Με αφορμή τα σχόλια σας για την άσκηση «Αναπνευστήρ» του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ), κατά τη διάρκεια της οποίας ελληνικά υποβρύχια βρέθηκαν αντιμέτωπα με τα νέα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας P-8A Poseidon του Αμερικανικού Ναυτικού, θα δημοσιεύσουμε δύο (2) άρθρα-αφιερώματα, ένα για το P-8A Poseidon και την συνεχή μάχη του υποβρυχίου με το αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας, ενώ το άλλο πραγματεύεται τον ανθυποβρυχιακό πόλεμο, τη φύση, τα πλεονεκτήματα και τους περιορισμούς του.

Το P-8A Poseidon εντάχθηκε σε υπηρεσία το Νοέμβριο του 2013, βασίζεται στο επιβατικό 737-800EXR (Extended Range) της Boeing και σε υπηρεσία αντικαθιστά τα P-3 Orion. Κύρια αποστολή των P-8A Poseidon είναι η επιτήρησης, ο εντοπισμός και η προσβολή πλοίων επιφανείας, αλλά κυρίως υποβρυχίων, η αντιμετώπιση των οποίων, από ένα αεροσκάφος, δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Το P-8A Poseidon σχεδιάστηκε για να επιχειρεί αποτελεσματικά από μεγάλα ύψη (έως τα 41.000 πόδια), για λόγους μεγαλύτερης ασφάλειας και εξοικονόμησης καυσίμου.

Ο βασικός αισθητήρας του αεροσκάφους είναι το ραντάρ έρευνας επιφανείας AN/APY-10 της Raytheon, το οποίο αποτελεί εξέλιξη του AN/APS-137, αλλά είναι μικρότερο σε μέγεθος, ελαφρύτερο και καταναλώνει λιγότερη ενέργεια. Είναι ικανό να εντοπίσει στόχους σε ωκεάνιο περιβάλλον, σε παράκτιο και πάνω από ξηρά και να παράγει υψηλής ευκρίνειας φωτογραφίες και εικόνα. Το AN/APY-10 μπορεί να εκτελέσει λειτουργίες ραντάρ συνθετικής απεικόνισης (Synthetic Aperture Radar : SAR, αντίστροφης συνθετικής απεικόνισης (Inverse SAR), εντοπισμού περισκοπίου και πλοήγησης. Ιδιαίτερα η λειτουργία Inverse SAR είναι σημαντική καθώς μπορεί να εντοπίζει και να αναγνωρίζει στόχους επιφανείας από μεγάλες αποστάσεις, μέσω του συνδυασμού πολλαπλών αναλύσεων. Για τις μικρότερες αποστάσεις, το αεροσκάφος ενσωματώνει και το ηλεκτροπτικό σύστημα έρευνας MX-20.

Ένα εξίσου σημαντικό σύστημα είναι το AN/ALQ-240(V)1 ηλεκτρονικών μέσων υποστήριξης της Northrop Grumman. Σύμφωνα με την κατασκευάστρια εταιρία το σύστημα έχει επιδείξει εξαιρετικές επιδόσεις στον τομέα του ακριβούς εντοπισμού μιας θέσης εκπομπής ραντάρ και άλλων ηλεκτρονικών σημάτων. Η χρήση του AN/ALQ-240(V)1 επιτρέπει στο P-8A Poseidon να έχει έγκαιρη προειδοποίηση σε περιπτώσεις ηλεκτρονικών απειλών. Υπάρχει και το ραντάρ AAS (Advanced Airborne Sensor) τεχνολογίας AESA, το οποίο ερευνά σ’ ολόκληρο το τόξο των 360ο για στόχους επιφανείας και ξηράς, ενώ έχει και ικανότητες συλλογής πληροφοριών (Signal Intelligence : SIGINT).

