Ολοένα και πιο αθόρυβα υποβρύχια θέτουν στις ναυτικές δυνάμεις μια πρόκληση που απαιτεί πολλούς πόρους για την αντιμετώπισή τους. Η διεξαγωγή του ανθυποβρυχιακού πολέμου αποτελεί ένα από τα πιο απαιτητικά σενάρια ναυτικών επιχειρήσεων μιας και τα νέας γενιάς ντιζελοκίνητα υποβρύχια επίθεσης γίνονται όλο και πιο αθόρυβα προσεγγίζοντας τις ικανότητες των μεγαλύτερων πυρηνοκίνητων υποβρυχίων. Το έτσι κι αλλιώς απαιτητικό κυνήγι του θηρευτή γίνεται πονοκέφαλος όταν ο εν πλω τακτικός διοικητής έχει να προστατέψει τις φίλιες δυνάμεις από ένα σύγχρονο αθόρυβο υποβρύχιο. Τα αθόρυβα πυρηνοκίνητα και τα ντιζελοκίνητα υποβρύχια αποτελούν εξαιρετικά δυσδιάκριτους στόχους, οι οποίοι απαιτούν τη δέσμευση πολλαπλών μέσων για την παρακολούθηση μιας μόνο υποβρύχιας επαφής. Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση δύσκολα μπορεί να κλιμακωθεί όταν οι επαφές είναι πολλές.  

Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τόσο οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ απέναντι στη συνεχόμενη μεγένθυνση του ρωσικού υποβρύχιου στόλου με νέας γενιάς αθόρυβα πυρηνοκίνητα και συμβατικά υποβρύχια αλλά και στο θέατρο του Ειρηνικού από τον αντίστοιχο κινέζικο στόλο. Επανερχόμενοι στη δική  μας γειτονιά αντίστοιχο πρόβλημα πρόκειται να αντιμετωπίσει και ο ελληνικός στόλος με τον ολοένα εκσυγχρονιζόμενο και μεγενθυνόμενο τουρκικό υποβρύχιο στόλο. Έναν στόλο που σε λίγο καιρό θα αποτελείται από έξι υπερσύγχρονα υποβρύχια Τ-214 και οκτώ εκσυγχρονισμένα Τ-209/1400Mod που θα πλαισιωθούν στο κοντινό μέλλον από νέας γενιάς τουρκικής σχεδίασης MILDEN των 2000 τόνων και από το STM 500 των 500 τόνων και στο μελλοντικά σχέδια απόκτητης ακόμη και πυρηνοκίνητων υποβρυχίων.

Η διαφορά δυναμικότητας του τουρκικού και του ελληνικού στόλου λόγω της γιγάντωσης από τη μια του τουρκικού στόλου αλλά και της αισθητής μείωσης των μονάδων του ελληνικού στόλου λόγω μιας σειράς λόγων όπως, η υπερδεκαετής απουσία προγραμμάτων αντικατάστασης παλαιών μονάδων, γήρανσης και απαξίωσης των υφιστάμενων μονάδων, πεπερασμένων οικονομικών πόρων και δημογραφικού προβλήματος έχει ως αποτέλεσμα η αντιμετώπιση του τουρκικού υποβρύχιου στόλου να χρήζει νέας ανάγνωσης. Το ελληνικό πολεμικό ναυτικό διαθέτει μια ευρεία γκάμα συστημάτων τα οποία είναι ικανά να διεξάγουν με αξιώσεις ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις στο σύγχρονο πεδίο ενώ πρόκειται στο άμεσο μέλλον αυτές να βελτιωθούν με την προσθήκη νέων ισχυρότερων συστημάτων

