Ο κατευνασμός μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν αποτελεί τροχοπέδη στις προσπάθειες του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου να απομονώσει την Τεχεράνη, αλλά ο χρόνος θα δείξει αν εμποδίσει επίσης την προσέγγισή του στο Ριάντ ή τον σχεδιασμό για οποιοδήποτε ενδεχόμενο στρατιωτικό χτύπημα εναντίον ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων.

Μετά από συνομιλίες που έγιναν με διαμεσολαβητικό ρόλο της Κίνας, Ιράν και Σαουδική Αραβία, περιφερειακοί εχθροί στην Μέση Ανατολή, αποκατέστησαν την Παρασκευή τις διπλωματικές τους σχέσεις, οι οποίες είχαν διακοπεί από το 2016, σε μια εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια αναδιάταξη των δυνάμεων και των ισορροπιών στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Η πιο πιεστική ανησυχία για το Ισραήλ, υποστηρίζουν ορισμένοι ειδικοί, είναι ότι η συμφωνία της Παρασκευής μεταξύ των μεγαλύτερων σουνιτικών και σιιτικών μουσουλμανικών δυνάμεων υποδηλώνει ότι οι ΗΠΑ υποχωρούν στην περιοχή ακριβώς τη στιγμή που η κυβέρνηση Νετανιάχου τις χρειάζονται περισσότερο.

Ένας Ισραηλινός αξιωματούχος που ζήτησε να μην κατονομαστεί, περιέγραψε αυτό το «detente» Ριάντ-Τεχεράνης ως μια προβλέψιμη και προκαταρκτική διαδικασία που δεν θα πρέπει να εμποδίσει οποιαδήποτε παράλληλη πρόοδο προς την εξομάλυνση μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας. Άλλωστε, το Ισραήλ έχει έρθει κοντά με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα παρά το γεγονός ότι το Άμπου Ντάμπι εμπλέκεται επίσης με την Τεχεράνη. Εν τω μεταξύ, το Ισραήλ συνεχίζει μια εκστρατεία συγκαλυμμένων απειλών για να επιτεθεί στο Ιράν μόνο του αν κρίνει την πυρηνική διπλωματία αδιέξοδη.

Αλλά όλα τα σενάρια εξακολουθούν να εξαρτώνται από την Ουάσιγκτον, που μεσολάβησε για τις Συμφωνίες του Αβραάμ, τις ειρηνευτικές συμφωνίες Ισραήλ και αραβικών χωρών. Οι ΗΠΑ, σύμμαχος του Ισραήλ, αν απορρίψουν στρατιωτική δράση, το Ισραήλ δεν θα θέλει να προχωρήσει με μια τέτοια.

«Αυτή είναι μια ευφυής κίνηση της Κίνας και του Ιράν για να υποσκάψουν την ομαλοποίηση των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας-ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας-Ισραήλ. Παράλληλα βοηθά στην επαναφορά της Τεχεράνης στο προσκήνιο και στην υπονόμευση από αυτήν αμερικανικών και ισραηλινών προσπαθειών να οικοδομήσουν έναν περιφερειακό συνασπισμό για να αντιμετωπίσουν το Ιράν καθώς η Ισλαμική Δημοκρατία βρίσκεται στα πρόθυρα ανάπτυξης πυρηνικών όπλων», δήλωσε ο Μαρκ Ντουμπιβιτς, διευθύνων σύμβουλος του Ιδρύματος για την Άμυνα των Δημοκρατιών, με έδρα την Ουάσιγκτον.

Υπάρχουν όμως παράλληλα άλλες εντάσεις στη συμμαχία Ισραήλ-ΗΠΑ. Η αμερικανική κυβέρνηση του Δημοκρατικού προέδρου Τζο Μπάιντεν, η οποία δεν έχει ακόμη καλέσει τον Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο, έχει εκφράσει ασυνήθιστα έντονη ανησυχία για τον θρησκευτικό-εθνικιστικό κυβερνητικό συνασπισμό του. Ο Νετανιάχου βρίσκεται αντιμέτωπος επίσης από άνευ προηγουμένου μαζικές διαδηλώσεις στο Ισραήλ ενάντια στην ώθησή του για μια δικαστική μεταρρύθμιση.

