Η απόκτηση μαχητικών αεροσκαφών πρέπει να συνοδεύεται πάντα από την απόκτηση των απαραίτητων όπλων για αυτά, τα οποία εξασφαλίζουν και μεγιστοποιούν τις ικανότητες των μαχητικών αεροσκαφών σε όλες τις πτυχές ενός αεροπορικού πολέμου. Η απόκτηση αεροσκαφών υψηλού κόστους χωρίς τον αναγκαίο οπλισμό τους, αποτελεί καθαρή σπατάλη δυνατοτήτων και οδηγεί αναπόφευκτα σε μειωμένη αποτελεσματικότητα και επιβιωσιμότητα κατά τη διάρκεια πραγματικών αεροπορικών επιχειρήσεων.
Η ΠΑ και η ΤΑ διαθέτουν μεγάλο αριθμό αεροσκαφών F-16 αμερικανικής κατασκευής για τα οποία έχουν κατά βάση και τους ίδιους τύπους αμερικανικών πυρομαχικών. Η μόνη σημαντική διαφοροποίηση στον οπλισμό των F-16 είναι η ύπαρξη βλημάτων AGM-84Κ SLAM-ER από την πλευρά της ΤΑ. Οι αποδεσμεύσεις και πωλήσεις αεροπορικών πυρομαχικών για τα F-16 των δύο Αεροποριών, συμβαίνουν σχεδόν ταυτόχρονα από τις ΗΠΑ, κάτι που είναι συμβατό με την αμερικανική πολιτική των ίσων αποστάσεων και την προσπάθεια διατήρησης της στρατιωτικής ισορροπίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας πάνω από το Αιγαίο.
Η έλλειψη πυραυλικών όπλων μακρού πλήγματος (cruise) και ασφαλούς εμβέλειας (stand-off) για τα ελληνικά F-16, είναι μακροχρόνια και εκτείνεται σε διάρκεια δεκαετιών. Τα μόνα όπλα με κάποια σημαντική εμβέλεια είναι τα 84 βλήματα αντί ραντάρ AGM-88B HARM που αποκτήθηκαν μετά τον Α’ Πόλεμο του Κόλπου και το πολύ περιορισμένο απόθεμα των 40 βλημάτων AGM-154C JSOW, που όλα αποκτήθηκαν ταυτόχρονα με την ΤΑ.
Η ζοφερή εικόνα όπου ελληνικά F-16 ήταν έτοιμα για αποστολές ναυτικής κρούσης με μοναδικό φορτίο πυραύλους AGM-65G περιορισμένου βεληνεκούς, δεν ταιριάζουν σε μια σύγχρονη Αεροπορία και προβληματίζουν ιδιαίτερα επιχειρησιακά και πολιτικά. Πόσο μάλλον, όταν για τα γαλλικής προέλευσης μαχητικά Rafale/M-2000-5, η ΠΑ έσπευσε παρόλο τον σχετικά μικρό αριθμό των αεροσκαφών, να αποκτήσει τα στρατηγικής σημασίας όπλα που μπορούν να χρησιμοποιήσουν (AM-39 Exocet και SCALP EG).
Για το παράδοξο αυτό, έχουν ακουστεί πολλές δικαιολογίες, καμία όμως από αυτές δεν δίνει λογική και επαρκή εξήγηση για το φαινόμενο της ύπαρξης στρατηγικής σημασίας όπλων για τον μικρό αριθμό γαλλικών μαχητικών και όχι για τον μεγάλο αριθμό αμερικανικών μαχητικών. Η μόνη λογική και επαρκής εξήγηση είναι η πολιτική εξήγηση, όπου η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν επιθυμεί την διατάραξη της αεροπορικής ισορροπίας μεταξύ των δύο Αεροποριών. Το πιο πιθανό είναι ότι η αμερικανική πλευρά έχει ανεπίσημα εκδηλώσει αυτήν την επιθυμία προς την ελληνική πλευρά, πράγμα που εξηγεί την για τόσα πολλά χρόνια απουσία ενός επίσημου αιτήματος προς τις ΗΠΑ για την προμήθεια τέτοιων σύγχρονων όπλων. Ένα αίτημα που εάν απορριπτόταν επίσημα, σίγουρα θα έφερνε σε δύσκολη θέση πολιτικά τις κυβερνήσεις και των δύο χωρών. Ως αποτέλεσμα, η ζοφερή αυτή κατάσταση στον κατάλογο οπλισμού των ελληνικών F-16 διαιωνίζεται.