Εκτός από τους προηγμένους αισθητήρες και τα συστήματα το αεροσκάφος διαθέτει 11 σταθμούς ανάρτησης οπλισμού, πέντε (5) εσωτερικά και έξι (6) εξωτερικά για χρήση βλημάτων AGM-84 Harpoon (κατά πλοίων), AGM-84H/K SLAM-ER (κατά πλοίων και στόχων εδάφους), τορπιλών Mk.54, ναρκών, βομβών βυθού και νέους ικανότερους ηχοσημαντήρες. Πρόκειται για τους ηχοσημαντήρες MAC (Multistatic Active Coherent) οι οποίοι παράγουν πολλαπλούς παλμούς σονάρ σε μεγάλη χρονική διάρκεια. Εκτός από τους ηχοσημαντήρες το P-8A Poseidon ενσωματώνει ακουστικό αισθητήρα και αισθητήρα για τον εντοπισμό των αναθυμιάσεων των καυσίμων των υποβρυχίων.

Οι τορπίλες Mk.54 μπορούν να εκτοξευτούν από ύψος έως και 30.000 ποδών, μέσω του συστήματος HAALA (High Altitude Air Launch Accessory) που ενσωματώνει σύστημα καθοδήγησης GPS. Επίσης, το Αμερικανικό Ναυτικό ενδιαφέρεται για την ενσωμάτωση των βλημάτων κατά πλοίων μεγάλου βεληνεκούς AGM-158C LRASM (Long Range Anti-Ship Missile). Εκτός της πιθανής ενσωμάτωσης των βλημάτων AGM-158C LSARM η Διοίκηση Αεροπορικών Όπλων του Αμερικανικού Ναυτικού (Naval Air Systems Command : NAVAIR), εξετάζει τον εμπλουτισμό του P-8A Poseidon και με άλλα όπλα όπως οι κατευθυνόμενες βόμβες JDAM (Joint Direct Attack Munition), στην έκδοση GBU-53/B StormBreaker, τις νάρκες Mk.62/63/65, τις κατευθυνόμενες βόμβες SDB II (Small Diameter Bomb II) και τα αντίμετρα MALD (Miniature Air Launched Decoy), στη νεότερη έκδοση MALD-X.

Να σημειωθεί ότι τα P-8A Poseidon δεν διαθέτουν το σύστημα εντοπισμού μαγνητικών ανωμαλιών (Magnetic Anomaly Detection : MAD) των P-3 Orion, το οποίο χρησιμεύει στον εντοπισμό μεταλλικών επιφανειών από χαμηλό υψόμετρο. Οι λόγοι της μη επιλογής του συστήματος MAD ήταν το βάρος του (περίπου 1,75 τόνοι) και το ότι, όπως προείπαμε, το P-8A Poseidon σχεδιάστηκε για επιχειρήσεις από μεγάλα υψόμετρα. Στο πλαίσιο της εξέλιξης του αεροσκάφους, το Αμερικανικό Ναυτικό βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης του συστήματος HAUTAS (High-Altitude Unmanned Targeting Air System), το οποίο θα ενσωματώνει σύστημα MAD και θα αφήνεται-περισυλλέγεται από το αεροσκάφος. Οι πληροφορίες και τα δεδομένα που συλλέγουν οι αισθητήρες καταλήγουν στο σύστημα διαχείρισης μάχης, γίνεται η επεξεργασία τους και αποδίδεται η τακτική εικόνα.

Το P-8A Poseidon είναι ένα ικανότατο αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας. Αλλά πως οι ικανότητες του συγκεκριμένου αεροσκάφους μετουσιώνονται, σε πρακτικό επίπεδο, σε πλεονέκτημα έναντι του υποβρυχίου; Η βασική αρχή λειτουργίας των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας είναι ότι τα υποβρύχια μπορούν να εντοπιστούν, μέσω του εντοπισμού των ιχνών που αφήνουν και ο εντοπισμών αυτών των ιχνών έχει να κάνει με τη φυσική. Σε γενικές γραμμές, οι αισθητήρες που εντοπίζουν τα ίχνη των υποβρυχίων είναι οι ακουστικοί και οι ηλεκτρομαγνητικοί, ενεργητικοί ή παθητικοί.

