Τη προηγούμενη Κυριακή ο γράφων μέσα από την ιστοσελίδα DefenceReview.gr είχε αναφερθεί στο Πυροβολικό Μάχης συνεχίζοντας τη σειρά άρθρων – αναλύσεων αναφορικά με τις εξοπλιστικές ανάγκες των Όπλων του Στρατού Ξηράς. Λόγω οικονομίας χώρου και χρόνου είχαμε επικεντρώσει την ανάλυση μας μόνον στο Πυροβολικό Μάχης. Το Πυροβολικό όμως αποτελείται τόσο από το Πυροβολικό Μάχης όσο και από το Αντιαεροπορικό Πυροβολικό με εξίσου σημαντική αποστολή για την ελληνική αποτροπή. Στη σημερινή μας ανάλυση θα αναφερθούμε στο Αντιαεροπορικό Πυροβολικό και στην Αεράμυνα του Στρατού Ξηράς.
Σημαντικό στοιχείο που εξασφαλίζει την επιβιωσιμότητα ενός στρατού στο σημερινό πεδίο της μάχης αποτελεί το Αντιαεροπορικό (Α/Α) πυροβολικό. Αυτό γιατί πέραν την αναβάθμισης της από αέρος απειλής, νέες μορφές απειλών εμφανίζονται που απαιτούν ποικιλία μέσων και μεθόδων για την αντιμετώπιση τους. Οι προκλήσεις που τίθενται λοιπόν είναι τεράστιες και απαιτούν σύντονη προσπάθεια για την αντιμετώπιση τους. Το Α/Α του Ε.Σ ενισχύθηκε σημαντικά την τελευταία 20ετία με αποτέλεσμα να παρουσιάζει μια σε γενικές γραμμές αποδεκτή εικόνα. Πολλά ωστόσο πρέπει να γίνουν καθ’ό,τι οι εξελίξεις τρέχουν και η προσπάθεια για την παρακολούθηση τους δεν σταματάει ποτέ.
Δομή, οργάνωση, εξοπλισμός
Βασική οργανωτική μονάδα του Ελληνικού Α/Α ΠΒ είναι η Μοίρα είτε στη μορφή της Μοίρα Κ/Β είτε στη μορφή της Μοίρας Ελαφρού Α/Α Πυροβολικού (ΜΕΑ/ΑΠ).
Συνολικά διατίθενται 2 Μοίρες (180 και 181 ΜΚ/Β στην Αττική και στη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα) Κ/Β βλημάτων HAWK διατεταγμένες σε 7 πυροβολαρχίες με συνολικά 42 τριπλούς εκτοξευτές βλημάτων MIM-23, 1 Μοίρα(182 ΜΚ/Β στην Κομοτηνή) με 5 πυροβολαρχίες με συνολικά 21 συστήματα Tor-M1 και αριθμός ΜΕΑ/ΑΠ. Στις ΜΕΑ/ΑΠ των νησιών του Αιγαίου εντάσσονται τα συστήματα OSA-AK/AKM οργανωμένα σε Πυροβολαρχίες Ελαφρού Α/Α Πυροβολικού (ΠΕΑ/ΑΠ). Όσον αφορά την κατανομή των αντιαεροπορικών μέσων αυτά διατίθενται ως εξής:
Κάθε Μηχανοκίνητο Τάγμα Πεζικού διαθέτει στη διμοιρία αναγνώρισης του Λόχου Υποστήριξης Τάγματος (ΛΥΤ) μια ομάδα Α/Α βλημάτων με 4 έως 6 εκτοξευτές βλημάτων Stinger. Σε κάθε απλό τάγμα πεζικού και πιο συγκεκριμένα στο ΛΥΤ υπάρχει μια διμοιρία Α/Α όπλων με 4 πυροβόλα ZU-23 και στη διμοιρία πολυβόλων 2 έως 4 εκτοξευτές Stinger ενώ αριθμός από ZU-23 διατίθενται πλέον και στα τάγματα Εθνοφυλακής με αντίστοιχη αριθμητική οργάνωση. Οι μονάδες των Τεθωρακισμένων (ΕΜΑ και ΕΑΝ) διαθέτουν στην ίλη διοίκησης έναν ουλαμό ανιχνευτών και Α/Α άμυνας με 2 ή 4 εκτοξευτές Κ/Β Stinger.
Όσον αφορά την κατανομή των μονάδων Α/Α πυροβολικού ισχύουν τα παρακάτω:
Σε κάθε σχηματισμό της ΑΣΔΕΝ διατίθεται ανά μια ΜΕΑ/ΑΠ. Σε κάθε Μ/Κ Μεραρχία ΠΖ ή ισοδύναμο σχηματισμό και σε κάθε Σώμα στρατού διατίθεται επίσης μια ΜΕΑ/ΑΠ. Οι μονάδες πυραυλικού Α/Α πυροβολικού και πιο συγκεκριμένα η 181 ΜΚ/Β και η 182 ΜΚ/Β υπάγονται στην 1η Στρατιά ενώ η 180 ΜΚ/Β απευθείας στο ΓΕΣ.
Συνοπτικά το διατιθέμενο υλικό Α/Α άμυνας του Ε.Σ παρουσιάζεται παρακάτω:
-42 εκτοξευτές βλημάτων MIM-23 HAWK σε 7 πυροβολαρχίες
-21 εκτοξευτές βλημάτων Tor-M1 οργανωμένα σε 5 πυροβολαρχίες
-12/27 εκτοξευτές βλημάτων OSA-AK/AKM
-54 συστήματα VSHORADS ASRAD-GR με βλήματα Stinger
-631 εκτοξευτές βλημάτων FIM-92B/C POST-RMP Stinger
-506 πυροβόλα ZU-23 των 23 mm
-285 πυροβόλα Rh-202 των 20 mm
-17 πυροβόλα ARTEMIS-30 των 30 mm (υπό απόσυρση)
Η ανάπτυξη του συστήματος HAWK ξεκίνησε το 1953 ενώ το σύστημα εντάχθηκε σε υπηρεσία το 1960. Μέσω διαδοχικών εκσυγχρονισμών καταφέρνει και μένει αξιόμαχο για πάνω από 50 χρόνια. Τα HAWK του Ε.Σ έχουν εκσυγχρονιστεί σε επίπεδο ανάλογο του Phase III. Η κάθε Πυροβολαρχία αποτελείται από δύο μονάδες πυρός εξοπλισμένες με τρεις εκτοξευτές των τριών βλημάτων έκαστη.
Στόχος του εκσυγχρονισμού ήταν η μείωση του προσωπικού αλλά και των υλικών κάθε πυροβολαρχίας κατά 10%, η δυνατότητα – υπό προϋποθέσεις – αντιμετώπισης μαζικής αεροπορικής απειλής, η αύξηση της ευκινησίας μειώνοντας τον απαραίτητο χρόνο ενεργοποίησης κατά 30% και η εισαγωγή σε υπηρεσία σύγχρονου κέντρου διεύθυνσης πυρός (FDC), συμβατού με το Patriot. Οι νέες επιδόσεις του συστήματος επιτρέπουν στις πυροβολαρχίες Hawk να εμπλέξουν στόχους σε απόσταση 42 χιλιομέτρων και ύψος 45.000 ποδιών, να εμπλέξουν ταυτόχρονα χαμηλά ιπτάμενους – αναδυόμενους στόχους (pop-up) σε βεληνεκές μικρότερο των 20 χιλιομέτρων (LASHE Mode) και να προβάλουν τακτικούς βαλιστικούς πυραύλους (TBM).
Μια τυπική συγκρότηση Πυροβολαρχίας περιλαμβάνει:
Ένα Κέντρο Κατανομής Πυρός Πυροβολαρχίας – Battery Fire Distribution Center (BFDC).
Ένα Ραντάρ Ερεύνης Συνεχούς Κύματος – Continuous Wave Acquisition Radar (CWAR) AN/MPQ-62.
Ένα Παλμικό Ραντάρ Ερεύνης – Pulse Acquisition Radar (PAR) AN/MPQ-50.
Δύο Ραντάρ Εγκλωβισμού – High Power Illuminator Radar (HIPIR) AN/MPQ- 61.
Μία Συσκευή Αναγνώρισης – Identification Friend or Foe (IFF) AN/TPX-46.
Έξι Εκτοξευτές Βλημάτων – Launcher (LT) XM – 192.
Το σύστημα HAWK είναι πλήρως διασυνδεδεμένο με τα Patriot μέσω Link 11 και πλήρως ενταγμένο στο Σύστημα Αεροπορικού Ελέγχου (ΣΑΕ) της ΠΑ.
