Το Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ) καλείται να δράσει σε ένα περιβάλλον υψηλών απειλών τόσο στο γεωγραφικό περιβάλλον του Αιγαίου όσο και αυτό της Ανατολικής Μεσογείου. Όπως προκύπτει από τις τελευταίες ελληνοτουρκικές κρίσεις το πιθανό θέατρο επιχειρήσεων μετατοπίζεται νοτιότερα και συγκεκριμένα νοτιοανατολικά της Ρόδου και της Κρήτης με επίκεντρο το νησιωτικό σύμπλεγμα της Μεγίστης καθώς και ανατολικότερα προς τη Κύπρο. Σε αυτό το πεδίο επιχειρήσεων το ΠΝ θα κληθεί σε περίπτωση σύρραξης να αντιμετωπίσει ένα πυκνό πλέγμα απειλών από ναυτικές και αεροπορικές μονάδες.
Κομβικό στοιχείο για την επιτυχή αντιμετώπιση των εχθρικών αεροναυτικών μέσων είναι η έγκαιρη επίγνωση και σύνθεση της τακτικής κατάστασης κατά το χρονικό διάστημα της κρίσης/ έντασης ώστε να υπάρξει έγκαιρη στοχοποίηση των εχθρικών ναυτικών μονάδων και έγκαιρος εντοπισμός των υποβρύχιων απειλών. Το πλέον δύσκολο και απαιτητικό σκέλος είναι η έγκαιρη διάγνωση των προθέσεων και δραστηριοτήτων της Τουρκικής Αεροπορίας (ΤΗΚ) καθότι οι επιθέσεις κατά των πλοίων του ΠΝ θα είναι συνδυασμένες, συντονισμένες και ταυτόχρονες ώστε να επέλθει κορεσμός.
Οι υφιστάμενες δυνατότητες του ΠΝ είναι παρωχημένες δεδομένων των απειλών. Αυτό συνίσταται τόσο στα βλήματα (Sea Sparrow και ESSM) όσο και στο απόθεμα των όπλων καθώς και τα μέσα εντοπισμού των απειλών (δίκτυο αισθητήρων και ραντάρ των φρεγατών “S” και ΜΕΚΟ 200 ΗΝ). Νευραλγικός είναι ο ρόλος της δικτύωσης και διαλειτουργικότητας μεταξύ των φίλιων αεροπορικών και ναυτικών μέσων.
Τα παραπάνω βλήματα σε συνδυασμό με τα ραντάρ προσφέρουν αεράμυνα σημείου (τοπική) λόγω μικρής εμβέλειας δηλαδή αυτοπροστασία στα πλοία. Μολονότι τα βλήματα ESSM παρουσιάζουν βεληνεκές 50 χιλιομέτρων (συνεπώς κατατάσσονται ως μέσης εμβέλειας) εντούτοις υφίστανται σημαντικός περιορισμός εμβέλειας δεδομένων των παρωχημένων ραντάρ των ΜΕΚΟ 200 ΗΝ.
Συνεπώς, αμφότερα τα παραπάνω βλήματα προσφέρουν σημειακή αεράμυνα ή τοπική αεράμυνα. Σύμφωνα με τη τακτική του ΠΝ για την εμπλοκή ενός μαχητικού βάλλονται δύο βλήματα ESSM. Επιπλέον δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως οι βολές από τα πλοία δεν γίνονται στο μέγιστο βεληνεκές αλλά σε μικρότερο βεληνεκές ώστε να υπάρχουν αυξημένη ευστοχία και ακρίβεια βολών.
Παράλληλα, με τις δυνατότητες αεράμυνας που απαιτούνται (θα τις αναφέρουμε παρακάτω) τα πλοία οφείλουν να είναι σε θέση να καλύψουν όλο το «παραδοσιακό» φάσμα ναυτικών απειλών αντιμετωπίζοντας επιθέσεις από πλοία επιφανείας καθώς και υποβρύχια φέροντας τα κατάλληλα και σύγχρονα συστήματα και συγκεκριμένα σόναρ τρόπιδας και σόναρ μεταβλητού βάθους. Το επιχείρημα που θέλει το ελικόπτερο να αναλαμβάνει τον κομβικό ρόλο έναντι των υποβρυχίων είναι έωλο καθώς το ελικόπτερο δύναται να μην μπορεί να επιχειρήσει λόγω καιρικών συνθηκών, αυξημένων απειλών σε τακτικό επίπεδο ή να παρουσιάζει βλάβες.
