Στις 19 Ιουλίου του 2019 ειδοποιήθηκε το αμερικάνικο κογκρέσο για την πιθανή πώληση στην Ελλάδα επτά ανθυποβρυχιακών ελικοπτέρων πολλαπλών ρόλων MH-60R. Στην ειδοποίηση πέραν του εξοπλισμού που θα έφεραν τα νέα ελικόπτερα, υπήρχε και η πρόβλεψη για αγορά και οπλισμού. Ο οπλισμός αυτός αποτελούταν από 100 κατευθυνόμενες ρουκέτες APKWS και 30 νέας γενιάς ελαφρών τορπιλών Mk54 καθώς και βαρέων πολυβόλων Μ-2400 και GAU-21. Όπως έγινε αργότερα γνωστό οι τορπίλες, που είναι και το κύριο όπλο προσβολής των εχθρικών υποβρυχίων από τα ελικόπτερα αυτά, δεν παραγγέλθηκαν σε καμιά από τις δύο παραγγελίες που έγιναν στην αμερικάνικη πλευρά. Ως εκ τούτων, ενώ οι τορπίλες είχαν αποδεσμευθεί για το Πολεμικό Ναυτικό δεν αγοράστηκαν και η προμήθεια τους προγραμματίζεται για δεύτερο χρόνο. Μέχρι τότε τα υπερσύγχρονα MH-60R θα επιχειρούν με παρωχημένες τορπίλες. Σας θυμίζει κάτι; Μήπως σας θυμίζει τη περίπτωση των υποβρυχίων 214 που αγοράστηκαν δίχως εξ αρχής να αγοραστούν και οι νέες τορπίλες; Μήπως τα Leopard 2 δίχως τα κατάλληλα πυρομαχικά;
Οι τορπίλες Mk54 είναι η τελευταία γενιά ελαφρών τορπιλών αμερικάνικης κατασκευής που μπήκε σε υπηρεσία το 2004, προς αντικατάσταση των παλαιότερων MK46. Ο ρόλος των ελαφρών τορπιλών γενικά είναι η αντιμετώπιση των εχθρικών υποβρυχίων και δύναται να μεταφερθούν από όλα τα μέσα ενός ναυτικού, ήτοι μονάδες επιφανείας, Α/Υ ελικόπτερα και αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας. Για το λόγο αυτό είναι μικρότερες σε μέγεθος και ελαφρύτερες από τις τορπίλες βαρέως τύπου που φέρουν τα υποβρύχια, έτσι ώστε να μπορούν να μεταφερθούν με ευχέρεια και από τα εναέρια μέσα του ναυτικού. Χρησιμοποιούνται σε επιθετικές επιχειρήσεις κατά το κυνήγι υποβρυχίων από τα εναέρια μέσα και σε αμυντικές επιχειρήσεις από πλοία επιφανείας κατά υποβρυχίων που παραμονεύουν σε ρόλο κυνηγού τόσο σε βαθιά όσο και σε ρηχά ύδατα.
Η έναρξη του προγράμματος για τη νέας γενιάς τορπίλη που είχε ως αποτέλεσμα την κατασκευή Mk54 έγινε το 1994. Εκείνη την περιόδο το ναυτικό των ΗΠΑ είχε να αντιμετωπίσει την μείωση των κονδυλίων και του υψηλού κόστους της τορπίλης Mk50 που βρισκόταν τότε σε παραγωγή αλλά και την εξάλειψη του κινδύνου των σοβιετικών υποβρυχίων πυρηνικής πρόωσης. Το αποτέλεσμα ήταν η ελαφριά υβριδική τορπίλη (LHT, Light Hybrid Torpedo) που συνδύαζε εξαρτήματα από τις υπάρχουσες τορπίλες Mk46, Mk50, Mk48 ADCAP καθώς και εξαρτήματα του εμπορίου (COTS), για τη μείωση του κόστους αλλά και τη χρήση των τεχνολογιών που είχαν ήδη αναπτυχθεί στα άλλα προγράμματα.