Το αντιαεροπορικό σύστημα μικρού βεληνεκούς OSA (SA-8 κατά NATO) είναι Σοβιετικής κατασκευής. Στην έκδοση OSA-AKM φέρει εξαπλό εκτοξευτή βλημάτων 9M33 με βεληνεκές 15 Km. Φέρεται από όχημα BAZ-3957 με αμφίβια ικανότητα. Σε ελληνική υπηρεσία λειτουργούν συνδυαζόμενα είτε με ραντάρ P-19 είτε με ραντάρ Kasta-2E με βεληνεκές 5-150 Km.
Το αντιαεροπορικό σύστημα Tor-M1 είναι ένα αυτοκινούμενο αντιαεροπορικό σύστημα παντός καιρού, το οποίο αναπτύχθηκε με κύριο σκοπό να παρέχει αντιαεροπορική κάλυψη. Το σύστημα έχει ικανότητα να εμπλακεί και να αναχαιτίσει βλήματα τύπου Κρουζ, βλήματα αέρος-επιφανείας, έξυπνες βόμβες, UAV, μαχητικά αεροσκάφη, ελικόπτερα κ.λ.π.).
Το σύστημα είναι πλήρως αυτόματο (αλλά επίσης μπορεί να χειριστεί χειροκίνητα από το πλήρωμα), αναγνωρίζει ελέγχει και αυτόματα εμπλέκεται με εναέριους εχθρικούς στόχους. Φέρει 12 κάθετα εκτοξευόμενα βλήματα 9M330 με βεληνεκές 12 Km ενώ έχει τη δυνατότητα να ανιχνεύει 48 στόχους, να κατηγοριοποιεί 12 ως πιο επικίνδυνους και να εμπλέκει 2 στόχους ταυτόχρονα.
Απειλές
Οι απειλές που αντιμετωπίζει σήμερα το Ελληνικό Α/Α πυροβολικό είναι ποσοτικά και ποιοτικά αναβαθμισμένες σε σχέση με το παρελθόν. Πέραν της κλασικής αεροπορικής απειλής η οποία έχει αναβαθμιστεί ποιοτικά, νέες μορφές απειλών έρχονται να προστεθούν που καθιστούν την αντιμετώπιση τους μια δύσκολη υπόθεση.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι οι τελευταίες διακρίνονται σε:
-Μαχητικά αεροσκάφη υψηλών επιδόσεων
-Τακτικά βαλλιστικά βλήματα
-Βλήματα cruise
-Ρουκέτες πυροβολικού μεγάλου διαμετρήματος και βεληνεκούς
-Μη Επανδρωμένα Αεροχήματα (UAV)
-Περιφερόμενα Πυρομαχικά
-Επιθετικά και μεταφορικά ελικόπτερα
Σε όλες αυτές τις κατηγορίες απειλών οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν κάνει τα τελευταία χρόνια αλματώδη βήματα που θέτουν το πρόβλημα της Α/Α άμυνας του Ε.Σ επί νέας βάσης. Πιο συγκεκριμένα σε υπηρεσία έχουν τεθεί ή αναμένεται να τεθούν πληθώρα οπλικών συστημάτων από τις παραπάνω κατηγορίες με χαρακτηριστικότερα το μαχητικό αεροσκάφος του προγράμματος TF-X με χαρακτηριστικά χαμηλής παρατηρησιμότητας, τα τακτικά βαλλιστικά βλήματα τουρκικής κατασκευής Yildirim, Khan/Bora και εσχάτως Tayfun, το βλήμα πλεύσης τουρκικής κατασκευής SOM, τα ΠΕΠ Kasigra, τα UAV Anka, Akinci και Aksungur και τα επιθετικά ελικόπτερα T-129 ATAK I καθώς και τα υπό ανάπτυξη επιθετικά ελικόπτερα T-629 και T-929 ATAK II.
Θανάσιμη απειλή για το ελληνικό σύστημα αεράμυνας και τα αντιαεροπορικά μέσα του Ε.Σ συνιστούν τα Ισραηλινής κατασκευής UCAV Harpy και το τουρκικό έκδοχο του KARGI. Τα τελευταία διαθέτουν παθητικό αισθητήρα ραντάρ για την καθοδήγηση τους προς το στόχο που τα επιτρέπει να συλλαμβάνουν τις εχθρικές εκπομπές ραντάρ και να κατευθύνονται προς αυτές.
Από την άλλη σημαντική απειλή για το Ελληνικό Α/Α πυροβολικό αποτελούν οι δυνατότητες SEAD/DEAD που διαθέτει η THK με χρήση βλημάτων αντιραντάρ AGM-88B HARM αλλά και όπλων όπως βόμβες κατευθυνόμενες με λέιζερ (LGB) και βλήματα όπως τα AGM-65 Maverick, AGM-86 SLAM και Popeye I. Από το 2017 στο τουρκικό οπλοστάσιο έχει προστεθεί και το τουρκικής ανάπτυξης βλήμα cruise SOM.
Επιχειρησιακή δράση
Παρακάτω θα επιχειρηθεί να δοθεί μια εικόνα της επιχειρησιακής δράσης και αξίας του Α/Α πυροβολικού και της σημασίας του στο Ελληνοτουρκικό σύστημα αντιπαράθεσης. Για λόγους ευκολίας και καλύτερης κατανόησης των επιχειρησιακών δεδομένων η παρουσίαση θα καλύψει δύο διακριτά επιχειρησιακά περιβάλλοντα: αυτά της Θράκης, του Αιγαίου. Η επιλογή αυτή είναι αναγκαστική γιατί καθένα από αυτά τα θέατρα επιχειρήσεων χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα γεωγραφικά και επιχειρησιακά χαρακτηριστικά που θέτουν διαφορετικές απαιτήσεις απόκρισης, λειτουργίας και εν γένει δράσης.
α) Επιχειρησιακό περιβάλλον Θράκης
Το επιχειρησιακό περιβάλλον της Θράκης είναι ένα από τα λίγα εναπομείναντα παγκοσμίως, μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου,όπου απαντάται ένα τυπικό σχήμα αντιπαράθεσης. Αυτό της αντιπαράθεσης δύο, περίπου ισοδύναμων στρατιωτικών μορφωμάτων, σε κλασσικές συνθήκες συμβατικού πολέμου. Έντονο χαρακτηριστικό της αντιπαράθεση η ύπαρξη ισχυρών τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων σχηματισμών εκατέρωθεν που θυμίζει σε μικρογραφία το ανάλογο της Κεντρικής Ευρώπης την ψυχροπολεμική περίοδο.
Σε περίπτωση πολεμικών επιχειρήσεων αναμένεται ένα κλασικό και συνάμα σπάνιο (τουλάχιστον μέχρι την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων στο Αρτσάχ και κυρίως στην Ουκρανία) για τα σημερινά δεδομένα είδος και μορφή αγώνα: αυτό της αναμετρήσεως μονάδων, συγκροτημάτων και σχηματισμών προορισμένων για εκ παρατάξεως μάχη σε ένα σχετικώς περιορισμένο από πλευράς χώρου και όγκου πεδίο μάχης, με έντονα χαρακτηριστικά πολέμου ελιγμών και ταυτόχρονα διεξαγωγής αγώνα φθοράς.
Αμφότερες οι δυνάμεις, είτε σε περίπτωση εκδήλωσής τουρκικής επιθετικής ενέργειας, είτε σε περίπτωση ανάληψης από Ελληνικής πλευράς αντίστοιχης αντεπιθετικής, θα αποδοθούν σε έναν σκληρό αγώνα στην πρώτη γραμμή για εξασφάλιση του τακτικού και επιχειρησιακού πλεονεκτήματος και την επιφορά ρήγματος στην διάταξη μάχης του αντιπάλου. Από το ρήγμα που ίσως δημιουργηθεί θα ξεχυθούν οι προβλεπόμενες εφεδρείες σε επίπεδο σώματος στρατού και στρατιάς για την διεξαγωγή κλασσικού πολέμου ελιγμών σε σχετικό βάθος.
Οι Τούρκοι θα επιχειρήσουν, με τις μονάδες Α’ κλιμακίου αρχικά να δημιουργήσουν προγεφυρώματα στην δυτική όχθη του Έβρου και στη συνέχεια να τα διευρύνουν με την συνεχή έλευση ενισχύσεων και την διεκπεραίωση δυνάμεων. Έτσι θα δημιουργήσουν τις συνθήκες ευόδωσης της επιθετικής τους ενέργειας μεταφέροντας παράλληλα τις δυνάμεις Β’ και Γ’ κλιμακίου και συνέχισης των επιχειρήσεων δυτικότερα.
