Πάνε περίπου 23 έτη από όταν η κρίση των Ιμίων έφερε «απόνερα» στην ελληνική εξωτερική πολιτική. Ο πολιτικός εμφύλιος που εξελισσόταν στο τότε κυβερνών κόμμα (ΠΑΣΟΚ) περιλάμβανε και την εξωτερική πολιτική. Οι λεγόμενοι «προεδρικοί» θεωρούσαν πως σε ό,τι αφορά την Τουρκία, πρέπει να ακολουθείται η τακτική του »μη διαλόγου» με την Τουρκία στα όσα συνεχώς επινοούσε και τελικά, προσέθετε στην ατζέντα των ελληνοτουρκικών. Οι «εκσυγχρονιστές» από την πλευρά τους, με αρχιτέκτονα τον τότε πρωθυπουργό Σημίτη, θεωρούσαν πως είναι μη ρεαλιστική και μη εποικοδομητική μια τακτική »μη διαλόγου» με την Τουρκία. Αυτή η »εκσυγχρονισμένη» και «προοδευτική» άποψη οδήγησε τις επικηρύξεις να συνοδεύουν τα τουρκικά F-16 σε επίσημες επισκέψεις Ελλήνων πολιτικών στην Τουρκία.
Ο πυρήνας του ελληνικού λάθους.
Τα Ίμια, το Ελσίνκι και η έμμεση αναγνώριση της ελληνικής πλευράς όλων των τουρκικών διεκδικήσεων, έφεραν την Ελλάδα σε δυσμενή διαπραγματευτική θέση. Το παρόν της Ελλάδας που πλαισιώνεται από ατυχείς επισκέψεις Ελλήνων αξιωματούχων και από αντίστοιχες υποδοχές Τούρκων στην Αθήνα, αποτελούν απότοκα μιας πολύ κακής ιδέας η οποία οφείλει να πάψει να λαμβάνεται υπόψιν. Η «υποχωρητικότητα» ονομάστηκε «σύνεση» και έτσι φαίνεται πως πλησιάζει φυσιολογικά η ώρα όπου οι Τούρκοι θα επικηρύξουν και εμάς τους ίδιους.
Η έννοια των διαπραγματεύσεων καθώς και η αντίστοιχη του διαλόγου, έχουν υποφέρει στην Ελλάδα. Η ελληνοτουρκική διένεξη μελετάται από ξένα ιδρύματα μελετών, από εκατοντάδες μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς φοιτητές. Οι πτυχές είναι πάρα πολλές και η πιο σημαντική είναι πως τα δύο κράτη κατά παράδοξο και αντιφατικό τρόπο είναι »σύμμαχοι» εντός του ΝΑΤΟ. Γιατί όμως είναι λάθος η διαλλακτικότητα και το άνοιγμα των συνομιλιών που υποστηρίζουν ακόμη και σήμερα κύκλοι του Υπουργείου Εξωτερικών;
Η διένεξη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι ασύμμετρη. Αυτός ο χαρακτηρισμός μπορεί να τεκμηριωθεί από την ακόλουθη υπόθεση εργασίας: Η Ελλάδα ακολουθεί την οδό της διεθνούς νομιμότητας και του Διεθνούς Δικαίου. Η Τουρκία ακολουθεί πολιτική επιχειρηματολογία. Με αυτού του τύπου τη »διαλλακτικότητα» η οποία έχει την έδρα της στην εποχή των «εκσυγχρονιστών» και του Σημίτη, η Ελλάδα μπαίνει στο τουρκικό πλαίσιο. Με άλλα λόγια, ακολουθεί τη διαπραγματευτική στρατηγική της Τουρκίας που απώτατο στόχο έχει, το γκριζάρισμα τόσο της ατζέντας (προσθέτοντας συνεχώς νέες «διαφορές») όσο και των ελληνικών χωρικών υδάτων. Ακόμη και αν δεν συμπεριλάβουμε τις όψιμες διαφορές μεταξύ των δύο κρατών (π.χ οι 8 πραξικοπηματίες αξιωματικοί) οι διαφορές όπως ορίζονται από την Τουρκία, είναι αρκετές και σχετίζονται με τα χωρικά ύδατα της Ελλάδας, το Κυπριακό, το θέμα των μουσουλμάνων της Θράκης, τη Σχολή της Χάλκης, τη στρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών κ.α. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των διαφορών, είναι προϊόν της τουρκικής «ευρηματικότητας» η οποία στηρίζεται στην προαναφερθείσα, πολιτική επιχειρηματολογία που ακολουθεί στα ελληνοτουρκικά. Η μόνη διαφορά που αναγνωρίζει η Ελλάδα (από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ προ του 1996) είναι αυτή της υφαλοκρηπίδας η οποία είναι νομικής υφής.
