροβόλα OtoBreda 30mm τοποθετημένα στο πίσω μέρος της υπερκατασκεύης στο μέσο του πλοίου, 2×4 ΜΜ-40 Blk2/3 K/B Exocet και ένα σύστημα CIWS RAM Mk31 των 21 πυραύλων στην πρύμνη.
Η καρδιά του πλοίου είναι το σύστημα Tacticos της Thales με τρεις κονσόλες MOC Mk3 και μία κονσόλα διάσκεψης, στο οποίο είναι ολοκληρωμένα όλα τα οπλικά συστήματα και ηλεκτρονικά του πλοίου. Ο κύριος αισθητήρας είναι το ραντάρ τριών διαστάσεων MW 08, διαθέτει επίσης τα ραντάρ έρευνας επιφανείας Scout και BridgeMaster E. Ραντάρ διεύθυνσης πυρός είναι το STING EO και ΕΟ σύστημα παρατήρησης και διεύθυνσης βολής το Mirador, αμφότερα της Thales. Τέλος για ηλεκτρονικό πόλεμο διαθέτει το σύστημα ESM DR 3000 SLW.
Τα πρώτα πλοία της κλάσης τα επόμενα χρόνια θα έχουν 20 χρόνια ευδόκιμης υπηρεσίας και θα πρέπει να περάσουν από κάποιο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού ώστε να συνεχίσουν να είναι αξιόμαχα για τα επόμενα 15-20 χρόνια. Στο πλαίσιο αυτό θα αναλύσουμε παρακάτω μερικές προτάσεις που θα μπορούσαν να είναι μέρος ενός μελλοντικού προγράμματος εκσυγχρονισμού. Όπως συμβαίνει σε κάθε τέτοιο πρόγραμμα το σκάφος, τα μηχανολογικά και ηλεκτρολογικά συστήματα του πλοίου περνάνε από γενική επιθεώριση έτσι ώστε να γίνουν οι απαραίτητες επεμβάσεις και επισκευές ώστε το πλοίο να είναι αξιόπλοο για το υπόλοιπο της ζωής του αποκαθιστώντας τυχόν ζημιές σε βασικά δίκτυα, μηχανήματα και δομικά στοιχεία του πλοίου. Πέραν αυτών στο πλοίο θα χρειαστεί να αντικατασταθούν ή να αναβαθμιστούν οπλικά και ηλεκτρονικά συστήματα ώστε το πλοίο να μπορεί να ανταποκριθεί στις μελλοντικές απειλές. Στο πλαίσιο αυτό οι παρακάτω επεμβάσεις πιστεύουμε ότι θα είναι μέσα στις κύριες απαιτήσεις ενός τέτοιου προγράμματος.
- Αντικατάσταση του ραντάρ MW 08 από νέας τεχνολογίας 4D. Μια επιλογή, που πιστεύουμε θα μονοπωλήσει το ενδιαφέρον, είναι το ραντάρ 4D AESA NS50 της Thales. Το συγκεκριμένο ραντάρ είναι σχεδιασμένο για τοποθέτηση σε πλοία μικρού εκτοπίσματος και έχει βάρος κάτω από 750 κιλά. Είναι τεχνολογίας GaN και έχει μέγιστη ονομαστική εμβέλεια 180 χλμ για στόχους αέρος και 80 χλμ για στόχους επιφανείας.
- Αναβάθμιση του συστήματος TACTICOS στο επίπεδο που θα μπει και στις φρεγάτες ΜΕΚΟ, η ύπαρξη του συγκεκριμένου συστήματος σε μεγάλο αριθμό πλοίων είναι σημαντικό για τη μείωση του κόστους εκπαίδευσης των πληρωμάτων και την εύκολη μετακίνησή τους σε διαφορετικά πλοία.
