Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε στις 23 Απριλίου του 2024 στην ιστοσελίδα «Modern War Institute» του West Point, με τον τίτλο: «The illusion of conventional war: Europe is learning the wrong lessons from the conflict in Ukraine». Συντάκτης του άρθρου είναι ο Sandor Fabian, ο οποίος είναι πρώην αντισυνταγματάρχης των Ειδικών Δυνάμεων της Ουγγαρίας με εικοσαετή στρατιωτική εμπειρία. Επίσης είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Irregular Warfare: The Future Military Strategy for Small States». Η μετάφραση του άρθρου έγινε από τη συντακτική ομάδα του «DefenceReview.gr».

«Για περισσότερα από δύο χρόνια, δυτικοί παρατηρητές έχουν δημοσιεύσει πολλά άρθρα, εκθέσεις και μελέτες προσπαθώντας να αντλήσουν βασικά διδάγματα από τον πόλεμο στην Ουκρανία και να προβλέψουν τις επιπτώσεις τους στο μέλλον του πολέμου. Πέρα από το προφανές, αλλά πολύ συχνά αγνοούμενο, γεγονός ότι αυτός ο πόλεμος είναι μια πολύ μοναδική περίπτωση, η εξαγωγή ουσιαστικών διδαγμάτων περιπλέκεται περαιτέρω από το γεγονός ότι οι περισσότερες από αυτές τις μελέτες εμπεριέχουν μεροληψία, λόγω της αδυναμίας των συντακτών εγκαταλείψουν τη δυτική αντίληψη του πολέμου, η οποία βασίζεται στις ιδέες του Κλάουζεβιτς. Ως αποτέλεσμα, σημαντικές παρατηρήσεις είτε αγνοήθηκαν είτε ερμηνεύτηκαν με εντελώς λανθασμένο τρόπο, δημιουργώντας εσφαλμένη κατανόηση του πολέμου και οδηγώντας σε ανούσιες αλλαγές στις στρατηγικές εθνικής άμυνας πολλών ευρωπαϊκών χωρών, στο στρατιωτικό δόγμα, τις δομές διοίκησης και ενόπλων δυνάμεων, την εκπαίδευση, τα οπλικά συστήματα και τους εξοπλισμούς. Ενώ πολλές ευρωπαϊκές χώρες απάντησαν στη ρωσική εισβολή αυξάνοντας τις αμυντικές δαπάνες και αγοράζονταν νέα όπλα, εντούτοις έχουν χρησιμοποιήσει τις δαπάνες αυτές σε λάθος λύσεις, σε σχέση με την πρόκληση ασφαλείας που αντιμετωπίζουν. Αυτός ο πόλεμος επιβεβαίωσε ότι εκτός από έναν μικρό αριθμό μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών όπως η Πολωνία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία, για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν έχει νόημα η επένδυση και η διατήρηση συμβατικών στρατιωτικών δυνάμεων. Σε αντίθεση με το επιχείρημα πολλών ειδικών, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι απόδειξη της περιορισμένης χρησιμότητας του δυτικού τρόπου πολέμου για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

Υπήρχαν προφανείς λόγοι για τους οποίους πολλές ευρωπαϊκές χώρες δεν έπρεπε να επενδύσουν σε δυτικού τύπου συμβατικά αμυντικά πλαίσια. Μεταξύ αυτών των λόγων είναι η εγγύτητά τους με τη Ρωσία, ο σχετικά μικρός πληθυσμός τους, η έλλειψη φυσικών εμποδίων στην επικράτεια τους, το ελάχιστο έως καθόλου στρατηγικό βάθος, που θα επέτρεπε την ανάπτυξη μιας πολυεπίπεδης συμβατικής άμυνας, η έλλειψη κουλτούρας ελιγμού συνδυασμένων όπλων, η περιορισμένη παραγωγική ικανότητα της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας τους και ο μικρούς και ανεπαρκώς εξοπλισμένος στρατός τους. Όμως, ο πόλεμος στην Ουκρανία καθιστά ξεκάθαρο ότι αυτές οι χώρες θα πρέπει να αναπτύξουν άμυνα προσανατολισμένη σε σχηματισμούς προσαρμοσμένους στα μοναδικά ιστορικά, πολιτιστικά, γεωγραφικά και άλλα χαρακτηριστικά του επιχειρησιακού τους περιβάλλοντος. Η άμυνα αυτή θα πρέπει να είναι εξορθολογισμένη, για λόγους προϋπολογισμού και ανθρώπινου δυναμικού, και βιώσιμη με ή χωρίς τη συμβατική δύναμη κανενός συμμάχου ή εταίρου. Ενώ η σύγκρουση στην Ουκρανία είναι πράγματι πολύ μοναδική, και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν προσπαθούμε να εφαρμόσουμε τα διδάγματά της αλλού, υπάρχουν αρκετές παρατηρήσεις που αξίζει να εξεταστούν προσεκτικά από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Παρατήρηση 1: Μην παρουσιάζετε ποτέ στον αντίπαλό σας έναν τύπο πολέμου για τον οποίο είναι οργανωμένος, εκπαιδευμένος και εξοπλισμένος