Η όλη προσπάθεια θα υποστηρίζεται από την Τουρκική αεροπορία και την Τουρκική αεροπορία στρατού οι οποίες θα πετάξουν σε αποστολές Εγγύς Αεροπορικής Υποστήριξης και Απομόνωσης Πεδίου Μάχης. Η αεροπορία στρατού εκτός της χρήσης επιθετικών ελικοπτέρων με στόχο την υποστήριξη των τουρκικών δυνάμεων και την εξουδετέρωση των αντίστοιχων ελληνικών,κυρίως τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων, αναμένεται να υποστηρίξει αεροπαβατικές επιχειρήσεις στα μετόπισθεν του μετώπου του Έβρου, με την μεταφορά και την από αέρος υποστήριξη αεροκίνητων δυνάμεων ενώ το ίδιο μπορεί να πράξει η τουρκική αεροπορία με τη ρίψη αλεξιπτωτιστών.
Στόχος θα είναι η δημιουργία αεροπρογεφυρωμάτων στα μετόπισθεν των ελληνικών δυνάμεων, με τη βοήθεια πιθανώς εξτρεμιστικών στοιχείων της μουσουλμανικής μειονότητας, με κύριο στόχο την καθυστέρηση άφιξης των ελληνικών ενισχύσεων που σταθμεύουν δυτικότερα και την απομόνωση των μονάδων της πρώτης γραμμής.
Επίσης στόχο θα αποτελέσουν στόχοι στρατηγικής σημασίας σημεία όπως γέφυρες, οδικοί και σιδηροδρομικοί κόμβοι, αποθήκες πυρομαχικών, στρατηγεία και κέντρα διοίκησης και ελέγχου, χώροι διασποράς ελληνικών δυνάμεων καθώς και προκεχωρημένα πεδία αποπροσγείωσης και υποστήριξης ελληνικών επιθετικών ελικοπτέρων. Δεδομένης της φύσης και της νοοτροπίας του αντιπάλου δεν αποκλείεται και το σενάριο του βομβαρδισμού αστικών κέντρων και γενικά κατοικημένων περιοχών προκειμένου να ασκηθεί πίεση στον πληθυσμό για εγκατάλειψη των εστιών του και την πτώση του ηθικού του.
Ο ρόλος του Ελληνικού Α/Α πυροβολικού είναι λοιπόν κομβικός καθώς καλείται να αντιμετωπίσει και να αποτρέψει παρόμοιες ενέργειες, προστατεύοντας μηχανοκίνητες και τεθωρακισμένες μονάδες, στρατηγικά σημεία, φάλαγγες ενισχύσεων και ανεφοδιασμού και όσα περιγράφηκαν παραπάνω επιφέροντας παράλληλα την μέγιστη δυνατή φθορά στις αεροπορικές και αεροποβατικές δυνάμεις του αντιπάλου.
Ειδικά συστήματα όπως τα TOR-M1 και τα ASRAD-GR δύνανται να προκαλέσουν όλεθρο στην ελικοπτερική δύναμη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων σε βαθμό που μας βάζουν σε πειρασμό να σκεφτούμε αν τέτοια κίνηση από τουρκικής πλευράς ενέχει επιχειρησιακή σκοπιμότητα και αν τελικά μας συμφέρει καθώς θα μας δώσει την ικανότητα να εξουδετερώσουμε μεγάλο αριθμό δυνάμεων που αποτελούν απειλή για τα νησιά του Αιγαίου απαλλάσσοντας τα σχετικώς.
Τα ίδια σε γενικές γραμμές ισχύουν στην περίπτωση διεξαγωγής (αντ)επιθετικών επιχειρήσεων στον έδαφος της Αν.Θράκης. Σ’ αυτήν την περίπτωση οι μονάδες του Α/Α πυροβολικού θα υποστηρίξουν τις προελαύουσες ελληνικές δυνάμεις, προστατεύοντας τες από αεροπορικές προσβολές, επιτρέποντας τους να διατηρήσουν στο μέτρο του εφικτού την κρίσιμη εκείνη μάζα που απαιτείται προκειμένου να καμφθεί η τουρκική αμυντική διάταξη. Είναι ευνόητο πως η όλη προσπάθεια από πλευράς Α/Α πυροβολικού θα βασιστεί κυρίως σε αυτοκινούμενα συστήματα καθώς αυτά παρουσιάζουν αυξημένη κινητικότητα και χρόνους απόκρισης και τάξεως σ’ένα ρευστό πεδίο μάχης.
Ειδικά για τον Έβρο πρέπει να επισημανθεί το εξής: με δεδομένο ότι το εύρος του μετώπου είναι σχετικά περιορισμένο και νεκροί τομείς στην ουσία δεν υπάρχουν επιβάλλεται η συνεχής εξάσκηση σε πρακτικές και διαδικασίες Αναγνώρισης Φίλου ή Εχθρού (IFF) προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα αδελφοκτόνων πυρών που απειλούν τα φίλια εναέρια μέσα και ειδικά τα επιθετικά ελικόπτερα AH-64 Apache που διαθέτει η Α.Σ.
Τα τελευταία καλούνται να δράσουν μπροστά από το Πρόσθιο Όριο Τοποθεσίας (ΠΟΤ), πετώντας σε σχετικό βάθος εντός της εχθρικής διάταξης, όπου πρέπει όμως πρώτα να διέλθουν από χώρους ελεγχόμενους από τις φίλιες δυνάμεις. Έτσι είναι εκτεθειμένα σε παντός είδους πυρά, μη αποκλειομένων και αυτών του φίλιου Α/Α πυροβολικού. Απαιτείται λοιπόν διαρκής προσπάθεια βελτίωσης των τεχνικών IFF σε σημείο αυτοματισμού.
β) Επιχειρησιακό περιβάλλον Αιγαίου
Το επιχειρησιακό περιβάλλον του Αιγαίου διαφέρει αισθητά από το αντίστοιχο της Θράκης. Εδώ η απειλή δεν εκφράζεται στην μορφή τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων σχηματισμών αλλά αμφίβιων δυνάμεων σε μια ευρεία γκάμα ενδεχομένων. Από αυτό της προσβολής μικρονησίδας/βραχονησίδας έως την διενέργεια μείζονας αμφίβιας επιχείρησης κατάληψης μεγάλης νήσου. Η μορφή της τουρκικής επιχείρησης κατά κύριας νήσου που μας ενδιαφέρει επί του παρόντος είναι η κλασσική μιας ανάλογης επιχείρησης συμφώνως με τα σύγχρονα διεθνή πρότυπα.
Ο εχθρός θα προσπαθήσει αρχικά, αφού θα έχει προηγηθεί σφοδρός αεροναυτικός και χερσαίος βομβαρδισμός από τα μικρασιατικά παράλια, να εγκαταστήσει προγεφύρωμα με αποβατικές δυνάμεις το οποίο θα επιχειρήσει εκ των υστέρων να το διευρύνει με την έλευση νέων δυνάμεων.
Παράλληλα, θα επιχειρήσει την δημιουργία αεροπρογεφυρωμάτων τόσο στα δεσπόζοντα της ακτής απόβασης υψωμάτων όσο και στο εσωτερικό της νήσου με στόχο αφενός την κάλυψη των δυνάμεων απόβασης στην πρώτη περίπτωση και την δημιουργία σύγχυσης και συνθηκών διασποράς των δυνάμεων των αμυνομένων στην δεύτερη.
Με την επίτευξη των αρχικών στόχων, θα ξεκινήσει την πορεία προς τα ενδότερα της νήσου με στόχο την ολοκληρωτική κατάληψη της πριν καταφέρει ο αμυνόμενος να μεταφέρει ενισχύσεις και πριν την επιβολή εκεχειρίας. Όπως γίνεται αντιληπτό ο παράγοντας χρόνος είναι καθοριστικός για την επίτευξη του σχεδίου.
