Είναι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση, η αποθάρρυνση της επιθετικότητας των «αντιπάλων μας», η οποία εδώ και αρκετές δεκαετίες δεν υπάρχει ούτε καν ως σκέψη στη στρατηγική της Ελλάδος. Μια ολοένα και πιο απειλητική Τουρκία επιδιώκει με επιχειρήσεις υβριδικού πολέμου να κάμψει τη στρατηγική μας κουλτούρα, όση τέλος πάντων μας έχει απομείνει, και ενίοτε με χρήση σκληρής ισχύος να αναδείξει τις εδαφικές της φιλοδοξίες στην Μέση Ανατολή, την Μεσόγειο και στο Αιγαίο.
Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΑΪΛΑΣ, Υποναύαρχος (εα), για το LIBERAL
Ερμηνεύοντας με παρανόηση, την από 30 Μαΐου 1913 Συνθήκη του Λονδίνου και την από 24 Ιουλίου 1923 Συνθήκη της Λωζάννης, διαπιστώνουν ότι μόνο το ένα τέταρτο του νησιού της Κρήτης δόθηκε στην Ελλάδα, ενώ τα υπόλοιπα τρία τέταρτα καθώς και 14 νησιά γύρω από την Κρήτη, παρέμειναν υπό τουρκική κυριαρχία.
Με αυτή την ανατολίτικη λογική πιστεύει ότι η τουρκική υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο περιλαμβάνει έκταση περίπου 238.814 χλμ. Ανακοινώνει μάλιστα, ότι η Ελλάδα το γνωρίζει αυτό, συμπεραίνοντας αυθαιρέτως, ότι ως εκ τούτου προκηρύξαμε διαγωνισμό για την εξερεύνηση και λειτουργία πεδίων υδρογονανθράκων στο Ιόνιο Πέλαγος και στο νησί της Κρήτης, περιορίζοντας αρχικά τη δημοπρασία στα δυτικά της Κρήτης, επειδή στα ανατολικά της Κρήτης είναι τουρκική υφαλοκρηπίδα.
Επίσης η Τουρκία ανακοινώνει ότι πρέπει άμεσα να προβεί στις παρακάτω ενέργειες:
1/ Να διακηρύξει την τουρκική Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη αμέσως, όπως αυτή την εννοεί,
2/ Να συνάψει με τη Λιβύη συμφωνία αποκλειστικής οικονομικής ζώνης,
3/ Να αποστείλει σκάφος σεισμικής έρευνας στην «τουρκική υφαλοκρηπίδα δυτικά της Κύπρου και στην τουρκική ζώνη» στα νότια της Κρήτης.
Η επιθετικότητά της μάλιστα αναβαθμίστηκε τελευταία εκτοξεύοντας απειλές προς την Κύπρο και την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας επανάληψης της εισβολής χρησιμοποιώντας ένα ταχύτατα αναπτυσσόμενο αποβατικό στόλο συνεπικουρούμενο με αεροπλανοφόρο, σύγχρονα υποβρύχια και αεροσκάφη που αναμένονται να συμπληρώσουν σύντομα το οπλοστάσιό της.
Ωστόσο, η συζήτηση για την αποτροπή στην Ελλάδα ως θεωρία και πρακτική απαίτηση πολιτικής έχει υστερήσει στους στρατηγικούς και πολιτικούς κύκλους. Έχουμε ήδη βρεθεί στη δυσάρεστη αμυντική θέση και απαιτείται να βιαστούμε ώστε να δώσουμε μια νέα ματιά στο θέμα σε αυτό το πλαίσιο, με δύο πρωταρχικούς σκοπούς:
1/ να αναθεωρήσουμε τις καθιερωμένες αντιλήψεις σχετικά με την αποτροπή και
2/ να παρέξουμε ένα πλαίσιο για την αξιολόγηση της ισχύος των αποτρεπτικών μας σχέσεων.
Αυτό θα απαιτήσει επί πλέον εστίαση, επικεντρώνοντας σε μια συγκεκριμένη κατηγορία ή μορφή αποτροπής: τη λεγόμενη, εκτεταμένη αποτροπή κατά της επιθετικότητας στον Ελληνισμό. Χρειάζεται να διαμορφώσουμε την απαίτηση, με σκοπό να αποτρέψουμε τους επιτιθέμενους από τις εδαφικές διεκδικήσεις τους, και την αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Δηλαδή αφού απαντήσουμε σε ένα συγκεκριμένο ερώτημα: Ποιες είναι οι απαιτήσεις αποτελεσματικής εκτεταμένης αποτροπής της μεγάλης κλίμακας στρατιωτικής επιθετικότητας; Να εστιάσουμε, με σκοπό να γίνει κριτήριο που θα τείνει να ξεκαθαρίσουν επιτυχημένες από ανεπιτυχείς προσπάθειες για την αποτροπή της τουρκικής επιθετικότητας.
