Η 9η Φεβρουαρίου είναι ιστορική μέρα για το Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ). Ημέρα που θα μνημονεύει ο ιστορικός του μέλλοντος λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική στιγμή που σηματοδοτεί η κατάθεση της σύμβασης με αντικείμενο την απόκτηση τριών υπερσύγχρονων γαλλικών φρεγατών FDI HN για το ΠΝ στη Βουλή των Ελλήνων.

Επειδή στο DefenceReview.gr έχουμε άποψη και πάντα την εκφράζουμε με τεκμηρίωση και ευπρέπεια θα τοποθετηθούμε αναλυτικώς για τη σύμβαση των τριών φρεγατών FDI HN για το ΠΝ.

Αντιλαμβανόμαστε επίσης πως υπάρχει ένας προβληματισμός και ένας σκεπτικισμός για τον οπλισμό που εγκαθίσταται στα πλοία σε δύο φάσεις με καταληκτική ημερομηνία την 31η Δεκεμβερίου του 2027.

Από τους περισσότερους (όχι όλους…) είναι καλόπιστος και καλοπροαίρετος. Είναι λογικό να υπάρχει αυτή η επιφυλακτικότητα. Είναι κάτι που συμμεριζόμαστε απολύτως. Και επειδή εμείς από τη πρώτη στιγμή ταχθήκαμε υπέρ της Belharra – FDI θα καταθέσουμε με πλήρη σεβασμό και εκτίμηση προς το ΠΝ και τους αναγνώστες την άποψη μας.

Κάθε επιλογή οπλικού συστήματος οφείλει να είναι απότοκος αυστηρών διαγωνιστικών προδιαγραφών βάση αναγκών του χρήση και ενός πολυπόθητου αμυντικού (εξοπλισμού) προγραμματισμού που είναι αναγκαίο να τηρείται με συνέχεια και συνέπεια. Δυστυχώς στη περίπτωση των Belharra – FDI δεν ακολουθήθηκε ένας διεθνής δημόσιος διαγωνισμός για να προκριθεί το αφήγημα της αμερικανικής λύσης.

Ένα αφήγημα που λίγο έλλειψε να αποτελέσει όλεθρο για το ΠΝ αποκτώντας πλοία αμφίβολης μηχανικής αξιοπιστίας που είναι έρμαια ρυμουλκών μεσοπέλαγα. Πλοία επίσης που είχαν σχεδιαστεί για παράκτιες επιχειρήσεις και όχι ναυτικό πόλεμο υψηλής έντασης. Πλοία στα οποία οι ίδιοι οι Αμερικανοί άσκησαν και ασκούσαν σφοδρότατη κριτική. Πλοία που δήθεν θα τα συνόδευαν αμερικανικά Arleigh Burke… Τα γράψαμε πολλές φορές και θα συνεχίσουμε να τα γράφουμε.

Ούτε ακολουθήθηκε μια ολιστική προσέγγιση με στόχο τη ριζική και ουσιαστική ανανέωση του ελληνικού στόλου. Και εξηγούμαστε. Αντί η ελληνική κυβέρνηση ευθύς εξ αρχής να διαπραγματευτεί για μια συνολική λύση κατ’ ελάχιστο 4 φρεγατών ή παραπάνω πλοίων (μείξης κορβετών – φρεγατών). Και αναφερόμαστε σε μια διαδικασία που θα εξασφάλιζε ακόμη καλύτερες τιμές και οικονομίες κλίμακας.

Δυστυχώς όμως είχαμε ξεκινήσει από τη λάθος βάση για μόλις δύο πλοία Belharra από το 2018.

Όμως η ελληνική κυβέρνηση είχε δημιουργήσει μια δυσεπίλυτη εξίσωση συνδέοντας όλα τα προγράμματα υπό ένα κράτος – εταιρεία. Πόσες φορές το είχαμε γράψει πως η σύνδεση όλων των προγραμμάτων οδηγεί σε αδιέξοδο; Ήταν δυνατόν να βρεθεί ένα κράτος – εταιρεία που να μας δώσει ενδιάμεση λύση, νέα πλοία, επένδυση στα ναυπηγεία και εκσυγχρονισμό ΜΕΚΟ;

Γι’ αυτό και γράφαμε πως τα προγράμματα πρέπει να σπάσουν. Να γίνουν ξεχωριστά.

Η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να εξυπηρετήσει και να προκρίνει το αφήγημα της αμερικάνικης λύσης φρόντισε να προμηθευτεί 18 Rafale που προέκυψαν ξαφνικά ώστε να κατευναστεί η Γαλλία, μετά την ακύρωση της προμήθειας δύο πλήρως εξοπλισμένων μονάδων τον Ιούλιο του 2020. Τον Σεπτέμβριο του 2020 ο πρωθυπουργός ανακοινώνει την απόκτηση τεσσάρων φρεγατών πολλαπλών ρόλων και πάλι όχι μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας. Σκόπιμα βέβαια αποφεύγεται αυτή η διεθνές διαγωνιστική διαδικασία για να προκριθεί η αμερικανική λύση.

