Το «DEFENCEREVIEW.GR» βρίσκεται στο Παρίσι και στη διεθνή έκθεση «EuroNaval 2018», απ’ όπου σας ενημερώνουμε για τις τελευταίες εξελίξεις στον τομέα την ναυτικής τεχνολογίας.
Όπως είχαμε ενημερώσει σχετικά, με ανάρτηση μας στις 28 Μαΐου, το Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) εξέδωσε Αίτημα για Πληροφορίες (Request for Information) για την προμήθεια τορπιλών βαρέως τύπου για τα υποβρύχια «214» και το αναβαθμισμένο «209». Οι τορπίλες θα πρέπει να είναι συμβατές ή να ολοκληρωθούν στα συστήματα διαχείρισης μάχης ISUS 90-15 και ISUS-90-46 αντίστοιχα.
Το πρόγραμμα προμήθειας νέων τορπιλών για τα υποβρύχια του ΠΝ είναι πολύπαθο και παραμένει ανολοκλήρωτο εδώ και 15 χρόνια. Συγκεκριμένα, στις 4 Μαρτίου 2003 η τότε Γενική Γραμματεία Οικονομικού Σχεδιασμού & Αμυντικών Επενδύσεων (ΓΓΟΣΑΕ) είχε επιλέξει την τορπίλη Black Shark IF/21, προϊόν γάλλο-ιταλικής συνεργασίας, για τον εξοπλισμό των τεσσάρων υποβρυχίων «214». Ωστόσο, στις 15 Σεπτεμβρίου 2003, η τότε STN Atlas Elektronik γνωστοποίησε ότι το κόστος ολοκλήρωσης των Black Shark IF/21 στο σύστημα διαχείρισης μάχης των «214» ανέρχεται στα € 72 εκατομμύρια. Το ποσό αυτό, σε συνδυασμό με το κόστος των € 62 εκατομμύρια της προμήθειας των 51 τορπιλών, καθιστούσε τις Black Shark IF/21 ακριβότερες από τις DM-2A4. Τελικά, στις 30 Ιουλίου 2004, ο διαγωνισμός ακυρώθηκε και δεν επαναλήφθηκε ποτέ, παρά μόνο τον περασμένο Μάιο.
Εντωμεταξύ, όπως προκύπτει από τα εκθέματα της διεθνούς έκθεσης «EuroNaval 2018» έχουμε νέες εξελίξεις στις τρείς κύριες υποψηφιότητες: Τη γερμανική DM-2A4 «Seeheckt», την γαλλική F21 και την ιταλική Black Shark.
H Leonardo προτείνει τη βελτιωμένη έκδοση BSA της Black Shark (Black Shark Advanced). Ήδη η BSA έχει επιλεγεί από το Ιταλικό Ναυτικό για τον εξοπλισμό των υποβρυχίων U-212A. Στην έκδοση BSA η τορπίλη ενσωματώνει ένα καινοτόμο τμήμα παραγωγής ενέργειας, το οποίο προσαρμόζεται στις εκάστοτε επιχειρησιακές ή εκπαιδευτικές απαιτήσεις.
Όταν η τορπίλη χρησιμοποιείται για εκπαιδευτικούς σκοπούς γίνεται χρήση επαναφορτιζόμενης μπαταρίας με διάρκεια ζωής 100 εκτοξεύσεις, μειώνοντας έτσι το κόστος εκπαίδευσης. Σε επιχειρησιακό επίπεδο η μπαταρία «διοχετεύει» όλη την ενέργεια σε μία και μόνη δράση: εκτόξευση, κίνηση και προσβολή του στόχου.
Το μέγιστο βεληνεκές της BSA ξεπερνά τα 50 χιλιόμετρα, ενώ μπορεί να αναπτύξει μέγιστη ταχύτητα 50 κόμβων την ώρα (93 χιλιόμετρα την ώρα).
Όπως μας διευκρίνισαν από την Ιταλική εταιρεία η τορπίλη είναι ήδη πιστοποιημένη στα συστήματά μάχης των υποβρυχίων και δεν απαιτεί κόστος πιστοποίησης.
Να σημειωθεί οτι η Ιταλική τορπίλη εκτοξεύτηκε επιτυχώς τον Ιανουάριο του 2014 στον κόλπο της Λα Σπετσια από ιταλικό υποβρύχιο «212».
Υπενθυμίζεται οτι τα Ιταλικά υποβρύχια φέρουν το Νορβηγικό σύστημα μάχης της Kongsberg με την ονομασία MSI-90U. Η ιταλική τορπίλη έχει ενταχθεί στο οπλοστάσιο των υποβρυχίων «214» του Ναυτικού της Πορτογαλίας. Τα υποβρύχια φέρουν το Γερμανικό σύστημα μάχης ISUS 90.