Τον τελευταίο καιρό, υπήρχε η ελπίδα ότι λόγω της πολιτικής απόστασης που χωρίζει την αμερικανική με την τουρκική κυβέρνηση σε διάφορα θέματα, η Ελλάδα θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, ώστε να κάμψει τις αντιρρήσεις των ΗΠΑ και η ΠΑ να προμηθευτεί τελικά τα όπλα που χρειάζεται για τα ελληνικά F-16. Μέχρι στιγμής, όχι μόνο δεν έχει συμβεί αυτό, αλλά υπάρχουν πληροφορίες ότι η αμερικανική κυβέρνηση κωλυσιεργεί σκοπίμως για την απάντηση στο ελληνικό αίτημα για τα F-35 έτσι ώστε να μην προκληθεί η Τουρκία. Προφανώς, αυτό είναι ενδεικτικό και για την τύχη οποιουδήποτε ανάλογου αιτήματος για την απόκτηση όπλων για τα F-16.
Ασφαλώς, κάτι τέτοιο είναι απαράδεκτο πολιτικά και επιχειρησιακά, εφόσον η Ελλάδα και η ΠΑ δεν μπορούν να καθίστανται όμηροι των σκοπιμοτήτων της αμερικανικής πολιτικής, καθώς και των διαθέσεων της Τουρκίας και του Ερντογάν. Παράλληλα, άλλες πληροφορίες αναφέρουν ότι η Τουρκία, στα πλαίσια των προγραμμάτων OZGUR 1 και 2, εξασφάλισε πηγαίους κώδικες όχι μόνο για τα F-16 Block 30, αλλά και για αυτά των Block 40/50. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η ΤΑ μπορεί να πιστοποιήσει πλήρως, οποιοδήποτε όπλο τουρκικής σχεδίασης επιθυμεί στα F-16 που διαθέτει! Δηλαδή όπλα όπως τα SOM, ATMACA, KUZGUN κτλ. και για τα οποία δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο στο οπλοστάσιο των F-16 της ΠΑ. Μια τέτοια εξέλιξη, ασφαλώς δεν μπορεί καν να θεωρηθεί πολιτική των ίσων αποστάσεων, αλλά μάλλον πολιτική των άνισων αποστάσεων υπέρ της Τουρκίας!
Στο παρόν κείμενο θα εξεταστεί ο λόγος για τον οποίο χρειάζονται τα όπλα ασφαλούς εμβέλειας και μακρού πλήγματος, ποια αμερικανικά όπλα ενδιαφέρουν την ΠΑ και ποιες μπορεί να είναι οι εναλλακτικές της σε περίπτωση οριστικής άρνησης για την παροχή τέτοιων όπλων από την πλευρά των ΗΠΑ.
Καταρχάς, σκοπός των όπλων αυτών δεν είναι η πλήρης καταστροφή του αντιπάλου και ο εξαναγκασμός του σε συνθηκολόγηση. Κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο και ουτοπικό και σίγουρα θα ήταν και αντιοικονομικό εφόσον θα απαιτούνταν ένας εξωπραγματικός αριθμός τέτοιων όπλων για να υπάρξει αυτό το αποτέλεσμα. Ο σκοπός των βλημάτων αυτών είναι να αδυνατήσουν ή να καταστρέψουν κατά τις πρώτες ώρες και ημέρες ενός αεροπορικού πολέμου, τα συστήματα αεροπορικού ελέγχου, αεράμυνας, διοίκησης και επικοινωνιών του αντιπάλου, καθώς και βασικές υποδομές συγκοινωνιών και παραγωγής. Δηλαδή να προκαλέσουν χάος και αποδιοργάνωση στις τάξεις του αντιπάλου, μειώνοντας την ικανότητα του να απαντήσει αποτελεσματικά.
