Ένα κρίσιμο στοιχείο της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου που απέδωσε ο Θουκυδίδης και στο οποίο δεν έχει δοθεί η πρέπουσα σημασία μέχρι στιγμής είναι ό, τι όλες οι καταστροφές που συνέβησαν τόσο στη Σπάρτη όσο και στην Αθήνα προκλήθηκαν από λαϊκιστές και εθνικιστές. Είναι μια ιστορική ειρωνεία ότι και σήμερα, οδηγούνται στην εξουσία πρόσωπα που αντιπροσωπεύουν ένα κύμα δυσαρέσκειας των ψηφοφόρων με τις ελίτ να καταγγέλλονται ως διεφθαρμένες. Αυτό αποδεικνύει ξανά και ξανά ό, τι οι ζωντανές κοινωνίες καταστρέφονται από θυμωμένες ή αδιάφορες κοινότητες που αγνοούν τη συγκράτηση και τη συμβουλή των έμπειρων και μορφωμένων ελίτ.
Ο Θουκυδίδης συνδέεται με το σκληρό ή ακραίο ρεαλισμό. Είναι χαρακτηριστική η φράση του, «οι ισχυροί πράττουν ό, τι τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν και το δέχονται». Έτσι είναι εύκολο να καταλάβουμε γιατί οι πολιτικοί που καμιά φορά «βάζουν τον μανδύα του εθνικισμού» εκφράζουν την εκτίμηση των ψηφοφόρων τους. Αλλά είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι αυτές οι απόψεις είναι μόνο μια κλωστή σε μια ταπετσαρία που αντιπροσωπεύει το διεθνές σύστημα. Στην πραγματικότητα, τα κράτη που διακηρύσσουν αυτά τα σκληρά εθνικιστικά αισθήματα εναντίον άλλων κρατών βυθίζονται τελικά, από αυτά τα ίδια.
Πότε και πώς βυθίζονται, το βλέπουμε στις κρίσιμες στιγμές της απόφασης, όταν θα κληθούν να ικανοποιήσουν τα πλήθη ή τους φιλόδοξους σφετεριστές, τότε οι πολιτικές τους καταλήγουν στην κατάρρευση της εξουσίας τους. Ας εξετάσουμε τα τρία κύρια σημεία λήψης αποφάσεων στον Πελοποννησιακό Πόλεμο του Θουκυδίδη, με το βλέμμα στραμμένο στο σήμερα:
-Πρώτον, η απόφαση της Σπάρτης να κηρύξει τον πόλεμο στην Αθήνα.
-Δεύτερον, η καταστροφή της Μήλου από την Αθήνα, ένα μικρό κράτος που επιδιώκει να διατηρήσει την ουδετερότητα του.
-Και τρίτον, η εισβολή της Αθήνας στη Σικελία, η οποία ήταν σύμμαχος της Σπάρτης.
Για να πιάσουμε τα γεγονότα από την αρχή. Μας αναφέρει ο Θουκυδίδης πως μερικοί από τους συμμάχους της Σπάρτης, απεύθυναν έκκληση προς τη Σπάρτη για προστασία από τη συγκέντρωση απειλής που έθετε μια ανερχόμενη Αθήνα. Οι Αθηναίοι εμφανίζονται με αφοπλιστική ειλικρίνεια σε μια συνάντηση με την Πελοποννησιακή Συμμαχία για να ανατρέψουν τον πόλεμο, λέγοντας ότι «πάντα ήταν νόμος, ότι ο ασθενέστερος θα πρέπει να υποκύπτει στους ισχυρότερους». Ο βασιλιάς της Σπάρτης, Αρχίδαμος, συμβουλεύει τους υπηκόους του για αυτοσυγκράτηση και προτρέπει προσεκτικά να εκτιμήσουν τους κινδύνους του πολέμου, αλλά χάνει έδαφος το επιχείρημα του, όταν ο έφορος Σθενελαΐδας, απευθύνεται στον φόβο των ανθρώπων από την Αθήνα και τους προτρέπει να υπερασπιστούν την τιμή της Σπάρτης. Εάν αυτή η ακροαματική πολιτική διαδικασία, απέρριπτε το λαϊκισμό, και είχε ακουστεί η φωνή της αυτοσυγκράτησης, θα είχε αποφευχθεί ο πόλεμος.
Η δεύτερη από τις βασικές αποφάσεις που περιγράφει ο Θουκυδίδης, είναι γνωστή ως «Διάλογος των Μηλίων». Η Αθήνα αποφασίζει να αποδεκατίσει ολόκληρο τον πληθυσμό της Μήλου γιατί αρνούνταν να πληρώσουν φόρους υποτέλειας. Η επιμονή της Αθήνας στα κράτη να πληρώνουν φόρους προσομοιάζει πολύ με τις σκοτεινές προειδοποιήσεις του Ερντογάν προς τον Ελληνισμό για συνεκμετάλλευση και μοιρασιά του υποθαλάσσιου ορυκτού πλούτου που σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο δεν του ανήκει. Το συμπέρασμα που απορρέει είναι ό, τι η Αθήνα ως σύμμαχος αποδεικνύεται πιο επικίνδυνη από ότι η Αθήνα ως εχθρός.
