Είναι γνωστή τοις πάσοι η απειλή που συνιστά για την ελληνική πλευρά το πρόγραμμα ανάπτυξης και κατασκευής βαλλιστικών βλημάτων από πλευράς Τουρκίας. Η εμφάνιση προσφάτως του τουρκικού βαλλιστικού βλήματος TAYFUN έγινε αφορμή για την διατύπωση πολλών σχολίων, που κινούνται από την δραματοποίηση έως την εμφανή υποτίμηση της απειλής, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά, πως στο ελληνικό περιβάλλον διαλόγου απουσιάζει η ψυχρή και αντικειμενική ανάγνωση της πραγματικότητας και αντιθέτως κυριαρχεί η αμετροέπεια.

Ο ισραηλινός βαλλιστικός πύραυλος LORA. Όπως έχει παρουσιαστεί παλαιότερα, ο πύραυλος LORA πρωτοεμφανίσθηκε το 2003 σε έκθεση του Ισραηλινού Στρατού, κατασκευάστηκε από τις ΙΑΙ, MLM Division και IMI, ενώ πέραν του Ισραηλινού, τον χρησιμοποιεί και ο Αζερικός Στρατός. Σύμφωνα με την ΙΑΙ, ο LORA έχει διάμετρο 0,624 μέτρα, μήκος 5,2 μέτρα και βάρος εκτόξευσης περίπου 1.600 κιλά. Μπορεί να μεταφέρει ωφέλιμο φορτίο έως 600 κιλά και να αναπτύξει μία μόνο κεφαλή (είτε συμβατική είτε πολλαπλών χρήσεων). Χρησιμοποιεί αδρανειακό σύστημα ναυσιπλοΐας INS, ενώ για τερματική καθοδήγηση πλοηγείται τηλεχειριζόμενα μέσω κάμερας. Ο πύραυλος έχει μέγιστη εμβέλεια 430 χιλιομέτρων, κινούμενος με υπερηχητικές ταχύτητες και ακρίβεια 10 μέτρων CEP με ικανότητα ελιγμών και αλλαγής δεδομένων πτήσης μέσω δορυφορικής υποβοήθησης GPS.

Γράφουν οι Κωνσταντίνος Τόλιας ([email protected]) και Αναστάσιος Παπανδρέου ([email protected])

Η δημόσια συζήτηση όσον αφορά τις δυνατότητες αντιμετώπισης της απειλής περιστράφηκε γύρω από την ικανότητα της ελληνικής αεράμυνας να αντιμετωπίσει την απειλή που συνιστούν τα τουρκικά βαλλιστικά βλήματα και τις αναγκαίες προσθήκες που πρέπει να γίνουν σε αυτήν, ώστε να καταστεί αυτή πιο αξιόπιστη. Ελάχιστη αντιθέτως προσοχή τράβηξε στην σφαίρα του δημοσίου διαλόγου, το τι κινήσεις πρέπει να λάβουν χώρα σε «επιθετικό» επίπεδο ώστε να αντισταθμιστεί η απειλή. Και εξηγούμαστε. Είναι γνωστό πως, σε κάθε τομέα της στρατιωτικής τέχνης και επιστήμης, δεν αρκούν τα αμυντικά μέσα αντιμετώπισης μιας δεδομένης απειλής, αλλά αυτά οφείλουν να συνδυάζονται, στην βάση ενός κατάλληλου και ισορροπημένου «μίγματος», με επιθετικά ανάλογα. Για να γίνουμε λίγο πιο γλαφυροί, από έναν πολεμιστή δεν γίνεται να απουσιάζει το «δόρυ» και αυτός να αρκείται στην «ασπίδα». Έτσι λοιπόν ο ελληνικός στρατιωτικός μηχανισμός δεν μπορεί να αρκείται σε αμυντικά μέσα αλλά να κατέχει και ικανό αριθμό επιθετικών αντιστοίχων. Τα τελευταία μπορεί να περιλαμβάνουν διάφορα συστήματα. Αυτά διακρίνονται σε δύο κύριες κατηγορίες: τα βαλλιστικά βλήματα και τα βλήματα πλεύσης.

