Σε προηγούμενο μας άρθρο – ανάλυση, επιχειρήθηκε να αποτυπωθεί το Αεροπορικό ισοζύγιο στο τέλος της δεκαετίας. Εάν τα όσα έως τώρα γνωρίζουμε, υλοποιηθούν και από τις δύο πλευρές, η Τουρκία θα διαθέτει έναν σχετικά ομοιογενή στόλο 271 αεροσκαφών F-16, με σαφές αριθμητικό πλεονέκτημα σε ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης (119 αμερικανικής παραγωγής στα Viper και 36 εγχώριας στα Blk30) και υπέρτερες δικτυοκεντρικές δυνατότητες συνολικά.
Αντίστοιχα η Ελλάδα, στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας θα διαθέτει 201 αεροσκάφη F-16 Blk30/50/Viper, RAFALE και Μ2000-5, από τα οποία δικτυοκεντρικές δυνατότητες και ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης, θα διαθέτουν μόνο τα 107 (83 Viper και 24 Rafale). Προκύπτει λοιπόν ένα αριθμητικό ανισοζύγιο, που αφορά απόλυτους αριθμούς (70 αεροσκάφη), όσο και ποιοτικά χαρακτηριστικά του αεροπορικού στόλου των δύο χωρών.
Γράφει ο Επισμηναγός (Ι) ε.α Στέφανος Καραβίδας
Πρόθεση της Τουρκίας με βάση δηλώσεις επίσημων αξιωματούχων, είναι και τα εναπομείναντα 116 F-16 Blk40/50 να αποκτήσουν το τουρκικής σχεδίασης (συνεργασία με αμερικανικές εταιρείες) ραντάρ της εταιρίας ASELSAN, στο πλαίσιο του προγράμματος OZGUR, με την αξιοπιστία όμως του όλου εγχειρήματος, να μέλλει να αποδειχθεί. Σύμφωνα με δημοσιεύματα στο διεθνή και τουρκικό τύπο, η Τουρκία απέκτησε «δυνατότητα επέμβασης στον πηγαίο κώδικα» των F-16Blk30.
H πιθανότητα αυτή σχετίζεται με τη συγκατάθεση της Τουρκίας στα τέλη του 2011, για την εγκατάσταση ενός ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης στη νοτιοανατολική Τουρκία, ως μέρος του αμερικανικού σχεδίου για την υπό Νατοϊκό μανδύα αντιβαλλιστική άμυνα της Ευρώπης. Υπάρχει βάσιμη ανησυχία ότι το πρόσφατο τουρκικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, ενδεχομένως να συμπαρασύρει ανάλογη συμφωνία με την αμερικανική πλευρά, που να αφορά τον πηγαίο κώδικα και των 116 F-16Blk40/50.
Με τις διαρροές να αναφέρουν ότι η Ελλάδα ενδιαφέρεται αρχικά για έναν αριθμό 12-14 αεροσκαφών F-35, o προβληματισμός που απασχολεί την ελληνική κοινή γνώμη, σχετίζεται με το κατά πόσο η σταδιακή απόκτηση έως 40 αεροσκαφών F-35 από την Ελλάδα χωρίς αντίστοιχη απάντηση από την Τουρκία, θα αποτρέψει την ανατροπή του αεροπορικού ισοζυγίου εις βάρος μας. Το ερώτημα λοιπόν αυτό, αποτελεί ένα ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΟ ερώτημα, καθώς παραβλέποντας σημαντικούς δείκτες της Αεροπορικής Ισχύος, παγιδεύει την κοινή γνώμη στη βάση πολιτικών σκοπιμοτήτων, στην αξιολόγηση μόνο των πλατφορμών, δηλαδή των αεροσκαφών.
