Η Τουρκία με συγκεκριμένα μεθοδικά και διαδοχικά βήματα, κλείνει συμφωνία με τον Fayez Mustafa al-Sarraj, ο οποίος είναι πρόεδρος του Προεδρικού Συμβουλίου της Λιβύης και πρωθυπουργός της κυβέρνησης της εθνικής συμφωνίας (GNA), ενώ η χώρα μας έχοντας επί μακρόν απολέσει την πρωτοβουλία έναντι της Τουρκίας αποφεύγει να διατυπώσει ποιες είναι οι δικές μας θέσεις κυρίως για την ΑΟΖ.
Γράφει ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΦΕΝΕΚΟΣ για το LIBERAL
α. Η εμπλοκή της Λιβύης και της Αιγύπτου
Η προσωρινή αυτή κυβέρνηση δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της Πολιτικής Συμφωνίας μεταξύ των αντιτιθέμενων δυνάμεων και κομμάτων, η οποία υπογράφηκε τον Δεκέμβριο του 2015 στο Skhirat του Μαρόκου (αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ).
Όμως ο επικεφαλής της επαναστατικής κυβέρνησης της Ανατολικής Λιβύης, Στρατηγός Khalifa Haftar, αρνείται πλέον την ισχύ της πολιτικής συμφωνίας Skhirat (Μαρόκου), αλλά και την αρμοδιότητα του Fayez al-Sarraj να υπογράψει την συμφωνία με την Τουρκία, ως μη εκλεγμένος από τον λαό της Λιβύης και με εντολή από κοινοβούλιο.
Ο Haftar αναγνωρίζεται μόνο από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Ιορδανία, την Ρωσία και την Αίγυπτο και όχι από την Ελλάδα. Σημειωτέον ότι ο Haftar είναι εξαιρετικά αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, όπως και ο Fayez al-Sarraj άλλωστε, για να τους εμπιστευθεί κάποιος στις συμφωνίες τους και στις διεθνείς σχέσεις.
Έχει φοιτήσει επί 4 χρόνια σε Σοβιετική στρατιωτική σχολή (1970, M.V. Frunze Military Academy), έχει συνεργασθεί την δεκαετία του ’90 με την CIA, αλλά και αργότερα όταν κατέφυγε στις ΗΠΑ (μέχρι το 2011) διωγμένος από τον Καντάφι (έχει διπλή υπηκοότητα, Λιβυκή και Αμερικανική). Αρχικά ήταν με τον Καντάφι όταν αποκαθήλωσαν το βασιλιά Idris, μετά μετείχε σε προσπάθειες δολοφονίας του και στην τελική αποκαθήλωσή του, και ήταν διοικητής των Λιβυκών στρατευμάτων που υποστήριξαν την Αίγυπτο εναντίον του Ισραήλ στη χερσόνησο του Σινά το 1993.
Επίσης η Αίγυπτος δεν αναγνωρίζει την δικαιοδοσία του Fayez al-Sarraj να υπογράφει τέτοιες διεθνείς συνθήκες, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι η πολιτική συμφωνία Skhirat αναγνωρίζει το δικαίωμα υπογραφής διεθνών συμφωνιών μόνο σε εκλεγμένο κοινοβούλιο της Λιβύης. Ιδιαίτερης προσοχής χρήζει το γεγονός ότι η Αίγυπτος αναφέρεται σε δικαιοδοσία υπογραφής και όχι σε παραβίαση διεθνούς δικαίου για την ΑΟΖ, αφού η συμφωνία που ανακοινώθηκε από Τουρκία και Fayez al-Sarraj δεν αναφέρεται συγκεκριμένα σε ΑΟΖ αλλά σε αρχική συμφωνία για να εργασθούν για μία συμφωνία στις θαλάσσιες ζώνες.
β. Οι μεθοδεύσεις της Τουρκίας
Ταυτόχρονα, μερικές μόλις ημέρες πριν, η Τουρκία στέλνει και στον ΟΗΕ ρηματική διακοίνωση (συνοδευόμενη και με σχετικό χάρτη), όπου οριοθετεί την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ την οποία έχει συμφωνήσει με το ψευδοκράτος στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, επίσης τα όρια που αυτόκλητα θεωρεί ως ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου, μη αναγνωρίζοντας οιαδήποτε επήρεια στα Ελληνικά νησιά (μόνο όσο είναι το εύρος της χωρικής θάλασσας) και επεκτείνεται ακόμη περισσότερο, αναφέροντας τις εκτεταμένες ζώνες που θεωρεί ότι έχει δικαιώματα στην Ανατολική Μεσόγειο (στον χάρτη που επισυνάπτει).
Ιδιαίτερη σημασία έχει, ότι στην διακοίνωση αυτή επισυνάπτει και κατάλογο των γεωγραφικών συντεταγμένων των εξωτερικών ορίων της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο Θάλασσα, όπου δηλώνεται ξεκάθαρα (και μονομερώς), ότι η Τουρκία ασκεί αυτοδικαίως και αποκλειστικά κυριαρχικά δικαιώματα και δικαιοδοσία που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο. Σημειωτέον ότι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, στην συντριπτική διεθνώς πρακτική εφαρμογή της, συμπαρασύρει και την οριοθέτηση της ΑΟΖ.