Οι βασικές, στοιχειώδες και θεμελιώδεις δυνατότητες αεράμυνας για τα πλοία του ΠΝ οφείλουν να είναι οι παρακάτω. Να διαθέτουν όπλα μακράς ακτίνας (είτε τους SM-2 είτε τους Aster 30), επαρκές απόθεμα καθώς και σύγχρονα μέσα εντοπισμού και ταυτόχρονων εμπλοκών (αισθητήρες και ραντάρ). Υπό τις σημερινές συνθήκες τα πλοία του ΠΝ δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τους φορείς όπλων δηλαδή τα αεροσκάφη της ΤΗΚ.
Τυπικά ένα COMAO για τη προσβολή ναυτικών στόχων στο πλαίσιο επιχειρήσεων TASMO αποτελείται από ομάδες αεροσκαφών επιφορτισμένα με διαφορετικές αποστολές. Μια εξ αυτών είναι το SWEEP ώστε να παρέχει προστασία από εναέριες απειλές πχ μαχητικά CAP, ακολούθως τα μαχητικά καταστολής εχθρικής αεράμυνας (SEAD) ώστε να σιγήσουν τα ραντάρ των πλοίων, εν συνεχεία τα αεροσκάφη Strike φέροντας τα stand off όπλα κατά πλοίων και τέλος το τελευταίο κύμα αεροσκαφών με κατευθυνόμενες λέιζερ βόμβες.
Η ΤΗΚ διαθέτει βλήματα AGM-84K SLAM καθώς και SOM με αποτέλεσμα να μπορεί να πλήξει τον ελληνικό στόλο από ασφαλείς αποστάσεις. Τα βλήματα AGM-84K SLAM διαθέτουν μέγιστη ονομαστική εμβέλεια άφεσης τα 250 χιλιόμετρα με τη προϋπόθεση να έχουν λάβει δεδομένα στοχοποίησης από άλλα αεροπορικά μέσα όπως Αεροσκάφη Ναυτικής Συνεργασίας ή ελικόπτερα ή πλοία και να τα έχουν μεταδώσει μέσω του συστήματος AN / AWW-13 Data Link.
Το Δεκέμβριο του 2018 η Τουρκική Πολεμική Αεροπορία (THK) υπέγραψε σύμβαση για την προμήθεια 415 βλημάτων SOM, της έκδοσης SOM-B1. Η ανάπτυξη του SOM ξεκίνησε το 2006 και ολοκληρώθηκε το 2011. Η έκδοση SOM-A, μέγιστου βεληνεκούς 230 χιλιομέτρων, βρίσκεται σε υπηρεσία από το 2012. Στην έκδοση SOM-B1 το βλήμα μπορεί να προσβάλει στατικούς και κινούμενους στόχους με τη χρήση υπέρυθρου συστήματος στην τερματική φάση, ενώ στην έκδοση SOM-B2 το βλήμα ενσωματώνει διπλή πολεμική κεφαλή για την προσβολή στρατηγικών και καλά προστατευμένων στόχων.
Εκτός των SOM και SLAM κατηγορίας stand off όπλων κυρίαρχη απειλή είναι τα Harpy για τα πλοία του ΠΝ. Τα παραπάνω όπλα προορίζονται κυρίως για τη προσβολή των ελληνικών στόχων υψηλής αξίας και λιγότερο για πλοία δίχως αυτό να σημαίνει πως δεν υφίστανται απειλή. Επίσης, επιπρόσθετες απειλές για το ΠΝ είναι τα βλήματα Harm, τα βλήματα Maverick και οι κατευθυνόμενες βόμβες της τουρκικής αεροπορίας.
Ως εκ τούτων, αυτός είναι ο λόγος που τα ιπτάμενα ραντάρ της ΠΑ (τα ΑΣΕΠΕ) διαδραματίζουν στρατηγικό ρόλο όντας εργαλείο έγκαιρης προειδοποίησης και ακριβούς διάγνωσης των επερχόμενων αεροπορικών απειλών. Συνεπώς, απαιτείται καθολική δικτύωση όλων των μονάδων (ναυτικών και αεροπορικών) ώστε να υπάρχει η ενδεδειγμένη προετοιμασία και οργάνωση του ελληνικού στόλου καθώς και της ΠΑ. Τα ΑΣΕΠΕ όμως σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστούν τα ραντάρ των πλοίων αλλά τα συμπληρώνουν. Τον πρωταρχικό ρόλο διαδραματίζουν τα σύγχρονα ραντάρ των πλοίων τεχνολογίας ηλεκτρονικής σάρωσης (AESA). Απώτερος στόχος είναι να υπάρχει δίκτυο αισθητήρων/ ραντάρ πλοίων και αεροσκαφών τα οποία θα συνεργάζονται, θα αλληλοεπιδρούν μοιράζοντας πληροφορίες και εικόνα της τακτικής κατάστασης με data links.