Συστήματα ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης, πύργοι ελέγχου αεροδρομίων, αντιαεροπορικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς, στρατηγεία, κέντρα επικοινωνιών, γέφυρες στρατηγικής σημασίας, κέντρα παροχής ενέργειας, εργοστάσια παραγωγής οπλισμού, είναι κάποιοι ενδεικτικοί στόχοι. Επίσης, στρατηγικής σημασίας συστήματα των τουρκικών ΕΔ στους χώρους αποθήκευσης τους. Δεν υπάρχει κανένα νόημα να χρησιμοποιήσεις ένα βλήμα cruise για να καταστρέψεις ένα F-16 στο θωρακισμένο υπόστεγο του. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε σπατάλη καθώς θα είχε ασήμαντη επίπτωση σε στρατηγικό επίπεδο. Αντιθέτως όμως, η προσβολή ενός E-7T της ΤΑ στο υπόστεγο του ή στον διάδρομο, θα μείωνε αισθητά την ικανότητα της ΤΑ να διεξάγει αεροπορικές επιχειρήσεις.
Παράλληλα, η χρήση τέτοιων βλημάτων, επιτρέπει στα μαχητικά αεροσκάφη να παραμείνουν εκτός βεληνεκούς της αντίπαλης αεράμυνας μικρού και μεσαίου βεληνεκούς και στην περίπτωση των πυραύλων cruise ακόμα και των συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς. Αυτό αυξάνει κατακόρυφα την επιβιωσιμότητα των φίλιων αεροσκαφών και ελαχιστοποιεί τις απώλειες σε αεροσκάφη και πληρώματα, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό για μια μικρή πληθυσμιακά χώρα που αντιμετωπίζει έναν αριθμητικά υπέρτερο αντίπαλο. Αφού τα όπλα αυτά αδυνατίσουν τα δίκτυα και την διάταξη του αντιπάλου, τα φίλια μαχητικά αεροσκάφη μπορούν να εισέλθουν στην μάχη χρησιμοποιώντας πολυπληθέστερα και φθηνότερα όπλα μικρότερης εμβέλειας (πχ JDAM, Maverick, LGB) για να καταστρέψουν πλήρως τις δυνάμεις του αντιπάλου. Σε αντίθετη περίπτωση, η χρήση όπλων μικρού βεληνεκούς χωρίς την προηγούμενη χρήση όπλων μεγάλου βεληνεκούς, ενέχει υπερβολικά μεγάλο επιχειρησιακό ρίσκο και σίγουρα αυξημένες απώλειες σε αεροσκάφη και πληρώματα.
Όσον αφορά τους τύπους αμερικανικής κατασκευής όπλων που ενδιαφέρουν την ΠΑ, οι πληροφορίες αναφέρουν τρεις τύπους όπλων:
– Βλήματα αντι-ραντάρ AGM-88 AARGM, μάλλον της αρχικής έκδοσης E και όχι της έκδοσης AARGM-ΕR.
– Βλήματα κατά πλοίων AGM-84L Harpoon.
– Βλήματα cruise AGM-158 JASSM, πιθανότατα της αρχικής έκδοσης A και όχι της έκδοσης JASSM-ΕR.
