Στις 10 Ιουλίου είχαμε γράψει στην ιστοσελίδα HELLAS JOURNAL ότι «η ρήση το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται φαίνεται να ταιριάζει στον πρόεδρο της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος στο πλαίσιο της πάγιας τακτικής τού ανατολίτικου παζαριού πίστεψε ότι μπορεί να παίξει βρόμικα παιχνίδια ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Μάλλον δεν υπολόγισε ούτε τους χαρακτήρες του Ντ. Τραμπ και του Βλ. Πούτιν, ούτε και κάτι άλλο σημαντικό που δρα στο παρασκήνιο: το ρόλο του Ισραήλ και του πανίσχυρου εβραϊκού λόμπι».
Γράφει ο ΠΑΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ για το HELLAS JOURNAL
Επίσης, σημειώναμε τότε ότι «και επειδή τα συμφέροντα παραμένουν συμφέροντα, καθορίζοντας τις συμμαχίες και επειδή το κάθε κράτος χαράζει την πολιτική του με βάση τις δικές του επιλογές και προτεραιότητες, αυτό που ισχύει σήμερα, εύκολα μπορεί να αλλοιωθεί μέσα σ’ ένα 24ωρο. Στις διεθνείς σχέσεις είναι δύσκολο να υπάρξουν παγιωμένες καταστάσεις και οι ανατροπές είναι συνηθισμένο φαινόμενο».
Η σημερινή όμως ανατροπή στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις -τουλάχιστον με βάση τα έως τώρα δεδομένα και τις εξελίξεις- φαίνεται να είναι ιστορική και να δημιουργεί συνθήκες για δραματικές αλλαγές στην ευρύτερη περιοχή και ειδικότερα στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν ο Ερντογάν αποφασίσει τελικά να οδηγήσει τη χώρα του σε «άλλο στρατόπεδο», η κρίση δεν θα περιοριστεί μόνο ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία. Τόσο η Ουάσιγκτον όσο και η Άγκυρα θα επιλέξουν νέες συμμαχίες, κυρίως στον στρατιωτικό τομέα.
Δυο μέρες πριν το «ξέσπασμα» του προέδρου Τραμπ κατά του Τούρκου ομολόγου του, ο εκτελεστικός διευθυντής της Αμερικανοεβραϊκής Επιτροπής (AJC), Ντέιβιντ Χάρις, δημοσίευσε στον προσωπικό λογαριασμό του στο «τουίτερ» μια φωτογραφία του Ερντογάν με τον ηγέτη της Χαμάς, σημειώνοντας πάνω στη φωτογραφία τα λόγια του προέδρου της Τουρκίας: «Δεν βλέπω τη Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση».
Το σημαντικό αυτό στέλεχος του εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ ανέφερε ότι «καμία χώρα του ΝΑΤΟ, εκτός από την Τουρκία, κρατά όμηρους Αμερικανούς πολίτες, αγοράζει ρωσικά όπλα ανωτέρου επιπέδου, παραβιάζει τον εναέριο χώρο άλλης χώρας μέλους του ΝΑΤΟ και βοηθά την τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς».
Ότι συμβαίνει σήμερα στη σύγκρουση ΗΠΑ-Τουρκίας αφορά και το Ισραήλ, το οποίο έχει καθοριστικό ρόλο, όπως όλα δείχνουν. Καθοριστικό ρόλο είχε και παλαιότερα με τη συμμαχία μεταξύ των ΗΠΑ, της Τουρκίας και του Ισραήλ, που ήταν από τις πιο ισχυρές και για δεκαετίες λειτουργούσε σε βάρος των εθνικών θεμάτων του Ελληνισμού.
Τώρα, βρισκόμαστε μπροστά σε νέα δεδομένα. Την ίδια στιγμή, τίποτα ακόμα δεν μπορούμε να θεωρούμε σίγουρο για την έκβαση αυτής της σύγκρουσης και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της σε πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό τομέα.
Μέσα απ’ αυτή την αναπάντεχη πορεία των πραγμάτων, ίσως, να προσφέρεται μια μοναδική ευκαιρία στον Ελληνισμό ώστε η Τουρκία να νιώσει για πρώτη φορά ουσιαστική πίεση, αν όχι και απειλή, για να αποχωρήσει το κατοχικό στρατό της από την Κύπρο και να αφήσει ελεύθερους τους Τουρκοκύπριους να συνυπάρξουν ειρηνικά με τους Ελληνοκυπρίους συμπατριώτες τους σε μια ανεξάρτητη, δημοκρατική χώρα.
Επιπλέον, προσφέρεται ευκαιρία για ασφαλέστερη προάσπιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο, αλλά και για την ανεμπόδιστη αξιοποίηση της ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου.
Βέβαια, στη διεθνή πολιτική σκακιέρα κανείς δεν αποκτά «δώρα» χωρίς διεκδικητική πολιτική. Η ελληνοκυπριακή πλευρά περιμένει την Τζέιν Χολ Λουτ τι θα γράψει στην έκθεσή της προς τον Αντόνιο Γκουτέρες και στη συνέχεια τι θα αποφασίσει ο Γκουτέρες για το επόμενο βήμα. Δηλαδή, αν θα επαναρχίσουν ή όχι οι διαπραγματεύσεις και με στόχο να συγκληθεί μια νέα διάσκεψη για τη λύση του Κυπριακού, έχοντας ως πλαίσιο λύσης τα όσα είχαν παρουσιαστεί στη διάσκεψη του Κραν Μοντάνα.
Αν είναι δυνατόν! Μετά από 44 χρόνια, η Λευκωσία επιμένει να επενδύει στην «καλή θέληση» της Άγκυρας μέσα από την ίδια χρεοκοπημένη διαδικασία που συμβάλλει στην εδραίωση των τετελεσμένων της τουρκικής κατοχής.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά έκανε τραγικές υποχωρήσεις μέσα σ’ αυτά τα 44 και πλέον χρόνια. Το Κυπριακό δεν λύθηκε επειδή η Τουρκία παραμένει σταθερή στον πάγιο στόχο της: Δεν την ενδιαφέρει μια λειτουργική λύση και δεν την ενδιαφέρουν ούτε τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων. Την ενδιαφέρει μόνο ένα πράγμα: να ελέγχει την Κύπρο για τα δικά της συμφέροντα.
Επομένως, δεν πρόκειται το Κυπριακό να λυθεί σωστά μέσα από τη «βρετανική διαδικασία» των Ηνωμένων Εθνών. Εκτός κι αν η ελληνοκυπριακή πλευρά αποφασίσει να προχωρήσει στην τελευταία και πιο τραγική υποχώρηση – παραχώρηση.
Η σοβαρή κρίση στις αμερικανοτουρκικές και ισραηλινοτουρκικές σχέσεις, αλλά κυρίως η σύγκρουση Τραμπ-Ερντογάν, προσφέρεται για συντονισμένες πολιτικές ενέργειες και πρωτοβουλίες από πλευράς της Λευκωσίας και της Αθήνας.
Αντί, λοιπόν, να περιμένουν τι θα αποφασίσει ο Γκουτέρες για τις συνομιλίες και τι θα αποφασίσει η Νίκι Χέιλι (Μόνιμη Αντιπρόσωπος ΗΠΑ στον ΟΗΕ) για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ, ας βρουν τρόπους άμεσης επικοινωνίας με τον Λευκό Οίκο.
Το Συμβούλιο Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC), που συνέβαλε στην κινητοποίηση του Κογκρέσου για το πάγωμα παράδοσης των μαχητικών F35 στην Τουρκία, έχει αναπτύξει πολύ καλή συνεργασία με την Αμερικανοεβραϊκή Επιτροπή (AJC) του Ντέιβιντ Χάρις και με άλλους φορείς στην Ουάσιγκτον, ενώ στελέχη και οργανισμοί της ελληνοαμερικανικής κοινότητας διατηρούν πολύ καλές σχέσεις με σημαίνοντα μέλη της Γερουσίας και της Βουλής.
Ο ΟΗΕ και ο εκάστοτε Γενικός Γραμματέας του για 44 και πλέον χρόνια μας έδειξαν προς ποια κατεύθυνση οδηγούν τις διαπραγματευτικές διαδικασίες στο Κυπριακό.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι μόνο απρόβλεπτος, αλλά και ο νέος πολέμιος του Ταγίπ Ερντογάν. Στη βράση κολλάει το σίδερο και τώρα προσφέρεται μια μοναδική ευκαιρία για πιθανή ανατροπή του σκηνικού στο Κυπριακό και στα Ελληνοτουρκικά.