Η πρόσφατη εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ για τη Χάγη, στην οποία μίλησαν πρόσωπα που έχουν χειρισθεί τα ελληνοτουρκικά (Γιώργος Παπανδρέου, Μπακογιάννη, Κατρούγκαλος και Ροζάκης), επιβεβαίωσε ότι σύσσωμο σχεδόν τον πολιτικό σύστημα έχει αναγάγει σε μονόδρομο την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο.

Γράφει ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΛΥΓΕΡΟΣ για το SL PRESS

Το γεγονός είναι αποκαλυπτικό του κλίματος που επικρατεί στο πολιτικό σύστημα και συνολικά στις άρχουσες ελίτ. Εάν κάποιος ακούσει Έλληνες πολιτικούς, ακαδημαϊκούς και δημοσιογράφους θα νομίσει ότι η Άγκυρα ζητάει την παραπομπή και η Αθήνα συζητάει εάν θα την αποδεχθεί ή όχι! Η πραγματικότητα, βεβαίως, είναι αντίθετη. Λόγω φοβικού συνδρόμου και στρατηγικής αμηχανίας στην Αθήνα φιλοτεχνούν συστηματικά μία ψευδή εικόνα.

Όταν, μάλιστα, κάποιος Τούρκος αξιωματούχος αναφέρει τη Χάγη, σπεύδουν να «αρπαχτούν» από αυτήν για να προσδώσουν ρεαλιστικό υπόβαθρο στη ρητορική τους. Η πάγια θέση της Άγκυρας είναι ξεκάθαρη: πρέπει πρώτα να προηγηθεί μία διμερής διαπραγμάτευση επί όλων των μονομερών τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων. Εάν δεν αποδώσει ενδεχομένως και υπό προϋποθέσεις να παραπεμφθούν στο Διεθνές Δικαστήριο όλες οι «διαφορές». (δηλαδή οι τουρκικές μονομερείς διεκδικήσεις), μη εξαιρουμένων των «γκρίζων ζωνών», οι οποίες πλέον από «γκρίζες» έχουν γίνει τουρκικές κατά την επίσημη ρητορική της Άγκυρας.

Εμπόδιο οι όροι της Άγκυρας

Όταν Τούρκοι αξιωματούχοι, όπως ο Τσαβούσογλου, αναφέρουν τη Χάγη ως θεωρητική προοπτική, προσφέρουν το «τυράκι» της παραπομπής για να ρυμουλκήσουν την Αθήνα στο τραπέζι της διμερούς διαπραγμάτευσης. Για την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο, άλλωστε, απαιτείται συνυποσχετικό, επειδή η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει την δικαιοδοσία του, όπως έχει κάνει η Ελλάδα με μία εξαίρεση.

Οι πολύχρονες διερευνητικές επαφές απέδειξαν ότι το εμπόδιο για την υπογραφή συνυποσχετικού ήταν και παραμένει οι όροι που θέτει η Άγκυρα. Χρησιμοποιεί, μάλιστα, τον όρο «παρεμπίπτοντα ζητήματα». Κι αυτό επειδή για να οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ πρέπει οι δύο πλευρές να συμφωνούν ποια εδάφη ανήκουν στη μία και ποια στην άλλη, αφού η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ γίνεται με βάση τα εδάφη.

Επειδή, όμως, η Τουρκία διεκδικεί ελληνικά νησιά, όσοι υποστηρίζουν την άνευ όρων παραπομπή στη Χάγη οφείλουν να απαντήσουν εάν συμφωνούν να τεθεί στην κρίση ξένων δικαστών και το εάν 18 κατοικημένα νησιά (Οινούσσες, Φούρνοι κ.α.) θα παραμείνουν στην ελληνική επικράτεια ή θα παραδοθούν στην Τουρκία, η οποία ισχυρίζεται ότι είναι δικά της!

Στο τραπέζι και η «ευθυδικία»

Ταυτοχρόνως, η Άγκυρα απαιτεί το συνυποσχετικό να υποδεικνύει στο Διεθνές Δικαστήριο τον τρόπο που θα οριοθετήσει, να το δεσμεύει ότι θα εφαρμόσει την αρχή της «ευθυδικίας». Η εν λόγω αρχή προβλέπεται για την περίπτωση που δύο κράτη θεωρούν πως είναι προς το αμοιβαίο συμφέρον τους μία διαφορά να μην κριθεί με βάση τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά κατά τρόπο που αυτά θα υποδείξουν στο Διεθνές Δικαστήριο. Η Άγκυρα ουσιαστικά ζητάει από την Αθήνα να συνυπογράψει συνυποσχετικό, το οποίο να προβλέπει ότι θα παρακαμφθούν τα κυριαρχικά δικαιώματα που παρέχει το διεθνές δίκαιο στην Ελλάδα! Αυτό προκύπτει από τα πρακτικά των διερευνητικών επαφών.

