Στις 17 Απριλίου, το Ναυτικό της Τυνησίας ανακοίνωσε ότι ενέταξε σε υπηρεσία δύο περιπολικά κλάσης «Island», τα οποία απέκτησε μεταχειρισμένα από τις ΗΠΑ. Τα περιπολικά κλάσης «Island» ήταν η απαίτηση της Αμερικάνικης Ακτοφυλακής, στις αρχές του 1980, για ένα περιπολικό  σκάφος που θα αντικαθιστούσε τα υπάρχοντα περιπολικά μήκους 95 και 82 ποδιών, στους ρόλους της υπεράκτιας επιτήρησης, επιβολής του νόμου, για επιχειρήσεις καταπολέμησης των ναρκωτικών και δευτερευόντως έρευνας και διάσωσης. Η κλάση σχεδιαστικά βασίζεται σε ένα σκάφος μήκους 33 μέτρων της βρετανικής Vosper Thornycroft. Οι σχεδιαστικές γραμμές της γάστρας ουσιαστικά βασίζονται στο βρετανικό σχέδιο ενώ η εσωτερική διαρρύθμιση των καταστρωμάτων  επανασχεδιάστηκε για να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της Αμερικάνικης Ακτοφυλακής. Συνολικά κατασκευάστηκαν 49  σκάφη. Το σκάφος έχει ολικό μήκος 33,53 μέτρα, πλάτος 6,43 μέτρα, μέγιστο βύθισμα 2,22 μέτρα και κοίλο 3,32 μέτρα. Το εκτόπισμα είναι 167,8 τόνοι σε πλήρες φόρτο και 119 τόνοι άφορτο. Η γάστρα είναι κατασκευασμένη από χάλυβα και είναι χωρισμένη σε οκτώ διαμερίσματα.

Το κυρίως κατάστρωμα και η υπερκατασκευή είναι κατασκευασμένα από αλουμίνιο. Με την επιχειρησιακή λειτουργία των πρώτων σκαφών, ανακαλύφθηκε ότι η κλάση «Island» υπέφερε από προβλήματα στο κύτος, κυρίως από την ανάπτυξη ρωγμών κατά την πλεύση σε κακοκαιρία. Ως διορθωτικό μέτρο, στα σκάφη, από το WPB-1317 έως το WPB-1349, χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή της πλώρης μεγαλύτερου πάχους ελάσματα και τοποθετήθηκαν επιπλέον εγκάρσια ενισχυτικά. Επιπλέον αλλαγές περιλάμβαναν ένα βελτιωμένο σύστημα καθαρισμού του νερού, βελτιωμένες συνθήκες διαβίωσης και εξαρτήματα πρόσδεσης. Λόγω αυτών των τροποποιήσεων, τα περιπολικά σκάφη ομαδοποιούνται σε Σειρά Α (WPB-1301 έως WPB-1316), Σειρά Β (WPB-1317 έως WPB 1337) και Σειρά C (WPB-1338 έως WPB-1349). Το σύνολο των ενδιαιτήσεων είναι για 18 άτομα. Οι πέντε δεξαμενές καυσίμου του σκάφους έχουν συνολική χωρητικότητα 39 κυβικών μέτρων.  Επίσης φέρει δύο δεξαμενές πόσιμου νερού συνολικής χωρητικότητας 6,7 τόνων, ενώ έχει και δυνατότητα παραγωγής πόσιμου νερού 378 λίτρων την ημέρα. Το περιπολικό έχει τη δυνατότητα να επιχειρεί συνεχόμενα για πέντε μέρες χωρίς ανεφοδιασμό.

Κίνηση στο σκάφος δίνουν δύο πετρελαιοκινητήρες με δύο άξονες που καταλήγουν σε ισάριθμες προπέλες. Τα πρώτα 37 σκάφη της κλάσης, που ανήκουν στις Σειρές Α και Β διαθέτουν πετρελαιοκινητήρες Paxman Valenta 16 RP200M με ισχύ 3.350 ίππους στις 1.500 στροφές το λεπτό. Τα τελευταία δώδεκα σκάφη, που ανήκουν στη Σειρά C, διαθέτουν πετρελαιοκινητήρες Caterpillar 3516 DITA με ισχύ 2.740 ίππων στις 1.910 στροφές/λεπτό. Όλες οι μηχανές διαθέτουν κιβώτιο μετάδοσης κίνησης BW-755 της ZF. Η ηλεκτρική ισχύς παρέχεται από δύο ηλεκτρομηχανές Caterpillar 3304T στα 99 kW έκαστη. Το πλοίο πετυχαίνει μέγιστη ταχύτητα που υπερβαίνει τους 26 κόμβους (48 χιλιόμετρα την ώρα) ενώ με οικονομική ταχύτητα 13,1 κόμβων (24 χιλιόμετρα την ώρα) πετυχαίνει εμβέλεια 3.350 ναυτικά μίλια (6.204 χιλιόμετρα). Στα τέλη στης δεκαετίας το 90’ ξεκίνησε μια μελέτη για την υιοθέτηση επί του σκάφους ενός πτερυγίου πρύμνης (Stern Flap). Ένα πτερύγιο πρύμνης είναι μια μικρή προέκταση της κάτω επιφάνειας του κύτους πίσω από τον καθρέφτη. Τα πτερύγια της πρύμνης μειώνουν την ισχύ που απαιτείται για την ώθηση του πλοίου μέσα στο νερό, μειώνοντας έτσι την κατανάλωση καυσίμου, ενώ αυξάνουν την τελική ταχύτητα του πλοίου.

Οι προκαταρκτικοί στόχοι του προγράμματος ήταν η αύξηση της μέγιστης επιτεύξιμης ταχύτητας με πλήρη ισχύ και η μείωση των τάσεων σπηλαίωσης και της διάβρωσης στα πτερύγια της προπέλας. Δευτερεύων στόχος ήταν η βελτίωση της διαβίωσης του πληρώματος από τη μείωση των επιπέδων θορύβου και των κραδασμών που εκπέμπονται επί του σκάφους. Η τοποθέτηση του πτερυγίου μήκους 2,65 μέτρων και πλάτους χορδής 0,61 μέτρων στο σύνολο των πλοίων της κλάσης επέφερε αύξηση της τελικής ταχύτητας κατά 1,8 κόμβους (3,3 χιλιόμετρα την ώρα). Αυτό μαζί με την υιοθέτηση προπελών νέας σχεδίασης ανέβασε την τελική ταχύτητα του σκάφους στους 29,5 κόμβους (55 χιλιόμετρα την ώρα). Όσον αφορά τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό και οι δύο σταθμοί ελέγχου διαθέτουν εξοπλισμό ηλεκτρονικών και επικοινωνιών, όπως LORAN, OMEGA, GPS, γυροπυξίδα και ραντάρ με αυτόματο προσδιορισμoύ θέσης. Ο οπλισμός των «Island» αποτελείται από ένα πυροβόλο Mk.38 των 25 χιλιοστών και δύο πολυβόλα των M2 των 12,7 χιλιοστών. Τέλος πίσω από την υπερκατασκευή υπάρχει ένα φουσκωτό με εξωλέμβια μηχανή 90 ίππων.