Το Υπουργείο Άμυνας της Ταιβάν σκοπεύει να προχωρήσει στην προμήθεια 168 αυτοκινούμενων πυροβόλων M-109A7, καθώς και οχημάτων ανεφοδιασμού M-992A3, με εκτιμώμενο κόστος $ 2,75 δισεκατομμύρια. Να σημειωθεί ότι η Ταιβάν διατηρεί σε υπηρεσία 225 M-109 των εκδόσεων A2 και A5. Τα 168 νέα πυροβόλα θα αντικαταστήσουν τα παλαιά M-44, M-69 και M-110. Την ανάπτυξη του M-109A7 ανέλαβε η BAE Systems. Τα πρώτα πρωτότυπα παράχθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 2010, τα οποία ο Αμερικανικός Στρατός δοκίμασε και αξιολόγησε. Η αρχική παραγωγή χαμηλού ρυθμού των πυροβόλων ξεκίνησε το 2018. Μετά από επιχειρησιακές δοκιμές και αξιολογήσεις από τον Αμερικανικό Στρατό, η παραγωγή πλήρους ρυθμού των πυροβόλων ξεκίνησε το 2020. Το M-109A7 ενσωματώνει τον κινητήρα, το σύστημα μετάδοσης της κίνησης και τις ερπύστριες του τεθωρακισμένου οχήματος μάχης Bradley, γεγονός που παράγει οικονομίες κλίμακας στην υποστήριξη των δύο συστημάτων και αυξάνει τη διαθεσιμότητα τους.
Το σύστημα παραγωγής ενέργειας του M-109A7 προέρχεται από το ακυρωθέν πρόγραμμα XM-1203 NLSC (Non-Line-of-Sight Cannon), ενώ το πυροβόλο ενσωματώνει ηλεκτρικό σύστημα καθοδήγησης, αντί υδραυλικού. Ο τυπικός ρυθμός βολής του M-109A7 είναι ένα πυρομαχικό το λεπτό, ενώ ο μέγιστος ρυθμός βολής είναι τα τέσσερα πυρομαχικά το λεπτό. Το μέγιστο βάρος μάχης ανέρχεται στους 35 τόνους, δηλαδή είναι κατά 10 τόνους βαρύτερο από το M-109A6 Paladin. Ωστόσο, το M-109A7 είναι σχεδιασμένο να «σηκώνει» βάρος μάχης έως και 50 τόνους (χώρος και βάρος για πιθανή μελλοντική αναβάθμιση). Παρά το αυξημένο βάρος του, το M-109A7 επιτυγχάνει μεγαλύτερη μέγιστη ταχύτητα από τις προηγούμενες εκδόσεις, στα 61 χιλιόμετρα την ώρα. Το μέγιστο βεληνεκές του πυροβόλου είναι συνάρτηση του πυρομαχικού και ξεκινά από τα 21 χιλιόμετρα, με συμβατικά πυρομαχικά, έως τα 40 χιλιόμετρα, με πυρομαχικά αυξημένου βεληνεκούς.