Όπως επιβεβαιώθηκε και στην τελευταία σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, ο Τραμπ επιδιώκει να αλλάξει συνολικά τον τρόπο που οι ΗΠΑ αντιλαμβάνονται και διαχειρίζονται τις σχέσεις τους με αντιπάλους και συμμάχους. Είναι χαρακτηριστική η παλαιότερη δήλωσή του ότι η Ρωσία, η Κίνα και η Ευρώπη είναι με διαφορετικό τρόπο η καθεμία εχθρός-ανταγωνιστής. Παρόλα αυτά, μεταβαίνοντας τώρα στο Παρίσι για τα 100 χρόνια από τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου επέκρινε με τουίτ τον Μακρόν, επειδή επιδιώκει αμυντική αυτονομία της Ευρώπης!
Γράφει ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΛΥΓΕΡΟΣ για το SL PRESS
Ο ίδιος ο Τραμπ θεωρεί τη Ρωσία ανταγωνιστή, αλλά όχι εχθρό. Γι’ αυτό και επεδίωξε την αναζήτηση κοινού εδάφους με σκοπό μία συνεννόηση. Όπως είναι γνωστό, όμως, προσέκρουσε στο ριζωμένο αντιρωσικό σύνδρομο που κυριαρχεί στην Ουάσιγκτον και υποχρεώθηκε να ανακρούσει πρύμνα. Ο ίδιος θεωρεί απειλή την Κίνα και γι’ αυτό επιδιώκει να ανασχέσει την οικονομική, στρατιωτική και διπλωματική ενδυνάμωσή της.
Για τον σκοπό αυτό έχει επιστρατεύσει το όπλο των δασμών που κάνει τους σταυροφόρους της παγκοσμιοποίησης εντός και εκτός ΗΠΑ να βγαίνουν από τα ρούχα τους. Είναι ενδεικτικό ότι λίγο πριν εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο, ο Ομπάμα είχε εμμέσως πλην σαφώς χρίσει τη Μέρκελ ηγέτη της Δύσης! Αλλά και στις σχέσεις με το Πεκίνο, ουσιαστικά επιδιώκει έναν ετεροβαρή υπέρ των ΗΠΑ συμβιβασμό.
Εάν συγκρίνουμε με την προεδρία Ομπάμα πρόκειται για μία αλλαγή μοντέλου. Υπενθυμίζουμε πως οι ΗΠΑ έχουν δημόσιο χρέος της τάξεως των 20 τρισ. δολαρίων, ενώ το ετήσιο εμπορικό έλλειμμα ανήλθε το 2017 στα 566 δισ. Το ετήσιο έλλειμμα στο διμερές εμπόριο με την Κίνα ανέρχεται στα 375 δισ., με το Μεξικό στα 71 δισ. και με τη Γερμανία στα 64 δισ. Είναι ακριβώς αυτά τα δυσμενή για τα δημόσια οικονομικά των ΗΠΑ δεδομένα που επιχειρεί να ανατρέψει ο Τραμπ. Γι’ αυτό και ξεκινάει εμπορικό πόλεμο όχι μόνο εναντίον της Κίνας, αλλά και εναντίον της Γερμανίας και συνολικά της ΕΕ.
Στο ίδιο πλαίσιο εγγράφεται και η ασφυκτική πίεση που ασκεί στους Ευρωπαίους να αυξήσουν άμεσα τις αμυντικές δαπάνες τους στο 2% του ΑΕΠ τους. Το μήνυμα του Λευκού Οίκου είναι ξεκάθαρο: οι Αμερικανοί δεν πρόκειται να συνεχίσουν να πληρώνουν για την άμυνα της Ευρώπης και η Ευρώπη, ειδικά η Γερμανία, να το εκμεταλλεύεται για να θησαυρίζει. Υπενθυμίζουμε πως οι ετήσιες αμυντικές δαπάνες των ΗΠΑ ανέρχονται σε 686 δισ. δολάρια σχεδόν το 40% των παγκόσμιων αμυντικών δαπανών (1,7 τρισ. δολάρια).
Οι δύο βάρκες και ο λογαριασμός
Οι Γερμανοί, σε συνεργασία με τους Γάλλους, επιδιώκουν τη συγκρότηση μίας αυτόνομης ευρωπαϊκής αμυντικής δομής, η οποία θα έδινε και μία ισχυρή ώθηση στη γερμανική και γαλλική πολεμική βιομηχανία. Από την άλλη, δεν είναι καθόλου έτοιμες να φύγουν από την ασφάλεια της αμερικανικής πυρηνικής ομπρέλας και του ΝΑΤΟ. Γι’ αυτό και προς το παρόν πατάνε σε δύο βάρκες.
Προφανώς, ο Τραμπ δεν έχει σκοπό να αποσύρει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ, όπως έχει απειλήσει, θυμίζοντας στους συμμάχους του ότι μπορεί να το κάνει, χωρίς να χρειάζεται τη σύμφωνη γνώμη του Κογκρέσου. Είναι, άλλωστε, αγαπημένη τακτική του να δημιουργεί κρίση, προκειμένου να αποσπάσει αυτό που θέλει, ή τουλάχιστον έναν συμβιβασμό κοντά σ’ αυτό που θέλει. Δεδηλωμένη επιδίωξη του Αμερικανού προέδρου είναι να φορτώσει στα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη της Συμμαχίας το κόστος της αμυντικής ομπρέλας που τα προστατεύει. Είναι ενδεικτική η δήλωσή του πως το σωστό ποσοστό δεν είναι το 2%, αλλά το 4% του ΑΕΠ.
Ενδεικτική είναι και η πίεση που ο Τραμπ άσκησε στη Μέρκελ για να ακυρώσει την κατασκευή του αγωγού NordStream 2, που θα μεταφέρει πρόσθετο ρωσικό φυσικό αέριο στη Γερμανία. Η στάση του αυτή χαϊδεύει τα αυτιά των σταυροφόρων του νέου Ψυχρού Πολέμου, αλλά δεν πηγάζει από αντιρωσισμό. Πηγάζει από την επιδίωξή του να αυξήσει το ενεργειακό κόστος για τις ευρωπαϊκές οικονομίες και να πουλήσει το ακριβότερο αμερικανικό σχιστολιθικό αέριο. Το δημόσιο επιχείρημά του, βεβαίως, είναι ότι πρέπει να σπάσει η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία.