«Τη δεκαετία του ’80 η χώρα πειραματίστηκε με τριτοκοσμικές αναζητήσεις χωρίς να έχει αναγνωρίσει το κράτος του Ισραήλ. Την προηγούμενη δεκαετία ξεκινούσε τέτοιες ημέρες η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας με ειλημμένη απόφαση της αντιπολίτευσης να ρίξει την κυβέρνηση, να ακολουθήσει το καταστροφικό εξάμηνο του 2015 όπου η χώρα έφτασε πολύ κοντά να βρεθεί εκτός ευρώ και ενδεχομένως εκτός ΕΕ. Η παράταξη που έχω την τιμή να εκπροσωπώ και να ηγούμαι, ουσιαστικά δεν μετέβαλε τον πυρήνα των θέσεών της. Αυτή ήταν μια πορεία, στη διάρκεια της οποίας άλλες παρατάξεις προσαρμόστηκαν και αυτό είναι θετική ένδειξη στο βαθμό που σήμερα ο πυρήνας των πολιτικών δυνάμεων ασπάζεται αυτές τις αξίες», ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο συνέδριο του Βήματος «Μεταπολίτευση 1974-2024: 50 χρόνια ελληνική εξωτερική πολιτική». Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι στις κατ’ ιδίαν ενημερώσεις που γίνονται από τον υπουργό εξωτερικών στα πολιτικά κόμματα, σπανίως εκφράζονται αντιρρήσεις ως προς τον πυρήνα της εξωτερικής πολιτικής. Ερωτηθείς σε ποιο μέτρο η εξωτερική πολιτική χαράσσεται με εσωτερικούς όρους και αν λαμβάνται υπόψη π.χ. δημοσκοπήσεις ο κ. Μητσοτάκης απάντησε πως η πτυχιακή του εργασία ήταν ακριβώς για αυτό το θέμα. «Επί της αρχής όλοι θα πουν ότι η εξωτερική πολιτική είναι πολιτική αξιών. Στην πράξη κάποια κόμματα έχουν υπηρετήσει αυτή την προσήλωση με μεγαλύτερη συνέπεια σε σχέση με άλλα. Όταν εμείς ταχθήκαμε απερίφραστα με την πλευρά της Ουκρανίας γνωρίζαμε ότι αυτή η θέση δεν έβρισκε μεγάλη απήχηση στην κοινή γνώμη, όμως εξηγήσαμε με θάρρος τη θέση μας. ‘Αλλες επιλογές προφανώς που έχουν κόστος και απαιτούν και πολιτικό θάρρος μπορεί να είναι δημοφιλείς. Στον Έβρο το κάναμε γιατί ήταν σωστό, όχι γιατί ήταν δημοφιλές. Το ζήτημα ήταν αν μπορούμε να αποτρέψουμε αυτή την απόπειρα της Τουρκίας», πρόσθεσε.
Για το διεθνές τοπίο ο πρωθυπουργός δήλωσε πως πιστεύει ότι βρισκόμαστε στο τέλος ενός μεγάλου ιστορικού κύκλου ή στην αρχή ενός καινούργιου. «Θυμάμαι πόσο διαφορετικά ήταν τα πράγματα το 1990 όταν έπεφτε το τείχος και όλα φαινόντουσαν λαμπρά και αισιόδοξα. Σήμερα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά όμως ορισμένες σταθερές παραμένουν. Η Ελλάδα σε σχέση με το που ήταν πριν από 5 χρόνια, είναι μια χώρα πιο ισχυρή οικονομικά, γεωπολιτικά, έχει προχωρήσει στην ενίσχυση παραδοσιακών συμμαχιών και στην οικοδόμηση νέων, είναι μια χώρα της οποίας η γνώμη μετράει πολύ περισσότερο στην Ευρώπη και έχει καταφέρει να εκμεταλλευτεί την ήπια ισχύ χτίζοντας εικονα σύγχρονης χώρας. Αν δεν υπάρχουν αυτά τα θεμέλια δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για σοβαρή εξωτερική πολιτική», συνέχισε. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απαντώντας στην κριτική που ασκείται στην Ευρώπη για την εμπλοκή της στον πόλεμο στην Ουκρανία, απάντησε «πώς να μην εμπλέκεται όταν ο πόλεμος αφορά την Ευρώπη;». Σημείωσε ότι για πρώτη φορά έχουμε πόλεμο στην Ευρώπη από το 1945, αν εξαιρέσει κανείς την τραγωδία της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. «Πώς μπορεί η Ευρώπη και η Ελλάδα που στηρίζει την εξωτερική της πολιτική στο οικοδόμημα του διεθνούς δικαίου και του απαραβίαστου των συνόρων να πει ότι δεν την αφορά μια πολιτική που προσπαθεί να επιβάλει το δίκαιο του ισχυρού; Προφανώς μας αφορά και για έναν ακόμη λόγο, διότι μια σταθερά της ευρωπαϊκής πολιτικής ασφάλειας ότι υπάρχουν ΗΠΑ για την ασφάλειά μας, πρακτικά δεν ισχύει. Όταν ο Πρόεδρος Τραμπ έθεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες προ των ευθυνών τους το 2017, είχε επί της ουσίας δίκιο. Σημαίνει ότι η Ευρώπη συνολικά ως ΕΕ και ως κράτη μέλη του ΝΑΤΟ πρέπει να πάρει την ασφάλειά της πολύ πιο σοβαρά. Και εμείς σε αυτή τη συζήτηση προσερχόμαστε και με το κεκτημένο μιας χώρας που δαπανά πάνω από 3% στην άμυνά της», τόνισε.