Οι ακουστικοί αισθητήρες ερευνούν για τον εντοπισμό ηχητικών κυμάτων, κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, ενώ οι ηλεκτρομαγνητικοί αισθητήρες εντοπίζουν και αναγνωρίζουν αντικείμενα στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα. Οι ενεργητικοί αισθητήρες είναι αυτοί που εκπέμπουν σήματα και στη συνέχεια τα συλλέγουν κατά την επιστροφή τους, εφόσον βέβαια «χτυπήσουν» πάνω σε υποβρύχιο. Λαμβάνοντας υπόψη την ταχύτητα του φωτός και το χρόνο που μεσολαβεί μεταξύ της εκπομπής του σήματος και της συλλογής της επιστροφής τους, μπορεί να υπολογιστεί η απόσταση και η θέση του στόχου. Οι παθητικοί αισθητήρες «ακούν» και συλλέγουν κάθε θόρυβο του βυθού, μεταξύ των οποίων και τα ηχητικά παράγωγα ενός υποβρυχίου σε κίνηση, για παράδειγμα την κίνηση της προπέλας.

Οι δύο (2) πιο κοινοί παθητικοί αισθητήρες για το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα είναι τα ηλεκτρονικά μέσα υποστήριξης και οι κοινές οπτικές συσκευές (για παράδειγμα, τα παραδοσιακά περισκόπια ή τα νεότερα ηλεκτροπτικά συστήματα που επιτρέπουν όραση στο υπέρυθρο φάσμα και σε μεγαλύτερες αποστάσεις). Τα ηλεκτρονικά μέσα υποστήριξης «ακούν» και συλλέγουν εκπομπές από μια σειρά ραδιοσυχνοτήτων με στόχο τον εντοπισμό των εκπομπών του εχθρικού υποβρυχίου. Και οι δύο (2) παθητικοί αισθητήρες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο όταν το υποβρύχιο είναι στην επιφάνεια ή σε περισκοπικό βάθος. Και στις δύο (2) περιπτώσεις το υποβρύχιο είναι ευάλωτο στον εντοπισμό του από αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας. Αντίθετα, όταν το υποβρύχιο βρίσκεται σε βάθος, το αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας, στην ουσία, έχει μόνο την ακουστική επιλογή εντοπισμού.

Υπάρχει όμως μια εξαίρεση: Το σύστημα MAD που έχει το P-3 Orion, αλλά δεν έχει το P-8A Poseidon, κατ’ επιλογή. Ο αισθητήρας του MAD μετρά το μαγνητικό πεδίο της γης, εντοπίζει και αντιλαμβάνεται κάθε ανωμαλία. Ο ακουστικός εντοπισμός του υποβρυχίου επιτυγχάνεται με τους ηχοσυμαντήρες, μικρά κυλινδρικά κάνιστρα με ενσωματωμένο υδρόφωνο, τα οποία εκτοξεύει το αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας. Μόλις εισέλθουν στο νερό, αναπτύσσεται το υδρόφωνο σε προκαθορισμένο βάθος. Ότι εντοπίζει ο ηχοσυμαντήρας μπορεί να διαβιβαστεί στο αεροσκάφος. Οι παθητικοί ηχοσημαντήρες συλλέγουν τους ήχους του βυθού, τους μετατρέπουν σε ραδιοσήματα και τα διαβιβάζουν στο αεροσκάφος. Οι ενεργητικοί ηχοσημαντήρες λειτουργούν ως ανεξάρτητα σονάρ και αντί ραδιοσημάτων διαβιβάζουν στο αεροσκάφος ηχητικά σήματα υψηλής συχνότητας. Τα σήματα αυτά, παθητικά ή ενεργητικά, επεξεργάζονται στο αεροσκάφος και παράγουν οπτικό αποτέλεσμα (εικόνα τακτικής κατάστασης).