Η όλη προσπάθεια θα υποστηρίζεται όπως είναι ευνόητο από την Τουρκική αεροπορία και από την τουρκική αεροπορία στρατού η οποία θα προσπαθήσει να πλήξει παραπλήσιους στόχους με αυτούς του μετώπου του Έβρου. Εδώ η απειλή των αεροπρογεφυρωμάτων παρουσιάζεται οξυμένη καθώς τόσο τα μεγέθη της αντιπαράθεσης και η σχετικά απομειωμένη ικανότητα διεξαγωγής Α/Α αγώνα εκ μέρους των ελληνικών δυνάμεων επιτρέπουν σκέψεις ενεργητικότερης χρησιμοποίησης των αερομεταφερόμενων και αεροκίνητων δυνάμεων με στόχο της διάσπαση της προσοχής και των δυνάμεων και τελικά την κατάρρευση της φίλιας άμυνας.
Από την άλλη οι Ζώνες Προσγείωσης και Ζώνες Ρίψης (ειδικά οι τελευταίες) είναι σχετικά λίγες κάτι που διευκολύνει το έργο της άμυνας του νησιού καθώς μπορεί εύκολα να επιτηρηθούν και να καλυφθούν αρκεί φυσικά να διατίθενται τα ανάλογα μέσα.
Μεγαλύτερες προκλήσεις θέτει η ανάγκη εξασφάλισης της Α/Α των μικρονήσων που ίσως να αποτελέσουν και τους κυριότερους στόχους του αντιπάλου. Τα τελευταία στερούνται σοβαρής Α/Α άμυνας η οποία περιορίζεται συνήθως σε Α/Α πυροβόλα μικρού διαμετρήματος και φορητά συστήματα FIM-92 Stinger.
Με δεδομένη τη φύση της απειλής κατά των μικρονήσων που εκφράζεται κυρίως στη μορφή αεροκίνητων δυνάμεων ικανού όγκου που δύνανται στην κυριολεξία να “πνίξουν” σε ελάχιστο χρόνο τους αμυνόμενους οι οποίοι στερούνται της ύπαρξης βαριών εφεδρειών επιβάλλεται η ενίσχυση της αντιαεροπορικής τους άμυνας με λύσεις χαμηλού κόστους. Για το τελευταίο όμως θα μιλήσουμε παρακάτω.
Αντιμετώπιση της απειλής: προτάσεις
Αναφερόμενοι στις προτάσεις για την αντιμετώπιση της απειλής θα πρέπει να επισημάνουμε την ανάγκη για την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος αεράμυνας που θα δρα συνδυαστικά με αυτό των άλλων κλάδων των Ε.Δ, κάτι που απ’όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε έχει ήδη γίνει σε κάποιο βαθμό. Το σύστημα αυτό, με φιλοσοφία και δομή “συστήματος συστημάτων” θα είναι σε θέση να αποκαλύπτει έγκαιρα τις εισερχόμενες απειλές, να προβαίνει σε σύντμηση και συγκερασμό πληροφοριών από τα διάφορα μέσα και αισθητήρες, να προχωρά στην παροχή ενοποιημένης αεροπορικής εικόνας και στη συνέχεια να αναθέτει την εμπλοκή στόχων στα διάφορα στοιχεία του συστήματος αεράμυνας. Επειδή η θεματολογία του παρόντος άρθρο περιορίζεται στο Α/Α πυροβολικό του Ε.Σ δεν θα επεκταθούμε περισσότερο καθώς είναι προφανές πως το ζήτημα είναι ευρύτερο και αφορά το σύνολο των Ε.Δ.
Αρχίζοντας από τις οργανωτικές δομές είναι γνωστό πως έχει εδώ και χρόνια δημιουργηθεί Πτέρυγα Αντιαεροπορικού πυροβολικού κίνηση που γενικά κινείται προς την σωστή κατεύθυνση. Θα έπρεπε ίσως να μελετηθεί το παράδειγμα του Αμερικανικού στρατού που έχει στις τάξεις του ξεχωριστό όπλο Α/Α πυροβολικού και πιο συγκεκριμένα το Air Defence Artillery παρά τους περιορισμούς που θέτει η οικονομική κρίση και άλλοι παράγοντες (π.χ εξεύρεση προσωπικού). Με αυτόν τον τρόπο είναι βέβαιο πως θα αναβαθμιστεί κάθετα το επίπεδο του Α/Α πυροβολικού λόγω συνεχούς και μόνιμης τριβής του μόνιμου προσωπικού με το αντικείμενο και την συνακόλουθη συσσώρευση γνώσης και εμπειρίας καθώς και της ανάπτυξης της ανάλογης νοοτροπίας και πνεύματος του όπλου.
Αισθητήρες
Προχωρώντας στις προτάσεις που αφορούν το υλικό πρέπει να επισημανθεί η ανάγκη να αποκτήσει το Α/Α πυροβολικό κινητά 3D ραντάρ τα οποία θα είναι διασυνδεδεμένα με το ΣΑΕ μέσω ζεύξης δεδομένων.
Ενδεικτικά παρατίθεται το ραντάρ Giraffe AMB. Το τελευταίο είναι είναι ένας σύγχρονης σχεδίασης και φιλοσοφίας ραντάρ που εκπέμπει στη ζώνη συχνοτήτων 5,4-5,9 Ghz με ακτίνα εντοπισμού στόχου μεγέθους μαχητικού τα 100 χιλιόμετρα και τα 60.000 πόδια καθ’ύψος. Υπάρχουν βέβαια και τα νεώτερα Giraffe-4A και Giraffe 8A που διαθέτουν ακόμα ανώτερα χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι ένα τρισδιάστατο ραντάρ AESA πολλαπλών λειτουργιών όπως είναι η έρευνα και η επιτήρηση αέρος, η λειτουργία στο πλαίσιο αντιαεροπορικών συστημάτων και ο εντοπισμού εχθρικών πυρών πυροβολικού.
Είναι ψηφιακό στη λειτουργία του, ενώ, σε ρόλο έρευνας και επιτήρησης αέρος το μέγιστο βεληνεκές του ανέρχεται στα 280 χιλιόμετρα. Σύμφωνα με τη Saab το Giraffe-4A, το οποίο φέρεται επί τροχοφόρου οχήματος 6 x 6, είναι ιδιαίτερα αξιόπιστο με την παρουσίαση μιας μείζονος βλάβης ανά 2.500 ώρες λειτουργίας, η οποία επιδιορθώνεται εντός 45 λεπτών. Επίσης μπορεί να εντοπίσει χαμηλά ιπτάμενους στόχους, οι οποίοι κινούνται με μικρή ταχύτητα, όπως τα UAV.
Το δεύτερο είναι ραντάρ έρευνας και επιτήρησης αέρος ή λειτουργίας στο πλαίσιο αντιαεροπορικών συστημάτων. Το μέγιστο βεληνεκές του είναι της τάξεως των 470 χιλιομέτρων. Σημαντικό πλεονέκτημα για το Giraffe-8A είναι η ικανότητα του να εντοπίζει και να ανιχνεύει βαλλιστικά βλήματα μικρού, μέσου και μεγάλου βεληνεκούς, καθώς και η ικανότητα του να λειτουργεί παθητικά, όταν είναι συνδεδεμένου με δίκτυο αεράμυνας. Επίσης ενσωματώνει και σύστημα ηλεκτρονικών μέσων υποστήριξης (ESM).
Για μικρονήσους ίσως δε και για ενδιάμεσες νήσους κορυφαία επιλογή θα αποτελούσε το σύστημα ραντάρ Giraffe-1X το οποίο μπορεί να αποδώσει ποικιλοτρόπως αφενός ως πλατφόρμα εντοπισμού εναέριων στόχων και αφετέρου ως σύστημα εύρεσης βολών όπλων καμπύλης τροχιάς από τα παράλια, πληροφορίες οι οποίες μπορούν να προωθηθούν στα ανώτερα κλιμάκια διοίκησης και ακολούθως να λάβουν χώρα βολές εξουδετέρωσης των οπλικών συστημάτων που βάλουν κατά της νήσου (μικρής ή μεγάλης).
Το Giraffe-1X είναι ένα τρισδιάστατο (3D) ραντάρ πολλαπλού ρόλου, μέγιστης εμβέλειας 80 χιλιομέτρων, μέλος της οικογενείας ραντάρ Giraffe της σουηδικής Saab. Κάλλιστα μπορεί να διασυνδεθεί στο ΣΑΕ μέσω τακτικών ζεύξεων (Link 16). Είναι μικρό, ευέλικτο και στοχοποιείται δύσκολα αφού διαρκώς μπορεί να αλλάζει θέση και να επιχειρεί σε καθεστώς ελεγχόμενων εκπομπών ανάλογα της τακτικής κατάστασης. Δεν υποκαθιστά τα ραντάρ αντιπυροβολικού αλλά τα συμπληρώνει και κυρίως αφορά όπως αναφέραμε παραπάνω μονάδες αντιαεροπορικού πυροβολικού και όχι πυροβολικού μάχης. Σε μικρά νησιά όμως και ιδίως στις ΔΑΝ αποτελεί ένα ιδανικό σύστημα.