Στο παρόν άρθρο θα ασχοληθούμε με τα πρώτα και θα αναπτύξουμε την πιθανότητα εξοπλισμού των ΕΕΔ με ένα όπλο της κατηγορίας, το ισραηλινό LORA. Όπως έχει παρουσιαστεί παλαιότερα, ο πύραυλος LORA πρωτοεμφανίσθηκε το 2003 σε έκθεση του Ισραηλινού Στρατού, κατασκευάστηκε από τις ΙΑΙ, MLM Division και IMI, ενώ πέραν του Ισραηλινού, τον χρησιμοποιεί και ο Αζερικός Στρατός. Σύμφωνα με την ΙΑΙ, ο LORA έχει διάμετρο 0,624 μέτρα, μήκος 5,2 μέτρα και βάρος εκτόξευσης περίπου 1.600 κιλά. Μπορεί να μεταφέρει ωφέλιμο φορτίο έως 600 κιλά και να αναπτύξει μία μόνο κεφαλή (είτε συμβατική είτε πολλαπλών χρήσεων). Χρησιμοποιεί αδρανειακό σύστημα ναυσιπλοΐας INS, ενώ για τερματική καθοδήγηση πλοηγείται τηλεχειριζόμενα μέσω κάμερας. Ο πύραυλος έχει μέγιστη εμβέλεια 430 χιλιομέτρων, κινούμενος με υπερηχητικές ταχύτητες και ακρίβεια 10 μέτρων CEP με ικανότητα ελιγμών και αλλαγής δεδομένων πτήσης μέσω δορυφορικής υποβοήθησης GPS.

Το οπλικό σύστημα περιλαμβάνει κυρίως έναν βαλλιστικό πύραυλο και έναν εκτοξευτή μαζί με ένα σύστημα Διοίκησης-Ελέγχου, καθώς και ένα σύστημα επίγειας/θαλάσσιας υποστήριξης. Μπορεί να χτυπήσει με ακρίβεια μια σειρά στόχων, συμπεριλαμβανομένων τακτικών πυραύλων εδάφους-εδάφους (SSM), αεροπορικών βάσεων, πολλαπλών συστοιχιών πυροβολικού, μονάδων αεράμυνας και εχθρικών θέσεων Διοίκησης-Ελέγχου. Παρέχει βελτιωμένο χρόνο απόκρισης στην αλλαγή δεδομένων πτήσης αγνοώντας τους καιρικούς περιορισμούς. Το κόστος συντήρησης του πυραύλου είναι πολύ χαμηλό, καθώς στεγάζεται σε σφραγισμένο κάνιστρο. Μπορεί εύκολα να μεταφερθεί εύκολα καθώς απαιτεί πολύ μικρό χώρο καταστρώματος κατά τη διάρκεια των θαλάσσιων δραστηριοτήτων του.

Επιχειρησιακές εφαρμογές του LORA σε ελληνική υπηρεσία

Τυχόν εισαγωγή του LORA σε υπηρεσία με τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα είχε ευεργετικές, σχεδόν στρατηγικής σημασίας, συνέπειες για την αποτρεπτική ισχύ της χώρας. Εδώ θα πρέπει να κάνουμε μια παρένθεση: πολλοί, στην προσπάθεια τους να υποστηρίξουν την αναγκαιότητα της εισόδου στο ελληνικό οπλοστάσιο παρόμοιας τεχνολογίας οπλικών συστημάτων, προβαίνουν σε ένα καίριο, δομικής σημασίας λάθος, επικαλούμενοι το δόγμα MAD (Mutual Assured Destruction) που επικράτησε μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Πρέπει όμως να σημειωθεί πως το συγκεκριμένο δόγμα αναπτύχθηκε στο περιβάλλον της πυρηνικής αντιπαράθεσης και υπό τους όρους που αυτή επέβαλε. Η μηχανιστική μεταφορά του συγκεκριμένου υποδείγματος στο ελληνοτουρκικό σύστημα αντιπαράθεσης, ορισμένο με συμβατικά όπλα, αποτελεί στρατηγικό σφάλμα ανάλυσης και οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα.

