Το αεροπλάνο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ευρέως σε πολεμικές επιχειρήσεις κατά τον Α′ Παγκόσμιο Πόλεμο, ωστόσο ήταν στον Β′ Παγκόσμιο που αποδείχθηκε περίτρανα πως ο κόσμος είχε εισέλθει σε μια εποχή όπου η αεροπορία θα αποτελούσε όπλο καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη ενός πολέμου. Σε όλα τα μέτωπα του πολέμου η αεροπορία έπαιξε τεράστιο ρόλο – και ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος δεν αποτέλεσε εξαίρεση, καθώς, αν και τα κατορθώματά της επισκιάζονται συχνά από αυτά του Ελληνικού Στρατού στο Αλβανικό Μέτωπο, η Ελληνική Βασιλική Αεροπορία, αντιμέτωπη με την πανίσχυρη Regia Aeronautica του Μουσολίνι- υστερώντας αριθμητικά, και με αεροσκάφη σε πολλές περιπτώσεις παλαιότερης τεχνολογίας- τα έβγαλε πέρα, προστατεύοντας τους ελληνικούς ουρανούς από τον εισβολέα.

Η μάχη της ΕΒΑ – με τη σημαντική συνδρομή των αεροπορικών δυνάμεων της βρετανικής RAF που κατέφθασαν αργότερα στην Ελλάδα- κατά τη σκληρή εκείνη αναμέτρηση είχε σαφώς τους πρωταγωνιστές της- χειριστές, μηχανικούς και γενικότερα όλους όσους συμμετείχαν στην προσπάθεια της ελληνικής αεροπορίας να αντιμετωπίσει έναν υπέρτερο εχθρό. Όσον αφορά στα πρόσωπα που έγιναν ευρύτερα, ιδιαίτερα γνωστή είναι η φυσιογνωμία του Μαρίνου Μητραλέξη, του Έλληνα «καμικάζε», ο οποίος τον Οκτώβριο του 1940, σε αερομαχία με ιταλικά αεροσκάφη που πραγματοποιούσαν επιδρομή στη Θεσσαλονίκη– έξι ελληνικά καταδιωκτικά PZL εναντίον 15 ιταλικών βομβαρδιστικών και επτά καταδιωκτικών, εν μέσω των πυκνών ελληνικών αντιαεροπορικών πυρών- έχοντας εξαντλήσει τα πυρομαχικά, εφόρμησε κατά ιταλικού βομβαρδιστικού και του έκοψε την ουρά με τον έλικά του. Το ιταλικό βομβαρδιστικό συνετρίβη, ενώ ο Μητραλέξης έκανε αναγκαστική προσγείωση, βγήκε με το περίστροφο από το αεροσκάφος του, βρήκε τους Ιταλούς αεροπόρους, που είχαν πέσει με αλεξίπτωτα, και τους έπιασε αιχμαλώτους- σε ένα πρωτοφανές στα δεδομένα του αεροπορικού πολέμου περιστατικού.

Ωστόσο, παρά το εντυπωσιακό του ανδραγάθημα, ο Μητραλέξης δεν ήταν μεταξύ των θεωρούμενων «άσσων» της Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας: Υπενθυμίζεται πως ο ημιεπίσημος τίτλος του ιπτάμενου «άσσου» αποτελεί ιδιαίτερη αναγνώριση για έναν πολεμικό πιλότο, και προσδίδεται σε όσους έχουν σημειώσει από πέντε καταρρίψεις και άνω.

Ωστόσο, λόγω της ίδιας της φύσης της αεροπορικής μάχης – ειδικά κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο- και της ανεπάρκειας μέσων όσον αφορά στην επιβεβαίωση των καταρρίψεων που υπήρχε κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο καθιστά δύσκολο να υπάρξει επιβεβαίωση όσον αφορά στον ακριβή αριθμό των καταρρίψεων που αποδίδονται στον κάθε πιλότο. Πολλά από τα επίσημα αρχεία των μοιρών χάθηκαν ή καταστράφηκαν μέσα στο χάος του πολέμου και της γερμανικής κατοχής που ακολούθησε- ενώ την περίοδο εκείνη η ΕΒΑ δεν είχε συστηματικές διαδικασίες καταγραφής καταρρίψεων, με αποτέλεσμα να καταγράφονται συχνά βιαστικά στα σχετικά βιβλία, χωρίς να γίνεται ιδιαίτερη προσπάθεια να επιβεβαιωθεί η ακρίβεια των συγκεκριμένων αναφορών.

Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν στοιχεία για το συγκεκριμένο θέμα: Στο «On Spartan Wings: The Royal Hellenic Air Force in World War Two» του Τζων Καρ, που επικαλείται στοιχεία και δεδομένα από το «Όπλα και καταρρίψεις της Ελληνικής Αεροπορίας 1940-1941» του Νίκου Χριστοφίλη (Εκδόσεις Δούρειος Ίππος- μια εξαντλητική μελέτη πάνω στον αεροπορικό πόλεμο κατά την περίοδο), σε συνδυασμό με στοιχεία από τον πτέραρχο Εμμανουήλ Κελαϊδή (διοικητής της Αεροπορίας Διώξεως κατά τον πόλεμο και Αρχηγός ΓΕΑ κατά το διάστημα 1950-1955) και το Μουσείο Ιστορίας Πολεμικής Αεροπορίας, ως πιθανότερος άσσος της Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο υποδεικνύεται ο Ανδρέας Αντωνίου, της 22ης Μοίρας Δίωξης, με 4 επιβεβαιωμένες καταρρίψεις και τουλάχιστον 2 πιθανές. Μετά από αυτόν, ακολουθούν ο Ιωάννης Κέλλας, της 21ης Μοίρας Δίωξης, και ο Επαμεινώνδας Δάγκουλας της 22ης.

Γενικότερα, οι καταρρίψεις των Ελλήνων πιλότων κατά την περίοδο εκτιμάται πως ανέρχονται συνολικά σε 68 τουλάχιστον (64 ιταλικά αεροπλάνα, συν τέσσερα γερμανικά), με άλλες 23-24 πιθανές, μεταξύ της 28ης Οκτωβρίου 1940 και του τέλους του Απριλίου του 1941. Επίσης, 28 ιταλικά αεροσκάφη καταστράφηκαν στο έδαφος από ελληνικά βομβαρδιστικά και άλλα 23 από αντιαεροπορικά όπλα. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί πως σημαντική ήταν και η συνεισφορά των Βρετανών πιλότων της RAF που είχαν φτάσει στην Ελλάδα- και, όπως γράφει στο βιβλίο του ο Καρ, σε αρκετές περιπτώσεις Έλληνες και Βρετανοί πιλότοι διεκδικούσαν την ίδια κατάρριψη. Οι Βρετανοί έκαναν λόγο για καταρρίψεις 150 ιταλικών αεροσκαφών, αριθμός που κρίνεται υπερβολικός, δεδομένου του ότι οι ιταλικές αναφορές απωλειών υποδεικνύουν 65 αεροσκάφη, αν και αυτές για αεροσκάφη που είχαν υποστεί ζημιές ήταν ιδιαίτερα υψηλές, στα 495.

Όσον αφορά στις ελληνικές απώλειες, συνολικά, η Αεροπορία είχε 49 νεκρούς και 22 τραυματίες στον αγώνα εναντίον των Ιταλών. Οι απώλειες των ελληνικών μοιρών δίωξης ανήλθαν σε 19 αεροπλάνα, σε αερομαχίες ή αναγκαστικές προσγειώσεις.

Πηγή: www.huffingtonpost.gr