Για την ακρίβεια, η τορπίλη Mk50 Barracuda η οποία είχε αναπτυχθεί για την αντιμετώπιση των σοβιετικών πυρηνοκίνητων που θεωρητικά θα ανέπτυσσαν ταχύτητες αρκετά μεγαλύτερες των 40 κόμβων σε μεγάλα βάθη άνω των 700 μέτρων ήταν μια αρκέτα ακριβή επιλογή όπλου για την προσβολή αργοκίνητων υποβρυχίων συμβατικής πρόωσης. Για την επίτευξη αυτών των επιδόσεων η Mk50 είχε τελείως διαφορετικό σύστημα ισχύος σε σύγκριση με την Mk46 την οποία και θα αντικαθηστούσε. Για το σκοπό αυτό στην τορπίλη τοποθετήθηκε το Σύστημα Ισχύος Αποθηκευμένης Ενέργειας (SCEPS). Ο κινητήρας ακολουθεί τον κύκλο Rankine για την προώθηση της τορπίλης. Το καύσιμο είναι συμπαγές λίθιο το οποίο τήκεται με τη βοήθεια οξειδωτικού αντιδραστηρίου, αέριο εξαφθορίου του θείου, σε λέβητα ο οποίος χρησιμοποιείται για την ατμοποίηση γλυκού νερού που κυκλοφορεί σε κλειστό κύκλωμα σωληνώσεων. Ο ατμός κινεί έναν στρόβιλο και αυτός με τη σειρά του τον αντιλωθητή της τορπίλης (Pumpjet). Στη συνέχεια ο ατμός υγροποιείται ξανά για να επαναχρησιμοποιηθεί στον λέβητα. Ο μηχανισμός αυτός δίνει στην τορπίλη μέγιστη ταχύτητα 55 κόμβων ανεξαρτήτως βάθους. Η ανάπτυξη της τορπίλης ολοκληρώθηκε το 1992 και μπήκε σε υπηρεσία με το US Navy.
Από την άλλη η τορπίλη Mk 46 η οποία αυτή τη στιγμή και μέχρι έλευση των προηγμένων MU90 είναι η κύρια Α/Υ τορπίλη του ελληνικού πολεμικού ναυτικού, είχε πρωτομπεί σε υπηρεσία το 1963. Το κύριο πρόβλημά της ήταν η χαμηλή αξιοπιστία σε παράκτια ύδατα. Η τορπίλη αντικατέστησε την Mk44 με κύριο γνώμωνα την επίτευξη ταχυτήτων άνω των 30 κόμβων και είναι σε υπηρεσία με πάνω από 35 ναυτικές δυνάμεις συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ. Τα κύρια χαρακτηριστικά της τορπίλης είναι μήκος 2,59 μέτρα, διάμετρος 324 χιλ, βάρος 230 κιλά και κεφαλή 43,9 κιλά. Οι επιδόσεις της τορπίλης είναι μέγιστη ταχύτητα 45 κόμβοι, μέγιστη εμβέλεια 16,7 χλμ με 36 κόμβους και μέγιστο βάθος άνω των 450 μέτρων. Η τελευταία έκδοση της τορπίλης που βρίσκεται σε υπηρεσία είναι η Mk46 Mod5A και ενσωματώνει όλες τις αναβαθμίσεις των προηγούμενων εκδόσεων. Να αναφέρουμε εδώ ότι στην τελευταία έκδοση η τορπίλη διαθέτει σύστημα ελέγχου ψηφιακού υπολογιστή και όλες οι λειτουργίες εκτελούνται πλεόν ψηφιακά για μεγαλύτερη ακρίβεια ενώ παράλληλα βελτιώθηκαν οι ικανότητες εντοπισμού υποβρυχίων και η ικανότητα λειτουργίας σε αβαθή ύδατα.
Η νέας γενιάς τορπίλη Mk54 χρησιμοποιεί το σύστημα πρόωσης και την πολεμική κεφαλή της τορπίλης Mk46 Mod5, τον πομπό και ερευνητή της τορπίλης Mk50 Barracuda και κοινό επεξεργαστή τορπίλης CTP που χρησιμοποιείται και στην Mk48 A6 ADCAP. Τα χαρακτηριστικά της τορπίλης είναι μήκος 2,72 μέτρα, διάμετρος 324χιλ βάρος 276 κιλά και γόμωση 43,9 κιλά. Οι επιδόσεις της τορπίλης είναι παρεμφερείς με την Mk46 Mod A5 που μοιράζονται το ίδιο σύστημα πρόωσης. Το σύστημα πρόωσης, όπως προαναφέραμε, στηρίζεται σε κινητήρα με καύσιμο Otto II. Το καύσιμο που χρησιμοποιείται είναι υγρό και ονομάζεται μονοπροωθητικό Otto II και αυτό γιατί εμπεριέχει το οξυγόνο που χρειάζεται για να γίνει η καύση του. Παρουσιάζει υψηλή ενεργειακή αποδοτικότητα αλλά είναι τοξικό, εύφλεκτο και διαβρωτικό. Όμως το σύστημα αποθήκευσης και διαχείρισης είναι ασφαλές και απλό. Μετά την πυροδότηση η καύση είναι αυτοσυντηρούμενη, με τις υψηλές θερμοκρασίες να περιορίζονται από τη χρήση θάλασσας στον θάλαμο καύσης. Τα παραγόμενα αέρια και ο υπέρθερμος ατμός κινούν τα πέντε έμβολα του κινητήρα και η παλινδρομική κίνηση των εμβόλων γίνεται περιστροφική και μεταφέρεται στις δύο αντιπεριστρεφόμενες προπέλες. Η πολεμική κεφαλή Mk103 Mo1, είναι επίσης κοινή με την Mk46 Mod5 και φέρει γόμωση τύπου PBXN-103 βάρους 43,9 κιλών που ισοδυναμούν σε 108 κιλά ΤΝΤ.
