Μία άποψη η οποία κέρδισε έδαφος ανάμεσα στη δυτική διανόηση, μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, ήταν ότι στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης θα υπάρξει υπέρβαση των εθνικών κρατών και σταδιακή αντικατάστασή τους από πολυεθνικές και πολυπολιτισμικές κρατικές οντότητες. Από την αρχή, το πρότυπο έθνους που προβλήθηκε διεθνώς μέσα από τη διαδικασία παγκοσμιοποίησης ήταν το αμερικανικό.

Γράφει ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΙΑΚΩΒΟΥ για το HELLAS JOURNAL

Οι Αμερικανοί πίστεψαν ότι θα μπορούσαν να επιβάλουν διεθνώς το δικό τους πρότυπο παρακάμπτοντας το γεγονός ότι η δημιουργία των ΗΠΑ στηρίχθηκε εκ γενετής στον πολυεθνικό και πολυπολιτισμικό χαρακτήρα, αφού δημιουργήθηκαν από μετανάστες.

Η προσέγγιση, όμως, αυτή δεν μπορούσε να εξηγήσει πως οι πολιτικές και κοινωνικές ιστορίες των χωρών προσδιορίστηκαν καθοριστικώς από παράγοντες όπως η γεωγραφία. Για παράδειγμα, η σχέση τους με τους ωκεανούς και με χερσαίους χώρους που λειτουργούσαν ως φυσικά σύνορα είχε πάντοτε έναν γεωγραφικό ντετερμινισμό που επηρέαζε την παραγωγή και διακίνηση ιδεών καθώς επίσης και την ανθρώπινη βούληση.

Πιστεύω ότι η μεταβατική περίοδος νέων αναζητήσεων, μετά την ολοκλήρωση αυτού που ονομάσαμε μεταψυχροπόλεμος, έχει ήδη παρέλθει. Ήταν μία περίοδος, στην οποία ο παράγοντας γεωγραφία υπεβιβάσθη στη δυτική πολιτική διανόηση. Με άλλα λόγια, υπεβιβάσθη η γεωπολιτική η οποία επηρέασε βαθύτατα τη διαμόρφωση της αμερικανικής πολιτικής ανάσχεσης της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 κυριάρχησε η άποψη στη δυτική πολιτική διανόηση ότι η παγκοσμιοποίηση κατέστησε αναχρονιστικούς τους γεωγραφικούς χάρτες του παρελθόντος άρα και καταργήσιμους. Οι παγκόσμιες φιλοδοξίες που δημιούργησε τότε ο συνδυασμός του αμερικανικού «ένοπλου φιλελευθερισμού» και της φιλοσοφίας του νεοσυντηρητισμού, περί εξάπλωσης ή και επιβολής της δημοκρατίας, έτειναν να καταστήσουν τις αναφορές στην κλασική σχολή του ρεαλισμού και της γεωπολιτικής ξεπερασμένες.

Κυριάρχησε η ψευδαίσθηση ότι η ιδεολογία των παγκόσμιων ιδανικών θα επισκίαζε την εθνική καταγωγή και τα θρησκευτικά πολιτισμικά στοιχεία. Με αυτό τον τρόπο η ελευθερία των εθνών-κρατών έπρεπε να είναι προσαρμοσμένη στη Νέα Τάξη.

Ήρθε, όμως, ο πόλεμος στο Αφγανιστάν, ο πόλεμος στο Ιράκ, η πυρηνική πρόκληση της Β. Κορέας, η διεθνής επέμβαση στη Λιβύη, η κρίση στη Συρία, η οποία επέφερε τον ρωσικό γεωστρατηγικό αναθεωρητισμό και η δημογραφική έκρηξη για να αποκαταστήσουν τον ρεαλισμό και τη γεωπολιτική. Σήμερα, η όποια αναφορά στον νεοσυντηρητισμό προκαλεί αρνητικούς συνειρμούς. Παραμένει δε επίκαιρη η γνωστή διατύπωση του Βρετανού γεωπολιτικού αναλυτή, Χάλφορντ Μάκιντερ, ότι «τα γεωγραφικά ποσοτικά μεγέθη υπολογίζονται καλύτερα και είναι περισσότερο σταθερά από ό,τι οι ανθρώπινες ιδεολογίες».

Οι ιδεολογίες έχουν τη δική τους σημασία στην πολιτική ιστορία καθώς επίσης μπορούν να επεκταθούν γεωγραφικά. Όμως, είναι κανόνας ότι η γεωγραφική λογική επιβάλλει ως προς το πού θα ανθίσουν οι ιδεολογίες. Δεν είναι τυχαίο ότι ο κομμουνισμός, ο φιλελευθερισμός και ο φασισμός άνθισαν σε συγκεκριμένους γεωγραφικούς χώρους.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι σήμερα ανατέμνονται επιστημονικώς οι κλασικοί συγγραφείς της γεωπολιτικής όπως ο Μάχαν, ο Μάκιντερ, ο Σπάικμαν. Πολλά εξ όσων πρότειναν οι συγγραφείς εκείνοι δεν ακούγονταν με την μεταψυχροπολεμική λογική ως «πολιτικώς ορθά» αλλά μάλλον παρουσιάζονταν ως ρατσιστικά.. Παρ’ όλ’ αυτά, οι θεωρητικοί αυτοί της γεωπολιτικής έβλεπαν πέρα από την τυπολατρική τελετουργία της διπλωματίας και τις θεμιτές προσδοκίες, επικεντρωνόμενοι στον μονίμως σκληρό αγώνα για επιβίωση-φυλές εναντίον φυλών, εισβολείς εναντίον κατοίκων.

Σήμερα πλέον αναγνωρίζεται ευρέως ότι η αξία των θεωριών αυτών έγκειται στην ποιότητα της γεωπολιτικής ανάλυσης. Η προσέγγιση «πρώτα η γεωγραφία» σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου, μας βοηθά σε μια σειρά από προβλέψεις που αμφισβητούν τη συμβατική σοφία της λογικής του μεταψυχροπολέμου.

Ειδικώς για την Ευρώπη, εύκολα πλέον μπορεί ο ειδικός επί των γεωπολιτικών να προβλέψει ότι η Μεσόγειος θα γίνει και πάλι μία γέφυρα μεταξύ της νότιας Ευρώπης και της βορείου Αφρικής, όπως συνέβαινε και στον αρχαίο κόσμο, αντί να συνεχίσει να αποτελεί τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε πρώην αποικιοκράτες και πρώην αποικιοκρατουμένους.

Η σοφία της γεωπολιτικής έγκειται στο ότι αναγνωρίζει ότι οι μεγάλες διαμάχες της ανθρωπότητας δεν διεξάγονται χάριν ιδεολογικών σχημάτων αλλά για τον έλεγχο μίας γεωγραφικής επικράτειας. Η αποδοχή των δυνατοτήτων αλλά και των περιορισμών που επιβάλει σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής η γεωγραφία κρίνει και σε μεγάλο βαθμό το πόσο ορθές ή λανθασμένες είναι οι επιλογές που κάνει ένα κράτος σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής.

Όσοι στο παρελθόν αρνήθηκαν τα στοιχεία της γεωγραφίας και έλαβαν πολιτικές αποφάσεις ερήμην της, μόνο κόστος πλήρωσαν, το οποίο με τη σειρά του κατέστησε τους πολιτικούς και τις πολιτικές θύματα της γεωγραφίας.

ΠΗΓΗ: HELLAS JOURNAL