Το πλέον επικρατέστερο πρόγραμμα που αναμένεται να εκκινηθεί μέσα στο 2019 είναι αυτό της απόκτησης νέων τορπιλών. Συνολικά, με προϋπολογισμό 105 εκατομμύρια ευρώ αναμένεται να αποκτηθούν 36 τορπίλες.
Το θέμα της προμήθειας νέων τορπιλών είναι μείζων για το Πολεμικό Ναυτικό και, όπως σας είχαμε ενημερώσει, στις 28 Μαΐου, το ΠΝ εξέδωσε Αίτημα για Πληροφορίες (Request for Information) για την προμήθεια τορπιλών βαρέως τύπου για τα υποβρύχια «214» και το αναβαθμισμένο «209» με θέμα «Πρόσκληση Τεχνικού Διαλόγου Για Προμήθεια Τορπιλών Βαρέως Τύπου και Ολοκλήρωση αυτών στα Οπλικά Συστήματα ISUS 90-15 και ISUS-90-46 των υ/β τ.214 και υ/β ωκεανός».
Στόχος του Π.Ν είναι κάθε υποβρύχιο να φέρει από τουλάχιστον 8 σύγχρονες τορπίλες και ένα μεικτό φόρτο μεταξύ SUT Mod 0/ SST4.
Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που εκκρεμεί εδώ και 15 χρόνια. Το Μάρτιο του 2003 η τότε Γενική Γραμματεία Οικονομικού Σχεδιασμού & Αμυντικών Επενδύσεων (ΓΓΟΣΑΕ) είχε επιλέξει την τορπίλη Black Shark IF/21, προϊόν γάλλο-ιταλικής συνεργασίας, για τον εξοπλισμό των τεσσάρων νέων υποβρυχίων «214». Ωστόσο, το Σεπτέμβριο του 2003, η τότε STN Atlas Elektronik γνωστοποίησε ότι το κόστος ολοκλήρωσης των Black Shark IF/21 στο σύστημα διαχείρισης μάχης των «214» ανέρχεται στα € 72 εκατομμύρια. Το ποσό αυτό, σε συνδυασμό με το κόστος των € 62 εκατομμύρια της προμήθειας των 51 τορπιλών, καθιστούσε τις Black Shark IF/21 ακριβότερες από τις DM-2A4. Τελικά, τον Ιούλιο του 2004, ο διαγωνισμός ακυρώθηκε και δεν επαναλήφθηκε ποτέ, παρά μόνο τον περασμένο Μάιο.
Πλέον, τον ελληνικό διαγωνισμό αναμένεται να διεκδικήσουν η γερμανική DM-2A4 «Seeheckt», η γαλλική F21, η ιταλική Black Shark BSA και η αμερικανική Mk.48 Mod.6AT.
Σύμφωνα με τα υφιστάμενα δεδομένα η τεχνική επιτροπή του Π.Ν κατέληξε πως η πλέον άρτια λύση από τεχνικής και επιχειρησιακής πλευράς είναι η γαλλική τορπίλη F21. Πρόκειται για τη πλέον σύγχρονη σχεδίαση τορπίλης με δεύτερη να ακολουθεί η Ιταλική Blackshark.
Η τορπίλη F-21 διασφαλίζει μεγαλύτερη εμβέλεια και ταχύτητα από τους ανταγωνιστές της.
Η Naval Group προτείνει την F21 η οποία έλκει την καταγωγή της από την Black Shark. Άρχισε να αναπτύσσεται το 2008, αποκλειστικά ως γαλλικό προϊόν, στο πλαίσιο γαλλικού προγράμματος προμήθειας 93 νέων τορπιλών βαρέως τύπου. Ενσωματώνει εξαιρετικά επιχειρησιακά χαρακτηριστικά, ενώ σχεδιάστηκε για να εξουδετερώνει πλοία και υποβρύχια. Καρδιά της τορπίλης αποτελεί η μπαταρία AgO–Al (οξείδιου του αργύρου – αλουμινίου) καθώς και το εξαιρετικά προηγμένο σύστημα κατεύθυνσης προς τον στόχο (ολοκληρωμένο σόναρ και λογισμικό). Οι μπαταρίες κατασκευάζονται από μια γαλλική εταιρεία με την ονομασία SAFT.
