Στα μέσα Ιανουαρίου σημειώθηκε μία πολύνεκρη επίθεση αυτοκτονίας στην πόλη Μάνμπιτζ της Συρίας. Μεταξύ των θυμάτων ήταν και πέντε Αμερικανοί στρατιώτες. Η επίθεση πραγματοποιήθηκε λίγο μετά τις ανακοινώσεις του προέδρου Τραμπ για την αποχώρηση των Αμερικανών από την Συρία. Οι τζιχαντιστές, με την αιματηρή δράση τους, έφεραν σε δύσκολη θέση έναν παλιό τους γνώριμο.

Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΥΚΟΚΑΠΗΣ για το SL PRESS

Αναφερόμαστε στον Τούρκο πρόεδρο, που προηγουμένως ήταν απροκάλυπτος υποστηρικτής τους. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπολόγιζε να αναλάβει τον έλεγχο της πόλης Μάνμπιτζ, αμέσως μετά την αποχώρηση των Αμερικανών. Στην Μάνμπιτζ σταθμεύουν ισχυρές δυνάμεις των Κούρδων της οργάνωσης YPG, οι οποίοι πολέμησαν το Ισλαμικό Κράτος μαζί με τον αμερικανικό στρατό. Ως γνωστόν για την Άγκυρα είναι «τρομοκράτες», λόγω της ιδεολογικής τους συγγένειας με το ΡΚΚ.

Ο Τούρκος πρόεδρος προχώρησε σε μία δήλωση, την οποία αξίζει να επισημάνουμε. Εκτίμησε πως η επίθεση δεν θα επηρεάσει την επικείμενη αποχώρηση των Αμερικανών από την Συρία, λόγω της «αξιέπαινης αποφασιστικότητας» του προέδρου Τραμπ. Εκ των υστέρων, αποδείχτηκε πως έκανε λάθος. Διότι οι Αμερικανοί όχι μόνο δεν αποσύρθηκαν από την Συρία, αλλά εξακολουθούν και υποστηρίζουν τους Κούρδους.

Ο Αμερικανός πρόεδρος υποχρεώθηκε να ανασκευάσει την αρχική του θέση. Η επίθεση στο Μάνμπιτζ έδειξε πως υπάρχει ο κίνδυνος της ανασυγκρότησης των τζιχαντιστών, αν και δεν θεωρούμε πως αυτός ήταν ο κυριότερος λόγος. Περισσότερο έπαιξαν ρόλο οι αντιδράσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ακόμα και από ακραιφνείς υποστηρικτές του Τραμπ στην Γερουσία. Στην επικείμενη αποχώρηση των Αμερικανών, όπως θυμόμαστε, είχε αντιδράσει έντονα και το Ισραήλ.

Το βαλς Τραμπ-Ερντογάν

Μοιάζει ο Τούρκος πρόεδρος να διαχωρίζει τον Τραμπ από την υπόλοιπη αμερικανική κυβέρνηση. Ο Ερντογάν πιστεύει θα βγει κερδισμένος αν καλλιεργήσει μία ειδική σχέση με τον Αμερικανό ομόλογο του. Φαίνεται να ποντάρει πολλά στην συνάντηση του με τον μεγιστάνα, η οποία θα πραγματοποιηθεί στα τέλη Ιουνίου στην Ιαπωνία, στην σύνοδο των G20. Θεωρεί πως θα καταφέρει να εξασφαλίσει ανταλλάγματα στο μέτωπο που τον ‘καίει’, δηλαδή στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε πως τα ανταλλάγματα θα είναι εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων. Είναι ο βασικός λόγος που η Άγκυρα εμφανίζεται να κλιμακώνει τις μονομερείς διεκδικήσεις της και τις πολεμικές απειλές της εις βάρος της Κύπρου. Ευρισκόμενη σε θέση ισχύος, υπολογίζει πως μεσοπρόθεσμα θα υποχρεώσει τους Αμερικανούς να δεχτούν τετελεσμένα. Μία επανάληψη της ιστορίας των Ιμίων, η οποία ήρθε στην επικαιρότητα μετά το άρθρο του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη.

Δεν μοιάζει τυχαίο που η Άγκυρα δραστηριοποιείται στα υπόλοιπα πολεμικά μέτωπα. Στην Λιβύη φέρεται να στέλνει στρατιωτικό εξοπλισμό στις ισλαμικές ομάδες, που υποστηρίζουν την πολιορκούμενη κυβέρνηση Σαράτζ στην Τρίπολη. Η Τουρκία πασχίζει να αποτρέψει την στρατιωτική κατάληψη της εξουσίας από τις δυνάμεις του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, ενός ανελέητου διώκτη του πολιτικού Ισλάμ.

