Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον έκθεμα κομίζει η παρουσία της ευρωπαϊκής MBDA στο Λονδίνο της Αγγλίας, στα πλαίσια της έκθεσης αμυντικών συστημάτων «DSEI 2023». Στο περίπτερο της MBDA εκτίθεται ομοίωμα σε κλίμακα εκτοξευτή M-270 A2 του Βρετανικού Στρατού εξοπλισμένο με υπό ανάπτυξη νέας γενιάς πυρομαχικά στα πλαίσια του προγράμματος Land Precision Strike (LPS) της MBDA. Το πρόγραμμα είναι σε πολύ πρώιμο στάδιο και ειδικότερα στη φάση της σχεδίασης και ανάπτυξης αλλά φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα νέο πυραυλικό σύστημα για τους αμερικανικούς εκτοξευτές M-270 MLRS.
Περισσότερα τεχνικά στοιχεία στα πλαίσια του προγράμματος Land Precision Strike (LPS) της MBDA δεν έχουν γίνει γνωστά και πιθανόν να αναζητείται από την εταιρεία ο πρώτος πελάτης που θα πληρώσει για την ανάπτυξη του νέου συστήματος. Σε γενικές γραμμές η MBDA προωθεί το πρόγραμμα Land Precision Strike (LPS) ως ένα νέο πυραυλικό σύστημα ικανό να ολοκληρωθεί και να ενσωματωθεί στους εκτοξευτές M-270 MLRS προσδίδοντας τους ικανότητα βολών χειρουργικής ακρίβειας σε εκατοντάδες χιλιόμετρα. Υπενθυμίζεται πως επίσης από την MBDA προωθείται και το πρόγραμμα του ευρωπαϊκού όπλου κρούσης JFS-M (Joint Fire Support Missile) ένα πρόγραμμα το οποίο τεχνολογικά είναι πιο ώριμο έναντι του Land Precision Strike (LPS).
Το JFS-M (Joint Fire Support Missile) είναι ένας πύραυλος εδάφους – εδάφους που βάλλεται από πολλαπλούς εκτοξευτές πυραύλων και προορίζεται για την προσβολή στόχων υψηλής αξίας. Διαθέτει ενιαία πολεμική κεφαλή 80 κιλών (ενδεικτικά ο SCALP EG διαθέτει πολεμική κεφαλή 120 κιλών) και μέγιστο βεληνεκές 499 χιλιομέτρων.
H MBDA έχει αναλάβει την ανάπτυξή του σε συνεργασία με τη Bayern-Chemie, που είναι και ο κατασκευαστής των περισσότερων επιταχυντών που χρησιμοποιούνται στα πυραυλικά συστήματα της MBDA. H ταχύτητα πλεύσης του JFS-M θα κυμαίνεται μεταξύ Mach 0,5 και Mach 0,9. Ήτοι μεταξύ 600 και 1000 χιλιομέτρων ανά ώρα. Δεν έχει διευκρινιστεί μέχρι στιγμής αν η ώση του κινητήρα του όπλου θα είναι μεταβαλλόμενη (throttable) από το ίδιο το σύστημα ελέγχου πτήσης του όπλου, ή από το έδαφος, προκειμένου να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή απόσταση κρούσης που λόγω της συνθήκης INF τοποθετείται κάτω από τα 500 χιλιόμετρα.
Το JFS-M είναι το αντίπαλο δέος στον αμερικανικό PrSM. Το σύστημα καθοδήγησής τους θα είναι συνδυασμός GNSS (ευρωπαϊκό δορυφορικό σύστημα ναυτιλίας) και INS, ενώ παράλληλα θα αξιοποιηθεί και σύστημα σύγκρισης-παραβολής απεικονίσεων (ψηφιακών φωτογραφιών) της ευρύτερης περιοχής του στόχου. Οι απεικονίσεις αυτές που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το σύστημα σχεδίασης αποστολής του JFS-M για τη σύνθεση μίας τρισδιάστατης απεικόνισης της περιοχής του στόχου, αλλά και του εδαφικού ανάγλυφου της διαδρομής του όπλου προς το στόχο ή τους στόχους που έχουν επιλεγεί, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Αυτή η ολοκληρωμένη τρισδιάστατη απεικόνιση θα μπορεί να εισαχθεί στο σύστημα ναυτιλίας του JFS-M (Image Based Navigation) για την καθοδήγησή του μέχρι το στόχο.
Αυτό πρακτικά επιτρέπει στο βλήμα σε περιβάλλον άρνησης GPS να επιχειρεί με ακρίβεια και φονική αποτελεσματικότητα. Επιπροσθέτως ένα αδιαφιλονίκητο πλεονέκτημα του παραπάνω βλήματος είναι πως δύναται να προσβάλει και κινούμενους στόχους με ταυτόχρονη ανανέωση των δεδομένων του στόχου (πορεία και ταχύτητα) μέσω ζεύξης δεδομένων (data link) από κάποιο άλλο μέσο πχ UAV ή δορυφόρος.
To ίδιο σύστημα θα χρησιμοποιείται για την σχεδίαση διαδρομών οι οποίες θα τροφοδοτούν τα συστήματα καθοδήγησης πολλών JFS-M τα οποία θα κατευθύνονται στον ίδιο στόχο (Multiple Missile Simultaneous Impact – MMSI), που είναι αντίστοιχο του MRSI – Multiple Round Simultaneous Impact). Σκοπός είναι ο κορεσμός της εχθρικής αεράμυνας μέσω της επίθεσης από πολλές διαφορετικές κατευθύνσεις, ενώ μέσω του συστήματος σχεδίασης αποστολής μπορούν να αποφευχθούν και περιοχές στις οποίες είναι γνωστό ότι υπάρχει πυκνό αντιαεροπορικό/αντιπυραυλικό δίκτυο.
Ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε την ενσωμάτωση τριών JFS-M σε κάθε έναν από τους δύο εκτοξευτές του MARS II. Σύνολο τέσσερα όπλα, αντί δύο PrSM ή ενός ATACMS. Πρόβλεψη υπάρχει ήδη για την ανάπτυξη εκτοξευτών JFS-M από μονάδες επιφανείας, αλλά και για την ανάπτυξη αερομεταφερόμενης έκδοσης η οποία φυσικά δεν θα διαθέτει επιταχυντή (booster). To JFS-M θα αξιοποιεί συνδυασμό σχεδιαστικών χαρακτηριστικών VLO και προφίλ πτήσης σε μικρό ύψος, προκειμένου να είναι δύσκολα εντοπισμό και ανασχέσιμο. Η φιλοσοφία Man–In–the–Loop θα είναι και εδώ σε ισχύ, οπότε θα υπάρχει η δυνατότητα παρέμβασης εν πτήσει προς αλλαγή του στόχου.
το JFS-M θα μπει σε παραγωγή σε αρκετές διαφορετικές εκδόσεις εξοπλισμένο είτε με ηλεκτροοπτικούς αισθητήρες (τηλεοπτικό ΕΟ ημέρας και υπέρυθρο IR), είτε ακόμα και με παθητικό ηλεκτρομαγνητικό και με μικρότερη πολεμική κεφαλή για την καταστροφή ραντάρ του αντιπάλου.