Φρεγάτες με Α/Υ εξοπλισμό. Σήμερα τον πιο σύγχρονο εξοπλισμό διαθέτουν οι τέσσερεις φρεγάτες ΜΕΚΟ 200ΗΝ με πλήρες σύστημα σόναρ γάστρας και ρυμουλκούμενης διάταξης που όμως θεωρείται πια παλιάς τεχνολογίας και δεν θα είναι σε θέση να αποκαλύψει σύγχρονες απειλές όπως τα νέα τουρκικά υποβρύχια Τ-214ΤΝ. Το πρόγραμμα αναβάθμισης «Μέσης Ζωής» δυστυχώς είναι κατώτερο του αναμενόμενου με αποτέλεσμα οι Α/Υ συσκευές των πλοίων να αντικαθήστανται από νέας γενιάς παρά να λαμβάνουν μέχρι ώρας απλώς μια συντήρηση και επαναφορά στις εργοστασιακές τους δυνατότητες. Όμως σε λίγους μήνες το τοπίο πρόκειται να αλλάξει άρδην από τη στιγμή που με την εκπνοή του 2025 θα μπει σε υπηρεσία η πρώτη γαλλική φρεγάτα FDI F601 ΚΙΜΩΝ η οποία θα φέρει ότι πιο σύγχρονο υπάρχει σε Α/Υ εξοπλισμό στην ανατολική Μεσόγειο. Η F601 ΚΙΜΩΝ με το CAPTAS 4 (Συρόμενη Διάταξη) και Kingklip Mk2 (Σόναρ Γάστρας) σε συνδυασμό με το οργανικό ελικόπτερο MH-60R και τις ελαφριές τορπίλες MU90 θα είναι ο απόλυτος κυνηγός των τουρκικών υποβρυχίων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Η αναμενόμενη επέκταση των υπό προμήθεια πλοίων σε τέσσερις μονάδες θα είναι μια θετική προσθήκη στη δύναμη του πολεμικού ναυτικού.

Οι φρεγάτες FDI θα φέρουν συνδυασμό του σόναρ γάστρας Kingklip Mk2 και το CAPTAS 4 της Thales. Το πρώτο είναι ενεργό/παθητικό σόναρ που λειτουργεί στις συχνότητες 4,8-7,2kHz. Έχει δυνατότητα λειτουργίας με ταχύτητα πλοίου μέχρι τους 30 κόμβους και εμβέλεια τα 25 χλμ. Η λειτουργίες του είναι ενεργητική & παθητική επιτήρηση, ανάλυση, ειδοποίηση επερχόμενης τορπίλης και αποφυγή εμποδίων. Επίσης έχει δυνατότητα ακύρωσης θορύβου του πλοίου και μείωση των εφέ αντήχησης. Το βάρος του κενό είναι 2,7 τόνοι. Το έταιρο σύστημα των φρεγατών, το συρόμενο σύστημα CAPTAS 4 διαθέτει ταυτόχρονη ενεργή/παθητική λειτουργία σε συχνότητες κάτω των 2 kHz. Έχει εμβέλεια γύρω στα 150 χλμ με ακρίβεια μικρότερη των 100 μέτρων και διόπτευση μικρότερη της μίας μοίρας. Στις φρεγάτες FDI το σύστημα καταλαμβάνει 45τ.μ. και έχει βάρος 25 τόνους. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κατάσταση θαλάσσης μέχρι 6 και διαθέτει καλώδιο ρυμούλκησης 235 μέτρων. Τα δύο συστήματα μαζί προσφέρουν πολυστατική διαλειτουργικότητα.

Η περίπτωση των ιταλικών φρεγατών κλάσης Bergamini. Τα πλοία αυτά ανήκουν στο σχεδιασμό των FREMM και η Α/Υ υποκλάση διαθέτει πλήρεις ανθυποβρυχιακές ικανότητες με το σόναρ γάστρας UMS 4110 CL με εμβέλεια 35 χλμ και το συρόμενο μεταβλητού βάθους CAPTAS 4. Επίσης, διαθέτουν τον εκτοξευτή Α/Υ ρουκετών MILAS ενώ πολύ σημαντική είναι η δυνατότητα αθόρυβης πλεύσης λόγω ηλεκτροπρόωσης. Η πιθανότητα απόκτησης δύο (2) με δυνατότητα ακόμη δύο (2) μονάδων μετά το 2030 θα είναι σημαντική προσθήκη. Επίσης, το αυξημένο αρχικό κόστος απόκτησης κοντά στο 1 δις σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, προδιαθέτουν συν τοις άλλοις στην απόκτηση της FREMM It GP version με πλήρεις ανθυποβρυχιακές ικανότητες.

Ανθυποβρυχιακά Ελικόπτερα. Το πολεμικό ναυτικό μέσα στα επόμενα δύο χρόνια θα διαθέτει έναν μεγάλο στόλο ναυτικών ελικοπτέρων αποτελούμενο από τα 11 παλαιότερα S-70B Aegean Hawk και τα επτά νεότερα MH-60R. Τα οποία θα μπορούν να επιχειρούν είτε ως οργανικά εναέρια μέσα των φρεγατών είτε ως αυτόνομες μονάδες όταν πρόκειται για επιχειρήσεις πλησίον των ελληνικών ακτών και σίγουρα σε ολόκληρο το θέατρο επιχειρήσεων του Αιγαίου.