«’Αμα είσαι σύμμαχος πρέπει να είσαι αξιόπιστος και να σκέφτεσαι και το συμφέρον του συμμάχου σου», ανέφερε μετά από σχετικό ερώτημα για την κριτική που δέχθηκε ότι η Ελλάδα είναι αξιόπιστος σύμμαχος όταν συναντήθηκε με τον Ντ. Τραμπ το 2020. Ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι τα εθνικά συμφέροντα συντάσσονται με ευρύτερες προτεραιότητες των συμμάχων μας και έτσι μπορούμε να διαμορφώσουμε ωφέλιμες λύσεις.
Για τα ελληνοτουρκικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπενθύμισε ότι αυτό που αποκαλούμε τουρκικός αναθεωρητισμός δεν διαμορφώθηκε τα τελευταία πέντε χρόνια. «Το ζήτημα των γκρίζων ζωνών προέκυψε για πρώτη φορά στο πεδίο από τα Ίμια το 1996. Παραβιάσεις και παραβάσεις του εναερίου χώρου είχαμε διαρκώς. Τα ζητήματα της αποστρατικοποίησης των νησιών η Τουρκία τα εγείρει μόνιμα και προφανώς η τραγωδία της Κύπρου είναι ανοικτή από το 1974. Τα τελευταία 5 χρόνια είδαμε το τουρκολιβικό μνημόνιο, το οποίο η Ελλάδα το αμφισβήτησε και είναι διαφορά της Τουρκίας με την Ευρώπη. Είχαμε την απόπειρα της μεταναστευτικής εισβολής στον Έβρο, έναν πολύ δύσκολο Αύγουστο του 2020 μετά την συμφωνία της Ελλάδος με την Αίγυπτο και μια περίοδο παρατεταμένης έντασης στην οποία η Ελλάδα έμενε σταθερή στις θέσεις της, επεσήμανε τον τουρκικό αναθεωρητισμό και ενισχυόταν στρατιωτικά και οικονομικά. Υπήρξε πράγματι μετά τους σεισμούς στην Τουρκία μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης που οδήγησε σε αποτελέσματα. Δεν έχουμε παραβάσεις και παραβιάσεις στο Αιγαίο για πάνω από 18 μήνες, έχουμε συνεργασία στο μεταναστευτικό, κάναμε συμφωνία για τα νησιά του Αιγαίου σε βαθμό που ενοχλήθηκαν οι Τούρκοι ξενοδόχοι. Ταυτόχρονα, έχουμε θωράκιση σειράς αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που καθορίζουν τις σχέσεις Ευρώπης – Τουρκίας, έχοντας συναντηθεί 6 φορές με τον πρόεδρο Ερντογάν έχουμε διερευνήσει αν υπάρχει η δυνατότητα να μπούμε στην κεντρική διαφορά μας με την Τουρκία που είναι η οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Σας λέω ανοιχτά ότι δεν βλέπω αυτή τη στιγμή να μπορεί αυτή η συζήτηση..», πρόσθεσε. Και σημείωσε: «Όταν όλοι οι πρώην πρωθυπουργοί έκαναν διερευνητικές συζητήσεις ή συζητούσαν κατ’ ιδίαν με τον Πρόεδρο Ερντογάν είχαν ψευδαισθήσεις; Δεν νομίζω. Ούτε εμείς είχαμε». Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε πως η Ελλάδα παραμένει σταθερή ότι αυτή είναι η διαφορά που έχουμε με την Τουρκία και οποιοδήποτε άλλο θέμα βάζει η Τουρκία στο τραπέζι, η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να συζητήσει.