Όπως οι συγκρούσεις των τελευταίων δύο δεκαετιών στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, έτσι και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αποδείξει ότι ένα αουτσάιντερ μπορεί να πετύχει μόνο αν αποφύγει να πολεμήσει με τους όρους του συμβατικά ανώτερου εχθρού του. Ο Δαβίδ δεν μπορεί να νικήσει τον Γολιάθ προσπαθώντας να γίνει μια μικρή και φτωχή εκδοχή του Γολιάθ, αλλά να γίνει καλύτερος και δυνατότερος Δαβίδ. Στην αρχή της εισβολής η Ουκρανία απόφυγε να πολεμήσει τους Ρώσους με τους δικούς τους όρους. Μόλις όμως η Ουκρανία άλλαξε στρατηγική, προς μια πιο συμβατική προσέγγιση, όπως η πολυαναμενόμενη αντεπίθεσή της το 2023, ο πόλεμος έγινε πόλεμος τριβής, κατά τον οποίο το αουτσάιντερ βγαίνει πάντα ηττημένο. Το αουτσάιντερ, όπως οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες θα ήταν σε έναν πόλεμο με τη Ρωσία, μπορεί να ελπίζει σε επιτυχία μόνο εάν η πολεμική στρατηγική του επικεντρωθεί στη δημιουργία πολλαπλών διλημμάτων και στη μεγαλύτερη δυνατή ασυμμετρία μεταξύ των ισχυρότερων και των ασθενέστερων πλευρών. Οι ευρωπαϊκές χώρες που παρακολουθούν τον πόλεμο στην Ουκρανία θα πρέπει να κατανοήσουν αυτό το μάθημα και να σχεδιάσουν προσεγγίσεις εθνικής άμυνας που αποφεύγουν πάση θυσία να πολεμήσουν με συμβατικούς όρους και έχουν σχεδιαστεί για τη διασφάλιση της ασυμμετρίας σε σχέση με τους συμβατικούς σχηματισμούς.

Παρατήρηση 2: Είτε μας αρέσει είτε όχι, ο πόλεμος γίνεται στις πόλεις και μεταξύ ανθρώπων

Ο πόλεμος στην Ουκρανία καταδεικνύει την τάση δεκαετιών ότι οι σύγχρονες συγκρούσεις δεν διεξάγονται σε απομακρυσμένα πεδία μάχης μακριά από άμαχους πληθυσμούς. Η ιδέα του διαχωρισμού και της προστασίας του άμαχου πληθυσμού και της προστασίας των αστικών περιοχών από τη φρίκη των πολέμων έχει γίνει μια ψευδαίσθηση. Οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να κατανοήσουν, να αποδεχτούν, ακόμη και να ενστερνιστούν τη σημασία των αστικών περιοχών στην εθνική άμυνα. Μέσω της κατάλληλης προετοιμασίας και υποδομής των αστικών περιοχών, η δυνατότητα συμβατικής συλλογής πληροφοριών και στόχευσης του αντιπάλου μπορεί να υποβαθμιστεί σημαντικά ή ακόμη και να εξουδετερωθεί. Οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να ενισχύσουν τις υπάρχουσες αμυντικές υποδομές και να κατασκευάσουν νέες για να περιορίσουν τις ικανότητες επιθετικών ελιγμών του εχθρού με συμβατικούς σχηματισμούς. Η εκ των προτέρων προετοιμασία θα πρέπει να επιτρέπει στις αστικές περιοχές, σε περίπτωση σύγκρουσης, να μετατρέπονται σε φρούρια, με υπόγειες λεωφόρους προσεγγίσεων σε πιθανούς στόχους, προκαθορισμένες οδούς διαφυγής, προκαθορισμένες κρύπτες όπλων, καμουφλαρισμένα νοσοκομεία, σχέδια ταχείας ναρκοθέτησης και παραπλανητικές θέσεις με στόχο την παραπλάνηση του εχθρού.