Φυσικά πρέπει να ληφθούν όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε τα ραντάρ να μείνουν απρόσβλητα από εχθρικές ενέργειες προσβολής τους, τόσο με την χρήση επίγειων μέσων φύλαξης και παραπλάνησης όσο και με εφαρμογή τεχνικών ελέγχου εκπομπών (EMCON).
Επίσης η άμυνα των συγκεκριμένων ραντάρ όσο και των ραντάρ έρευνας και εγκλωβισμού των συστημάτων Α/Α άμυνας θα μπορούσε να ενισχυθεί έναντι απειλών αντιραντάρ όπως οι τουρκικοί HARM και τα HARPY με την χρήση συστημάτων παραπλάνησης βλημάτων ARM(Anti-Radiation Missile). Ενδεικτικά αναφέρουμε το σύστημα ARM-D της αμερικανικής ITT-Giffilan. Το τελευταίο “μιμείται” τις εκπομπές ραντάρ των συστημάτων που προστατεύει και ελκύει τα βλήματα και UCAV αντιραντάρ μακριά τους. Επείγει επίσης, αν δεν έχει ήδη γίνει ο εξοπλισμός των συστημάτων Α/Α άμυνας με παθητικά συστήματα έρευνας και εγκλωβισμού όπως Η/Ο αισθητήρες. Τα Tor-M1 και τα OSA-AK/AKM διαθέτουν ήδη ανάλογους αισθητήρες ενώ τοποθέτηση τους στα HAWK (με συστήματα όπως το HEOS) θα τους προσέδιδε δυνατότητα παθητικής λειτουργίας κάτι που θα επαύξανε κατακόρυφα την επιβιωσιμότητα τους.
MR-SAM
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι είμαστε αντίθετοι με την αντικατάσταση των HAWK. Το σύστημα εκσυγχρονίστηκε σχετικά πρόσφατα, με αποτέλεσμα να διαθέτει αναβαθμισμένες δυνατότητες, τα προβλήματα που υπήρχαν με την υποστήριξη του και την λήξη του ορίου ζωής των πυραυλοκινητήρων των βλημάτων τους είναι αντιμετωπίσιμα (πρόσφατα παρουσιάστηκε στο διεθνή ειδικό τύπο η είδηση πως ανετέθη σύμβαση επιμήκυνσης της επιχειρησιακής ζωής των βλημάτων του) ενώ σε ελληνική υπηρεσία θα μπορούσε να εξοπλιστεί τόσο με βελτιωμένα βλήματα MIM-23M/K με αυξημένη φονικότητα, αξιοπιστία, βελτιωμένα χαρακτηριστικά ECCM και περιορισμένη ικανότητα αντιμετώπισης τακτικών βαλλιστικών βλημάτων όσο και με βλήματα AMRAAM (8 βλήματα ανά εκτοξευτή) σχηματίζοντας ένα πολυχρηστικό Α/Α σύστημα. Επείγει επίσης ο εξοπλισμός τους με ένα σύγχρονο 3D ραντάρ έρευνας όπως το MPQ-64 Sentinel. Το τελευταίο λειτουργεί στην X μπάντα και στην έκδοση F1 παρέχει ικανότητα αποκάλυψης στόχων μεγέθους μαχητικού στα 75 Km.
Μια καλή ιδέα θα ήταν να απαγκιστρωθεί ο Ε.Σ από την ευθύνη εξασφάλισης της στρατηγικής υποδομής της χώρας που πρέπει να αποδοθεί στην Π.Α και τα συστήματα HAWK να προωθηθούν στον Έβρο και στα νησιά, αναπτυσσόμενα στα τελευταία ως ανεξάρτητες πυροβολαρχίες, ενώ θα μπορούσαν να αναζητηθούν και μεταχειρισμένα συστήματα με σκοπό την αύξηση του αριθμού τους. Απαραίτητη είναι η διασύνδεση του HAWK με το λοιπό σύστημα αεράμυνας μέσω Link 16 που θα το εισαγάγει στην εποχή των δικτυοκεντρικών επιχειρήσεων.
Αν παρά ταύτα επιλεγεί η λύση της αντικατάστασης των HAWK υπάρχουν αρκετές επιλογές διαθέσιμες. Μια από αυτές είναι το ισραηλινής προέλευσης σύστημα SPYDER. Το SPYDER είναι ένα προηγμένο πολυχρηστικό αντιαεροπορικό σύστημα που συνδυάζει δύο είδη βλημάτων, το υπέρυθρης καθοδήγησης βλήμα Python-4 και το βλήμα ενεργού καθοδήγησης ραντάρ Derby με εμβέλεια αντίστοιχα τα 15 και 37 Km. Μπορεί να εμπλέξει αεροσκάφη, ελικόπτερα, UAV και κατευθυνόμενα όπλα. Αναπτύσσεται σε πυροβολαρχίες των έξι εκτοξευτών ολοκληρωμένους με μονάδα διοίκησης και ελέγχου που φιλοξενεί ραντάρ EL/M-2106 ATAR με ικανότητα παρακολούθησης άνω των 500 στόχων, σύστημα IFF και εξοπλισμό επικοινωνιών. Σύμφωνα με πληροφορίες το SPYDER έχει ήδη επιδειχθεί και αξιολογηθεί από τον Ε.Σ.
Μια άλλη εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιλογή είναι η απόκτηση του επίσης ισραηλινού συστήματος Barak 8 στην έκδοση MR-SAM. Σε αυτήν την έκδοση το σύστημα φέρει κάθετο 8-πλο εκτοξευτή πυραύλων ενεργού καθοδήγησης ραντάρ με ταχύτητα πτήσης 2 Mach, εμβέλεια 70 χιλιόμετρα και επιχειρησιακό ύψος εμπλοκής τα 16 χιλιόμετρα. Διατίθεται και έκδοση με βεληνεκές τα 100 χιλιόμετρα όπως και έκδοση με καθοδήγηση IIR.
Άλλος δυνητικός υποψήφιος θα ήταν το γνωστό μέσου βεληνεκούς σύστημα NASAMS στην έκδοση NASAMS II.
Το NASAMS αναπτύχθηκε, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κατόπιν σχετικής απαίτησης της Νορβηγικής Πολεμικής Αεροπορίας. Απέκτησε αρχική επιχειρησιακή ικανότητα το 1995 και πλήρη επιχειρησιακή ικανότητα το 1998. Αμέσως ξεκίνησε το πρόγραμμα ανάπτυξης της έκδοσης NASAMS II, είτε ως νέο σύστημα, είτε ως πακέτο αναβάθμισης μέσης ζωής των NASAMS. Το πρώτο NASAMS II παραδόθηκε στη Νορβηγία στα μέσα του 2006. Η διαφορά των δύο συστημάτων είναι η ενσωμάτωση συστημάτων ζεύξης δεδομένων Link-16/Link-11 και του βελτιωμένου ραντάρ AN/MPQ-64F1 Improved Sentinel (με βελτιωμένα ηλεκτρονικά συστήματα και καλύτερες επιδόσεις εντοπισμού στόχου σε μεγαλύτερες αποστάσεις). Η τυπική σύνθεση μιας πυροβολαρχία NASAMS ΙΙ είναι 12 εξαπλοί εκτοξευτές AIM-120 AMRAAM (επί οχήματος ή όχι) με μέγιστη διασπορά 20 χιλιόμετρα, οκτώ AN/MPQ-64F1 Improved Sentinel, ένα κέντρο ελέγχου πυρός, μια ηλεκτροπτική κάμερα MSP-500 (επί οχήματος) και ένα αυτοκινούμενο κέντρο TCC (Tactical Control Cell).