Ένα χρόνο μετά η κυβέρνηση προχωρά στην απόκτηση 6 επιπλέον Rafale. Και εκεί η γεωπολιτική ανακατάταξη της AUKUS φέρνει ξανά στο προσκήνιο τις Belharra. Καθαρά από συγκυρία. Γι’ αυτό και κάθε χρόνο την 6η Δεκεμβρίου πρέπει να μνημονεύουμε τον Άγιο Νικόλαο. Και το εννοούμε αυτό γιατί είχαμε φτάσει να κόψουμε το νήμα των MMSC.

Να δώσουμε δηλαδή 6.9 δισεκατομμύρια δολάρια (6 δισεκατομμύρια ευρώ) για 4 προβληματικές και ακατάλληλες αμερικανικές φρεγάτες. Δηλαδή 1.5 δισεκατομμύριο ευρώ ανά πλοίο MMSC. Να υποθηκεύσουμε και να υπονομεύσουμε το μέλλον του ΠΝ με πλοία των οποίων οι δυνατότητες συγκριτικώς με τις FDI ναι είναι κατώτερες. Πολύ κατώτερες.

Και για να προλάβουμε και άλλους που θα σημειώσουν μα γιατί δεν πήραμε τα ολλανδικά ή τα ιταλικά ή κάτι άλλο, η απάντηση είναι προφανής. Γιατί η απόφαση (δυστυχώς) θα λαμβάνονταν με γνώμονα πολιτικά κριτήρια και το λεγόμενο πολιτικό βάρος της εξοπλιστικής απόφασης. Και συνεπώς οι επιλογές ήταν ανάμεσα σε Γαλλία και ΗΠΑ. Δεν αμφισβητούμε την ποιότητα των άλλων εταιρειών που πρότειναν αξιόλογες σχεδιάσεις.

Άλλωστε η θέση μας και τότε ήταν σαφής: Πλοία ευρωπαϊκής σχεδίασης με ευρωπαϊκά όπλα και σταθερή προσήλωση σε μια δεύτερη στρατηγική πηγή εφοδιασμού οπλικών συστημάτων.

Και φτάνουμε στο σήμερα. Στη σημερινή σύμβαση που βλέπει το φως της δημοσιότητας.

Το πλέον σημαντικό είναι πως το ΠΝ παίρνει πλοία άμεσα. Σε ορίζοντα τριών ετών και μάλιστα με μια εξαιρετικά καλή τιμή. 700 εκατομμύρια ευρώ ανά φρεγάτα FDI HN συμπεριλαμβανομένης τριετούς τεχνικής υποστήριξης.

Και επειδή δεν μας αρέσει ούτε να υπεκφεύγουμε ούτε να ωραιοποιούμε καταστάσεις ή να αμβλύνουμε τις γωνίες.

Ναι και εμάς μας ενοχλεί που η τελική διαμόρφωση του οπλισμού και ειδικότερα της εγκατάστασης των επιπρόσθετων 16 βλημάτων και του RAM επιμερίζεται σε δύο φάσεις. Είναι επίσης μειονέκτημα η έλλειψη ECM σε πρώτη φάση.

Όμως στο τέλος του 2027 τα πλοία θα είναι στη πλήρη διαμόρφωση όπως τα ζητά και τα θέλει το ΠΝ. Με 32 υπερσύγχρονους πυραύλους διασφαλίζοντας ενισχυμένη αεράμυνα περιοχής στον Στόλο και εγκατάσταση ενός σύγχρονου και ικανού αντιπυραυλικού οπλικού συστήματος, του RAM.

Και γι’ αυτό η γενική εικόνα ναι είναι θετική. Είναι θετική γιατί το ΠΝ αποκτά πλοία με νέες τεχνολογίες αιχμής. Με τα κορυφαία βλήματα και το καλύτερο ραντάρ σταθερής διάταξης. Με τα καλύτερα συστήματα ανθυποβρυχιακών επιχειρήσεων. Φρεγάτες οι οποίες θα επιχειρούν με αξιώσεις στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η αλήθεια είναι πως το ΠΝ κάνει άλμα και γυρίζει σελίδα στο μέλλον. Και αυτή είναι η πραγματικότητα.

Ναι το ΠΝ άργησε να πάρει πλοία αλλά τα πλοία που τελικώς πήρε συνεχίζουν τη παράδοση που θέλει το ΠΝ να τολμά και να πρωτοπορεί στις επιλογές του. Έστω και από συγκυρία…