Παρατήρηση 3: Το στρατηγικό βάθος είναι κρίσιμος παράγοντας επιβίωσης

Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες στερούνται παντελώς στρατηγικού βάθους, τόσο από φυσική όσο και από κοινωνική έννοια. Ο μόνος τρόπος για να ξεπεραστούν τέτοια μειονεκτήματα είναι η ισχυρότερη συνεργασία με συμμάχους και εταίρους. Οι ευρωπαϊκές χώρες χρειάζονται διμερείς ή πολυμερείς αμυντικές συμφωνίες, που ξεπερνούν το πεδίο εφαρμογής των υφιστάμενων, οι οποίες πιθανότατα θα απαιτούσαν ακόμη και δεσμεύσεις που θίγουν την εθνική κυριαρχία. Η αμυντική βιομηχανία, οι αποθήκες εξοπλισμού, τα κέντρα εκπαίδευσης, οι εγκαταστάσεις προστασίας του πληθυσμού κ.ά. θα πρέπει να εγκατασταθούν και να διατηρηθούν σε έδαφος ξένων χωρών, μακριά από τα εχθρικά πλήγματα. Αυτό διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα κρίσιμων λειτουργιών και αποτρέπει την πιθανή κατάληψη και εκμετάλλευση τους από τον επιτιθέμενο. Η έλλειψη φυσικού στρατηγικού βάθους είναι συνάρτηση του μικρού εδαφικού μεγέθους και του μικρού πληθυσμού. Και οι δύο πραγματικότητες δημιουργούν προβλήματα σε περίπτωση σύγκρουσης. Για να ξεπεράσουν οι ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό και να επιταχυνθεί η ένταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις ξένων πολιτών, οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να δημιουργήσουν το νομικό πλαίσιο που θα επιτρέπει σε στρατιώτες, πολίτες και ιδιώτες άλλων χωρών να υπηρετούν στις Ένοπλες Δυνάμεις.

Παρατήρηση 4: Οι φίλοι είναι σημαντικοί στον πόλεμο, αλλά μπορούν να γίνουν επιζήμιοι για την επιτυχία των αμυντικών προσπαθειών.

Η Ουκρανία έχει αναμφισβήτητα πολεμήσει το είδος του πολέμου που διεξάγει λόγω των συμβουλών και του είδους του εξοπλισμού που λαμβάνει από τους δυτικούς συμμάχους και εταίρους της. Πέρα από την παραγωγική ικανότητα της δυτικής αμυντικής βιομηχανίας και τη δυτική πολιτική βούληση που είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να μπορέσει η Ουκρανία να πολεμήσει, ο δυτικός τρόπος πολέμου έχει γίνει εξίσου απαραίτητος. Η απλή λογική υπαγορεύει ότι εάν η ουκρανική ηγεσία λάμβανε συμβουλές από πηγές με διαφορετική στρατιωτική κουλτούρα και εξοπλισμό κατάλληλο για διαφορετικό τύπο πολέμου, τότε η στρατηγική προσέγγιση της Ουκρανίας θα ήταν επίσης διαφορετική (όπως ήταν στις πρώτες φάσεις του πολέμου). Η ρωσική εμπειρία στην Τσετσενία και οι δικοί μας πόλεμοι στο Ιράκ και το Αφγανιστάν [σ.μ. εννοεί των ΗΠΑ] θα μπορούσαν να προτείνουν μια διαφορετική προσέγγιση για το πώς να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά έναν αριθμητικά και τεχνολογικά ανώτερο συμβατικό εχθρό, αντί να πολεμάμε έναν τύπο πολέμου για τον οποίο είναι οργανωμένος, εκπαιδευμένος και εξοπλισμένος. Οι ευρωπαϊκές χώρες χρειάζονται φίλους, αλλά το επίπεδο και το είδος της εξάρτησης από αυτούς θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά. Η οικοδόμηση διαλειτουργικότητας με συμμάχους και εταίρους είναι καλή ιδέα για να πολεμάτε ο ένας δίπλα στον άλλον, αλλά η τυφλή παρακολούθηση των διεθνών προτύπων, που έχουν αναπτυχθεί από πιο προηγμένα κράτη, μπορεί να «σκοτώσει» την προσαρμοστικότητα όσων διαθέτουν περιορισμένους πόρους.