Τυχόν απόκτηση του LORA από την Ελλάδα θα επέτρεπε στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις να πλήξουν με μεγάλη ακρίβεια και να εξουδετερώσουν τα κέντρα βάρους της τουρκικής πολεμικής μηχανής. Ως τέτοια ορίζονται αεροδρόμια, στρατιωτικές βάσεις, ναύσταθμοι, κέντρα ανεφοδιασμού, συγκοινωνιακοί κόμβοι, σταθμοί έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου, στρατηγεία, χώροι συγκέντρωσης χερσαίων δυνάμεων κ.α. Επίσης η ναυτική έκδοση του LORA προσφέρεται για την προσβολή στόχων όπως κύριες μονάδες μάχης και αποβατικές του αντιπάλου, οι οποίες στην παρούσα φάση, στερούνται μέτρων ισχυρής προστασίας έναντι παρόμοιων απειλών.

Τυχόν προσβολή αυτών των στόχων με ομοβροντίες (Salvo) LORA θα υποβάθμιζε καίρια την συνολική ικανότητα του εχθρού να διεξάγει επιχειρήσεις, διαμορφώνοντας ευνοϊκότερους όρους συνέχισης των επιχειρήσεων από ελληνικής πλευράς. Όπλα ωστόσο όπως το LORA καλό είναι να μην αντιμετωπίζονται ως πανάκεια. Κι αυτό διότι ο όγκος πυρός που δύναται να εξαπολυθεί από αυτά και από τα υπόλοιπα μέσα εκπομπής πυρός που διαθέτουν οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι πεπερασμένος και μάλλον περιορισμένος και δεν είναι δυνατόν να «γονατίσουν» έναν αντίπαλο όπως η Τουρκία. Προς επίρρωση του σχετικού ισχυρισμού παραθέτονται τόσο τα παραδείγματα του Ιράκ και της Γιουγκοσλαβίας όσο και πιο πρόσφατα της Ουκρανίας, που συνέχισαν να πολεμούν, αν και δέχθηκαν πολλαπλάσιο όγκο πυρομαχικών, ακριβείας και μη, που εξαπολύθηκε εναντίον τους σε σχέση με αυτόν που μπορούν να εκπέμψουν οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις.

Επίσης, η αποτελεσματικότητα τέτοιων μέσων μεγιστοποιείται με την ύπαρξη ενός κατάλληλα δομημένου συστήματος ISTAR αποτελούμενου από στρατηγικά UAV, αεροσκάφη επιτήρησης εδάφους και δορυφορικά συστήματα. Τυχόν έλλειψη ή πλημμελή επένδυση επί αυτών, είναι ικανή να ελαχιστοποιήσει από μόνη της την όποια επένδυση γίνει σε όπλα όπως το LORA, χωρίς σε αυτό να υπολογίζονται τα μέσα ενεργητικής και παθητικής άμυνας που ενδέχεται να λάβει ο αντίπαλος.

Οργανωτικοί-επιχειρησιακοί φορείς αξιοποίησης του LORA σε ελληνική υπηρεσία

Όπλα σαν το LORA προσφέρονται για υιοθέτηση από τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Στον ΕΣ ο μόνος κατάλληλος φορέας αξιοποίησης του LORA είναι το Πυροβολικό Μάχης, του οποίου δύναται να επεκτείνει τον επιχειρησιακό ορίζοντα. Φρονούμε πως η απόκτηση LORA με προσανατολισμό χρήσης τόσο από την 1η Στρατιά όσο και από την ΑΣΔΕΝ θα ήταν πολύ σημαντική κίνηση ώστε να αναβαθμιστούν οι δυνατότητες του Πυροβολικού Μάχης και να αποκτήσει η ελληνική αποτροπή ένα σχετικό βάθος, τουλάχιστον από πλευράς ΕΣ.