Αγνοεί δηλαδή το οπλοστάσιο τους σε όπλα αέρος-αέρος και αέρος-εδάφους, στο οποίο η Ελλάδα καταφανώς θα υστερεί, τα διαθέσιμα ατρακτίδια σκόπευσης και αναζήτησης/παρακολούθησης της υπέρυθρης ακτινοβολίας (Infra Red Search and Track/IRST), τα σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου/αυτοπροστασίας και κυρίως την αλματώδη πρόοδο της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας στην παραγωγή συστημάτων που επηρεάζουν τη συνισταμένη τάση Ισχύος. Τέτοια είναι τα τουρκικής σχεδίασης/παραγωγής αντιαεροπορικά, τα οποία δημιουργούν μία πολυστρωματική αντιαεροπορική ομπρέλα πλήρως δικτυοκεντρική μέσω εγχώριων δικτύων αλλά και Link-16, τα βαλλιστικά βλήματα που φιλοδοξούν να στοχοποιήσουν στρατιωτικές εγκαταστάσεις αλλά και στρατηγικές υποδομές στα μεγάλα αστικά κέντρα, τα περιφερόμενα πυρομαχικά, τα Μη Επανδρωμένα Αεροχήματα (ΑΝΚΑ, BAYRAKTAR, AKINCI, AKSUNGUR) και τέλος τα όπλα αέρος-αέρος και αέρος-εδάφους τουρκικής σχεδίασης/κατασκευής, τα οποία συν τω χρόνω αποκτούν (θεωρητικά) πρωτόγνωρες δυνατότητες.
Το τεράστιο αυτό οπλοστάσιο δύναται να χρησιμοποιηθεί όχι μόνο από τα F-16, αλλά και από τα εκατοντάδες(!) τουρκικά Μη Επανδρωμένα (δυνατότητα παραγωγής 230 BAYRAKTAR και 72 AKINCI ετησίως!). Σε συνδυασμό μάλιστα με τα βαλλιστικά βλήματα και τις δυνατότητες του τουρκικού πυροβολικού, θα παρέχουν μία ασύλληπτη δυνατότητα προβολής ισχύος στην Τουρκία. Τα F-35 τα οποία σε διαμόρφωση stealth είναι ικανά να φέρουν εσωτερικά μόνο 2 βόμβες των 2000 λιβρών ή 8 των 250 λιβρών, τις οποίες όμως δε διαθέτουμε(GBU-39) και μόνο 2 βλήματα αέρος-αέρος για αυτοπροστασία, δε θα μπορούν να δώσουν ισοδύναμη απάντηση. Να σημειωθεί ότι προκειμένου να γίνει εξαπόλυση των βλημάτων αέρος-αέρος ΑΙΜ-120, τα F-35 θα πρέπει να ενεργοποιήσουν το ραντάρ τους, κάτι που θα τα κάνει ανιχνεύσιμα μέσω της εκπομπής τους στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα, ενώ τα αντίπαλα αεροσκάφη αξιοποιώντας το σύστημα αυτοπροστασίας τους, μπορούν με αυξημένες πιθανότητες αντιδρώντας, να αποφύγουν το βλήμα.
Στη μεγάλη εικόνα, η Τουρκία φαίνεται να υιοθετεί στο δόγμα στοχοποίησης πρώτιστα τη λογική του «countervalue» και δευτερευόντως του «counterforce», δηλαδή την προτεραιότητα στοχοποίησης σημαντικών πολιτικών εγκαταστάσεων του αντιπάλου που έχουν αξία αλλά δεν αποτελούν στην πραγματικότητα στρατιωτική απειλή, απειλώντας άμεσα με παράπλευρες απώλειες αμάχων πλησίον ή και εντός αστικού ιστού. Άλλωστε τα βαλλιστικά βλήματα, παρά τις εγχώριες «αναλύσεις» που αγνοούν την Επιστήμη της Στοχοποίησης και της Τρωτότητας Στόχων, λόγω τεχνικών περιορισμών που επηρεάζουν την ακρίβειά τους και κατ’ επέκταση την επίτευξη του επιθυμητού κριτηρίου ζημιάς ενός προστατευμένου στρατιωτικού στόχου, αποτελούν κατ’ εξοχήν «countervalue» όπλα. Η χρήση τους δηλαδή, αποσκοπεί στο να πλήξουν το ηθικό των πολιτών και κατ’ επέκταση τη προσήλωση συνολικά του κράτους τους να πολεμήσει και να αντισταθεί.