Η χρήση και των τριών τύπων βλημάτων είναι προφανής και συγκεκριμένη. Στην περίπτωση των βλημάτων AARGM, στόχος είναι η καταστροφή των συστημάτων ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης και των ραντάρ των ΑΑ συστημάτων των τουρκικών ΕΔ, με τα ραντάρ των S400 να είναι ο πρώτος στόχος. Στην περίπτωση των Harpoon, στόχος είναι η καταστροφή των πλοίων επιφανείας του ΤΝ και ιδιαίτερα το ελικοπτεροφόρο αποβατικό Anadolu και οι φρεγάτες του ΤΝ. Τέλος, στην περίπτωση των JASSM, στόχος είναι οι σημαντικότερες εγκαταστάσεις στρατηγικής σημασίας των τουρκικών ΕΔ, όπως αναλύθηκαν πιο πάνω.
Απορία προκαλεί η έλλειψη ενδιαφέροντος για βλήματα ασφαλούς εμβέλειας AGM-154C-1 JSOW, που έχουν τη δυνατότητα εμπλοκής κινουμένων ναυτικών στόχων και που υπάρχουν ήδη στο οπλοστάσιο της ΠΑ σε προηγούμενη έκδοση, καθώς και βλημάτων μακρού πλήγματος AGM-84K SLAM-ER διπλής χρήσης, εφόσον υπάρχει ήδη ενδιαφέρον για την ναυτική έκδοση AGM-84L. Επίσης, αν και η ΠΑ φέρεται να αποκτά περιορισμένο αριθμό όπλων ανεμοπορίας SDB I, μέσω αντίστοιχου νατοϊκού προγράμματος, το ενδιαφέρον δεν φαίνεται να επεκτείνεται και στην σαφώς ανώτερη έκδοση SDB II Stormbreaker που μπορεί να προσβάλει κινούμενους χερσαίους και θαλάσσιους στόχους.
Ποιες είναι όμως οι εναλλακτικές λύσεις για την ΠΑ σε περίπτωση που οι ΗΠΑ αρνηθούν τελικά να παρέχουν τους ζητούμενους τύπους αεροπορικών όπλων για τα F-16; Αυτές μπορούν να αφορούν κινήσεις σε δύο επίπεδα, τόσο σχετικές με τα γαλλικής κατασκευής Rafale/M-2000-5, όσο και με τα αμερικανικής κατασκευής F-16.
Στην περίπτωση των γαλλικών μαχητικών, η προφανής κίνηση θα ήταν η προμήθεια επιπλέον αριθμού βλημάτων από τους υπάρχοντες τύπους, δηλαδή επιπλέον αριθμός AM-39 Exocet και SCALP EG. Αυτά μπορούν να συνοδευτούν και από την απόκτηση επιπλέον τύπων όπλων, όπως τα κατευθυνόμενα βλήματα AASM της Safran και τα όπλα ανεμοπορίας SmartGlider (Light/Heavy) της MBDA, που μπορούν να χτυπήσουν κινούμενους ναυτικούς και χερσαίους στόχους. Υπενθυμίζεται και η μελλοντική προοπτική των FC/ASW που θα εξοπλίσουν τα Rafale σε δύο εκδόσεις: μια υπερηχητική έκδοση για ναυτική χρήση και μια υποηχητική έκδοση κατηγορίας cruise για χρήση κατά στόχων εδάφους.
Στην περίπτωση των F-16, οποιαδήποτε αναζήτηση λύσης από άλλη χώρα, προϋποθέτει ασφαλώς την συνεργασία της κατασκευάστριας των F-16 που είναι η LM και την πολιτική ανοχή των ΗΠΑ. Αυτά ασφαλώς δεν είναι εξασφαλισμένα και μπορεί να εμφανιστούν προβλήματα εμπορικών και πολιτικών σκοπιμοτήτων. Στην περίπτωση αυτή όμως, θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση και η ΠΑ να καταστήσουν σαφές ότι δεν μπορεί να γίνει εμπορικά και πολιτικά αποδεκτό κάτι τέτοιο. Όλες αυτές τις δεκαετίες η LM έχει προνομιακή πρόσβαση στις παραγγελίες οπλισμού από τις ΕΔ, ενώ η αμερικανική κυβέρνηση έχει κάθε δικαίωμα να αρνείται την πώληση αμερικανικής προέλευσης όπλων, αλλά όχι και την πιστοποίηση άλλων όπλων που προέρχονται από άλλες συμμαχικές χώρες.