«Αυτή η θέση είναι παράξενο πως με επιμονή διαστρεβλώνεται από κάποιους ωσάν να θέλουν να παρουσιάσουν την κυβέρνηση ως λιγότερο πατριώτες, πιο ενδοτικούς, στα πλαίσια μιας διαρκούς αναπαραγωγής τέτοιων στερεοτύπων που αφορούν μικρό κόμματι της κοινής γνώμης. Η Ελληνική κοινή γνώμη θέλει ασφάλεια. Οι Έλληνες αισθάνονται ότι μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι το βράδυ», υπογράμμισε. Για το διάλογο με την Τουρκία είπε ότι «η συζήτηση συνεχίζεται» και πως «μπορούμε να διαφωνούμε πολιτισμένα» ενώ σημείωσε ότι ακόμα και οι ΗΠΑ με τον Καναδά έχουν ακόμα κάποιες συνοριακές διαφορές. «Η διαφωνία μας δεν μπορεί να οδηγείς σε αχρείαστες εντάσεις», συμπλήρωσε. Σε ερώτηση αν τον ανησυχούν όσα λέγονται περί ενίσχυσης του ρόλου της Τουρκίας, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε πως είναι πολύ σχετική έννοια τι σημαίνει ότι ενισχύεται η Τουρκία σε ένα ρευστό περιβάλλον και ενώ είναι νωρίς να βγάλει κανείς συμπεράσματα πριν καθίσει η σκόνη. «Αυτό δεν νομίζω ότι είμαστε ακόμα έτοιμοι να το πούμε. Κάποτε ο Νταβούτογλου είχε μιλήσει για πολιτική μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες και κατέληξε να έχει προβλήματα με όλους τους γείτονες», συνέχισε.
Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι η Τουρκία έχει πολλά και σύνθετα μέτωπα και ότι αυτό που γίνεται στη Συρία είναι τεράστια αλλαγή και εμείς έχουμε ρόλο και λόγο. Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι η σταθερότητα της Συρίας να υποδεχθεί πίσω πρόσφυγες έχει για εμάς μεγάλη σημασία, ενώ είπε ότι εμείς μπορούμε να συνομιλήσουμε με όλους και σε επίπεδο υπουργού εξωτερικών, αλλά και σε επίπεδο ηγετών. Ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι τη Δευτέρα θα είναι στο Λίβανο και το ταξίδι αυτό λαμβάνει ξεχωριστή σημασία, ενώ και εντός της Ε.Ε η φωνή της Ελλάδας ακούγεται. «Προφανώς και η Τουρκία συνομιλεί, αλλά το ζήτημα είναι αν αυτός με τον οποίο συνομιλείς έχει δεύτερες σκέψεις για το τι θέλεις να πετύχεις», συμπλήρωσε.
Είπε επίσης ότι ανήκει στους ηγέτες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που είχε επικοινωνία με τον Ντ. Τραμπ από την πρώτη του θητεία και από τότε έχουμε κάνει βήματα όπως η αμυντική συμφωνία συνεργασίας και τη μεγαλύτερη διείσδυση αμερικανικών εταιρειών όπως για παράδειγμα στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης όπου η Ελλάδα γίνεται κέντρο. «Δεν μπορεί κανείς να είναι απολύτως σίγουρος για το πώς θα συμπεριφερθεί ο πρόεδρος Τραμπ. Νομίζω ότι έχει μεγαλύτερη εμπειρία. Οι άνθρωποι που θα στελεχώσουν το υπουργείο εξωτερικών, γνωρίζουν πολύ καλά την περιοχή. Παραδοσιακά έχουν βρεθεί κοντά στις πάγιες ελληνικές θέσεις», σημείωσε.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στη στρατηγική σχέση της Ελλάδας με την Ινδία η οποία είπε είναι ανερχόμενη υπερδύναμη και φυσικός ανταγωνιστής της Κίνας. «Θα παίξει και πολύ σημαντικά και γεωπολιτικά εξισορροπητικό ρόλο», επισήμανε. Σε ερώτηση για την προεδρία της Δημοκρατίας ανέφερε: «Προσπάθησα όχι επιτυχώς από το Σεπτέμβριο να κλείσω αυτή τη συζήτηση με ένα απλό επιχείρημα. Η χώρα έχει Πρόεδρο της Δημοκρατίας και θεσμικά θεωρώ όχι πολύ ευπρεπές να γίνεται αυτή η συζήτηση πριν από την ώρα της. Θα τηρήσω αυτή τη δέσμευση που πρώτος εγώ έδωσα και θα ανακοινώσω τις αποφάσεις στην ώρα τους, με το νέο έτος, τέλη Ιανουαρίου, όποτε το ορίζουν οι συνταγματικές προθεσμίες». Για εκείνους που λένε ότι η ΝΔ έχει μεταλλαχθεί και έχει πάει αλλού από αυτό που ήταν, ο κ. Μητσοτάκης απάντησε πως «προφανώς και ναι και γι’ αυτό πήραμε τρεις φορές 40%». Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε πως τα αποτελέσματα μιλάνε από μόνα τους, ότι τα κόμματα εξελίσσονται και πως όταν εξελέγη πρόεδρος δεν είπε ότι θα κρατούσε τη ΝΔ ίδια. «Θα μείνω πιστός στις ιδρυτικές αξίες της ΝΔ, αλλά θα προσαρμόσω το κόμμα τις απαιτήσεις των καιρών. Το σκορ μετράει. Αυτή η πολιτική δικαιώθηκε τρεις φορές. Και σήμερα δεν αμφισβητεί κανείς παρά τη φθορά ότι η ΝΔ είναι η κυρίαρχη δύναμη πολιτικά και η μόνη που έχει πρόταση και σχέδιο για τη χώρα. Αρέσει δεν αρέσει, υπηρετούμε ένα σχέδιο για το οποίο πήραμε νομιμοποίηση από τον ελληνικό και θα κριθούμε το 2027, αν τηρήσαμε τις δεσμεύσεις μας», πρόσθεσε.