H μπαταρία έχει ίδια χαρακτηριστικά όγκου και βάρους με τη γερμανική και την ιταλική αλλά δίνει 50% περισσότερη ενέργεια (άρα πιο μακριά και πιο γρήγορα) ενεργοποιείται μόνον όταν έρθει σε επαφή με το θαλασσινό νερό επόμενως είναι η πλήρως ασφαλής για μακρόχρονη αποθήκευση σε υποβρύχια.
Το κόστος κάθε τορπίλης είναι περί τα 3 εκατομμύρια ευρώ.
Έχει δυνατότητα ταχύτητας άνω των 50 κόμβων την ώρα (93 χιλιόμετρα την ώρα), με εμβέλεια 57 χιλιομέτρων και αυτονομία περίπου 1 ώρας. Επίσης μπορεί να επιχειρεί σε βαθιά νερά αξιοποιώντας το μέγιστο βάθος κατάδυσης των υποβρυχίων, αλλά κυρίως σε παράκτιες περιοχές με υψηλό επίπεδο θορύβου και πυκνής ναυτιλίας (χρήση σε βάθη από 10 έως 500 μέτρα).
Έχει ως μεγάλο πλεονέκτημα την αντιμετώπιση ακουστικών αντιμέτρων. Η F21 ενσωματώνει πολεμική κεφαλή βάρους 250 κιλών, ενώ διαθέτει προηγμένο λογισμικό, το οποίο είναι ικανό να αναγνωρίσει τα «δεδομένα» του βυθού (κοιλότητες, εσοχές, ήχοι κ.ά.), ενώ αξιοποιεί το βάθος του υποβρυχίου με ικανότητα βολής από τα 400 μέτρα. Το σύστημα ελέγχου βολής της F21 ονομάζεται MIGAL, το οποίο λειτουργεί ως σύστημα διασύνδεσης μεταξύ της τορπίλης και του κέντρου διοίκησης και ελέγχου του υποβρυχίου. Με το σύστημα MIGAL η γαλλική τορπίλη μπορεί εύκολα και άμεσα να διασυνδεθεί με το τακτικό σύστημα των υποβρυχίων «214».
H Leonardo προτείνει τη βελτιωμένη έκδοση BSA της Black Shark (Black Shark Advanced).
Ήδη η BSA έχει επιλεγεί από το Ιταλικό Ναυτικό για τον εξοπλισμό των υποβρυχίων U-212A. Στην έκδοση BSA η τορπίλη ενσωματώνει ένα καινοτόμο τμήμα παραγωγής ενέργειας, το οποίο προσαρμόζεται στις εκάστοτε επιχειρησιακές ή εκπαιδευτικές απαιτήσεις. Όταν η τορπίλη χρησιμοποιείται για εκπαιδευτικούς σκοπούς γίνεται χρήση επαναφορτιζόμενης μπαταρίας με διάρκεια ζωής 100 εκτοξεύσεις, μειώνοντας έτσι το κόστος εκπαίδευσης. Σε επιχειρησιακό επίπεδο η μπαταρία «διοχετεύει» όλη την ενέργεια σε μία και μόνη δράση: εκτόξευση, κίνηση και προσβολή του στόχου. Το μέγιστο βεληνεκές της BSA ξεπερνά τα 50 χιλιόμετρα, ενώ μπορεί να αναπτύξει μέγιστη ταχύτητα 50 κόμβων την ώρα (93 χιλιόμετρα την ώρα).
Το μέγιστο βεληνεκές των αμερικανικών είναι συνάρτηση της μέγιστης ταχύτητας. Έτσι με μέγιστη ταχύτητα 65 κόμβους (120 χιλιόμετρα την ώρα) το μέγιστο βεληνεκές είναι περί τα 27,5 χιλιόμετρα, ενώ με μέγιστη ταχύτητα 40 κόμβους (74 χιλιόμετρα την ώρα), το μέγιστο βεληνεκές είναι περί τα 46 χιλιόμετρα. Μειονέκτημα για τις αμερικανικές τορπίλες είναι ότι ενσωματώνουν θερμικό σύστημα πρόωσης, με καύσιμο, κάτι που τις καθιστά λιγότερο ασφαλείς, ενώ και ο παραγόμενος θόρυβος της Mk.48 Mod.6AT είναι μεγαλύτερος.
Επιπρόσθετα, το Π.Ν δεν επιθυμεί να αποκτήσει τη γερμανική τορπίλη DM2A4 καθότι τη διαθέτει το τουρκικό ναυτικό και ως εκ τούτων δεν μπορεί να πετύχει τη ποιοτική διαφοροποίηση από τη δυνητική απειλή.