- Εγκατάσταση σύγχρονου Η/Ο συστήματος παρατήρησης και στοχοποίησης. Στις S-Vita υπάρχει το Mirador το οποίο χρειάζεται να αντικατασταθεί από ένα νεότερης τεχνολογίας. Μία σκέψη είναι η αντικατάστασή του με το νεότερο MLT-TDR-10A της Miltech to οποίo είναι ήδη εγκατεστημένη στα HSY 56. Μια πιο ακριβή λύση είναι η τοποθέτηση του Gatekeeper της Thales. Ένα τέτοιο σύστημα προσδίδει ολόπλευρη παρατήρηση, αυτόματη ανίχνευση και παρακολούθηση στόχων το οποίο είναι πολύ σημαντικό σε μια κλειστή θάλασσα με πολλές εδαφικές εξάρσεις όπως είναι το Αιγαίο.
- Αναβάθμιση του ραντάρ διέυθυνσης πυρός STING EO σε STING EO Mk2, η νεότερη έκδοση διαθέτει πομπούς στερεάς κατάστασης και το σύστημα διαθέτει καλύτερες επιδόσεις και μεγαλύτερη εμβέλεια.
- Αντικατάσταση του ραντάρ έρευνας επιφανείας Scout από το Scout Mk3.
- Εγκάτασταση ζεύξης δεδομένων Link 16 και Link 22 για δημιουργία σύγχρονου δικτυοκεντρικού περιβάλλοντος, όπου δεδομένα στόχων θα διαμοιράζονται από όλα τα οπλικά συστήματα και τους αισθητήρες που είναι συνδεδεμένοι στο περιβάλλον αυτό.
- Αναβάθμιση του κύριου πυροβόλου σε STRALES. Μια τέτοια προσθήκη θα αναβαθμίσει κατακόρυφα τις αντιβληματικές ικανότητες των πλοίων αυτών όπου σε συνδυασμό με τα πυροβόλα των 30 χιλ θα δημιουργούν μια χαμηλού κόστους ασπίδα απέναντυ σε πυραύλους, drones και loitering munitions.
- Αντικατάσταση του συστήματος ESM DR 3000 από νεότερο. Ήδη λόγω της μεγάλης χρονικής απόκλησης παράδοσης των τελευταίων από τα πρώτα πλοία, τα τελευταία δύο πλοία φέρουν το νεότερο σύστημα ESM Vigile 100. Το οποίο είναι ένα σύγχρονο σύστημα και καλό είναι να ενσωματωθεί και στα υπόλοιπα πλοία της κλάσης.
Πέραν τούτων, προαιρετικά αλλά επίσης πολύ σημαντικά είναι:
- Αντικατάσταση των δύο πυροβόλων OtoBreda 30mm από σύγχρονης τεχνολογίας σταθμούς RWS με αντίστοιχου διαμετρήματος πυροβόλο. Ώστε να επιτευχθεί πλήρης ενσωμάτωση στο ΣΔΜ του πλοίου που θα προσφέρει σημαντική αναβάθμιση στην ικανότητα προσβολής ιπτάμενων και θαλάσσιων στόχων.
- Αναβάθμιση όλων των Κ/Β Exocet στο τελευταίο μοντέλο Blk 3c που θα φέρουν και οι νέες φρεγάτες FDI HN.
- Αναβάθμιση των πυραύλων RIM-116 Blk 1A του συστήματος RAM σε Blk 2A. Η νεότερη αυτή έκδοση προσφέρει αυξημένες κινηματικές επιδόσεις και εμβέλεια.
Συνοψίζοντας, οι παραπάνω επεμβάσεις, μέρος ή στο σύνολό τους, θα μπορούσαν να αποτελέσουν μέρος ενός πιο ολοκληρωμένου προγράμματος αναβάθμισης μεγαλύτερου κόστους προσδίδοντας όμως σημαντική αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων των πλοίων. Πολλές από αυτές δε, είναι σημαντικές προσθήκες για όλα τα πλοία του Π.Ν. και δεν θα πρέπει να λείπουν από μελλοντικά προγράμματα αναβαθμίσεων.