Σε ερώτηση αν θα αντέξει η ΝΔ άλλα 2,5 χρόνια μέχρι τις εκλογές είπε πως το 2024 ήταν πολύ άχαρη χρονιά για τις κυβερνήσεις κυρίως για τη συσσωρευμένη ακρίβεια, η οποία δημιούργησε προβλήματα. «Εξουδετέρωσε σε ένα βαθμό και τις αυξήσεις και τις μειώσεις των φόρων. Η ΝΔ παρά τη φθορά έχει σταθερή και ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, προηγείται σε όλες τις μετρήσεις και πιστεύω ότι στην οικονομία τα καλύτερα είναι μπροστά μας, έστω κι αν υπάρχει συγκρατημένη απαισιοδοξία. Οι μισθοί θα αυξάνονται, η ανεργία θα μειώνεται και η φόροι θα μειώνονται. Το 2025 θα είναι καλύτερο από το 2024, το 2026 καλύτερο από το 2025 και το 2027 καλύτερο από το 2026», συμπλήρωσε.
Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε πως ακολουθεί στρατηγική θεσμικής σταθερότητας και πως δεν θα αλλάξει τον εκλογικό νόμο. «Θα πάμε με τον εκλογικό νόμο που έχουμε στις εκλογές του 2027 με μία παρέμβαση που αφορά τις ψήφους των Ελλήνων του εξωτερικού. Δικαιωθήκαμε και από το πείραμα των ευρωεκλογών. Το τι θα γίνει το 2027 από εκεί και πέρα είναι πολύ μακρινό και δεν μπορεί κανείς να προβλέψει την κατανομή των δυνάμεων. Η ΝΔ είναι κόμμα εξουσίας. Οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις είναι καλύτερες από τις κυβερνήσεις συνεργασίας», σημείωσε αναφέροντας επίσης πως «στην Ευρώπη αλλάζουν οι κυβερνήσεις, εδώ αλλάζουν οι αντιπολιτεύσεις».
Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι θα έχουμε κυβέρνηση στη Γερμανία, ότι η Γαλλία είναι πιο σύνθετη και πως έχουμε ισχυρή επιτροπή και πως αυτό το τοπίο δημιουργεί ευκαιρίες για την Ελλάδα καθώς μπορούμε να διαμορφώσουμε πολιτικές εκμεταλλευόμενοι κενό άλλων χωρών.
«Αυτό το ευρωπαϊκό τοπίο προσφέρει και ευκαιρίες στην Ελλάδα. Όπως αλλάξαμε την πολιτική της Ένωσης στο προσφυγικό, πιστεύω ότι και σε άλλα χαρτοφυλάκια θα είμαστε στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων», πρόσθεσε.
Σε ερώτηση αν έχει μετανιώσει για κάτι είπε «για πολλά» και πως «έχει αξία να αξιολογούμε τις πολιτικές μας». Πρόσθεσε πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι της αλαζονείας της εξουσίας και της απομόνωσης εντός του πρωθυπουργικού γραφείου θεωρώντας ότι όλα τα μηνύματα είναι όπως κάποιοι επιμένουν να τα λένε.
Είπε ότι δεν είναι τυχαίο ότι περιοδεύει συνεχώς στη χώρα και πως αυτό απαιτεί «διάθεση να ακούμε την κριτική και αν υπάρχουν καλές προτάσεις, με θάρρος αν είναι σωστό να το κάνουμε».
Για την αναθεώρηση του Συντάγματος είπε πως θα ήθελε να είναι πιο γενναία και υπενθύμισε ότι η αναθεωρητική διαδικασία απαιτεί ευρύτερες συναινέσεις. «Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτή η Βουλή μπορεί να υπηρετήσει αυτή την συνταγματική επιταγή, όμως 180 ψήφους μπορούμε να βρούμε και υπάρχουν κόμματα που πιστεύω ότι όπως έγινε το 2001 θα έρθουν στο ύψος των περιστάσεων», σημείωσε.