Τον Φεβρουάριο του 2015 η Raytheon ανακοίνωσε το πρόγραμμα ανάπτυξης του AMRAAM-ER (AMRAAM Extended Range) για τα NASAMS (ο AMRAAM-ER είναι βλήμα ESSM με το σύστημα καθοδήγησης του AMRAAM). Η πρώτη δοκιμή έγινε τον Αύγουστο του 2016 και η παραγωγή του ξεκίνησε το2019. Σύμφωνα με την Raytheon ο AMRAAM-ER αυξάνει το μέγιστο βεληνεκές του NASAMS κατά 50%, δηλαδή στα 35+ χιλιόμετρα, και το ύψος εμπλοκής κατά 70%. Τον Ιούνιο του 2019 η Raytheon ανακοίνωσε ότι εκτέλεσε με επιτυχία την πρώτη δοκιμαστική βολή βλήματος AIM-9X Block.2 Sidewinder από NASAMS. Η προσθήκη του AIM-9X μετέτρεψε το NASAMS σ’ ένα αντιαεροπορικό σύστημα μικρού-μέσου βεληνεκούς. Σύμφωνα με την Raytheon το NASAMS έχει επιτύχει 91% επιτυχία σε δοκιμαστικές και επιχειρησιακές βολές.
Επίσης στο σύστημα έχει ενσωματωθεί το βλήμα AMRAAM-ER. Ο AMRAAM-ER ενσωματώνει τον κινητήρα στερεού καυσίμου Mk.143 Mod.0 του RIM-162 ESSM (RIM-162 Evolved Sea Sparrow Missile), ο οποίος επιτρέπει στο βλήμα να επιτυγχάνει ταχύτητες άνω των 4 Mach. Σύμφωνα με την Raytheon τα AMRAAM-ER αυξάνουν το μέγιστο βεληνεκές αναχαίτισης των NASAMS κατά 50% και το μέγιστο ύψος εμπλοκής κατά 70%.
Τέλος τον Απρίλιο του 2022 η αμερικανική Raytheon ανακοίνωσε ότι προσέθεσε ένα ακόμα σύστημα άμυνας στο αντιαεροπορικό σύστημα NASAMS (National Advanced Surface-to-Air Missile System). Συγκεκριμένα, ανακοίνωσε ότι δοκίμασε το σύστημα λέιζερ HELWS (High Energy Laser Weapon System) σε συνδυασμό με το NASAMS. Στη διάρκεια της δοκιμής το HELWS έλαβε δεδομένα από το σύστημα ελέγχου πυρός του NASAMS και στη συνέχεια χρησιμοποίησε αυτόματες διαδικασίες παρακολούθησης, αναγνώρισης και ανίχνευσης στόχου, πριν πραγματοποιήσει αναχαίτιση. Ο στόχος ήταν σμήνος UAV.
Μελλοντικά την ελληνική πλευρά θα έπρεπε να την απασχολήσει η απόκτηση του συστήματος MEADS (Medium-Extended Air Defense System), προϊόν συνεργασίας της Ευρώπης και των ΗΠΑ, το οποίο αναπτύσσεται ως σύστημα μέσου-μεγάλου βεληνεκούς, αντίστοιχο του ρωσικού S-350 Vityaz, αν και για να είμαστε ειλικρινείς δεν γνωρίζουμε αν παρόμοια συστήματα θα έπρεπε να ενταχθούν σε υπηρεσία με το Ε.Σ ή την Π.Α. Εικάζουμε πως η τελευταία επιλογή είναι η πλέον πρόσφορη ώστε τα συστήματα να «δέσουν» με τα PATRIOT που χρησιμοποιεί η Π.Α σχηματίζοντας συμπαγή αντιαεροπορική/αντιπυραυλική ασπίδα.
SHORADS
Αν περάσουμε στα συστήματα SHORADS επείγει η αντικατάσταση των συστημάτων OSA-AK/AKM και των TOR-M1 λόγω της ρωσικής τους προέλευσης και της προφανούς αδυναμίας υποστήριξης τους σε βάθος χρόνου.
Γνώμη μας είναι πάντως πως το μοντέλο της πολυστρωματικής, σπονδυλωτής και επικαλυπτόμενης αεράμυνας σε επίπεδο Μείζονος (Μεραρχίας) και Ελάσσονος (Ταξιαρχία) Σχηματισμού πρέπει να βασίζεται σε συνδυασμό αυτοκινούμενων συστημάτων Μέσου και Βραχέως Βεληνεκούς και Α/Κ συστημάτων Βραχέως Βεληνεκούς επί θωρακισμένου φορέα για την παροχή Α/Α κάλυψης κατά τη διάρκεια της κίνησης των Τ/Θ και Μ/Κ μονάδων, συγκροτημάτων και σχηματισμών. Με δεδομένο πως για κάθε Ταξιαρχία απαιτούνται 6 τουλάχιστον συστήματα της τελευταίας κατηγορίας, θα αρχίσουμε την παρουσίαση μας από αυτά.
Κατά τη γνώμη μας ιδανικός υποψήφιος για την κάλυψη αυτής της εξοπλιστικής και επιχειρησιακής απαίτησης είναι το γνωστό στην Ελλάδα από την υπηρεσία του σε Π.Α (9 συστήματα επί αυτοκινούμενου κλωβού) και σε Π.Ν (2 συστήματα επί αυτοκινούμενου κλωβού) CROTALE NG στην τελευταία του έκδοση Mk.3. Σε αυτήν την έκδοση το σύστημα διαθέτει το νέο πολλαπλών δεσμών ερεύνης ραντάρ έρευνας Shikra 3D (που προέρχεται από το Thales Netherlands SMART-S Mk.2), παθητικό αισθητήρα έρευνας CCD/IR και έχει μέγιστο βεληνεκές τα 16 χλμ και μέγιστο ύψος εμπλοκής τα 9 χλμ.
Από ‘κει και πέρα για την κάλυψη της άμυνας περιοχής σε Μέσο και Βραχύ βεληνεκές προσφέρονται τα συστήματα IRIS-T SLM και IRIS-T SLS αντίστοιχα.
Το αντιαεροπορικό σύστημα IRIS-T SLM είναι μέσου βεληνεκούς με 40 χιλιόμετρα μέγιστο βεληνεκές και μέγιστο ύψος εμπλοκής 20 χιλιόμετρα. Το IRIS-T SLM, όπως και το αδελφό σύστημα μικρού βεληνεκούς IRIS-T SLS (12 χιλιόμετρα μέγιστο βεληνεκές και μέγιστο ύψος εμπλοκής 8 χιλιόμετρα), αποτελείται από δύο τετραπλούς εκτοξευτές με τα γνωστά και στην Ελλάδα βλήματα IRIS-T, υπέρυθρης καθοδήγησης, μέγιστου βεληνεκούς 40 χιλιομέτρων.
Μια τυπική πυροβολαρχία IRIS-T SL αποτελείται από τους εκτοξευτές, ένα τρισδιάστατο ραντάρ πολλαπλού ρόλου τεχνολογίας AESA και ένα κέντρο διοίκησης και ελέγχου. Όλα τα συστήματα της πυροβολαρχίας διασυνδέονται μέσω ραδιοζεύξης ή με οπτική ίνα.
Επίσης, η νορβηγική Kongsberg Defense & Aerospace προσφέρει μια ενδιαφέρουσα πρόταση για την ανάπτυξη μια Α/Κ έκδοσης του IRIS-T SLS επί τεθωρακισμένου ερπυστριοφόρου φορέα, με εξαπλό εκτοξευτή και ραντάρ έρευνας της Weibel Scientific επί τεθωρακισμένου οχήματος M-113. Κατά τη ταπεινή μας άποψη το σύστημα θα ήταν ιδανικό για την αντικατάσταση των OSA-AK/AKM.
Άλλη δυνητική επιλογή θα αποτελούσε το σύστημα MICA VL. Στην βασική του έκδοση προσφέρει βεληνεκές 20 χιλιομέτρων ενώ στην έκδοση VL MICA NG η εμβέλεια εμπλοκής επεκτείνεται στα 40 χιλιόμετρα! Η νέα έκδοση VL MICA NG προσφέρει βελτιωμένες δυνατότητες αντιμετώπισης στόχων με μικρό ηλεκτρομαγνητικό αποτύπωμα, όπως είναι τα UAV και τα μικρά αεροσκάφη. Επιπλέον, μπορεί να εμπλέκει και τυπικούς στόχους όπως αεροσκάφη, UAV, ελικόπτερα, πυραύλους τεχνολογίας Cruise, κατευθυνόμενα πυρομαχικά (Precision-guided munition) και βλήματα κατά πλοίων σε μεγαλύτερες αποστάσεις.
Ο πύραυλος MICA NG άρχισε να αναπτύσσεται το 2018, με σκοπό να εξοπλίσει τα Rafale της Γαλλικής Αεροπορίας. Παρότι οι εξωτερικές διαστάσεις του MICA είναι παρόμοιες με τον MICA NG, ο εσωτερικός σχεδιασμός διαφοροποιείται αρκετά. Ο MICA NG ενσωματώνει είτε υπέρυθρο ερευνητή (IR : Infra-Red), είτε ερευνητή ραδιοσυχνοτήτων (RF : Radio Frequency).