Οι επτά σημαντικοί παράγοντες που χρειάζεται να ληφθούν υπόψη:
1/ Τα πιθανά κίνητρα είναι πολύ σύνθετα και συνήθως ανταποκρίνονται σε πολλές μεταβλητές των οποίων η αλληλεπίδραση είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Ως εκ τούτου απαιτείται συγχρονισμός και συνεχής συνεργασία των οργανισμών ασφάλειας, άμυνας, πληροφοριών και εξωτερικής πολιτικής με σκοπό την ευέλικτη στρατηγική.
2/Η φερόμενη επιθετικότητα φαίνεται να διακατέχεται από την απελπισία των Τούρκων και καθώς βλέπουν να αποβάλλονται από τη διανομή των υποθαλασσίων πόρων δείχνουν παράνοια κλιμακώνοντας τις απειλές για την ασφάλεια στην περιοχή. Η επιθετικότητα μεγάλης κλίμακας τείνει να αναδυθεί ως έσχατη λύση, βασισμένη στους έντονους φόβους για το Κουρδικό και σε ευκαιριακές αρπαγές στη Μεσόγειο και το Αιγαίο.
3/Η σαφήνεια και η συνέπεια των αποτρεπτικών μηνυμάτων και από τους διεθνείς παράγοντες είναι απαραίτητες προϋποθέσεις. Οι μισοεξαρτημένες δεσμεύσεις κινδυνεύουν και εύκολα υπονομεύονται.
4/Η αρχή της «σταθερής και ευέλικτης στρατηγικής» είναι πολύ σημαντική: Η απομάκρυνση ενός αντιπάλου χωρίς διέξοδο δεν αποτελεί αποτελεσματικό τρόπο για να διατηρηθεί η αποτροπή. Μια συμβιβαστική λύση του Κυπριακού ζητήματος, με προϋπόθεση την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από το νησί, ίσως να αποτελεί μέρος μιας επιτυχούς εκτεταμένης αποτροπής της μεγάλης κλίμακας επιθετικότητας.
5/Τα πολυμερή αποτρεπτικά πλαίσια είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα, καθώς απαιτούν συντονισμό στρατιωτικών και πολιτικών σκοπών. Αποτρέποντας έναν επιθετικό σύμμαχο με δυνάμεις εκτός της συμμαχίας είναι εξαιρετικά δύσκολο κατόρθωμα.
6/ Το θεμέλιο για τα αποτρεπτικά αποτελέσματα δηλαδή, η αρχική και κατά κάποιο τρόπο καθοριστική μεταβλητή παρέχεται από τα κίνητρα του επιτιθεμένου. Ο επιτιθέμενος με χαμηλά κίνητρα είναι εύκολο να αποτραπεί. Όσο πιο έντονα γίνονται τα κίνητρα, των οποίων το επίπεδο αίσθησης απειλής μπορεί να φτάσει σε παρανοϊκό επίπεδο, τότε είναι αδύνατο να αποθαρρυνθεί.
7/ Το πρώτο βήμα για την ενίσχυση της αποτροπής είναι η διαχείριση των κινήτρων του επιτιθέμενου. Κάτι τέτοιο συχνά απαιτεί βήματα για τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος γεωπολιτικού πλαισίου για να αμβλύνουμε τις ανησυχίες του και να αυξήσουμε το πολιτικό κόστος της επιθετικότητας του.
Προτάσεις
Να εργαστούμε για να δημιουργήσουμε ένα εχθρικό περιβάλλον για την επιθετικότητα των Τούρκων. Στην Ευρώπη και τους συμμάχους, αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την ανάληψη προσπαθειών για την ενίσχυση των πολιτικών βάσεων του Οργανισμού του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ), την επανάληψη των δεσμεύσεων, του Άρθρου 5 χωρίς αστερίσκους περί συμμάχων και την ενίσχυση του κανόνα, της, μη επιθετικότητας και της αφοσιωμένης αντίδρασης στην επιθετικότητα.