Αλλά και το ΠΝ μπορεί να επωφεληθεί από τα LORA. Επάκτιες συστοιχίες βλημάτων της αντιπλοϊκής έκδοσης του βλήματος, δύναται να καταστήσουν εφικτή την δημιουργία ζωνών Anti-Access/Area Denial (A2AD) δημιουργώντας χώρους απαγόρευσης/ καταστροφής του τουρκικού στόλου επιφανείας. Επίσης η πιστοποιημένη δυνατότητα τοποθέτησης του LORA πάνω σε πολεμικά ή και εμπορικά πλοία, αυξάνει τον βαθμό αβεβαιότητας του εχθρού, προσφέρει την δυνατότητα προσβολής στόχων από μη αναμενόμενη κατεύθυνση και αυξάνει συνολικά την ισχύ πυρός της φίλιας ναυτικής δύναμης. Ας σκεφτεί κανείς για λίγο την πιθανότητα προσβολής τουρκικών στόχων από «αθώα» εμπορικά πλοία που πλέουν ανυποψίαστα για τον αντίπαλο κατά μήκος των νότιων μικρασιατικών ακτών.

Αναμφίβολα για το κεφάλαιο που ανοίγεται όσον αφορά την είσοδο στο ελληνικό οπλοστάσιο συστημάτων όπως το LORA, θα μπορούσαν  να λεχθούν και να γραφούν περισσότερα. Εμείς επιχειρήσαμε μια όσο πιο συνοπτική περιγραφή των επιχειρησιακών παραμέτρων που τίθενται σε ο, τι έχει να κάνει με την χρήση του LORA από τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις και της πιθανής χρησιμότητας που μπορεί να έχει. Επιφυλασσόμεθα να επανέλθουμε σε πρώτη ευκαιρία, μόλις γίνουν γνωστές περισσότερες λεπτομέρειες γύρω από την πιθανότητα πρόσκτησης του συστήματος από ελληνικής πλευράς.

H ισραηλινή IAI (Israel Aerospace Industries) βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης μιας νέας έκδοσης του πυραύλου LORA (LOng Range Artillery) με έμφαση στην αύξηση του μέγιστου βεληνεκούς. Η τρέχουσα έκδοση του πυραύλου επιτυγχάνει μέγιστο βεληνεκές της τάξεως των 280-300 χιλιομέτρων. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα η νέα έκδοση θα είναι της κατηγορίας ημί-βαλλιστικού πυραύλου με μέγιστο βεληνεκές περί τα 500 χιλιόμετρα και ικανότητα εκτέλεσης ελιγμών κατά την πτήση. Επίσης, η νέα έκδοση θα είναι ανθεκτικότερη στις ηλεκτρονικές παρεμβολές, ενώ θα μπορεί να εκτοξευτεί από χερσαίες, αλλά και ναυτικές πλατφόρμες. Λεπτομέρειες για το χρόνο ολοκλήρωσης της ανάπτυξης του νέου LORA δεν αναφέρουν τα ισραηλινά δημοσιεύματα. Η τρέχουσα έκδοση του LORA, η οποία αναπτύχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ζυγίζει 1.600 κιλά περίπου, έχει μήκος 5,2 μέτρα και διάμετρο 624 χιλιοστά. Ενσωματώνει πολεμική κεφαλή υψηλής εκρηκτικότητας, βάρους 570 κιλών, αδρανειακό σύστημα πλοήγησης και σύστημα GPS. Σύμφωνα με την ΙΑΙ η Πιθανότητα Κυκλικού Σφάλματος, στο μέγιστο βεληνεκές, είναι 10 μέτρα.

