Μελετώντας τα γεγονότα, όπως διαδραματίστηκαν κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, διακρίνουμε τη μετατόπιση των συμμαχιών και τη δομή των στρατιωτικών συμμαχιών που ήταν οι καθοριστικοί παράγοντες της ιστορίας.
Του Δημητρίου Τσαϊλά, Ναύαρχος (εα), δίδαξε, μεταξύ άλλων, επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως και της Στρατηγικής και Ασφάλειας σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου.
Οι σημερινές αμυντικές συμμαχίες και συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων των «οριζόντιων συνασπισμών» μεταξύ των «Μεγάλων Δυνάμεων», είναι εξίσου εύθραυστες, εντελώς διαφορετικές και εξαιρετικά περίπλοκες όπως ακριβώς εκείνες που αφορούσαν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Δηλαδή την αντιπαράθεση μεταξύ της «Τριπλής Συμφωνίας» και της «Τριπλής Συμμαχίας», καθώς οι ιστορικοί εξακολουθούν να αμφισβητούν την σημασία του συστήματος των συμμαχιών στο ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου.
Κατά τις αρχές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, και τα τρία μέλη της Τριπλής Αντάντ (Ρωσία, Γαλλία, Βρετανία) εισήλθαν σε αυτόν ως Σύμμαχοι ενάντια στις Κεντρικές Δυνάμεις, την Γερμανία και την Αυστροουγγαρία.
Οι σύγχρονες εξελίξεις υποδηλώνουν μια ιστορική μετατόπιση στη δομή των αμυντικών συμμαχιών που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αποδυνάμωση της ηγεμονίας των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, καθώς και στη δημιουργία συνθηκών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν ακόμη και σε διάλυση του ΝΑΤΟ.
Οι πρόσφατες μικροπολιτικές της Τουρκίας σίγουρα καταστρέφουν τη συνοχή του ΝΑΤΟ και η εισβολή της στη Συρία έχει τη δυνατότητα να διευρύνει το χάσμα. Ωστόσο, δεν αποτελεί έκπληξη. Δεν αρκεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνώρισαν ως θεμιτές τις ανησυχίες για την ασφάλεια της Τουρκίας κατά μήκος των βόρειο συριακών συνόρων. Τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Τουρκία βρίσκονται τώρα αντιμέτωποι με ένα μεγαλύτερο ερώτημα: είναι οι μακροπρόθεσμοι στόχοι τους στη Συρία εφικτοί; Για τους Τούρκους, η εισβολή στη Συρία όχι μόνο δημιουργεί κινδύνους για την ασφάλεια της στο εσωτερικό από τρομοκρατικές επιθέσεις στις μεγάλες τουρκικές πόλεις οι οποίες είχαν σταματήσει από το 2016, αλλά μπορεί κάλλιστα να εξυπηρετήσει την ατζέντα της Μόσχας να δημιουργήσει ρήγμα στο ΝΑΤΟ.
Στην ημερήσια διάταξη, ο Πρόεδρος Ερντογάν, τροφοδοτείται από τα ισχυρά ένστικτα ανάμεσα στην επιβίωση και την παράνοια. Είναι πλέον ικανός να προχωρήσει σε εναλλακτικές συμμαχίες. Η Τουρκία έχει φτάσει σε ένα σημείο όπου η κυβέρνηση της είναι διατεθειμένη να διακινδυνεύσει να βλάψει το ΝΑΤΟ για αυτό που νομίζει ότι καταφέρνει ως διατήρηση της κυριαρχίας της Τουρκίας, ακόμη και αν αυτό μπορεί να σημαίνει ότι έχει υψηλό κόστος.
Η κυβέρνηση του Ερντογάν έχει μετακινηθεί από τη Δύση προς την Ανατολή, πιο κοντά στη Ρωσία και την Κίνα, που είναι επίσημα ανταγωνίστριες δυνάμεις των ΗΠΑ. Και βλέπουμε το οξύμωρο, από τη μία πλευρά στο πολιτικό σκέλος οι σχέσεις να είναι ως επί το πλείστον business as usual, και από στρατιωτικής πλευράς, τα πράγματα να γίνονται περίπλοκα.
Η Άγκυρα έχει υιοθετήσει επίσης μια ριζικά διαφορετική προσέγγιση για τη Ρωσία. Άλλο πράγμα είναι η υποστήριξη μιας ισορροπημένης σχέσης με τη Μόσχα, και άλλο πράγμα η προμήθεια ενός ρωσικού συστήματος αεράμυνας που μπορεί να συλλέξει δεδομένα σχετικά με το μαχητικό επόμενης γενιάς της συμμαχίας, το F-35. Επίσης καθημερινά εκτελεί όλο και πιο ποιοτικές και προβοκατόρικες κινήσεις στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο και υπονομεύει τις προσπάθειες των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή.
Τέλος η επιθετική ρητορική από την Άγκυρα προς ολόκληρη την περιφέρεια της δεν γίνεται μόνο για εσωτερική πολιτική κατανάλωση αλλά δείχνει να φέρνει σε δυσκολία και τη συμμαχία. Η Άγκυρα φαίνεται ότι είναι πρόθυμη να παίξει γρήγορα και χαλαρά με τις σχέσεις της με τους Δυτικούς συμμάχους με τρόπους πολύ υψηλού ρίσκου.
Πηγή: New Economy