Στην έκδοση IR το βλήμα καθοδηγείται παθητικά και επιτρέπει ελάχιστους τρόπους αντιμετώπισης. Ο μικρότερος όγκος ηλεκτρονικών συστημάτων επιτρέπει στον MICA NG να μεταφέρει κινητήρα με μεγαλύτερη ποσότητα καυσίμου, άρα και μεγαλύτερη εμβέλεια. Στην έκδοση επιφανείας-αέρος, ο MICA NG θα μπορεί να προσβάλει στόχους σε απόσταση έως και 40 χιλιομέτρων. To VL MICA είναι ένα κορυφαίο αντιαεροπορικό σύστημα τελευταία τεχνολογίας, κατηγορίας μέσου βεληνεκούς και θα μπορούσε κάλλιστα να καλύψει στις εκδόσεις VL MICA και VL MICA NG τις σχετικές απαιτήσεις του Ε.Σ.
VSHORADS
Από ‘κει και πέρα στόχος πρέπει να είναι η συμπλήρωση της Α/Α άμυνας με επιπλέον αριθμό συστημάτων VSHORADS, ικανά να βάλουν βλήματα Stinger. Μια καλή επιλογή θα ήταν η αναζήτηση μεταχειρισμένων συστημάτων και πιο συγκεκριμένα συστημάτων Avenger από τα αμερικανικά αποθέματα σε περίπτωση που αυτά τεθούν εκτός υπηρεσίας. Τα τελευταία φέρουν οκτώ βλήματα έτοιμα προς εκτόξευση έναντι τεσσάρων του ASRAD και συνιστούν σαφώς ανώτερη επιλογή.
Επιτακτική είναι επίσης η ανάγκη για εφοδιασμό όλων των φορητών εκτοξευτών βλημάτων Stinger με θερμικά σκοπευτικά AN/PAS-18 που θα τους επιτρέψει τη δράση όλο το 24ωρο. Ειδικά για τα μικρονήσια όπου τα Stinger είναι ίσως τα μόνα συστήματα που μπορούν να μεταφερθούν η παραπάνω επιχειρησιακή απαίτηση είναι κεφαλαιώδους σημασίας καθώς ο αντίπαλος αναμένεται να εκδηλώσει την αεροκίνητη/αεραποβατική του ενέργεια νύχτα, εκμεταλλευόμενος το σκότος και την ανυπαρξία δυνατότητας προσβολής της αεροκίνητης δύναμης από τα φίλια μέσα Α/Α άμυνας λόγω ανυπαρξίας ικανότητας νυχτερινής δράσης.
C-RAM
Με δεδομένη την ανάπτυξη του τουρκικού πυραυλικού πυροβολικού μεγάλου διαμετρήματος και βεληνεκούς θα έπρεπε ίσως να μελετηθεί η απόκτηση κάποιου αντιπυραυλικού συστήματος ώστε να προστατέψει κρίσιμες υποδομές και στόχους υψηλής αξίας από εχθρικές επιθέσεις κορεσμού με ρουκέτες μεγάλου βεληνεκούς και καταστρεπτικής ισχύος όπως οι ρουκέτες του συστήματος Kasigra.
Αναφερόμαστε φυσικά σε συστήματα όπως το Ισραηλινό Iron Dome. Το τελευταίο κατασκευάζεται από την Rafael Advanced Defence Systems. Αναπτύσσεται σε πυροβολαρχίες με τυπική διαμόρφωση ένα ραντάρ έρευνας και εγκλωβισμού ELM-284, ένα κέντρο διαχείρισης μάχης και ελέγχου και αριθμό εκτοξευτών καθένας εκ των οποίων φέρει 20 βλήματα Tamir έτοιμα προς εκτόξευση με βεληνεκές 10-12 χιλιόμετρα εναντίον βαλλιστικών στόχων και 6-7 χιλιόμετρα εναντίον “air-breathing” στόχων.
Το σύστημα είναι ήδη επιχειρησιακό με το Ισραηλινό στρατό και έχει δει πολεμική δράση αναχαιτίζοντας ρουκέτες εκτοξευόμενες από τη Λωρίδα της Γάζας προς το Ισραήλ. Το Iron Dome θα μπορούσε να συνδυαστεί με συστήματα C-RAM προφέροντας ένα ολοκληρωμένο πολυστρωματικό δίκτυο αντιπυραυλικής άμυνας.
Ενδιαφέρουσα παρουσιάζεται και η περίπτωση απόκτηση ενός κινητού (αυτοκινούμενου) C-RAM συστήματος για την κάλυψη των ελληνικών τ/θ και μ/κ φαλαγγών από παρόμοιες απειλές. Μοναδικός εκπρόσωπος στην κατηγορία αποτελεί επί του παρόντος η κινητή έκδοση του ισραηλινού συστήματος Iron Dome, το Κινούμενο Σύστημα Αεράμυνας Βραχέως Βεληνεκούς I-Dome.
Το φορητό σύστημα βραχείας αεράμυνας I-Dome (V-SHORAD) στηρίζεται στο προαναφερθέν Iron Dome, επιτελεί λειτουργίες προστασίας χερσαίων εδαφών από ρουκέτες, βλήματα πυροβολικού και πυραύλους (C-RAM) λειτουργώντας με πλήρη αυτονομία. Χρησιμοποιείται για εναέρια κάλυψη μηχανοκίνητων δυνάμεων εκτελώντας λειτουργίες τοπικής αεράμυνας.
To σύστημα εδράζεται σε τροχοφόρο όχημα 6×6 της εταιρείας Rafale Advanced Defense Systems, ενσωματώνει Κέντρο Διοίκησης-Ελέγχου (BMC) και φέρει έναν εκτοξευτή πυραύλων Tamir με 10 πυροσωλήνες. Διαθέτει ραντάρ πολλαπλών αποστολών ELM-2138M Green Rock της ELTA με ικανότητες Counter Rockets, Artillery, Mortar ( C-RAM ) και Εναέριας Προστασίας Χερσαίων Βάσεων (GBAD).
Για την κάλυψη κρίσιμης σημασίας εγκαταστάσεων του Ε.Σ όπως προωθημένες βάσεις, στρατόπεδα κτλ θα έπρεπε ο πρώτος να προμηθευτεί αριθμό συστημάτων C-RAM πυροβόλων. Υπάρχουν αρκετοί υποψήφιοι στην κατηγορία όπως το Porpucine της OTO-Melara που συνδυάζει πυροβόλο gatling Μ61Α1 και υψηλής ανάλυσης ηλεκτρο-οπτικό/υπέρυθρο αισθητήρα 3ης γενιάς, από κοινού με δίκτυο radar 2D και το οποίο ως χαμηλότερου κόστους θα έπρεπε ίσως να επιλεγεί για λιγότερο σημαντικούς στόχους(π.χ προωθημένα στρατόπεδα) στα πλαίσια μια affordable λογικής, το Centurion κ.α.
Εμείς θα σταθούμε περισσότερο στο Oerlikon Skynex το οποίο θέτει νέα δεδομένα στον τομέα των αντιαεροπορικών επιχειρήσεων μέσω της διάταξης «ανοιχτής αρχιτεκτονικής» επί του γεωγραφικού χώρου στον οποίο τοποθετείται. Το Κέντρο Διοίκησης-Ελέγχου του Oerlikon Skynex αποτελεί τον πυρήνα του συνολικού συστήματος, το οποίο αποτελείται από το τακτικό ραντάρ μεσαίου βεληνεκούς Oerlikon X-TAR3D, το πυροβόλο Oerlikon Revolver Gun Mk3, το Oerlikon Twin Gun GDF009 TREO, το Oerlikon Laser Gun και τέλος τους πυραύλους τύπου Cheetah. Το σύστημα προσφέρεται για την κάλυψη ιδιαίτερα μεγάλης αξίας στόχων ενώ εκτιμούμε πως θα έπρεπε να ενδιαφέρει και την Π.Α για την κάλυψη των αεροδρομίων της.