Ο Θουκυδίδης καθιστά επίσης σαφές ότι η Αθήνα παρακμάζει από το μεγαλείο της μετά τον θάνατο του Περικλή, του πολιτικού που ήταν ηγέτης τους όταν ξεκίνησε ο πόλεμος. Ο Περικλής ήταν ένας εξαιρετικός πολιτικός ρήτορας, αλλά ήταν επίσης η κινητήρια δύναμη του πολέμου με τη Σπάρτη και ένας εκλεγμένος αξιωματούχος που προκάλεσε με τις εθνικιστικές πολιτικές, όπως περιορισμοί στην ιθαγένεια, επιθετικότερη συλλογή φόρου από συμμάχους, άρνηση δημοκρατίας και ελευθερίας στην αυτοκρατορία της Αθήνας. Έτσι αντιλαμβανόμαστε και πάλι, ακόμα και ο ευγενικός λαϊκιστής/εθνικιστής προκαλεί την παρακμή και τελικά την καταστροφή του κράτους.
Η τελική εικόνα του Θουκυδίδη για τον κίνδυνο του λαϊκισμού είναι η απόφαση της Αθήνας να εισβάλει στη Σικελία. Οι δημαγωγοί που αγωνίζονται στην Αθήνα μετά το θάνατο του Περικλή, παροτρύνουν τη συνέλευση να πραγματοποιήσει μια επικίνδυνη εκστρατεία στη Σικελία. Μια εκδημοκρατισμένη μεν Αθήνα αλλά χωρίς να διαθέτει την ελίτ που θα παροτρύνει για τη μετριοπάθεια εξηγώντας πως το μέγεθος του στόλου που δεσμεύεται υπερβαίνει το όριο που θα μπορούσε να διακινδυνεύσει να χάσει η Αθήνα. Ένας άπειρος πολιτικός, αντίπαλος της αποστολής, υποστηρίζει πως θα απαιτηθεί μια τεράστια ναυτική δύναμη, ελπίζοντας ότι θα εμποδίσει να εγκριθεί η εισβολή. Αντίθετα, εγκρίνεται στα επίπεδα της δύναμης που υποστήριζε. Όταν τελείωσε η αποστολή, η τελική νίκη της Σπάρτης ήταν πλέον εξασφαλισμένη.
Συμπεράσματα
Η Τουρκία αποτελεί απειλή για την υπεροχή των Δυτικών συνασπισμών στη διαχείριση των υποθαλασσίων πόρων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τα συμφέροντά τους στη Μέση Ανατολή. Αυτό εκτιμάται πως θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε μια θανατηφόρα παγίδα την Τουρκία. Αν και η ιστορία δεν είναι αποδείξεις για το τι θα συμβεί σήμερα, είναι πράγματι ένας σημαντικός δείκτης.
Εκτιμάται, πως μια διαρκής αεροναυτική υπεροχή των Δυτικών θα είναι η εγγύηση για τη διατήρηση της οικονομικής υπεροχής τους. Εννοώ μια μόνιμη ευρωπαϊκή αεροναυτική δύναμη στη Μεσόγειο. Επίσης όταν αναφέρουμε την οικονομική υπεροχή, μιλάμε για μια επιχείρηση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αντιλαμβανόμαστε την εξαιρετικά ισχυρή επιχείρηση που έχει πολύ μεγάλη σημασία για την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα πολλά δισεκατομμύρια κέρδη δεν πρόκειται θα παραδοθούν χωρίς σκληρό αγώνα. Κάποιοι πλουραλιστές υποστηρίζουν ότι η ισχύς εξολόθρευσης των σημερινών όπλων είναι τόσο πολύ μεγάλη για να διακινδυνεύσουμε μια μεγάλη σύγκρουση. Αλλά αυτό το λάθος σκέψης έγινε ακόμη και στον προηγούμενο αιώνα. Τότε, οι αναλυτές πρόβλεψαν ότι τα όπλα είχαν γίνει τόσο τεχνολογικά προηγμένα και τόσο θανατηφόρα, ώστε κανένας δεν θα τολμούσε να καταφεύγει ποτέ στη χρήση τους. Πολλοί έκαναν τον αδυσώπητο αγώνα των εξοπλισμών ως μέρος μιας οικονομικής προσπάθειας για την τόνωση της εγχώριας βιομηχανίας τους πιστεύοντας ότι μια τέτοια κούρσα θα οδηγούσε σε αποφυγή συγκρούσεων. Οι παγκόσμιοι πόλεμοι απέδειξαν ότι είναι λάθος αυτή η σκέψη.
Καταλήγοντας βλέπουμε ότι διαχρονικά, οι λαϊκιστές οδήγησαν τις κοινωνίες σε καταστροφή. Οι ελίτ και οι φωνές ευαισθησίας, απορρίφθηκαν από τα παθιασμένα επιχειρήματα των λαϊκιστών. Είναι ακριβώς αυτό που δεν αντιλαμβάνεται ο Πρόεδρος Ερντογάν και οι πλησιέστεροι πολιτικοί του σύμβουλοι για τον εαυτό τους και την Τουρκία.
Το ερώτημα όμως που παραμένει, δυσεπίλυτο είναι: Πώς μπορούν τα γιγαντιαία οικονομικά συμφέροντα να τεθούν υπό δημοκρατικό έλεγχο, ώστε να μην υπάρξει σύγκρουση, αλλά να επικρατήσει η κοινή λογική;