Τα παλαιότερα ελικόπτερα S-70B Aegean hawk διαθέτουν ποντιζόμενο σόναρ δύο τύπων. Τα οκτώ ελικόπτερα που προμηθεύτηκε το Π.Ν. μεταξύ 1991-1998 διαθέτουν το ποντιζόμενο σόναρ AN/AQS-18(V)3 της Bendix Oceanics. Πρόκειται για παθητικό/ενεργό σόναρ που δουλεύει στις συχνότητες 9,23-10-10,77kHz. Διαθέτει καλώδιο πόντισης 305 μέτρων και έχει εμβέλεια 10-20χλμ. Τα τρία ελικόπτερα που παραλήφθηκαν μεταξύ 2000 και 2003 φέρουν το εξελιγμένο χαμηλής συχνότητας σόναρ HELRAS της L3 της ίδιας εταιρίας. Το συγκεκριμένο σύστημα δουλεύει σε μοναδική συχνότητα 1,38kHz μέχρι τα 500 μέτρα βάθος και έχει μέγιστη εμβέλεια στα 60 ν.μ.

Τα νέα ελικόπτερα MH-60R διαθέτουν το ποντιζόμενο σόναρ AN/AQS-22 ALFS χαμηλών συχνοτήτων της Raytheon καθώς και σύστημα εκτόξευσης ηχοσημαντήρων με ηχοσημαντήρες τύπου AN/SSQ-36/53/62. Το AN/AQS-22 είναι το μόνο εν λειτουργία βυθιζόμενο σόναρ με λειτουργία πολλαπλών συχνοτήτων. Αυτή η ικανότητα επιτρέπει στο AN/AQS-22 να προσαρμόζει την απόδοσή του σε ποικίλες περιβαλλοντικές συνθήκες. Με γρήγορο ρυθμό αναζήτησης, το AN/AQS-22 εντοπίζει και εξουδετερώνει τις απειλές νωρίτερα, επιτρέποντάς του να καλύψει μια μεγαλύτερη περιοχή. Το AN/AQS-22 επιτρέπει επίσης μεγαλύτερη εμβέλεια ανίχνευσης σε ευρύτερη περιοχή, μειώνοντας τον αριθμό των ελικοπτέρων που απαιτούνται για την εκτέλεση ελέγχου ενεργού ανθυποβρυχιακού πολέμου (ASW).

Σύγχρονα Υποβρύχια. Ένας τρόπος εξουδετέρωσης των εχθρικών υποβρυχίων είναι τα φίλια υποβρύχια. Το πολεμικό ναυτικό διαθέτει τέσσερα σύγχρονα υποβρύχια Τ-214ΗΝ (τα πρώτα του ομώνυμου τύπου υποβρυχίων) και ένα εκσυγχρονισμένο Τ-209/1200 ΑΙΡ. Τα υποβρύχια αυτά μόλις πρόσφατα απέκτησαν τις πλήρεις επιθετικές τους δυνατότητες με την απόκτηση των πρώτων τορπιλών νέας γενιάς DM2A4 και των αντιμέτρων κατά τορπιλών Circe. Τα υποβρύχια αυτά είναι τα μόνα που μπορούν να τα βάλουν επί ίσοις όροις με τα αντίστοιχα τουρκικά και μάλιστα η επικείμενη αναβάθμιση μέσης ζωής θα προσδώσει νέες δυνατότητες στο πολύ σημαντικό αυτό οπλικό σύστημα του πολεμικού ναυτικού.