Η Naval Group προτείνει την F21 η οποία έλκει την καταγωγή της από την Black Shark. Άρχισε να αναπτύσσεται το 2008, αποκλειστικά ως γαλλικό προϊόν, στο πλαίσιο γαλλικού προγράμματος προμήθειας 93 νέων τορπιλών βαρέως τύπου.
Ενσωματώνει εξαιρετικά επιχειρησιακά χαρακτηριστικά, ενώ σχεδιάστηκε για να εξουδετερώνει πλοία και υποβρύχια. Έχει δυνατότητα ταχύτητας άνω των 50 κόμβων την ώρα (93 χιλιόμετρα την ώρα), με εμβέλεια άνω των 50 χιλιομέτρων και αυτονομία περίπου 1 ώρας. Επίσης μπορεί να επιχειρεί σε βαθιά νερά, αλλά κυρίως σε παράκτιες περιοχές με υψηλό επίπεδο θορύβου και πυκνής ναυτιλίας.
Σταδιακά η F21 αναμένεται να εξοπλίσει όλα τα γαλλικά υποβρύχια, αρχής γενομένης από το 2018. Στην «EuroNaval 2018» μάθαμε, από τη Naval Group, ότι την προηγούμενη εβδομάδα βρέθηκαν στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας στελέχη της Naval Group προκειμένου να εξετάσουν τη προοπτική ενσωμάτωσης της F21 στα «214» και το αναβαθμισμένο «209».
Η Atlas Elektronik παρουσίασε την βελτιωμένη έκδοση αυξημένου βεληνεκούς SeaHake Mod.4 ER, το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της οποίας είναι ότι είναι πλήρως διασυνδεμένη με το σύστημα μάχης, τόσο των «214», όσο και των «209». Δηλαδή δεν χρειάζεται καμία πιστοποίηση, από τη στιγμή της φόρτωσης στο υποβρύχιο είναι λειτουργική-επιχειρησιακή (Plug-and-Play).
Η ιστορία των τορπιλών της οικογένειας DM ξεκινά το 1959, με την παρουσίαση της DM-1 «Seeschlange». Λίγο αργότερα αναπτύχθηκε η DM-2 «Seal». Το 1967 άρχισε η ανάπτυξη της έκδοσης DM-2A1 «Seal», ενώ το 1971 άρχισε να αναπτύσσεται η έκδοση DM-2A2 «Seal». Το 1985 ξεκινά η ανάπτυξη της έκδοσης DM2A3 «Seeheckt», ενώ η έκδοση DM-2A4 «Seeheckt» ολοκλήρωσε την ανάπτυξή της το 1999. H έκδοση εκτεταμένου βεληνεκούς SeaHake Mod.4 ER ολοκλήρωσε την ανάπτυξη της περί το 2015.
Εάν το ΠΝ επιλύσει σύντομα το ζήτημα της προμήθεια νέων σύγχρονων τορπιλών, σε πρώτη φάση, και ενεργοποιηθεί το δικαίωμα προαίρεσης (option) για τη ναυπήγηση δύο ακόμα υποβρυχίων «214», σε ύστερο χρόνο, τα ελληνικά υποβρύχια θα κυριαρχούν στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο τουλάχιστον μέχρι τα μέσα της ερχόμενης δεκαετίας. Διότι, όπως είναι γνωστό το πρόγραμμα ναυπήγησης έξι υποβρυχίων «214» της Τουρκίας αντιμετωπίζει σοβαρά τεχνικά προβλήματα, τα οποία έχουν οδηγήσει σε τεράστιες χρονικές αποκλίσεις από το αρχικό χρονοδιάγραμμα.
Υπενθυμίζουμε ότι το σχετικό συμβόλαιο, ύψους € 2.500.000.000 (πλέον το κόστος έχει ξεπεράσει και εκτιναχθεί στα $ 3.500.000.000), υπογράφηκε τον Ιούλιο του 2009 και τέθηκε σε ισχύ τον Ιούνιο του 2011 (σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα το πρώτο υποβρύχιο θα πρέπει να είχε παραδοθεί το 2015). Πλέον, το πρώτο υποβρύχιο αναμένεται να παραδοθεί το 2020 και να χαρακτηριστεί επιχειρησιακό το 2022. Το δεύτερο υποβρύχιο τελεί υπό ναυπήγηση, ενώ η ναυπήγηση του τρίτου υποβρυχίου ξεκίνησε τον περασμένο Φεβρουάριο.
Τα πρώτα σύννεφα στο τουρκικό πρόγραμμα εμφανίστηκαν το 2014, όταν, 3 χρόνια μετά την υπογραφή της σχετικής σύμβασης, δεν είχε ξεκινήσει η ναυπήγηση του πρώτου υποβρυχίου. Το πρόβλημα ήταν η τεχνική αδυναμία ενσωμάτωσης και ολοκλήρωσης του τουρκικής προέλευσης λογισμικού, καθώς και των αισθητήρων, επίσης τουρκικής προέλευσης, στο Σύστημα Διαχείρισης Μάχης ISUS-90-72.