Να ζητήσουμε με σαφήνεια από τους συμμάχους και εταίρους να δεσμευθούν να αποτρέψουν την τουρκική επιθετικότητα. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αντίδραση στην επιθετικότητα και τον καθορισμό εναλλακτικών λύσεων ως απάντηση στην επιθετικότητα (συμπεριλαμβανομένων στρατιωτικών, πολιτικών και οικονομικών συνεπειών).
Να λάβουμε συγκεκριμένα μέτρα και βήματα που ενισχύουν τα επιτυχημένα κριτήρια αποτροπής. Στον τόπο μας, αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την προώθηση επισκέψεων και δηλώσεων υποστήριξης από βασικούς ηγέτες των ισχυρών κρατών, την προώθηση αμυντικών επενδύσεων από την Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ και τη συνεχή διπλωματία και την ενίσχυση της επικοινωνίας και της διαχείρισης κρίσεων στο ΝΑΤΟ και μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Τουρκίας.
Ανάπτυξη και υποστήριξη των αεροναυτικών μας δυνατοτήτων που θα σηματοδοτούν τη σοβαρότητα της αποτρεπτικής μας ικανότητας. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη συνεργασία με τους συμμάχους του ΝΑΤΟ και τους εταίρους μας για τη χρηματοδότηση νέων αμυντικών δυνατοτήτων στην Ελλάδα, την ενίσχυση των υφιστάμενων και την επένδυση σε ικανότητες για επιτυχημένες συνδυασμένες αμυντικές επιχειρήσεις, στο Αιγαίο και την Μεσόγειο.
Επίλογος-Συμπεράσματα
Κλείνοντας να επισημάνουμε ότι το δίλημμα δεν είναι ψύχραιμες διαπραγματεύσεις με το «νευρικό γείτονα» ή πόλεμος, αλλά ισχυρή αποτροπή ή πόλεμος. Μας αρέσει ή όχι, όλα δείχνουν ότι η εδώ και καιρό σταδιακή κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας, τόσο σε επίπεδο ρητορικής όσο και σε επίπεδο στρατιωτικών ενεργειών, είναι μία στρατηγική επιλογή της Άγκυρας που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους ασφαλείας για την χώρα μας και ολόκληρη τη Νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Απέναντι σε αυτή την στρατηγική του δύστροπου και επιθετικού γείτονά μας, είναι δυστυχώς διάχυτη η απουσία υπευθυνότητας και σοβαρότητας εκ μέρους των ελληνικών κυβερνήσεων και αυτό είναι ακόμα ένα δείγμα άγνοιας κινδύνου και νοσηρής πολιτικής ανεπάρκειας.
Η ελληνική κοινωνία μπορεί να είναι ακόμα εσωστρεφής και ζαλισμένη από την συνεχιζόμενη οικονομική περιδίνηση την οποία βιώνει, αλλά φαίνεται ότι είναι σε θέση να διακρίνει την όποια μικροπολιτική εκμετάλλευση των εθνικών μας θεμάτων. Τα εθνικά μας θέματα επιπροσθέτως δεν προσφέρονται ούτε για «ατραξιόν σε βαριετέ» και η ιστορία μας διδάσκει ότι όποτε αφέθηκαν να κατευθύνονται από συναισθηματικές φορτίσεις και παρορμητισμό, υπήρξαν καταστροφικά αποτελέσματα.
Η γεωπολιτική πραγματικότητα είναι εξαιρετικά σύνθετη και πολύπλοκη για να αντιμετωπίζεται υπεραπλουστευμένα και με ανευθυνότητα, ούτε πρέπει να αγνοούνται οι απαιτήσεις του διεθνούς περιβάλλοντος συνολικά από την στιγμή που υπάρχει μία αδιαμφισβήτητη αλληλεξάρτηση. Απαιτείται υπευθυνότητα! Απαιτείται η προσοχή του κ. Πρωθυπουργού, ο οποίος έχει την υπέρτατη πολιτική ευθύνη, για να αποτρέψει με περίσσια υπευθυνότητα κάθε πιθανή μικροπολιτική εκμετάλλευση της αναπόφευκτης επιδείνωσης των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, ως απόρροια του κλίματος έντασης που καλλιεργεί η Άγκυρα.
Οι ανόητοι λεονταρισμοί με παραισθήσεις μεγαλείου απέναντι στα φοβικά σύνδρομα προδιαγράφουν ένα επιζήμιο εκκρεμές που μόνο εθνικές συμφορές μπορεί να προκαλέσει!