Στη Eurosatory 2024, η MBDA παρουσίασε τον νέο πύραυλο κρουζ LCM (Land Cruise Missile). Ο LCM είναι μεγάλης εμβέλειας εκτοξευόμενος από εκτοξευτές εδάφους θέλοντας να καλύψει την ανάγκη για ένα τέτοιο όπλο που αναδύθηκε μέσα από την εμπειρία από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο LCM ανήκει στην οικογένεια του πυράυλου κρουζ Scalp EG αποτελώντας το τρίτο μέλος και βασίζεται στην έκδοση του πολύ επιτυχημένου Naval Cruise Missile ( MdCN) / Naval Cruise Misile (NCM) ο οποίος σε λίγα χρόνια θα επιχειρεί και από τις νέες φρεγάτες του Π.Ν., FDI HN.

O LCM έχει σχεδιαστεί για να ανταποκρίνεται στις σημερινές στρατηγικές ανάγκες του πεδίου μάχης, προσφέροντας μια κυρίαρχη και ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή λύση για χτυπήματα ακριβείας εξαιρετικά μεγάλης εμβέλειας. Τα χαρακτηριστικά του νέου πυραύλου είναι παρόμοια με του MdCN, αν και η έκδοση δεν προσδιορίζει το εύρος, το μέγεθος, το ωφέλιμο φορτίο ή τα συστήματα καθοδήγησής του. Ωστόσο, ο πύραυλος στον οποίο βασίζεται έχει μήκος περίπου 6,4 μέτρα μαζί με τον αποσπόμενο επιταχυντή (Booster), ζυγίζει 1,4 τόνους και φέρει κεφαλή 1.100 λιβρών, πετά με περίπου 500 mph και μπορεί να φτάσει στόχους περίπου 620 μίλια μακριά. Επίσης, ο Scalp Naval διαθέτει συνδυαστικό σύστημα καθοδήγησης αδρανειακής πλοήγησης (INS) με υποβοήθηση GPS, που του επιτρέπει να πετάει σε πολύ χαμηλά ύψη και να προσαρμόζει ανάλογα την πορεία του.

Ο LCM έχει ε σχεδιαστεί για να μπορεί να διεισδύει στα ολοκληρωμένα συστήματα αεράμυνας του εχθρού, λόγω της «μειωμένης διατομής ραντάρ και της ικανότητας παρακολούθησης εδάφους», παρέχοντας άμεση και μόνιμη απειλή κατά στόχων υψηλής αξίας έως και πολύ μεγάλης εμβέλειας. Το γεγονός ότι είναι διαθέσιμοι και πύραυλοι που εκτοξεύονται από το έδαφος καθιστά επίσης δυνατό να μην τεθεί σε κίνδυνο τα αεροσκάφη σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί κυριαρχία του αέρα. Αυτή η ικανότητα να επηρεάζεις την επιθετική συμπεριφορά των αντιπάλων είναι ζωτικής σημασίας σε συμμετρικές εμπλοκές υψηλής έντασης. Τα δυνατά πλεονεκτήματά του περιλαμβάνουν πολύ υψηλή ακρίβεια σε πολύ μεγάλες αποστάσεις, υψηλή επιβίωση χάρη στην χαμηλή υπογραφή ραντάρ, ικανότητα παρακολούθησης εδάφους και ικανότητα εξαπάτησης της άμυνας του εχθρού, καθώς και υψηλή καταστροφικότητα έναντι διαφόρων στόχων. Επιτρέπει επίσης συγχρονισμένα χτυπήματα υψηλής ακρίβειας χάρη στην ικανότητα «Συγχρονισμένης προσβολής στο στόχο» (STOT, Synchronized Time-On-Target), που αποδείχθηκε από τις επιτυχημένες δοκιμές με το Γαλλικό Ναυτικό στις 18 Απριλίου 2024.