Η Τουρκική ηγεσία εκτιμάται ότι θα υιοθετήσει την προσέγγιση του Ιταλού Gioulio Douhet, πρωτοπόρου θεωρητικού της Αεροπορικής Ισχύος, ο οποίος στο έργο του «The Command of the Air» (1920), υποστήριξε τους «μαζικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς των εχθρικών βιομηχανικών και πολιτικών κέντρων ως μέσο για την εξάλειψης της ικανότητας του εχθρού να διεξάγει πόλεμο, καθώς οι αδιάκριτοι βομβαρδισμοί των εχθρικών πόλεων θα πανικοβάλουν και θα καταρρακώσουν το ηθικό του πληθυσμού, εξαναγκάζοντας καταληκτικά ένα έθνος να παραδοθεί». Πίστευε δηλαδή ότι η καταστροφή που θα προκαλούσαν οι μαζικοί βομβαρδισμοί, θα μπορούσε να επιβάλει τη γρήγορη επίλυση των συγκρούσεων, ελαχιστοποιώντας την ανάγκη για παρατεταμένες χερσαίες εκστρατείες.
Τα παραπάνω πρέπει να μας προβληματίσουν σε σχέση με την προετοιμασία μας να αντεπεξέλθουμε σε ένα μαζικό πρώτο πλήγμα της Τουρκίας. Παρότι τα τουρκικά βαλλιστικά βλήματα αλλά και ο πύραυλος SOM (αντίστοιχος των ελληνικών SCALP), με βάση την ονομαστική τους εμβέλεια, θεωρητικά μπορούν να πλήξουν μεγάλα αστικά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας, τον κύριο και συντριπτικό όγκο πυρός θα δεχθούν τα νησιά, η Θράκη και η Κύπρος, από ομοβροντία έξυπνων όπλων αέρος-εδάφους (αμερικανικής, τουρκικής και ισραηλινής κατασκευής) με εμβέλεια 100+ χλμ., τα οποία μπορούν τα βληθούν χωρίς ρίσκο από τα τουρκικά Μη Επανδρωμένα, άνωθεν της μικρασιατικής ενδοχώρας.
Δίνεται έτσι το πλεονέκτημα στην τουρκική αεροπορία, να αξιοποιήσει το σύνολο των μαχητικών της για την επίτευξη εναέριας υπεροχής εις βάρος της ΠΑ, η οποία θα δυσκολευτεί να δεσμεύσει μαχητικά, για την άφεση των περιορισμένων «έξυπνων όπλων» μακρού πλήγματος που διαθέτουμε. Η συνέργεια 270 τουρκικών μαχητικών με τα 950 AIM-120C8 (αντίστοιχο του METEOR) και τα 600+ ΑΙΜ-9Χ (μπορούν να εγκλωβίσουν στο υπέρυθρο φάσμα τα F-35 που παθητικά θα τους έχουν καταδείξει τα ατρακτίδια IRST), εκτιμάται ότι με έναν αποδεκτό αριθμό απωλειών από την τουρκική πλευρά, μπορεί να αμφισβητήσει το όποιο «ποιοτικό πλεονέκτημα» ευελπιστούμε ότι θα μας παρέχουν τα F-35. Η τουρκική απειλή λοιπόν κρίνεται πολύ πιο σοβαρή από ότι το «κυρίαρχο αφήγημα» επιτρέπει στην κοινή γνώμη να αντιληφθεί και απαιτεί μία πολύ πιο ολιστική και αποφασιστική αντιμετώπιση. Ευχή να μην το αντιληφθούμε αργά, μετά από μία ακόμη εθνική καταστροφή.