Υεμένη

Οκτώ χρόνια μετά την έναρξη της στρατιωτικής επέμβασης στην Υεμένη, η Σαουδική Αραβία αναζητεί με κάθε κόστος τρόπους να απεμπλακεί από τη σύγκρουση αυτή και να επικεντρωθεί στην εσωτερικής της ανάπτυξη, εκτιμούν αναλυτές, αν και οι πιθανότητες βιώσιμης ειρήνης στην πιο φτωχή χώρα της αραβικής χερσονήσου είναι μικρές.

Ανακοινώνοντας στις αρχές του μήνα την πρόθεσή της να επαναλάβει τις διπλωματικές της σχέσεις με το Ιράν, η Σαουδική Αραβία άφησε να εννοηθεί ότι τάσσεται υπέρ της ειρήνευσης στην Υεμένη, όπου επιδίδεται επί χρόνια σε έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπων με την αντίπαλό της, την Τεχεράνη.

Το Ριάντ ηγείται από το 2015 ενός στρατιωτικού συνασπισμού που στηρίζει την κυβέρνηση της Υεμένης έναντι των σιιτών ανταρτών Χούθι, τους οποίους υποστηρίζει η Τεχεράνη.

Όμως το βασίλειο του Κόλπου, που έχει αρχίσει να εφαρμόζει ένα τεράστιο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων υπό τις εντολές του πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, επιθυμεί πλέον «να επανεκτιμήσει την προσέγγισή του έναντι της Υεμένης, περνώντας από μια στρατιωτική στρατηγική σε μια στρατηγική πολιτικής και ασφάλειας», επεσήμανε ο Άχμεντ Νάγκι του International Crisis Group.

«Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις όπως οι αεροπορικές επιδρομές» θα σταματήσουν, καθώς πλέον προτεραιότητα είναι να βρεθεί «διπλωματική λύση» στη σύγκρουση, πρόσθεσε.

Ο υπό τη Σαουδική Αραβία συνασπισμός ξεκίνησε τις αεροπορικές επιδρομές στην Υεμένη στις 26 Μαρτίου 2015, λίγες εβδομάδες αφού οι Χούθι κατέλαβαν την πρωτεύουσα Σανάα. Έκτοτε έχουν σκοτωθεί χιλιάδες άνθρωποι και η χώρα έχει βυθιστεί σε μια από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις παγκοσμίως, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

Αλλαγή εικόνας

Σε γενικές γραμμές οι μάχες έχουν σταματήσει από τον Απρίλιο του 2022, όταν οι δύο πλευρές υπέγραψαν εκεχειρία υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, παρά το γεγονός ότι η ισχύς της δεν παρατάθηκε μετά την εκπνοή της τον Οκτώβριο.

Πριν καν τεθεί σε ισχύ η εκεχειρία, οι Σαουδάραβες είχαν ξεκινήσει έμμεσες συνομιλίες με τους Χούθι, μέσω του Ομάν, με στόχο κυρίως να σταματήσουν οι επιθέσεις με drones και πυραύλους από την Υεμένη εναντίον σαουδαραβικών πετρελαϊκών εγκαταστάσεων.

Το Ριάντ εξακολουθεί να διαπραγματεύεται μαζί τους ώστε «να καταλήξει σε συμφωνίες που θα του επιτρέψουν να εγγυηθεί την ασφάλεια των συνόρων του, ενώ παράλληλα θα διατηρεί την επιρροή του στις περιοχές που ελέγχονται από την κυβέρνηση», δήλωσε ο Νάγκι.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η Σαουδική Αραβία «παραμένει βασικός παράγοντας στην εσωτερική πολιτική της Υεμένης», ο οποίος θα εγγυηθεί την ασφάλειά της «στην περίπτωση που οι συγκρούσεις συνεχιστούν σε τοπικό επίπεδο».

Ο στρατιωτικός συνασπισμός υπό το Ριάντ ενεπλάκη στην Υεμένη με στόχο να προστατεύσει τους αμάχους από τις επιθέσεις των Χούθι, να αποκαταστήσει τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση και να εμποδίσει τη χώρα να περάσει στην επιρροή της Τεχεράνης.

Όμως, οκτώ χρόνια αργότερα, οι αντάρτες ελέγχουν μεγάλες περιοχές της χώρας, διαθέτουν εντυπωσιακό οπλοστάσιο, το οποίο τα τελευταία χρόνια χρησιμοποίησαν για να επιτεθούν εναντίον στόχων της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, άλλη χώρα που συμμετέχει στον στρατιωτικό συνασπισμό.

Η απειλή αυτή θέτει σε κίνδυνο το φιλόδοξο σχέδιο του Ριάντ να μειώσει την εξάρτηση της οικονομίας του από το πετρέλαιο και να αλλάξει την εικόνα του συντηρητικού βασιλείου.

Οι σαουδαραβικές αρχές επικεντρώνονται «στην ανάπτυξη, τον τουρισμό και τα μεγάλα σχέδια, πιστεύοντας ότι οποιαδήποτε εμπλοκή σε μια σύγκρουση» μπορεί να βλάψει τις επενδύσεις και τη σταθερότητα, εξήγησε αναλυτής που έχει γνώση του θέματος.

Ο ρόλος του Ιράν

Το βασίλειο «και πολλοί περιφερειακοί παράγοντες» θέλουν να περάσουν «από μια συμφωνία αποκλιμάκωσης μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και των Χούθι σε μια πιο ευρεία διαδικασία της οποίας θα ηγείται ο ΟΗΕ», διευκρίνισε ο αναλυτής που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το Ριάντ θέλει επίσης «να νίψει τας χείρας του» σε περίπτωση νέας κλιμάκωσης της βίας στην Υεμένη, μια χώρα με μεγάλους φυλετικούς, περιφερειακούς και πολιτικούς διαχωρισμούς.

Μερικές ημέρες μετά την ανακοίνωση από το Πεκίνο της αποκατάστασης των διπλωματικών σχέσεων του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας, Σαουδάραβας αξιωματούχος υπογράμμισε τον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει η Τεχεράνη σε μια ενδεχόμενη συμφωνία η οποία θα εγγυόταν την ασφάλεια των συνόρων.

Σύμφωνα με αυτόν, οι συνομιλίες με τους αντάρτες έχουν επίσης στόχο να επιτευχθεί «βιώσιμη ειρήνη και να ανοίξει ο δρόμος για μια πολιτική λύση» στην Υεμένη, αν και πολλοί αναλυτές φοβούνται ότι είναι μακριά ακόμη η οριστική επίλυση της κρίσης.

Η Σαουδική Αραβία «αποφάσισε να εγκαταλείψει την Υεμένη ανεξαρτήτως κόστους», εκτίμησε Άραβας διπλωμάτης στο Ριάντ. Το βασίλειο «θέλει να βρίσκεται στην επικαιρότητα για τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, τα εντυπωσιακά έργα» και όχι για τη βία που συνδέεται με τον πόλεμο αυτόν, πρόσθεσε.