Πύραυλοι Κρουζ στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις

Όπως προαναφέραμε, κατά την καθέλκυση της δεύτερης φρεγάτας FDI HN έγινε γνωστό ότι οι τρεις τελευταίες φρεγάτες θα είναι εξοπλισμένες με τους ναυτικούς πυραύλους κρούσης MdCN. Αποκτώντας και το Π.Ν. τη δυνατότητα στρατηγικής κρούσης, μετά την Π.Α. και τους αερομετεφερόμενους Scalp EG από τα γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη Mirage 2000-5 Mk2 και Rafale F3R. Μετά και την ολοκλήρωση της συμφωνίας για την τέταρτη φρεγάτα και την εγκατάσταση των εκτοξευτών Sylver Α70, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, σύμφωνα με ανοικτές πηγές, θα διαθέτουν ένα σύνολο 90+ πυραύλων Scalp EG που αποκτήθηκαν μέσα από τρεις διαδοχικές παραγγελίες και τουλάχιστον 24 MdCN στις τρεις φρεγάτες FDI HN. Μια δύναμη πυρός ικανή να αποτελέσει πονοκέφαλο και όπλο ψυχολογίας απέναντυ στον αντίπαλο.

Μια πιθανή προσθήκη στο ελληνικό οπλοστάσιο την από ξηράς εκτοξευόμενη έκδοση θα είχε πολλαπλά οφέλη τόσο στρατηγικά όσο και τακτικά.

Στρατηγικά γιατί πολλαπλασιάζονται οι πλατφόρμες εκτόξευσης επομένως και τα όπλα που είναι έτοιμα για βολή. επιτρέποντας την προσβολή περισσότερων στόχων από διαφορετικές πλατφόρμες αυξάνοντας τη δυσκολία διαχείρισης αυτού του παράγοντα από τον αντίπαλο. Τακτικά, γιατί η εύρεση και η προσβολή των κινητών χερσαίων εκτοξευτών είναι μια πολύ δύσκολη αποστολή που απαιτεί τεράστιες δυνατότητες συλλογής πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο σε μεγάλου εύρους και έντονα αμφισβητούμενες ή απαγορευμένες περιοχές από την αντίπαλη αεράμυνα. Επίσης γιατί θα μπορούσε να αποτραπεί η αγορά και εγκατάσταση των ναυτικών πυραύλων κρούσης MdCN στις φρεγάτες FDI HN από τη στιγμή που η MBDA έκανε γνωστό ότι οι κάθετοι εκτοξευτές δεν είναι πιστοποιήμενοι στην μεταφορά και εκτόξευση των Α/Α πυραύλων Aster 30 και μια τέτοια απαίτηση ενέχει κόστος και χρόνο που θα επωμιστεί το Π.Ν. Οπότε το φορτίο των Α/Α πυραύλων των τριών φρεγατών θα περιοριστεί στους 24 Aster 30, που θεωρείται μικρό για μια Αντιαεροπορική φρεγάτα. Συνυπολογίζοντας επίσης ότι οι εκτοξευτές Sylver δεν έχουν τη δυνατότητα Quad pack για πυραύλους μικρής-μέσης εμβέλειας ώστε να μπορεί να αυξηθεί το απόθεμα πυραύλων πάνω στο πλοίο.

Ο LCM μπορεί να δώσει την ευκαιρία στους έλληνες επιτελείς για μια ολιστική λύση που θα μπορεί να λειτουργεί χωρίς να δεσμεύει πλατφόρμες από τη στιγμή που ένας πύραυλος κρουζ είναι στρατηγικό όπλο και η χρήση του δεν θα είναι στην κρίση του τοπικού διοικητή/πτεράρχου/πλοιάρχου, αλλά θα είναι εντολή από τα ανώτερα κλιμάκια της ιεραρχίας που λαμβάνουν αποφάσεις σε στρατηγικό επίπεδο.