Ο κοινός επεξεργαστής τορπίλης CTP διαθέτει επτά υποδοχές καρτών σε αρτηρία VME64. Πιο συγκεκριμένα διαθέτει τρεις κάρτες επεξεργασίας σήματος, μια κάρτα διασύνδεσης επικοινωνιών, μια κάρτα επεξεργασίας δεδομένων, μια κάρτα καταγραφής και μια θέση κενή για μελλοντική αναβάθμιση. Οι 24 επεξεργαστές των τριών καρτών επεξεργασίας σήματος εξασφαλίζουν τριπλάσια ικανότητα επεξεργασία σήματος σε σύγκριση με την Mk48 και δεκαπλάσια σε σύγκριση με την Mk50.
Ο πομπός και ο ερευνητής της τορπίλης παρέχουν καλύτερη λογική απόρριψης αντανακλάσεων σε αβαθή ύδατα, ικανότητα επανάληψης επίθεσης, βελτιωμένη ικανότητα απάλειψης επιφανείας, τακτικές αντι-αντιμέτρων, ικανότητα άμεσης βολής και γενικά υπέρτερες επιχειρησιακές δυνατότητες σε παράκτια ύδατα σε σύγκριση με τα προηγούμενα μοντέλα.
Όπως αναλύσαμε παραπάνω, οι τορπίλες Mk54 θα προσέδιδαν ποιοτικό πλεονέκτημα στα πληρώματα των ελικοπτέρων αλλά και των πλοίων έναντι των νέων τουρκικών υποβρυχίων Τ-214ΤΝ που θα αρχίσουν να γίνονται επιχειρησιακά από δω και στο εξής. Ουσιαστικά η μη απόκτηση των όπλων αυτών για άλλη μια φορά αποστερεί από ένα καίριο οπλικό σύστημα τη δυνατότητα να λειτουργήσει στο μέγιστο των δυνατοτήτων του. Είναι κρίμα να έχουμε στο στόλο μας τα πιο σύγχρονα Α/Υ ελικόπτερα στον κόσμο χωρίς τα όπλα τους, τορπίλες Mk54 και πυραύλους NSM. Αν η δικαιολογία ήταν ο περιορισμός του κόστους, εδώ να αναφέρουμε ότι το 2020 που μπήκε η παραγγελία για τα πρώτα τέσσερα ελικόπτερα η τιμή των συγκεκριμένων τορπιλών ήταν κάτω του ενός εκατομυρίου σύμφωνα με την αντίστοιχη κοστολόγηση τον Ιούλιο του 2020 για 29 τορπίλες MK54 Mod 0 για το ναυτικό του Βελγίου μαζί με υπηρεσίες και βιβλιογραφία στα 33,3 εκατ. δολάρια. Δηλαδή οι 30 τορπίλες θα μας κόστιζαν περί τα 40 εκατ. δολάρια όταν σήμερα η αντίστοιχη τιμή πλησιάζει το 1,5 εκατ. δολάρια ανά όπλο. Τέλος να επισημάνουμε ότι η Raytheon προσφέρει κιτ αναβάθμισης των υπάρχοντων τορπιλών Mk46 και Mk50 σε Mk54. Αυτό θα ήταν μια πολύ καλή οικονομική λύση για την αναβάθμιση του συνόλου των τορπιλών Mk46 που βρίσκονται στο ελληνικό οπλοστάσιο. Είναι γεγονός και πασιφανές πλέον πως τα λάθη του παρελθόντος συνεχίζονται. Συνεχώς αγοράζονται συστήματα δίχως να εξασφαλίζεται και να διασφαλίζεται πως θα αποκτηθούν με τα κατάλληλα πυρομαχικά και οπλικά συστήματα. Τα νέα MH-60R είναι ένα ακόμη παράδειγμα που δείχνει πως τα παθήματα του παρελθόντος δεν έχουν γίνει μαθήματα. Ως εκ τούτων, τα υπερσύγχρονα MH-60R θα πετυχαίνουν εντοπισμούς υποβρυχίων αλλά δεν θα διαθέτουν τα κατάλληλες τορπίλες νέας γενιάς για να τους προσβάλουν.