Όσοι πολιτικοί προτείνουν σαν ρεαλιστική πολιτική τη Χάγη, οφείλουν να απαντήσουν το εξής ερώτημα: Γιατί όταν κυβερνούσαν δεν υπέγραψαν συνυποσχετικό και να γίνει παραπομπή; Οι κυβερνήσεις Κώστα Μητσοτάκη, Σημίτη, Γιώργου Παπανδρέου, Τσίπρα και τώρα Κυριάκου Μητσοτάκη, που μιλούσαν για Χάγη, είχαν για πολλά-πολλά χρόνια στα χέρια τους το τιμόνι της Ελλάδας. Γιατί είναι τώρα εφικτό αυτό που στις ημέρες τους αποδείχθηκε ανέφικτο; Μήπως άλλαξαν οι τουρκικές προθέσεις προς το καλύτερο;

Η απάντηση είναι απλή. Η Άγκυρα ζητάει τόσα πολλά που ακόμα και όσοι Έλληνες κυβερνήτες είναι διατεθειμένοι να κάνουν εκπτώσεις στα κυριαρχικά μας δικαιώματα, δεν μπορούν να της τα δώσουν. Πρέπει να εξηγήσουν, όμως, γιατί επιμένουν να προτείνουν μία συνταγή, την οποία όταν οι ίδιοι την εφάρμοσαν απέτυχαν να οδηγήσουν σε συνυποσχετικό και παραπομπή στη Χάγη.

Νομική διαφορά και πολιτικά προβλήματα

Η Αθήνα αναγνωρίζει παγίως ως μοναδική ελληνοτουρκική διαφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, επειδή μόνο αυτή δεν καλύπτεται από το διεθνές δίκαιο και από τις υφιστάμενες συνθήκες. Εάν το Διεθνές Δικαστήριο αποφασίσει να δώσει σε ορισμένα νησιά (π.χ. στο Καστελλόριζο) μειωμένη επήρεια σε υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ, η Ελλάδα βεβαίως θα σεβαστεί την απόφαση.

Το γεγονός ότι η Αθήνα αναγνωρίζει μία μόνο νομική διαφορά δεν σημαίνει πως αρνείται την ύπαρξη των άλλων ελληνοτουρκικών προβλημάτων. Πρόκειται, όμως, για πολιτικής φύσεως προβλήματα, με την έννοια ότι έχουν προκύψει από μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις. Γι’ αυτό και επί δεκαετίες η επίσημη ελληνική θέση ήταν ότι στη Χάγη πρέπει να παραπεμφθεί μόνο το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ και μάλιστα χωρίς υποδείξεις.

Η πάγια αυτή ελληνική θέση έχει πλέον ρηγματωθεί. Ο επίμονος τουρκικός επεκτατισμός που προωθείται με την άσκηση στρατιωτικής πίεσης, έχει κάμψει την Αθήνα. Στο όνομα του ρεαλισμού, το ελληνικό πολιτικό σύστημα και οι άρχουσες ελίτ έχουν εξωθηθεί σε μία αναθεώρηση προς την κατεύθυνση μερικής προσαρμογής στις τουρκικές αξιώσεις.

Όποιος νομίζει ότι αδικείται ας πάει στη Χάγη

Πολλοί Έλληνες πολιτικοί ψιθυρίζουν και περισσότεροι μεγαλοεπιχειρηματίες το λένε ευθέως στις παρέες τους ότι αυτή η προσαρμογή είναι μονόδρομος. Έχουν, μάλιστα, φθάσει στο σημείο να αξιολογούν τις τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις σε θεμιτές και αθέμιτες, νομιμοποιώντας αρκετές κατ’ αυτόν τον τρόπο. Προβάλλουν συχνά το εξής επιχείρημα: μα αφού η Ελλάδα έχει ισχυρή νομική θέση για ποιο λόγο να μην δεχθεί την παραπομπή στη Χάγη όλων των ελληνοτουρκικών «διαφορών»; Η απάντηση είναι ότι στις αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου έχει αποδειχθεί ότι εμφυλοχωρεί το πολιτικό κριτήριο, ειδικά εάν το συνυποσχετικό αφήνει περιθώρια, όπως επιδιώκει η Άγκυρα.