Επίσης εκμεταλλευόμενη το ότι οι σχετικές διακοινώσεις των κρατών προς τον ΟΗΕ καταχωρούνται αφιλτράριστες ως έγγραφα της ημερησίας διάταξης της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ (δημοσιεύονται στο σχετικό web site, καθώς και στο σχετικό Bulletin του τμήματος “Ocean and Law of the Sea” του ΟΗΕ), αιτείται την δημοσίευση της διακοίνωσης εκεί.
Συνακόλουθα αιτείται και την δημοσίευση στην επόμενη έκδοση του εγκυρότερου “Law of the Sea Bulletin” του ΟΗΕ, το οποίο εκδίδεται τρεις φορές το χρόνο και παρέχει έγκυρη και έγκαιρη πληροφόρηση και νομικά στοιχεία σχετικά με σημαντικά θέματα της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, συμπεριλαμβανομένης της εθνικής νομοθεσίας, των διμερών συμφωνιών και των πολυμερών συνθηκών, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τις αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου, των διαιτητικών δικαστηρίων και άλλων διαδικασιών επίλυσης διαφορών.
Με τον τρόπο αυτό επιδιώκει αφενός την δημιουργία πλέγματος συναφών υποστηρικτικών αναφορών και ενεργειών σε όλα τα επίπεδα (ΟΗΕ, Διεθνών Οργανισμών, διακρατικών συμφωνιών και κλπ) και αφετέρου την καταγραφή και την σαφή ενημέρωση του ΟΗΕ και όλων των κρατών για τις διεκδικήσεις της.
Στην ρηματική διακοίνωση μάλιστα, κινείται μέσα στις γκρίζες ζώνες ασάφειας των διαδικασιών και του διεθνούς δικαίου, αναφέροντας ότι συζητάει με όλα τα σχετικά παράκτια κράτη που αναγνωρίζει και με τα οποία έχει διπλωματικές σχέσεις (συνεπώς και με την κυβέρνηση της Λιβύης του Fayez al-Sarraj ), για τον καθορισμό και την επικύρωση αυτών των θαλασσίων ζωνών και επίτευξη οριστικής συμφωνίας. Και όλα αυτά όπως δηλώνει «σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, προκειμένου να συμβάλει περαιτέρω στη σταθερότητα και την ειρήνη και ευημερία ολόκληρης της λεκάνης της Μεσογείου».
Όσον αφορά στην Κυπριακή Δημοκρατία, την αποκλείει αφού δεν την αναγνωρίζει (την αναφέρει ως δυτικό τμήμα της Κύπρου), και δηλώνει ότι οιαδήποτε διευθέτηση θα ήταν δυνατή μόνο μετά από μια συνολική πολιτική διευθέτηση.
γ. Καταλήγοντας
Παρά το γεγονός ότι διαπιστώνουμε την παρελκυστική αυτή μεθόδευση εκ μέρους της Τουρκίας (που δεν μας αφήνει καμία αμφιβολία για τις προθέσεις και τις διεκδικήσεις της), εξακολουθούμε να μην δηλώνουμε με σαφήνεια, επίσημα, διεθνώς και στον ΟΗΕ, ποιες είναι οι δικές μας θέσεις κυρίως για την ΑΟΖ. Έτσι δεν είναι επίσημα δηλωμένες και καταγεγραμμένες οι θέσεις μας, δεν τις γνωρίζει η διεθνής κοινότητα, και η Τουρκία εκμεταλλεύεται σε κάθε ευκαιρία την αφωνία μας.
Μάλιστα ενώ θα μπορούσαμε να έχουμε ήδη χαράξει γραμμές βάσεως σε όλη την επικράτεια, και να έχουμε οριοθετήσει ήδη την ΑΟΖ με Ιταλία (αφού έχει οριοθετηθεί ήδη η υφαλοκρηπίδα), εν τούτοις καθυστερούμε αδικαιολόγητα (παρά το ότι και η Ιταλία παίζει παιχνίδια λόγω της αλιείας).
Δυστυχώς, έχοντας χάσει επί μακρόν την πρωτοβουλία έναντι της Τουρκίας, απλά ετεροπροσδιοριζόμαστε, αντιδρώντας σπασμωδικά κάθε φορά που η Τουρκία επιχειρεί με λόγια αλλά και με έργα, να διευρύνει τις διεκδικήσεις της. Ο ετεροπροσδιορισμός κυρίως ευνοεί την Τουρκική πλευρά, γιατί αυτή διατηρεί την πρωτοβουλία των ενεργειών, θέτοντας έτσι την ατζέντα και τα όρια.
Η δε δήλωση από επίσημα κυβερνητικά χείλη, ότι «μεταξύ των δύο χωρών υπάρχει ο όγκος της Κρήτης», είναι ατυχέστατη, αφού έτσι έμμεσα διαχωρίζει την Κρήτη από την επικράτεια (ως νησί), και ευνοεί άθελά την επιχειρηματολογία της Τουρκίας για μειωμένη επήρεια των νησιών.
Μεταξύ της Ελλάδος και της Λιβύης ή της Τουρκίας δεν μεσολαβεί τίποτε, γιατί η Κρήτη και τα νησιά ΕΙΝΑΙ Ελλάδα και η Ελληνική επικράτεια είναι ενιαία και ως τέτοια πρέπει να εκφράζεται, τόσο στη πράξη, ως ενάσκηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, όσο και ρητορικά στο δημόσιο λόγο.