«Καμπανάκι»

Ο Άμος Γιαντλίν, πρώην αρχηγός στρατιωτικών πληροφοριών υπό τον Νετανιάχου, ανέφερε ότι ο κατευνασμός μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν πρέπει να αποτελέσει μια αφύπνιση. «Η εστίαση της κυβέρνησης στη δικαστική μεταρρύθμιση, η οποία διχάζει τη χώρα και αποδυναμώνει το Ισραήλ σε όλες τις διαστάσεις, αντανακλά μια βαθιά αποσύνδεση μεταξύ του Νετανιάχου και των διεθνών γεωπολιτικών τάσεων», έγραψε ο Γιαντλίν στο Twitter.

Κατηγορώντας τον Νετανιάχου ότι «προκαλεί μεγάλη ζημιά στην εθνική μας ασφάλεια», ο Γιαντλίν τόνισε ότι θα πρέπει να εγκαταλείψει τις μεταρρυθμίσεις – τις οποίες οι επικριτές αποκαλούν προσπάθεια υποτέλειας των δικαστηρίων στην κυβέρνηση – και να συνεργαστεί με τον Μπάιντεν για το πώς να σφυρηλατήσει τις σχέσεις Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας και να αντιμετωπίσει από κοινού το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.

«Ο συντονισμός ΗΠΑ-Ισραήλ φαίνεται να είναι ισχυρός στην αμυντική σφαίρα, αλλά αδύναμος και με ανάγκη αλλαγής στον τομέα της επίθεσης», έγραψε ο Εχούντ Μπαράκ, πρώην υπουργός Άμυνας του Νετανιάχου στην εφημερίδα Yedioth Ahronoth με τις μεγαλύτερες πωλήσεις. Το Ιράν αρνείται ότι επιδιώκει να αποκτήσει πυρηνικά όπλα.

Ο Εϊτάν Μπεν-Νταβίντ, πρώην αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Νετανιάχου, ανέφερε ότι το Ισραήλ αναπτύσσει την ικανότητα να αναλάβει μονομερή στρατιωτική δράση, με τη συνεργασία των ΗΠΑ και οι πιθανές συμμαχίες με αραβικές χώρες του Κόλπου είναι δευτερεύουσας προτεραιότητας. Η Σαουδική Αραβία συνεχίζει να έχει γνώση για τον βασικό ρόλο των ΗΠΑ στην περιοχή και την αξία των διμερών δεσμών με το Ισραήλ, είπε.

«Σήμερα, επίσης, υπάρχει μια σθεναρή προσπάθεια για εμβάθυνση και ανανέωση και προώθηση αυτών των δεσμών – με τη συμμετοχή των ΗΠΑ, φυσικά, αλλά και άμεσα», δήλωσε ο Μπεν-Νταβίντ στο ισραηλινό κρατικό ραδιοφωνικό δίκτυο Kan. Οι New York Times ανέφεραν το Σαββατοκύριακο ότι, σε αντάλλαγμα για την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, το Ριάντ ήθελε βοήθεια για την ανάπτυξη ενός μη στρατιωτικού πυρηνικού προγράμματος και λιγότερους περιορισμούς στις αγορές όπλων των ΗΠΑ.

Ο Γιαντλίν προειδοποίησε τον Νετανιάχου, στρυμωγμένος πολιτικά στο εσωτερικό και σε δυσαρμονία με τον Λευκό Οίκο, να υποκύψει σε τέτοιες απαιτήσεις «με την ζέση του να παρουσιάσει ένα ειρηνευτικό σχέδιο με τη Σαουδική Αραβία ως ένα επίτευγμα». Η Σαουδική Αραβία έχει συνδέσει οποιαδήποτε κίνηση του βασιλείου για εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ με μια επίλυση των στόχων δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους.

Από την πλευρά του, ο Λευκός Οίκος φάνηκε να υποβαθμίζει τη συμμετοχή της Κίνας στη συμφωνία της Παρασκευής. Ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου Τζον Κίρμπι είπε ότι η αμερικανική προεδρία πιστεύει ότι η εσωτερική και εξωτερική πίεση, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής αποτροπής της Σαουδικής Αραβίας κατά επιθέσεων από το Ιράν ή τους αντιπροσώπους του, οδήγησε τελικά την Τεχεράνη στο τραπέζι των συνομιλιών.