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα με τη »διαλλακτικότητα» που επέλεξε, έφτασε να έχει στο τραπέζι με την Τουρκία, θέματα τα οποία καθιστά υπαρκτά και επομένως, υποψήφια ανταλλάγματα για μια συνολική διαπραγμάτευση η οποία έτσι και αλλιώς, δίνει οφέλη στην Τουρκία καθώς σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, δεν δικαιούται τίποτε από όσα διεκδικεί.
Η προβλέψιμη Τουρκία και ο μύθος της παύσης των διαύλων επικοινωνίας
Η θρασύτατη επικήρυξη των 8 στρατιωτικών που συμμετείχαν στο πραξικόπημα κατά της τουρκικής κυβέρνησης το 2016 την ίδια ημέρα που ο Έλληνας Πρωθυπουργός επισκεπτόταν την Άγκυρα, μαρτυρά τη συνολική αποτυχία του πνεύματος του Ελσίνκι και της στρατηγικής του κατευνασμού, η οποία από το 1996 συνοδεύτηκε και από μια διαλλακτικότητα από πλευράς της Ελλάδας, που αποθράσυνε την Άγκυρα η οποία αν δεν είναι ήδη περιφερειακός και διεθνής ταραξίας, είναι σίγουρα πηγή προβλημάτων τόσο για τη Μέση Ανατολή, όσο και για την Ανατολική Μεσόγειο.
Η Τουρκία διαμορφώνει συνεχώς συνθήκες ψυχολογικού πολέμου σε κάθε επίσημη επίσκεψη που πραγματοποιείται. Οι συνεχείς αιφνιδιασμοί έχουν καταστήσει την Τουρκία κατά παράδοξο τρόπο, υπερβολικά προβλέψιμη. Η Ελλάδα οφείλει να δώσει τέλος στη διαλλακτικότητα και στις άσκοπες επίσημες συναντήσεις, μέχρι να υπάρχουν ζητήματα τα οποία μπορούν να συζητηθούν. Ο μύθος που θέλει να υπάρχουν κίνδυνοι αν οι δίαυλοι επικοινωνίας κοπούν, δεν μπορεί να συνεχίσει να διαδίδεται, καθώς δίαυλοι επικοινωνίας υπάρχουν και δεν απαιτείται κάθε χρόνο επίσημη επίσκεψη σε επίπεδο κορυφής για να είναι ανοικτοί. Επιπρόσθετα, οι δίαυλοι επικοινωνίας στις διεθνείς σχέσεις, υπάρχουν καθώς ορίζονται ρητά από το Διεθνές Δίκαιο το οποίο καταδικάζει και αποθαρρύνει επιθετικές ενέργειες (απειλή και χρήση βίας). Τα κράτη μονίμως οφείλουν να διατηρούν την πίστη τους στην ειρηνική επίλυση των διαφορών, η οποία κατοχυρώνεται με τους ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας. Η Ελλάδα θα μπορούσε ακόμα και να επικαλεστεί ότι η Τουρκία δεν συμμορφώνεται ούτε με τα ΜΟΕ, (Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης) ούτε με το Διεθνές Δίκαιο και ότι ο περιορισμός (όχι η παύση) των διαύλων επικοινωνίας, πραγματοποιείται ως αντίμετρο (στηρίζεται στην αρχή αναλογικότητας αντιποίνων του Διεθνούς Δικαίου).
Αν η Ελλάδα δεν δείξει στην Τουρκία, ότι οι επίσημες επισκέψεις και οι ουσιαστικές διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να γίνονται σε καθεστώς απειλών, προσβολών της εθνικής κυριαρχίας (η επικήρυξη των 8 πραξικοπηματιών λογίζεται ως τέτοια) και καθημερινών παραβιάσεων, η Τουρκία θα φτάσει να ορίζει όχι μόνο την ατζέντα αλλά και το momentum των συνομιλιών (η χρονική συγκυρία που γίνεται μια διαπραγμάτευση είναι πολύ κρίσιμη). Αυτά που πρέπει η Ελλάδα να επικηρύξει με τη σειρά της, είναι ο κατευνασμός και οι ελπίδες ότι ένα άγριο ζώο θα μπορέσει να γίνει κατοικίδιο…