Σε διαφορετική περίπτωση, θα μιλάμε για καθαρή ομηρία της ΠΑ, όπου ούτε αμερικανικής προέλευσης όπλα αποδεσμεύονται αλλά ούτε και επιτρέπεται η πιστοποίηση όπλων άλλων χωρών για τον πολυπληθή στόλο των F-16. Κάτι τέτοιο ασφαλώς, εάν προκύψει, θα πρέπει να μας οδηγήσει σε πλήρη επαναπροσδιορισμό των κριτηρίων επιλογής μαχητικών αεροσκαφών και της προέλευσης αυτών.
Θεωρώντας ότι δεν θα υπάρξει κάποιο εμπόδιο στην πιστοποίηση όπλων, υπάρχει μια προφανής διέξοδος προς τα ισραηλινής προέλευσης SPICE 1000/2000 και Rampage. Παρόλα αυτά, τα όπλα αυτά έχουν διαφορετικό σκοπό και χρήση σε σχέση με τα τρία όπλα αμερικανικής προέλευσης που ενδιαφέρουν την ΠΑ. Οι SPICE είναι όπλα ασφαλούς εμβέλειας και μεγίστης ακριβείας (CEP 3m) για στόχους σημείου και οι Rampage είναι όπλα ακριβείας (CEP 10m) για την προσβολή στόχων περιοχής (εγκαταστάσεων), χρησιμοποιώντας μαζική εκτόξευση βλημάτων (salvo). Αν και απαραίτητα στην ΠΑ ως έξυπνα όπλα γενικής χρήσης, η χρήση τους είναι συμπληρωματική και δεν μπορούν να αντικαταστήσουν πλήρως τα βλήματα αντι-ραντάρ, κατά πλοίων και πλεύσης που μας ενδιαφέρουν.
Ποιες είναι οι άλλες εναλλακτικές από την διεθνή αγορά βλημάτων που θα μπορούσαν να πιστοποιηθούν στα ελληνικά F-16 και θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν πλήρως τα τρία συγκεκριμένα αμερικανικά βλήματα;
Δυστυχώς, στην περίπτωση του βλήματος αντι-ραντάρ AARGM, δεν υπάρχει άλλο αντίστοιχο βλήμα στην δυτική αγορά αεροπορικών όπλων. Η Βρετανική Αεροπορία σκοπεύει να χρησιμοποιήσει σε αυτές τις αποστολές, τον συνδυασμό βλημάτων SPEAR και SPEAR EW. Το βλήμα SPEAR EW, δεν στοχεύει στην καταστροφή του αντιπάλου ραντάρ, αλλά στην προσωρινή εξουδετέρωση του μέσω παρεμβολών ή στην εξαπάτηση του μέσω δημιουργίας decoys. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για την Γαλλική Αεροπορία που σχεδιάζει την ανάπτυξη εξειδικευμένης έκδοσης του Rafale που θα κάνει χρήση βλημάτων AASM, ενώ και τα όπλα ανεμοπορίας SmartSlider είναι μια ακόμα εναλλακτική.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι η χρήση εξειδικευμένων βλημάτων αντί-ραντάρ που χρησιμοποιούν παθητικό αισθητήρα ραδιοσυχνοτήτων, μπορεί πλέον να αντιμετωπιστεί από την διαθέσιμη τεχνολογία, όπως πχ με την χρήση συστημάτων που δημιουργούν πολλαπλούς ηλεκτρονικούς ψευδοστόχους που μιμούνται τις πραγματικές εκπομπές ραντάρ. Σε αυτήν την περίπτωση, ο παθητικός ερευνητής ραντάρ πέφτει θύμα εξαπάτησης, με τελικό αποτέλεσμα την αστοχία του πυραύλου. Είναι προφανές ότι στην περίπτωση των AARGM δεν μπορεί να γίνει αντικατάσταση, αλλά απαιτείται αλλαγή της επιχειρησιακής τακτικής με την χρήση όπλων τα οποία να προσφέρουν μεγάλο βεληνεκές, δυνατότητα προσβολής χερσαίων κινουμένων στόχων και με πρόσθετη δυνατότητα χρήσης τεχνικής καθοδήγησης man-in-the-loop, η οποία εξασφαλίζει την σωστή αναγνώριση και προσβολή του στόχου, ακόμα και εάν αυτός έχει μετακινηθεί.