Παρατήρηση 5: Οι ασκήσεις πρέπει να είναι πλατφόρμες ήττας και μάθησης αντί να κερδίζετε πάντα.

Οι ασκήσεις θα πρέπει να επικεντρώνονται περισσότερο στην εύρεση κενών στις ικανότητες και στον πειραματισμό με νέες λύσεις. Τα ρεαλιστικά σενάρια πρέπει να είναι κάτι περισσότερο από ένα σλόγκαν με κενά λόγια. Αυτό πρέπει να γίνει πραγματικότητα με την ένταξη όλων των τομέων της κοινωνίας στις ασκήσεις εθνικής άμυνας. Ο πόλεμος στην Ουκρανία απέδειξε περαιτέρω ότι η εθνική ασφάλεια δεν είναι πλέον αποκλειστική λειτουργία της κυβέρνησης, πόσο μάλλον των αμυντικών δυνάμεων. Η πολυπλοκότητα του σύγχρονου πεδίου μάχης και η κατανομή των δυνατοτήτων και ικανοτήτων μεταξύ διαφορετικών ενδιαφερομένων καθιστούν αναγκαία την ένταξη ολόκληρης της κοινωνίας στα εθνικά αμυντικά σχέδια. Οι ασκήσεις παρέχουν την τέλεια πλατφόρμα για να πειραματιστείτε με τη χρησιμότητα και την ολοκλήρωση των διαφορετικών τμημάτων της κοινωνίας και να εντοπίσετε τις απαραίτητες νομοθετικές αλλαγές που οδηγούν σε πιο αποτελεσματικές προσπάθειες εθνικής άμυνας.

Παρατήρηση 6: Η γνώση του εχθρού σας είναι ένας ανεκτίμητος πολλαπλασιαστής ισχύος

Οι μακροχρόνιοι ιστορικοί και πολιτιστικοί δεσμοί της Ουκρανίας με τη Ρωσία, οι ομοιότητες μεταξύ της ρωσικής και της ουκρανικής γλώσσας, το γεγονός ότι πολλοί ανώτεροι Ουκρανοί στρατιωτικοί ηγέτες υπηρέτησαν στις σοβιετικές δυνάμεις, το γεγονός ότι η Σοβιετική Ένωση, και αργότερα η Ρωσία, ήταν για πολλά χρόνια οι κύριοι προμηθευτές στρατιωτικού υλικού της Ουκρανίας, η εκπαίδευση και η παιδεία παρείχαν στους Ουκρανούς μια απαράμιλλη κατανόηση των ρωσικών στρατιωτικών τακτικών, τεχνικών και διαδικασιών. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι ευρωπαϊκές χώρες (όπως οι ΗΠΑ) απαλλάχθηκαν συστηματικά από τους Ρώσους εμπειρογνώμονές τους, εξάλειψαν όλα τα υπολείμματα του σοβιετικού δόγματος από τις στρατιωτικές τους σχολές και σε μεγάλο βαθμό σταμάτησαν να μαθαίνουν τη ρωσική γλώσσα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα πρέπει να δώσει κίνητρα στις ευρωπαϊκές χώρες να επαναφέρουν τις ρωσικές πολιτιστικές και γλωσσικές σπουδές στα εκπαιδευτικά τους ιδρύματα. Επιπλέον, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους σχεδιασμούς των ρωσικών δυνάμεων, τις πρακτικές διοίκησης και ελέγχου, τις τακτικές, τις τεχνικές και τις διαδικασίες, καθώς και στις δυνατότητες των οπλικών συστημάτων τους. Οι γνώσεις αυτές θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως θεμέλια για τη μελλοντική στρατιωτική εκπαίδευση του ευρωπαϊκού στρατιωτικού προσωπικού.