Αεροσκάφη Ναυτικής Συνεργασίας. Το πολεμικό ναυτικό διαθέτει πέντε αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας Ρ-3Β από τα οποία τα τέσσερα περνάνε εδώ και δέκα χρόνια από πρόγραμμα αναβάθμισης χωρίς μέχρι σήμερα να έχει παραδοθεί πίσω στο πολεμικό ναυτικό κάποιο από αυτά. Ίσως είναι το πιο πολύπαθο εξοπλιστικό πρόγραμμα των ΕΕΔ τα τελευταία 30 χρόνια. Όμως, όταν επιλυθούν τα τελευταία προβλήματα που κρατούν καθηλωμένο το πρώτο αναβαθμισμένο αεροσκάφος, το πολεμικό ναυτικό θα διαθέτει στη φαρέτρα του ακόμη ένα πολύτιμο εργαλείο στον εντοπισμό εχθρικών υποβρυχίων. Ειδικά στο θέατρο επιχειρήσεων της Ανατολικής Μεσογείου όπου οι αχανείς εκτάσεις είναι ο λόγος ύπαρξης αυτών των αεροσκαφών. Τα αναβαθμισμένα αεροσκάφη θα είναι εξοπλισμένα με ραντάρ έρευνας επιφανείας ELM-2204A της Ισραηλινής ELTA, καθώς και με το σύστημα υποκλοπής ηλεκτρονικών εκπομπών (ESM/ELINT) EL/L-8385 επίσης της ELTA. H/O αισθητήρα τύπου ΜΧ-15 της Καναδικής L-3 WESCAM. Το σύστημα που θα φέρουν τα P-3B Orion θα διαθέτει ζεύξη δεδομένων (Link 11, Link 16, Link 22) ώστε το αεροσκάφος να μπορεί να εκτελεί δικτυοκεντρικές επιχειρήσεις σε σύνθετο από απειλές και προκλήσεις αεροπορικό περιβάλλον. Καρδιά του MIMS είναι ο Tactical Coordinator (TACCO) ο οποίος έχει πλήρη εικόνα θαλάσσιας και υποθαλάσσιας επιτήρησης, κατάδειξης στόχων, εναέριων απειλών, ηλεκτρονικού πολέμου και διοίκησης και ελέγχου.

Όμως ακόμη και με τα παραπάνω μέσα και συστήματα ο αυξανόμενος αριθμός των τουρκικών υποβρυχίων σε συνάρτηση με το γεγονός ότι για κάθε υποβρύχιο χρειάζεται αριθμός φίλιων μονάδων για τον εντοπισμό και εξουδετέρωση του, γίνεται κατανοητό ότι ο αριθμός των υπαρχόντων μονάδων και συστημάτων ποτέ δεν θα είναι αρκετός. Στην περίπτωση αυτή υπάρχουν τρόποι για το περιορισμό των κινήσεων των εχθρικών υποβρύχιων απειλών.

Ο πρώτος είναι η επιθετική ναρκοθέτηση όπου μπορεί να αποκόψει διόδους και περιοχές ενδιαφέροντος όπως και αποκλεισμό μέσα στον ναύσταθμο. Ο δεύτερος είναι η τοποθέτηση διατάξεων παθητικών αισθητήρων (υδροφώνων) σε συγκεκριμένες τοποθεσίες οι οποίοι θα μεταφέρουν το εχθρικό στίγμα μέσω κατάλληλων ζεύξεων στα πλοία και τα εναέρια μέσα του πολεμικού ναυτικού που θα αναλάβουν την εξουδετέρωση της απειλής. Ο συνδυασμός αυτός σε μια κλειστή θάλασσα όπως το Αιγαίο θα αποτελέσει θανάσιμη παγίδα. Άλλες χαμηλού κόστους λύσεις είναι η χρήση πολυστατικών συστημάτων μέσω συνεργασίας των Α/Υ συστημάτων μιας φρεγάτας και ενός USV με Α/Υ σύστημα. Χρήση μη επανδρωμένων συστημάτων για ναυτική επιτήρηση χαμηλού κόστους και δυνατότητες SIGINT/ELINT. Εξοπλισμός των ναυτικών μονάδων με συστήματα ανθυποβρυχιακών ρουκετών μεταφοράς Α/Υ τορπίλης όπως το ιταλικό MILAS ή το αμερικάνικο ASROC. Το όπλο αυτό δίνει τη δυνατότητα προσβολής εχθρικού υποβρυχίου από μεγάλη απόσταση με εξωτερική στοχοποίηση.

Εν κατακλείδι, ο ανθυποβρυχιακός αγώνας είναι μια αρκετά δύσκολη επιχείρηση όπου αριθμός θαλάσσιων και εναέριων μονάδων συνεργάζονται για την αποκάλυψη και εξουδετέρωση της υποβρύχιας απειλής. Η ανάγκη για διάθεση αριθμού φίλιων μονάδων για την εξουδετέρωση μιας και μόνο απειλής αποτυπώνει όχι μόνο τη δυσκολία του εγχειρήματος αλλά και το εύρος των πόρων που πρέπει να διαθέτουν οι φίλιες δυνάμεις. Στην περίπτωση που ο αντίπαλος διαθέτει μεγάλο αριθμό υποβρυχίων δεν είναι δυνατή η διάθεσιμότητα τόσων πόρων υψηλού κόστους. Ειδικά για μια χώρα σαν την Ελλάδα. Σε αυτή την περίπτωση λύσεις χαμηλού κόστους, όπως αυτές που αναφέραμε παραπάνω, μπορούν να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στον αμυντικό σχεδιασμό λύνοντας τα χέρια επί του πεδίου.