Στην Συρία φέρεται να υποστηρίζει την ένοπλη δράση των αντικαθεστωτικών στην επαρχία Ιντλίμπ, παραβιάζοντας την συμφωνία εκεχειρίας που έχει υπογράψει με την Μόσχα. Από τον περασμένο Μάιο το συριακό καθεστώς, με την συνδρομή των Ρώσων, ξεκίνησε νέους βομβαρδισμούς στον τελευταίο θύλακα των αντικαθεστωτικών ανταρτών. Ο συριακός στρατός, εν είδει προειδοποίησης, έπληξε ένα παρατηρητήριο του τουρκικού στρατού στην Ιντλίμπ, προκαλώντας την οργή της τουρκικής κυβέρνησης.

Η δημιουργική ασάφεια για τους S-400

Πάντως ο Ερντογάν θέλει και την ‘πίτα ολάκερη και τον σκύλο χορτάτο’. Υπολογίζει στην εύνοια του Τραμπ, αλλά ταυτόχρονα εμμένει στην παραλαβή των ρωσικών πυραύλων S-400. Είναι δύσκολο να προβλέψουμε την τελική στάση του Αμερικανού προέδρου, με δεδομένο τον ιδιότυπο χαρακτήρα της διοίκησής του. Όμως η παραλαβή ρωσικών πυραυλικών συστημάτων από μία χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, μοιάζει να αποτελεί κόκκινη γραμμή για την Ουάσιγκτον.

Ακόμα και αν ο Τραμπ το αποδεχθεί, δεν μπορεί να παρακάμψει την αμερικανική νομοθεσία για τους S-400. Αυτή προβλέπει σοβαρές οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες θα επιδεινώσουν τα προβλήματα στην τουρκική οικονομία. Τον περασμένο Απρίλιο, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικλ Πενς είχε προειδοποιήσει πως η απόκτηση των S-400 «θα διακινδυνεύσει την ασφάλειας της εταιρικής σχέσης της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ«.

Είδαμε πως η τουρκική κυβέρνηση κατέφυγε στην δημιουργική ασάφεια. Δηλαδή, η Άγκυρα προχωρούσε σε μία σειρά από αντιφατικές δηλώσεις, οι οποίες συσκότιζαν τις προθέσεις της όσον αφορά στην απόκτηση των ρωσικών πυραύλων. Για παράδειγμα, στα τέλη Μαΐου ο Τούρκος υπουργός Άμυνας μίλησε για αναβολή στην παράδοση των S-400 για να διαψευστεί άμεσα από την ίδια την κυβέρνησή του!

Αργότερα, η Άγκυρα ισχυρίστηκε πως συμφώνησε στην συγκρότηση μιας κοινής ομάδας εργασίας με τις ΗΠΑ, επιφορτισμένη με την εποπτεία τη λειτουργίας των S-400. Όμως, λίγο μετά ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας εμφανίστηκε να αγνοεί την συγκεκριμένη συμφωνία! Μετά από αυτό το γαϊτανάκι αντιφατικών δηλώσεων, η Τουρκία ξεκαθάρισε πως δεν είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει στην παραλαβή των υπερσύγχρονων ρωσικών οπλικών συστημάτων, τα οποία αναμένεται να παραδοθούν στις αρχές Ιουλίου.

Περιορισμένης αποτελεσματικότητας οι κυρώσεις της ΕΕ

Υπό την πίεση Αθήνας και Λευκωσίας, η ΕΕ ετοιμάζει ένα πακέτο μέτρων έναντι της τουρκικής επιθετικότητας. Οι κυρώσεις αυτές είναι καλοδεχούμενες, αλλά είναι αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Για την επιβολή τους απαιτείται η ομοφωνία όλων των κρατών-μελών, η οποία δεν είναι δεδομένη. Όπως είδαμε στο παρελθόν, οι ευρωπαϊκές κυρώσεις έναντι της Μόσχας, ουδόλως περιόρισαν την ρωσική πολιτική στην Ουκρανία.

Εξάλλου, με δεδομένους του πολιτικούς συσχετισμούς στην Ευρώπη, μοιάζει πλέον με όνειρο θερινής νυχτός η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Η τουρκική επιθετικότητα δεν θα περιοριστεί από ένα ενδεχόμενο ‘πάγωμα’ των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, μία από τις κυρώσεις που συζητούνται. Αυτοί που κρατούν το ‘κλειδί’ στις σχέσεις Τουρκίας-Δύσης είναι οι Αμερικανοί. Ο Ερντογάν μοιάζει να πιστεύει πως μπορεί ακόμα να κερδίσει τον Τραμπ.

Πως μπορεί να καταλήξει ένα ανατολίτικο παζάρι με τον Αμαρικανό πρόεδρο; Αυτή η διαπραγματευτική μέθοδος, πάντως, ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία του Τραμπ. Όμως, όπως έδειξε η περίπτωση της Συρίας, ο Τούρκος πρόεδρος απέτυχε να ‘διαβάσει’ τον Αμερικανό ομόλογό του. Η επικείμενη συνάντηση τους στην Ιαπωνία θα δείξει αν οι δύο πλευρές θα καταλήξουν σε συμβιβασμό, ή αν οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις θα μπουν σε τροχιά οριστικής ρήξης.

ΠΗΓΗ: SL PRESS