Με τη χαρακτηριστική φράση «το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη ενώνει τους Έλληνες νυν και αεί. Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και οι Ένοπλες Δυνάμεις δεν πρόκειται να το αντιμετωπίσουν σαν αντικείμενο άσκησης πολιτικής και διχασμού της κοινωνίας. Στην κατεύθυνση αυτή θα κινηθούμε» ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας στέλνει το δικό του μήνυμα στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Όπως χαρακτηρηστικά επισημαίνει:

«Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη είναι χώρος συνυφασμένος με την εθνική μνήμη. Μνημείο απόδοσης σεβασμού σε όσους θυσιάστηκαν υπέρ Πατρίδος και Έθνους. Χώρος ενότητας και ομοψυχίας. Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως μέσο έκφρασης πολιτικών επιδιώξεων. Είναι σκοπός καθ’ εαυτό. Όπως ορθά ανέφερε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο ιδεώδης τρόπος να εξετάσουμε το πώς θέλουμε να είναι το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, είναι να το αποστειρώσουμε από την τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα, ως διαχρονικό σύμβολο των Εθνικών Αγώνων.

Μετά την τραγωδία των Τεμπών, ο χώρος μπροστά από το Μνημείο συνδέθηκε με το καθολικό αίτημα της κοινωνίας για απόδοση δικαιοσύνης. Άλλωστε, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, με την παρουσία του στον χώρο, εκδήλωσε έμπρακτα τον σεβασμό του στα θύματα. Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη ενώνει τους Έλληνες νυν και αεί. Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και οι Ένοπλες Δυνάμεις δεν πρόκειται να το αντιμετωπίσουν σαν αντικείμενο άσκησης πολιτικής και διχασμού της κοινωνίας. Στην κατεύθυνση αυτή θα κινηθούμε. Ο σεβασμός στους νεκρούς των Εθνικών Αγώνων και στην Ιστορία είναι συλλογικό καθήκον και ευθύνη όλων μας».

(από τη δήλωσή του ΥΕΘΑ Νίκου Δένδια σχετικά με την τροπολογία της Κυβέρνησης για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη)

Από την άλλη μεριά, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τη συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ 100,3 περνώντας στο θέμα της τροπολογίας για το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη ανέφερε: «Θα πρέπει να σταθούμε στο αυτονόητο της διάταξης, την ανάγκη της προστασίας ενός χώρου εθνικής μνήμης. Δεν νομίζω ότι αυτή η συζήτηση θα συνέβαινε σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου. Αντίστοιχα μνημεία υπάρχουν παντού που προστατεύονται και τα σέβεται η ίδια η κοινωνία χωρίς να απαιτούνται ιδιαίτερες νομοθετικές ρυθμίσεις. Εδώ δυστυχώς στα πλαίσια της ελληνικής ιδιαιτερότητας αυτό δεν καταφέραμε να το πετύχουμε και αναγκαζόμαστε να φέρουμε μία ρύθμιση η οποία κατά την άποψή μου εμπεδώνει απλά την κανονικότητα».

Πρόσθεσε ότι είναι το προφανές ότι το δικαίωμα στη συνάθροιση και τη διαμαρτυρία μπορεί να συνυπάρχει με την προστασία ενός χώρου ιερού. «Έναν τέτοιο χώρο έχουμε στην πατρίδα μας. Δεν έχουμε δεύτερο. Ενώ ο καθένας μπορεί να διαδηλώνει και να διαμαρτύρεται με όποιον τρόπο επιθυμεί στα πλαίσια του νόμου οπουδήποτε αλλού» υπογράμμισε.

Και πρόσθεσε: περνώντας από το Σύνταγμα δεν μπορούμε να πούμε ότι μας αρέσει αυτή η εικόνα κι αυτός ήταν και ο σκοπός αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας και τόνισε ότι θεωρεί πως σε αυτό συμφωνεί και η σιωπηρή πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών.

«Από κει και πέρα ο υπουργός Άμυνας με τον οποίο είχα επικοινωνήσει προσωπικά πριν καταθέσω τη σχετική διάταξη δεν εξέφρασε καμία απολύτως διαφωνία για το περιεχόμενο της διάταξης. Τη συνυπέγραψε, θα ψηφίσει σήμερα στην ονομαστική ψηφοφορία και η αρμοδιότητα πια περνάει στο υπουργείο» ανέφερε. Τόνισε ότι κι άλλοι έξι υπουργοί δεν παρέστησαν και ότι δεν είθισται πάντα να παρίστανται όλοι οι συναρμόδιοι υπουργοί.

Όπως είπε, αυτό το οποίο θα έχει ενδιαφέρον «είναι να δούμε αν μπορούμε να δούμε το μνημείο με μια φρέσκια ματιά διότι πράγματι ποιο είναι το πρόβλημα στο μνημείο αυτό; Ότι ουσιαστικά δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια πού αρχίζει το μνημείο και πού τελειώνει -θα έλεγα- ο δημόσιος χώρος της πλατείας. Ίσως μπορούμε να σκεφτούμε μία λύση για αυτό που να προσδιορίζει με απόλυτη σαφήνεια την έναρξη του μνημείου και το τέλος της πλατείας». Επεσήμανε δε ότι αυτή είναι μία ιδέα που σκοπεύει να τη συζητήσει με τον υπουργό και ότι το υπουργείο έχει τη δυνατότητα να προτείνει λύσεις για το πώς μπορεί να αναδειχθεί και να προστατευθεί το μνημείο.