Η γεωγραφία αποτελεί πεπρωμένο για τις χώρες στο διεθνές σύστημα και δεν δύναται να αλλάξει. Οι γείτονες των χωρών και οι συμπεριφορές που υιοθετούν στην εγγύς περιοχή τους, δεν είναι παράγοντες που τίθενται υπό τον πλήρη έλεγχο κάθε κράτους. Ωστόσο, οι ευκαιρίες και οι προκλήσεις που αναδύονται σε κάθε γεωγραφική περιοχή μπορούν να είναι πλήρως εκμεταλλεύσιμες ή αντιμετωπίσιμες βάσει της γεωπολιτικής αναβάθμισης ή υποβάθμισης της εκάστοτε χώρας. Η Ελλάδα εντοπίζεται σε μια γεωγραφική περιοχή που δύναται να προσφέρει πλήθος ευκαιριών, αλλά την ίδια στιγμή καλείται να διαχειριστεί μια σειρά από προκλήσεις. Όπως πολλάκις έχει αποτυπωθεί, η γεωγραφική θέση της χώρα μας εντοπίζεται στο σταυροδρόμι 3 ηπείρων. Η Ελλάδα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα που δύνανται να της επιτρέψουν την πλήρη αξιοποίηση των ευκαιριών που της προσφέρει η γεωγραφία.
Του Νικόλαου Αγγέλη, Διεθνολόγος & Στρατηγικός Αναλυτής, Συντονιστής στις ερευνητικές ομάδες «ΝΑΤΟ-ΕΕ» και «Ενέργεια, Οικονομία, Περιβάλλον» του ΙΔΙΣ, μέλος της ομάδας θαλάσσιας στρατηγικής του ΕΛΙΣΜΕ
Πηγή: HUFFPOST
Μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις, που καλείται η χώρα να αντιμετωπίσει μέσα στο πέρασμα της ιστορίας της είναι ο κίνδυνος εξ ανατολών. Οι εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα τη τελευταία δεκαετία στη γείτονα χώρα καθιστούν πιο αναγκαία από ποτέ την ανάληψη των απαραίτητων δράσεων για την αντιμετώπιση του εν λόγω κινδύνου. Η Τουρκία στο εσωτερικό της μεταλλάσσεται σε ένα απολυταρχικό κράτος, όπου στον πυρήνα του η θρησκεία λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις, ενώ τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ελευθερία του λόγου και εν γένει τα δημοκρατικά ιδεώδη της Δύσης εκλείπουν. Παράλληλα, στην εξωτερική της πολιτική λειτουργεί ως διεθνής ταραξίας και ως μια άκρως αναθεωρητική δύναμη.
Σήμερα η Τουρκία ασφυκτιά στα γεωγραφικά της όρια, θεωρεί τον εαυτό της αδικημένο μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάνης και επιδιώκει να αναβιώσει μέρος της οθωμανικής της ιστορίας. Η έντονη ρητορική που υιοθετούν ο πρόεδρος της Τουρκίας και οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης, δεν αξιοποιείται μόνο για το εσωτερικό ακροατήριο και για πολιτικούς λόγους, ενόψει των εκλογών του 2019. Τα μηνύματα έχουν αποδέκτες μια σειρά από κράτη της εγγύς και όχι μόνο περιοχής. Η Τουρκία επιδιώκει να αποκτήσει ενεργό και ουσιώδη ρόλο για τα τεκταινόμενα της Μέσης Ανατολής, της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων. Θεωρεί ότι η γεωπολιτική της δύναμη, της επιτρέπει να αναλάβει το ρόλο της περιφερειακής δύναμης, στο εν λόγω γεωγραφικό υποσύστημα και να αναβαθμιστεί έτι περαιτέρω.
Απέναντι στα νέα δεδομένα η Ελλάδα δείχνει σημάδια δυσκολίας ή και απροθυμίας προσαρμογής, εμμένοντας σε μια πλήρως αναποτελεσματική στρατηγική, τη στρατηγική του κατευνασμού. Οι εξελίξεις στο διεθνές σύστημα τρέχουν και η Ελλάδα δυστυχώς ακολουθεί μετά δυσκολίας και με ιδεολογικές αγκυλώσεις. Αν μπορούσαμε να παραλληλίσουμε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις από το 1995 και μετά με μια παρτίδα σκάκι, σίγουρα η Τουρκία θα ήταν τα λευκά πιόνια και αυτό γιατί η Τουρκία δράττει το πλεονέκτημα του πρώτου χτυπήματος (first strike), δεδομένου ότι τα λευκά εκκινούν πάντα μια παρτίδα σκάκι. Η Ελλάδα διαρκώς ακολουθεί και εξαναγκάζεται να υιοθετεί τη στρατηγική του αμυνόμενου.
Τα δεδομένα φυσικά και μπορούν να αλλάξουν υπέρ της Ελλάδος, εφόσον προχωρήσει στις απαραίτητες ενέργειες, που θα της επιτρέψουν να έχει εκείνη τον πρώτο λόγο στην γεωπολιτική σκακιέρα της περιοχής. Πρώτα απ’ όλα, η χώρα μας πρέπει να αναθεωρήσει την υφιστάμενη στρατηγική της και να εντάξει συγκεκριμένες στοχεύσεις βραχυπρόθεσμες και μέσο-μακροπρόθεσμες. Κύρια στόχευση θα πρέπει να είναι η άμεση γεωπολιτική αναβάθμιση της και η ισχυροποίηση της. Θα πρέπει να χτίσει μια νέα συνεκτική στρατηγική αναγιγνώσκοντας τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις που αναδύονται στο διεθνές σύστημα. Η αναζήτηση σημαντικών συμμαχιών και η αναβάθμιση των υφιστάμενων συνεργασιών της, σε στρατηγικού χαρακτήρα συμμαχιών με σημαίνοντα κράτη της περιοχής της κρίνεται επιτακτική.