Παρατήρηση 7: Ξεχάστε τα τεθωρακισμένα και άλλες παραδοσιακές στρατιωτικές πλατφόρμες

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει προκαλέσει απίστευτη φθορά, και στις δύο πλευρές, στις παραδοσιακές στρατιωτικές πλατφόρμες. Τα στοιχεία είναι ιδιαίτερα ενδεικτικά σε σύγκριση με τον συνολικό αριθμό στρατιωτών και όπλων που είναι διαθέσιμα σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης μαζί. Επιπλέον, τα περισσότερα άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα μάχης καταστράφηκαν από μικρού μεγέθους, γρήγορες, χαμηλού κόστους, εύκολες στην ανάπτυξη και δύσκολα ανιχνεύσιμες μη επανδρωμένες πλατφόρμες. Η Ουκρανία βύθισε επίσης το ένα τρίτο του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας με τη χρήση παρόμοιων μη επανδρωμένων σκαφών. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αγωνίζονται εδώ και καιρό να αγοράσουν και να συντηρήσουν άρματα μάχης, τεθωρακισμένα οχήματα μάχης, αεροπλάνα και πλοία λόγω των συνεχώς αυξανόμενων τιμών τους. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε ότι αυτές είναι από τις χειρότερες επενδύσεις που μπορούν να κάνουν όσον αφορά την εθνική άμυνα. Οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να απομακρυνθούν από αυτές τις παραδοσιακές πλατφόρμες υψηλής τεχνολογίας προς λύσεις που είναι μικρού μεγέθους, φθηνές, άφθονες σε ποσότητα και εξαιρετικά αποτελεσματικές. Φυσικά, μια τέτοια μετάβαση θα έπρεπε να επηρεάσει το σχεδιασμό της δομής δυνάμεων, τις τακτικές, τις τεχνικές, τις διαδικασίες και την εκπαίδευση.

Παρατήρηση 8: Δεν θα πολεμήσουν όλοι και όσοι το κάνουν δεν είναι απαραιτήτως οι πιο κατάλληλοι γι’ αυτό

Η κοινωνία της Ουκρανίας έχει τιμηθεί από τους πολιτικούς ηγέτες πολλών δυτικών χωρών ως το κύριο παράδειγμα εθνικής συνοχής και ανθεκτικότητας. Η βούληση του ουκρανικού λαού να πολεμήσει τη ρωσική επιθετικότητα έχει επίσης δοξαστεί από πολλούς ακαδημαϊκούς και οι πηγές αυτής της βούλησης έχουν ήδη μελετηθεί εκτενώς. Ωστόσο, ο πόλεμος έδειξε επίσης ότι παρά την τόσο ισχυρή ενότητα και ανθεκτικότητα, ένα μεγάλο μέρος μιας κοινωνίας που βρίσκεται σε πόλεμο είναι πολύ πιθανό να προσπαθήσει να αποφύγει την επιστράτευση, είτε φεύγοντας από τη χώρα είτε θα κρυφτεί μέσα στη χώρα. Μια άλλη ανησυχητική παρατήρηση, από τον πόλεμο στην Ουκρανία, είναι η απροθυμία των νεότερων γενεών να πολεμήσουν για την πατρίδα τους. Στα τέλη του 2023, ο μέσος Ουκρανός στρατιώτης ήταν ηλικίας 43 ετών. Δεν είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε τη διαφορά στις φυσικές ικανότητες και τις επιδόσεις τέτοιων μεσηλίκων ανθρώπων σε σύγκριση με τις δυνάμεις ενός πολύ νεότερου σε ηλικία ατόμου. Οι ευρωπαϊκές χώρες, με πολύ μικρότερο σύνολο ανθρώπινου δυναμικού, θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη αυτές τις παρατηρήσεις κατά τον σχεδιασμό τους. Πρέπει να λάβουν τόσο νομοθετικές όσο και εκτελεστικές ενέργειες από τώρα για να αποτρέψουν μια παρόμοια κατάσταση μ’ αυτή που αντιμετωπίζει η Ουκρανία, μια κατάσταση που θα υποβάθμιζε σοβαρά τις ήδη περιορισμένες δυνατότητές τους να αναπτύξουν ουσιαστική άμυνα.