Εάν παραπέμψουμε και πολιτικά προβλήματα (τις τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις), στην κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου θα τεθούν αποκλειστικά και μόνο ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Κανένα τουρκικό. Αυτό σημαίνει ότι η Αθήνα έχει μόνο να χάσει και η Άγκυρα μόνο να κερδίσει. Δεν είναι, άλλωστε, η Ελλάδα που διεκδικεί για να ζητήσει παραπομπή στη Χάγη των τουρκικών διεκδικήσεων. Αν η Τουρκία θεωρεί ότι αδικείται από το σημερινό νομικό καθεστώς, ας αναγνωρίσει κι αυτή την δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου κι ας παραπέμψει τις διεκδικήσεις της εκεί.

Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, είναι μάλλον μπαγιάτικα. Ο Ερντογάν έχει αλλάξει επίπεδο και η Αθήνα παραμένει προσκολλημένη στο παρελθόν. Οι Έλληνες κονταροχτυπιούνται μεταξύ τους για τη Χάγη, όταν αυτή η μπάλα έχει φύγει από το γήπεδο. Με την υπογραφή και δημοσίευση της συμφωνίας Άγκυρας-Τρίπολης, η Τουρκία οριοθέτησε υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ στην περιοχή ανατολικά και νότια της Κρήτης, έστω κι αν η αρχή που χρησιμοποίησαν οι δύο πλευρές (τα νησιά δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ) είναι κραυγαλέα εκτός διεθνούς δικαίου.

Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν δεν πρόκειται να ακυρώσει τη συμφωνία για να πάει στη Χάγη. Αντιθέτως, ετοιμάζεται να δημιουργήσει τετελεσμένο, πραγματοποιώντας σεισμικές έρευνες και τη συνέχεια γεώτρηση. Η ίδια πολιτική βούληση προκύπτει από το γεγονός ότι έχει καταθέσει συντεταγμένες στον ΟΗΕ για τα όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας σ’ όλη την Ανατολική Μεσόγειο.

Ρύθμιση για χωρικά ύδατα

Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι σύμφωνα με την νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου (υπόθεση Κατάρ-Μπαχρέιν) εάν η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας γίνει με βάση χωρικά ύδατα έξι μιλίων, η Ελλάδα κατά πάσα πιθανότητα θα απολέσει το δικαίωμά της να τα επεκτείνει στα 12 μίλια. Η επέκταση είναι συμβατικό δικαίωμα κάθε κράτους και ασκείται μονομερώς. Το έχουν ασκήσει όλες οι παράκτιες χώρες, με εξαίρεση την Ελλάδα, λόγω του τουρκικού casus belli.

Αφού, λοιπόν, έχουμε εμπράκτως υποκύψει στην απειλή πολέμου κι αφού ο Ερντογάν ανέβηκε επίπεδο όσον αφορά τον επεκτατισμό, ας κάνει και η Ελλάδα ό,τι μπορεί, χωρίς τυχοδιωκτισμούς:

-Να ανακηρύξει (όχι οριοθετήσει) ΑΟΖ.

-Να κλείσει τους κόλπους με ευθείες γραμμές βάσης (το 2-3% του Αιγαίου θα γίνει ελληνικά χωρικά ύδατα).

-Να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια σε Ιόνιο, Λιβυκό, Κρητικό, στην Πελοπόννησο και στο δυτικό Αιγαίο. Στο ανατολικό ας μείνουν έξι για να διαπραγματευθεί ένα συμβιβασμό εάν ποτέ έλθει η ώρα.

-Τέλος, να καταθέσει στον ΟΗΕ συντεταγμένες (με βάση την αρχή της μέσης γραμμής) για τα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο έτσι όπως τα θεωρεί η Αθήνα. Αυτό δεν συνιστά μονομερή οριοθέτηση, αλλά απαραίτητη απάντηση για να καταγραφεί η ελληνοτουρκική διαφορά.

Η Ελλάδα επιδιώκει την ύφεση και την ειρήνη. Δεν αρκεί, όμως, η πρόθεση της μίας πλευράς. Το ταγκό χρειάζεται δύο. Η Τουρκία ακολουθεί άλλο δρόμο. Επειδή η Ελλάδα δεν μπορεί να μετακομίσει στον Ατλαντικό, είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε, αντιμετωπίζοντας τον κακό γείτονα. Εκτός κι αν αποφασίσουμε να υποκύψουμε στις επεκτατικές αξιώσεις του. Όποιος το υποστηρίζει ας το πει ξεκάθαρα. Όλα τα άλλα, είναι προφάσεις εν αμαρτίαις και τρόποι κάποιων μεγαλόσχημων να απεκδυθούν των εθνικών ευθυνών τους.

ΠΗΓΗ: SL PRESS