Το ΠΝ περιορίζεται στην αντιμετώπιση των πυραυλικών επιθέσεων των προαναφερθέντων βλημάτων δίχως να μπορεί να ανταποδώσει κατά των φορέων (των αεροσκαφών). Ταυτόχρονα το ΠΝ θα πρέπει να διαθέτει μέσα αυτοπροστασίας των πλοίων (τα γνωστά Close In Weapon System, CIWS) ώστε να αντιμετωπίζει τις επερχόμενες επιθέσεις βλημάτων από ναυτικές και αεροπορικές πλατφόρμες. Πρόκειται για μια αδήριτη ανάγκη που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Είναι αδιανόητο το ΠΝ να επιλέξει πλοίο δίχως CIWS.
Επίσης, παρουσιάζεται συχνά το επιχείρημα που προβάλει τον ρόλο της ΠΑ ώστε να παρέχει τοπική αεράμυνα στα πλοία του ΠΝ με αεροσκάφη Combat Αir Ρatrol (CAP). Αυτό δεν ισχύει στο ακέραιο καθώς η ΠΑ είναι προσανατολισμένη στη προστασία των αεροπορικών της βάσεων, του Αιγαίου και φυσικά στη προσβολή της εχθρικής αεροπορίας και στη διενέργεια βομβαρδισμών σε στρατηγικές υποδομές του αντιπάλου. Εκτός αυτών τα μαχητικά δεν δύναται να υπερίπτανται των ελληνικών πλοίων συνεχώς καθ’ όλο το 24ωρο. Επιπροσθέτως, ακόμη και εάν η ΠΑ μετακινήσει τις συστοιχίες των S-300 PMU1 ανατολικά της Κρήτης δεν είναι σε θέση να παρέχει απόλυτη κάλυψη στον ελληνικό στόλο.
Ταυτοχρόνως με την ύπαρξη βλημάτων SM-2 ή ASTER 30 είναι αναγκαίο να υπάρχουν και βλήματα μέσης ακτίνας ώστε να προσβάλλονται αεροπορικοί στόχοι όπως τα τουρκικά UAV που θα ενεργούν πτήσεις συλλογής πληροφοριών και στοχοποίησης των πλοίων του ΠΝ. Επομένως, χρειάζεται μια ικανοποιητική μίξη βλημάτων μεταξύ μεγάλης και μέσης εμβέλειας με έμφαση στα βλήματα μεγάλης εμβέλειας δίχως να αναιρείται εντελώς η ανάγκη για τα δεύτερα. Άλλωστε το ένα βλήμα συμπληρώνει το άλλο. Δεν το αναιρεί. Κύριο χαρακτηριστικό της αεράμυνας είναι η πυκνότητα και η διαστρωμάτωση.
Όλα τα παραπάνω τα έχει περιγράψει αναλυτικώς το ΠΝ στη Μελέτη Επιχειρησιακών Απαιτήσεων – Προδιαγραφών Επιδόσεων (ΜΕΑ -ΠΕ) που στοιχειοθετεί το επιχειρησιακό έργο δεδομένων των εθνικών αντικειμενικών σκοπών, τις ικανότητες και τα μέσα της απειλής καθώς και τις δυνατότητες που απαιτούνται από πλευράς ΠΝ.
Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί το γεγονός πως σε θεσμικό επίπεδο τον έλεγχο και συντονισμό των οπλικών συστημάτων της Αεράμυνας έχει η ΠΑ και συγκεκριμένα το Αρχηγείο Τακτικής Αεροπορίας. Αυτό συμβαίνει ώστε να διασφαλίζεται πως θα αποφευχθούν βολές από οπλικά συστήματα του Ελληνικού Στρατού (του Αντιαεροπορικού Πυροβολικού) ή του ΠΝ εναντίον φίλιων αεροσκαφών. Πρόκειται βέβαια για μια επιχειρησιακή αντίληψη που εδράζεται στην έλλειψη συστημάτων και βοηθημάτων δικτύωσης και δικτυοκεντρικών επιχειρήσεων μεταξύ των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων.
Πλέον η εγκατάσταση τερματικών Link 16 σε όσο το δυνατόν περισσότερες πλατφόρμες (χερσαίες, εναέριες και ναυτικές) εξαλείφει τον παραπάνω κίνδυνο, να λάβουν χώρα βολές από αντιαεροπορικά συστήματα κατά φίλιων μαχητικών.
Συχνά προβάλλεται το δίλημμα μεταξύ βλημάτων ESSM ή άλλων αντίστοιχων ευρωπαϊκών μέσου βεληνεκούς και βλημάτων μεγάλου βεληνεκούς όπως οι SM-2 ή οι Αster 30. Πρόκειται για ψευτοδίλημμα καθώς το ένα δεν αναιρεί το άλλο ενώ το μέγιστο βάρος για το ΠΝ πρέπει να δοθεί στην αεράμυνα περιοχής, στη προστασία δηλαδή των πλοίων που επιχειρούν στο θαλάσσιο περιβάλλον της Ανατολικής Μεσογείου και που καλούνται να επιβιώσουν μέσα σε ένα θέατρο επιχειρήσεων που χαρακτηρίζεται από αεροναυτικές επιχειρήσεις υψηλής έντασης. Σε καμία περίπτωση οι ESSM δεν διασφαλίζουν αντιμετώπιση εναέριων απειλών σε μεγάλη ακτίνα προσφέροντας αεράμυνα περιοχής.