Ωστόσο, ο ηχητικός εντοπισμός των υποβρυχίων δεν είναι εύκολος, καθώς κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας συνυπάρχουν οι ήχοι που παράγει το υποβρύχιο με τους ήχους που παράγει η θάλασσα. Η θάλασσα είναι ένα περιβάλλον που παράγει πολλαπλούς, ακανόνιστους και διαφορετικής έντασης ήχους, συνεχώς χωρίς διακοπή. Μια άλλη παράμετρος είναι ότι υποθαλάσσια, το ήχος δεν ταξιδεύει σε ευθεία γραμμή, αλλά η πορεία του καθορίζεται από τις επιφάνειες, στις οποίες αντανακλά, τη θερμοκρασία και την αλμυρότητα του νερού, το βάθος και τον όγκο των αιωρούμενων σωματιδίων. Από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι τα 900 μέτρα (σε ωκεανό) η ταχύτητα του ήχου επηρεάζεται από τη θερμοκρασία, ενώ μετά τα 900 μέτρα, η ταχύτητα του ήχου επηρεάζεται από το βάθος.

Ο πιο κοινός τρόπος μέτρησης της κάθετης διάστασης του ήχου είναι η χρήση αναλώσιμου βαθυθερμογράφου, ένα όργανο που καταγράφει τη θερμοκρασία σε ένα συγκεκριμένο βάθος. Γνωρίζοντας τη θερμοκρασία ως συνάρτηση και σε σχέση με το βάθος μπορεί να υπολογιστεί η ταχύτητα του ήχου, στο συγκεκριμένο βάθος. Ωστόσο, η θερμοκρασία σε συγκεκριμένο βάθος δεν είναι σταθερή, αλλά αλλάζει ανάλογα με την ώρα της ημέρας. Έτσι στο ίδιο βάθος, την ημέρα, η επιρροή του ήλιου αυξάνει τη θερμοκρασία, ενώ η απουσία του ήλιου, το βράδυ, τη μειώνει. Όσο μικρότερη είναι η θερμοκρασία του νερού τόσο μεγαλύτερη η ταχύτητα του ήχου.

Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις παραμέτρους, το πλήρωμα ενός αεροσκάφους ναυτικής συνεργασίας θα πρέπει να υπολογίσει το βέλτιστο δυνατό βάθος για τους ηχοσυμαντήρες. Ο υπολογισμός αυτός γίνεται από μαθηματικά μοντέλα, που έχουν αναπτυχθεί κατά καιρούς, η εφαρμογή των οποίων αυξάνει την πιθανότητα εντοπισμού ενός υποβρυχίου. Δεδομένα δορυφορικών εικόνων, δεδομένα σχετικά με τον καιρό και χάρτες του ανάγλυφου του βυθού είναι εργαλεία που συνδράμουν στην προσπάθεια εντοπισμού του υποβρυχίου, μέσω της δημιουργίας μιας ολοκληρωμένης εικόνας του υποθαλάσσιου περιβάλλοντος της περιοχής ενδιαφέροντος.

Όπως μάθαμε και σας μεταφέρουμε, η άσκηση «Αναπνευστήρ» επιβεβαίωσε το ότι όσο εγγύτερα σε ακτή πραγματοποιείται η έρευνα για τον εντοπισμό υποβρυχίου, τόσο αυξάνει ο αριθμός των παραμέτρων που πρέπει να ληφθούν υπόψη από το πλήρωμα του αεροσκάφους ναυτικής συνεργασίας. Έτσι, παρά την αδιαμφισβήτητη αξία και τις τεχνολογίες που ενσωματώνουν τα P-8A Poseidon, το Αιγαίο, λόγω των τακτικών και των άλλων παραμέτρων του, όπως είναι η γεωγραφία και η μορφολογία, ενδείκνυται για τη χρήση υποβρυχίων, ο δε εντοπισμός τους είναι δύσκολη υπόθεση.