Στα πλαίσια της συνεδρίασης του Υπουργικού συμβουλίου παρατίθεται η εισαγωγική τοποθέτηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη:
Καλημέρα σας. Σας καλωσορίζω στην τακτική μας συνεδρίαση. Την πρώτη η οποία γίνεται μετά από μία Συμφωνία πολυσήμαντη -και τολμώ να πω, χωρίς προηγούμενο για τη χώρα- την υπογραφή της στρατηγικής εταιρικής σχέσης Ελλάδος – Γαλλίας στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας.
Πρόκειται για μία εξέλιξη η οποία προφανώς και θωρακίζει τις Εθνικές Ένοπλες Δυνάμεις, καθώς συνοδεύεται και από την προμήθεια τριών υπερσύγχρονων φρεγατών για το στόλο μας, σε συνέχεια μάλιστα των 24 μαχητικών Rafale που ενισχύουν την Πολεμική Αεροπορία μας.
Ωστόσο, τα ποιοτικά και στρατηγικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης επιλογής την καθιστούν -πιστεύω- πολύ βαθύτερη μίας συνηθισμένης διμερούς συνεργασίας. Όπως και πολύ ευρύτερη μίας υπερεθνικής σύμπλευσης. Γιατί από τη μία πλευρά αυτή η νέα εταιρική σχέση των δύο χωρών προβλέπει σαφώς ρήτρα αμυντικής συνδρομής αν μία από αυτές δεχθεί επίθεση από τρίτο παράγοντα. Ενώ από την άλλη, διαμορφώνει στην πράξη ένα αναβαθμισμένο συμμαχικό τετελεσμένο στα πλαίσια και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και του ΝΑΤΟ.
Με άλλα λόγια, αποτελεί μία δυναμική Συμφωνία υπέρ του εθνικού συμφέροντος στο παρόν, αλλά και υπέρ της αυτόνομης ευρωπαϊκής προοπτικής στο μέλλον. Ένα μεγάλο άλμα για μία πιο ισχυρή Ελλάδα και ένα πρώτο βήμα για μία πιο ανεξάρτητη και δυνατή Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά και μια πρωτοβουλία που κάνει ακόμα πιο ισχυρή, ακόμα πιο αποτελεσματική, την μεσογειακή πτέρυγα της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Συνεπώς, μιλάμε για μία εξέλιξη η οποία υπηρετεί πολυεπίπεδα την ειρήνη και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή μας. Περισσότερα θα έχουμε την ευκαιρία να πούμε και την Πέμπτη, στη Βουλή, όπου η κυβέρνηση θα φέρει προς συζήτηση και κύρωση την ελληνογαλλική εταιρική σχέση.
Σήμερα πιστεύω ότι αξίζει να συγκρατήσουμε σύντομα δύο ακόμα στοιχεία αυτής της νέας Συμφωνίας: Πρώτον, ότι εκτός από το αμυντικό έχει και ένα θετικό οικονομικό αποτύπωμα, γιατί ενώ στοίχισε πολύ λιγότερο από τα ποσά της αρχικής προσφοράς, η προμήθεια αυτή μπορεί να υπηρετηθεί από τον δημοσιονομικό χώρο τον οποίο διαθέτουμε. Δηλαδή περισσότερο αξίζει και λιγότερο κοστίζει.
Και δεύτερον, φέρνει την Ελλάδα στο επίκεντρο μίας μεγάλης πρωτοβουλίας της Ευρώπης του αύριο. Δίπλα στη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της ηπείρου θέτει το πρώτο θεμέλιο ώστε η αμυντική δυνατότητα της Ένωσης να αντιστοιχηθεί με την οικονομική της ισχύ. Ενώ παράλληλα απλώνει και την επιρροή του ΝΑΤΟ. Έτσι, η πατρίδα μας γίνεται στο εξής όχι μόνο δέκτης συμμαχικών εγγυήσεων αλλά και δυναμικός πάροχος ασφάλειας με προβολή στη Μεσόγειο και πέραν αυτής.