Η πλήρης επιχειρησιακή αξιοποίηση των βλημάτων μεγάλου βεληνεκούς διασφαλίζεται όχι μόνον από τα όπλα αλλά κυρίως από το πλέγμα αισθητήρων/ ραντάρ καθώς και το δίκτυο συνεργατικών εμπλοκών και συνεργιών μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μέσων. Ιδιαίτερα σημαντικό για το ΠΝ είναι να επιλέξει ένα πλοίο με ραντάρ σταθερής διάταξης αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες ώστε να πραγματοποιεί έρευνα αέρος και κατεύθυνση (καθοδήγηση βλημάτων). Επιπροσθέτως, για να αντεπεξέλθει σε περιβάλλον υψηλών απειλών θα πρέπει να εμπλέκει πολλούς εναέριους στόχους ταυτοχρόνως.
Ποια κριτήρια πρέπει να τηρεί η νέα φρεγάτα;
Συνοψίζοντας, το ΠΝ πρέπει να στραφεί σε μια φρεγάτα που να δίνει έμφαση στην αεράμυνα περιοχής διαθέτοντας τα κατάλληλα μέσα (ραντάρ, αισθητήρες, δικτύωση) εντοπισμού σε επαρκείς αποστάσεις των σύγχρονων απειλών (στόχοι μικρού ηλεκτρομαγνητικού ίχνους όπως επερχόμενα κατευθυνόμενα βλήματα, UAV, βαλλιστικοί πύραυλοι), δυνατοτήτων πολλαπλών εμπλοκών εναέριων στόχων, ικανό φόρτο βλημάτων (τουλάχιστον 16 βλήματα αεράμυνας περιοχής), βλήματα μέσου βεληνεκούς, να διαθέτει τα κατάλληλα βλήματα (είτε Aster 30 είτε SM-2) δίχως να λείπει φυσικά το όπλο εγγύς άμυνας (CIWS τύπου RAM) καθώς και ολοκληρωμένες δυνατότητες ανθυποβρυχιακών επιχειρήσεων (σόναρ μεταβλητού βάθους και τρόπιδας) και πολέμου επιφανείας. Σε κανένα από τα παραπάνω κριτήρια δεν δικαιολογείται έκπτωση, απαλοιφή ή συμβιβασμός.
Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι το μείγμα των βλημάτων, δηλαδή ο φόρτος των όπλων (πυραύλων) ανάμεσα σε μεγάλου και μέσου βεληνεκούς. Για να το γράψουμε όσο πιο απλά γίνεται χρειάζεται μια σχετική ισορροπία.
Εφόσον το ΠΝ καλείται να επιχειρήσει στην Ανατολική Μεσόγειο τότε πρέπει να του παρασχεθούν και τα κατάλληλα πλοία με τις ανάλογες επιχειρησιακές δυνατότητες όπως αναφέραμε παραπάνω. Το ΠΝ ζητά φρεγάτες με έμφαση στην αεράμυνα περιοχής και όχι φρεγάτες γενικών καθηκόντων. Τονίζουμε την αεράμυνα περιοχής γιατί το κυρίαρχο θέατρο επιχειρήσεων θα είναι η Ανατολική Μεσόγειος και δευτερευόντως το Αιγαίο εκεί όπου τα πλοία του ΠΝ προστατεύονται και καλύπτονται από τη ΠΑ ενώ το γεωγραφικό περιβάλλον ευνοεί την απόκρυψη πλοίων σε αντίθεση με την Ανατολική Μεσόγειο όπου έχουμε μια ανοικτή θάλασσα με πολλαπλές αεροναυτικές απειλές.
Στις παραπάνω γραμμές προσπαθήσαμε να καταγράψουμε και να σχολιάσουμε τις ανάγκες του ΠΝ με γνώμονα τη κάλυψη των επιχειρησιακών απαιτήσεων ως προς την επιλογή νέας φρεγάτας ώστε να αποσαφηνιστούν ορισμένα τακτικά και επιχειρησιακά θέματα με απλά και κατανοητά γραφόμενα. Σε επόμενες αναλύσεις μας θα επεκταθούμε επί του θέματος με συγκρίσεις ανάμεσα σε ραντάρ και βλήματα και γενικότερα επιμέρους τεχνικά στοιχεία και χαρακτηρηστικά.