Αντιαεροπορικό πυροβολικό πυροβόλων
Ενίσχυσης χρήζει και το μη πυραυλικό πυροβολικό. Αναφερόμαστε φυσικά στα αντιαεροπορικά πυροβόλα τα οποία απαξιώνονται σαν κατηγορία οπλικού συστήματος στο δυναμικό του Ε.Σ που δεν φαίνεται να πολυπιστεύει σε αυτά. Η άποψη αυτή είναι λανθασμένη καθώς κάθε οπλικό σύστημα έχει τη θέση του σε έναν αμυντικό οργανισμό. Ειδικά σήμερα με την ευρεία ανάπτυξη, διάδοση και χρήση drones και loitering munitions το Α/Α πυροβολικό επιστρέφει δυναμικά στο εξοπλιστικό και επιχειρησιακό πεδίο ως το μόνο μέσο που δύναται να καλύψει με επάρκεια την άμυνα απέναντι σε αυτές τις μη παραδοσιακές απειλές (τουλάχιστον στα πλαίσια μιας “hard-kill” φιλοσοφίας). Εδώ απλώς να αναφέρουμε πως είμασταν πάντα αντίθετοι στην κατάργηση του ΑΑΑ πυροβολικού μέσου και μεγάλου βεληνεκούς η οποία και συνετελέσθη ως αποτέλεσμα εσφαλμένων και άκαμπτων δογματικών αντιλήψεων και εμμονών.
Θα μπορούσαν αρχικά τα Rh-202 και τα ZU-23 να εκσυγχρονιστούν αποκτώντας συλλογικό ή ατομικό Η/Ο ΣΕΠ που θα τα επιτρέψει να εμπλέκουν με μεγαλύτερη ακρίβεια στόχους ημέρα και νύχτα. Έπειτα υπάρχουν οι μονάδες πυρός ΑΡΤΕΜΙΣ-30 που μπορούν τύχουν ανάλογης αναβάθμισης (π.χ με Η/Ο ΣΕΠ MIRADOR), ενώ θα μπορούσε να μελετηθεί η διασύνδεση τους σ’ένα ευρύτερο ολοκληρωμένο σύστημα αεράμυνας όπως π.χ το Skyguard ή το Flycatcher δεχούμενα την τροποποίηση AHEAD που θα τους επιτρέψει να αναλάβουν και αντιβληματικό ρόλο καλύπτοντας κρίσιμες εγκαταστάσεις ή οπλικά συστήματα όπως τα HAWK.
Εδώ να παραθέσουμε την πικρία μας για την (εξεπίτηδες;) αποτυχία ανάπτυξης του Α/Α συστήματος ΑΡΤΕΜΙΣ-30. Να θυμήσουμε απλώς πως ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε την προμήθεια 16+16+16 πλήρων συστημάτων (με σύνθεση 1 ραντάρ ερεύνης, 2 συλλογικά Η/Ο ΣΕΠ και 8 Μονάδες Πυρός Πυροβόλων έκαστο) και 56+56+56 ανεξάρτητων Μονάδων Πυρός Πυροβόλων (ΜΠΠ). Ας αναλογιστούμε τι θα μπορούσαμε να έχουμε σήμερα με κάθε πλήρες σύστημα να παραθέτει συνολικά 2 ΜΠΠ Mauser Mk30 με τροποποίηση AHEAD, 2 ΜΠΠ με δύο διπλούς εκτοξευτές FIM-92 Stinger και 4 “απλές” ΜΠΠ. Σε δεύτερη φάση το σύστημα θα μπορούσε να συνδυαστεί σήμερα με 8-πλους εκτοξευτές του συστήματος CROTALE NG Mk.3, σχηματίζοντας ένα εξελιγμένο σύστημα APOLLO, όπως ήταν και η αρχική πρόθεση .
Α/Κ αντιαεροπορικά συστήματα πυροβόλων
Επίσης αναγκαίο είναι να αποκτηθούν αυτοκινούμενα Α/Α πυροβόλα που θα καλύπτουν τους τεθωρακισμένους και μηχανοκίνητους σχηματισμούς του Ε.Σ. Στο παρελθόν ο ΕΣ έχασε διάφορες ευκαιρίες για την ενίσχυση του Α/Α ΠΒ, όπως τον σχεδιαθείσα αλλά ουδέποτε εκτελεσθείσα εκσυγχρονισμό των 101 συστημάτων M-42 Duster που διέθετε στο οπλοστάσιο του, την απώλεια της προσφοράς αδιευκρίνιστου αριθμού από τα 350 συστήματα M-163 που ο US Army έθετε εκτός υπηρεσίας αρχές της δεκαετίας του ’90, την απόρριψη της προσφοράς για 120 Α/Κ Α/Α συστήματα ZSU-23-4 Shilka από τα ανατολικογερμανικά αποθέματα την ίδια περίοδο καθώς και την απόρριψη της προμήθειας 24-36 σε πρώτη φάση μεταχειρισμένων συστημάτων Gepard από τη Γερμανία αρχές της δεκαετίας του 2000.
Σήμερα, θα μπορούσαν να αναζητηθούν συστήματα Gepard που φέρουν δίδυμο πυροβόλο Oerlikon των 35 mm από τη διεθνή αγορά ή να υπάρξει αναβίωση της ιδέας του S-30 που είχε προτείνει η ελληνική αμυντική βιομηχανία τη δεκαετία του ’90. Το τελευταίο συνδύαζε πύργο με δύο πυροβόλα Mauser των 30 mm (αποτελούσε στην ουσία μια αυτοκινούμενη έκδοση του ΑΡΤΕΜΙΣ) επί οχήματος “ΛΕΩΝΙΔΑΣ” ενώ μπορούσε να δεχτεί και βλήματα Stinger. Μια ιδέα θα ήταν η τοποθέτηση του πύργου σε πλεονάζοντα άρματα της σειράς Patton ή σε Leopard-1 που αποσύρει από τις τάξεις του ο Ε.Σ.
Θα μπορούσε επίσης να εγκατασταθούν τα υπάρχοντα ARTEMIS-30 σε πήγματα Α/Κ πυροβόλων M-110A2 ώστε να αποκτήσουν μια στοιχειώδη κινητικότητα, ενώ ανάλογης εκμετάλλευσης θα μπορούσαν να τύχουν τόσο τα πυροβόλα των M39 Pontiac των αποσυρμένων αεροσκαφών F-5A/B Freedom Fighter της Π.Α όσο και τα πυροβόλα M-61A1 Vulcan από αποσυρθέντα μαχητικά της Π.Α όπως κατέδειξε η παρουσίαση του M-113G. Τα Vulcan θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και σε ρυμουλκούμενη έκδοση μεταφερόμενα σε μικρονήσια όπου εκτός της Α/Α τους άμυνας θα ενίσχυαν γενικά την άμυνα του νησιού δρώντας σε ρόλο υποστήριξης χάρη στη μεγάλη ισχύ πυρός που διαθέτουν προσβάλλοντας εκτός από εναέριους, χερσαίους και θαλάσσιους στόχους.
Επίλογος
Συνοψίζοντας οι κύριες προτεραιότητες για το Αντιαεροπορικό πυροβολικό είναι πρωταρχικώς η αντικατάσταση των γερασμένων OSA και κυρίως η απόκτηση νέων ραντάρ ώστε να υπάρχει πλήρης εικόνα των τουρκικών εναέριων ενεργειών είτε με UAV είτε με Αεροσκάφη/ Ελικόπτερα. Δευτερευόντως των HAWK σε μεσοπρόθεσμο χρόνο και όχι άμεσα τηρουμένων των άλλων εξοπλιστικών αναγκών του ΕΣ και κυρίως του Πυροβολικού Μάχης. Γενικά η άποψη μας είναι πως απαιτείται καθολική αναβάθμιση των «ματιών» της ελληνικής άμυνας δηλαδή των ραντάρ τόσο του ΣΑΕ όσο και του Αντιαεροπορικού Πυροβολικού (είτε των μονάδων OSA είτε των TOR M1).
Συμπερασματικά το όπλο του αντιαεροπορικού πυροβολικού βρίσκεται σήμερα σ’ ένα σχετικώς ικανοποιητικό επίπεδο. Με δεδομένη ωστόσο την εξέλιξη της απειλής απαιτείται διαρκής προσπάθεια για τον εκσυγχρονισμό του ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος. Βήματα σαν αυτά που προτάθηκαν κινούνται πιστεύουμε στην σωστή κατεύθυνση αν και η δυσμενής οικονομική συγκυρία αποτελεί τροχοπέδη στην υλοποίηση τους. Επαφίεται στο σύστημα να βρει τρόπους ώστε να επαυξήσει την μαχητική ισχύ του όπλου με οικονομικές και συνάμα επιχειρησιακά αποτελεσματικές λύσεις.