Παρατήρηση 9: Η εθνική άμυνα δεν είναι μόνο στρατιωτική ή κυβερνητική υπόθεση

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε ότι το σύνολο των στρατιωτικών και άλλων πόρων μιας κυβέρνησης μπορεί πολύ εύκολα να είναι ανεπαρκές για την υπεράσπιση ενός έθνους. Η εγχώρια και διεθνής εμπορευματοποίηση του πεδίου μάχης, η συλλογή πληροφοριών και η στόχευση ήταν σημαντικοί πολλαπλασιαστές ισχύος και αποδείχθηκαν σημαντική πρόκληση για τους Ρώσους. Εκτός από τις σημαντικές νομοθετικές ενέργειες, η ενσωμάτωση και η χρήση μη κυβερνητικών και μη στρατιωτικών δυνατοτήτων στα εθνικά αμυντικά συστήματα απαιτεί θεμελιώδεις αλλαγές στην εκπαίδευση των μελλοντικών Ευρωπαίων στρατιωτικών ηγετών καθώς και πλήρη ενσωμάτωση αυτών των δυνατοτήτων στα εθνικά προγράμματα ασκήσεων.

Παρατήρηση 10: Η παραπλάνηση εξακολουθεί να είναι πολλαπλασιαστής ισχύος

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επανειλημμένα αποδείξει τη σοφία της ρήσης του Zig Ziglar ότι «δεν μπορείς να χτυπήσεις έναν στόχο που δεν μπορείς να δεις». Έχει επίσης δείξει ότι θα σπαταληθούν πολλοί πόροι για να χτυπηθούν τελικά ψεύτικοι στόχοι. Ουκρανία και Ρωσία φαίνεται να έχουν ξαναβρεί την τέχνη της παραπλάνησης και τα πολλαπλασιαστικά της αποτελέσματα και τη χρησιμοποιούν τόσο σε φυσικούς όσο και σε εικονικούς χώρους. Ομοίως με την ενσωμάτωση των μη κυβερνητικών και μη στρατιωτικών δυνατοτήτων, η ανάγκη για καλύτερη παραπλάνηση δικαιολογεί θεμελιώδεις αλλαγές στη στρατιωτική εκπαίδευση στις ευρωπαϊκές χώρες. Επισημαίνει επίσης τις νέες απαιτήσεις για τους ενδιαφερόμενους φορείς της αμυντικής βιομηχανίας να ερευνήσουν και να αναπτύξουν νέα μέσα παραπλάνησης τόσο για φυσικό όσο και για εικονικό περιβάλλον και να τα εντάξουν μαζικά στις στρατιωτικές δομές των ευρωπαϊκών χωρών.

Οι ευρωπαϊκές χώρες βρίσκονται σε μια ιστορική καμπή, που δυνητικά επηρεάζει τη μακροπρόθεσμη εθνική τους επιβίωση. Το σοκ που προκάλεσε η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία έκανε πολλούς να προτείνουν ρηξικέλευθες αλλαγές. Οι περισσότερες χώρες απάντησαν με περισσότερες και ταχύτερες επενδύσεις στην εθνική άμυνα. Δυστυχώς, πάρα πολλοί έδωσαν λανθασμένες απαντήσεις σε αυτό το σοκ και συνεχίζουν να επενδύουν σε ακατάλληλες, ακόμη και ανούσιες, δυνατότητες, βασισμένες στις συνεχιζόμενες ψευδαισθήσεις για διεξαγωγή συμβατικού πολέμου. Οι παρατηρήσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία δείχνουν την ανάγκη για μια πλήρη αλλαγή προσέγγισης. Μια θεωρία πολέμου που λειτουργεί για μια χώρα και σε έναν χρόνο μπορεί να αποδειχθεί εντελώς ανεφάρμοστη σε άλλες χώρες σε διαφορετικό χρόνο. Όταν συμβεί αυτό, οι ηγέτες πρέπει να είναι έτοιμοι να τροποποιήσουν ή ακόμα και να εγκαταλείψουν αυτή τη θεωρία του πολέμου. Οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να επανασχεδιάσουν πλήρως τις προσεγγίσεις εθνικής άμυνας με βάση τις πραγματικότητες του πεδίου μάχης του 21ου αιώνα. Αν δεν το κάνουν, μπορεί να αναγκαστούν να πληρώσουν το υπέρτατο τίμημα σε περίπτωση ρωσικής επιθετικότητας».