Η Ελλάδα στο εξωτερικό επίπεδο, ως κατεξοχήν ναυτική δύναμη θα πρέπει να αναπτύξει συνεργασίες και συμμαχίες με αντίστοιχες παραδοσιακές ναυτικές δυνάμεις. Επίσης, θα πρέπει να επιδιώξει την περαιτέρω εμβάθυνση της στρατηγικής της συνεργασίας με το Ισραήλ, δεδομένων των προκλήσεων που από κοινού καλούνται να αντιμετωπίσουν στην Ανατολική Μεσόγειο. Η αναθεωρητική στάση της Τουρκίας και η επιδίωξή της να μετατραπεί σε ηγεμονική δύναμη στην εν λόγω περιοχή, θέτει εν αμφιβόλω τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδος και του Ισραήλ. Η μετ’ επιτάσεως προσπάθεια της Άγκυρας να λάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στο ενεργειακό παιχνίδι και να υποβαθμίσει τις σημαντικές δυνατότητες που δύνανται να αποκτήσουν τα υπόλοιπα κράτη, αναδεικνύει την ανάγκη για συνεργασία. Ένας ακόμη δρών της περιοχής που απειλείται από την Άγκυρα είναι η Αίγυπτος, δεδομένου ότι η πρώτη αμφισβητεί το σημαίνοντα ρόλο που κατέχει η δεύτερη στον Αραβικό κόσμο. Η Ελλάδα θα πρέπει να υιοθετήσει εντονότερες πολιτικές πρωτοβουλίες και να εμβαθύνει έτι περαιτέρω τη συνεργασία της με την Αίγυπτο.
Στο εσωτερικό επίπεδο, η χώρα μας θα πρέπει να υιοθετήσει πολιτικές αυτοβοήθειας που θα ενισχύσουν την αποτρεπτική της δύναμη και θα αναβαθμίσουν την ισχύ της στο άναρχο διεθνές σύστημα. Δυστυχώς, στις διεθνείς σχέσεις το διεθνές δίκαιο δεν μπορεί να επικρατήσει έναντι του δικαίου του ισχυρού. Επομένως, θα πρέπει να αποκτήσει νέα εργαλεία για να ανταποκριθεί επάξια στις αναδυόμενες προκλήσεις. Πρώτο και κύριο μέλημα είναι η επίτευξη συνοχής στο εγχώριο πολιτικό σύστημα, η οποία δεν θα επιτρέπει τη δημιουργία ρηγμάτων προς όφελος, όσων κρατών επιβουλεύονται τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Δεύτερον θα πρέπει να ενισχυθούν οικονομικά και υλικοτεχνικά οι ένοπλες δυνάμεις (αποφεύγοντας την άσκοπη κατασπατάληση χρημάτων) με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της αποτρεπτικής της δύναμης. Η αποτροπή για να είναι πειστική δεν θα πρέπει να εντάσσεται μόνο σε ρητορικό επίπεδο, αλλά και σε πρακτικό-ουσιαστικό επίπεδο. Τρίτον, η Ελλάδα οφείλει πιο ενεργά να αποκτήσει δυνατότητες πιέσεις στα σημαντικά κέντρα λήψης των αποφάσεων σε αγαστή συνεργασία με την ελληνική ομογένεια. Τέταρτον, θα πρέπει να δείξει τη δέουσα προσοχή και να εντάξει στη νέα στρατηγική της περισσότερες πολιτικές, διπλωματικές πρωτοβουλίες ως προς τις εξελίξεις στη Κύπρο, αναφορικά με την ενέργεια και τις πιέσεις επίλυσης του Κυπριακού.
Κύριοι στόχοι της Τουρκίας, αναφορικά με την Κύπρο, είναι αφενός να τερματιστούν οι κυπριακές πρωτοβουλίες στα ενεργειακά κοιτάσματα και αφετέρου η συμμετοχή της, δια του δικαίου του ισχυρού, στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, με απώτερο στόχο την όδευση των υδρογονανθράκων δια μέσου τους εδάφους της, καθιστώντας την ενεργειακό κόμβο και αφαιρώντας παράλληλα, τη δυνατότητα της Κύπρου να ισχυροποιηθεί γεωπολιτικά. Ως εκ τούτου, ακυρώνεται σε μεγάλο βαθμό η ισχύς των επιχειρημάτων των Ελληνοκυπρίων για θετική επίλυση του Κυπριακού. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος δεν πρέπει επουδενί να λυγίσουν στις πιέσεις και να επιτρέψουν να εμπλακούν σε διαπραγματεύσεις με τη Τουρκία για την από κοινού εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων.
Βάσει των ανωτέρω, η χώρα μας θα πρέπει άμεσα να αναθεωρήσει την υφιστάμενη στρατηγική της και να επιδιώξει την ισχυροποίησή της. Η ελληνική πολιτική εξουσία στο σύνολό της πρέπει να τερματίσει κάθε φοβικό σύνδρομο απέναντι στις τουρκικές απειλές. Η ανάγνωση του Τούρκου προέδρου ως «παράφρονα» ή «απρόβλεπτου» δρώντα είναι λανθασμένη και ως εκ τούτου οδηγεί στην υιοθέτηση εσφαλμένων ενεργειών αντιμετώπισής του. Η Ελλάδα οφείλει άμεσα να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και να υιοθετήσει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες με στόχο την προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της.