Τέτοια βλήματα είναι τα ισραηλινά SPICE 250 και 250ER και τα βλήματα SmartGlider Light που προαναφέρθηκαν για την περίπτωση των Rafale. Τα μεν πρώτα μπορούν να συνδυαστούν με τις εκδόσεις SPICE 1000/2000 που θα αποκτηθούν, ενώ τα δεύτερα μπορούν να συνδυαστούν με μια πιθανή επιλογή τους και για τον εξοπλισμό των Rafale της ΠΑ.
Μια συμπληρωματική λύση για αποστολές καταστροφής της αντίπαλης Αεράμυνας, θα ήταν η χρήση εξειδικευμένων περιφερόμενων πυρομαχικών μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς όπως τα ισραηλινά Harpy και Harop.
Για τα βλήματα JASSM, υπάρχουν αρκετές κατάλληλες και ανάλογες λύσεις: τα ευρωπαϊκά βλήματα cruise KEPD-350 Taurus και Storm Shadow και τα ισραηλινά βλήματα IceBreaker. Τα μεν πρώτα έχουν πιστοποιηθεί στα F-15K της Αεροπορίας της Ν. Κορέας, όταν αυτή συνάντησε την άρνηση αποδέσμευσης των JASSM από πλευράς των ΗΠΑ, ώστε να μην προκληθεί η Β. Κορέα (ενδιαφέρουσες ομοιότητες με την ελληνοτουρκική περίπτωση), επομένως υπάρχει ήδη εμπειρία πιστοποίησης σε αμερικανικά μαχητικά, τα μεν δεύτερα πέρα από τα EF-2000, έχουν πιστοποιηθεί μερικώς ακόμα και σε Su-24 της Ουκρανικής Αεροπορίας, πράγμα που δείχνει ότι μπορεί εύκολα να βρεθεί μια τεχνική λύση πιστοποίησης και στα πλήρως συμβατά με τα νατοϊκά πρότυπα ελληνικά Viper. Τα δε ισραηλινά βλήματα χρησιμοποιούν τεχνολογίες που αναπτύχθηκαν για την οικογένεια όπλων SPICE και είναι λογικό να υποθέσουμε ότι χρησιμοποιούν την ίδια τεχνική λύση πιστοποίησης στα F-16 όπως και οι SPICE.
Για την περίπτωση των Harpoon, η καλύτερη τεχνικά και επιχειρησιακά λύση θα ήταν η πιστοποίηση βλημάτων NSM της νορβηγικής Kongsberg. Το μεγάλο βεληνεκές του βλήματος, τα χαρακτηριστικά σχεδίασης stealth που καθυστερούν τον εντοπισμό από τα εχθρικά ραντάρ και η παθητική καθοδήγηση με ερευνητή IIR που θεωρείται πιο κατάλληλος για το επιχειρησιακό περιβάλλον του Αιγαίου, είναι σημεία που καθιστούν τον NSF όχι μόνο την καταλληλότερη εναλλακτική, αλλά κατά την άποψη του γράφοντος, ανώτερη επιχειρησιακά και τεχνολογικά λύση έναντι των Harpoon για τoυς οποίους ενδιαφερόμαστε.
Η είσοδος των NSM σε υπηρεσία με την ΠΑ, θα άνοιγε τον δρόμο για την πιστοποίηση του βλήματος και στα MH-60R του ΠΝ, που στερούνται ενός πραγματικού ναυτικού βλήματος προσβολής, καθώς και στην προοπτική επιλογής του και στις εκδόσεις επιφανείας και επάκτιας χρήσης. Το μόνο ερωτηματικό είναι εάν η εμπλοκή της Raytheon στο πρόγραμμα των NSM, απαιτεί και την αμερικανική άδεια για την απόκτηση του. Σε αυτήν την περίπτωση, θα μπορούσαν να εξεταστούν λύσεις από την Ευρώπη και το Ισραήλ, όπως τα Marte ER και SeaBreaker.
Αν και το παρόν κείμενο εξετάζει τα όπλα προσβολής των F-16, ασφαλώς κάτι ανάλογο θα πρέπει να πράξουμε και σε περίπτωση άρνησης αποδέσμευσης των AIM-120D για τα Viper της ΠΑ. Θα πρέπει να εκκινήσουμε, σε συνεργασία με την MBDA, διαδικασία πιστοποίησης των Meteor σε αυτά. Μπορεί το ραντάρ των Viper να μην είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί πλήρως το βεληνεκές των Meteor, αλλά το συγκεκριμένο βλήμα δίνει θεαματικά υψηλότερες πιθανότητες επιτυχίας σε μέσες αποστάσεις από ότι τα βλήματα AMRAAM που διαθέτουν η ΠΑ και η ΤΑ. Είναι παράλογο να γίνεται μια τόσο μεγάλη επένδυση σε ραντάρ AESA για τα μαχητικά και αυτά να εξοπλίζονται με εκδόσεις βλημάτων που πηγαίνουν πολλά χρόνια πίσω.
Καταλήγοντας, οι ανάγκες τις ΠΑ για βλήματα ασφαλούς εμβέλειας και πολύ μακρού πλήγματος είναι αδιαμφισβήτητη, άλλωστε η προμήθεια τέτοιων όπλων από τις περισσότερες Αεροπορίες του πλανήτη, το πιστοποιεί. Σε περίπτωση όμως που η αμερικανική κυβέρνηση συνεχίζει να κωλυσιεργεί και να μην δίνει την έγκριση της για την απόκτηση αμερικανικών βλημάτων, θα πρέπει να δείξουμε αποφασιστικότητα και θέληση ώστε να βρούμε κάποια εναλλακτική λύση και τα ελληνικά μαχητικά να εξοπλιστούν κατάλληλα και όπως απαιτούν οι σύγχρονες αεροπορικές επιχειρήσεις.
Αυτό απαιτεί πολιτική θέληση να ξοδέψουμε για βλήματα και πιστοποιήσεις και για να αντιμετωπίσουμε ενδεχόμενα εμπόδια από την αμερικανική πλευρά. Τα τουρκικά F-16 θα πιστοποιηθούν πλήρως για βλήματα SOM, ATMACA, KUZGUN και άλλα, τα ελληνικά F-16 και Viper θα εξακολουθούμε να τα βλέπουμε για πολύ καιρό ακόμα μόνο με Maverick και LGB; Και αυτό το ερώτημα απευθύνεται εξίσου στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία που τα τελευταία χρόνια συνεχώς διακηρύσσουν την στρατηγική εταιρική σχέση με τις ΗΠΑ. Η τελευταία όμως θα πρέπει να επιβεβαιωθεί και στην πράξη και ένας από τους τρόπους για να συμβεί αυτό είναι η άμεση και πλήρης αποδέσμευση όλων των ζητούμενων αεροπορικών όπλων για τα F-16 της ΠΑ.