Η φρεγάτα FFG-62 Constellation ήταν η απαίτηση του US Navy για μία νέα κλάση πλοίων που θα αντικαθιστούσε τις φρεγάτες Oliver Hazard Perry και ακολούθως θα συμπλήρωνε τα LCS του στόλου. Σύμφωνα με τις αναφορές του αρμόδιο γραφείου του Αμερικανικού Κογκρέσουν, αναφέρεται ως Congressional Research Service (CRS), στο αμερικάνικο ναυτικό οι 20 FFG-62 θα πλαισιώσουν τα 32 εναπομείναντα LCS δημιουργώντας μια δύναμη 52 πλοίων για θαλάσσια επιτήρηση και έλεγχο. Ουσιαστικά οι Αμερικάνοι επιτελείς διαπίστωσαν ότι τα πλοία παράκτιου αγώνα που αντικατέστησαν με τη σειρά τους τις φρεγάτες Oliver Hazard Perry FFG-7 μπορεί να ήταν αρκετά καλά εξοπλισμένα για επίδειξη σημαίας και αντιμετώπιση καταστάσεων χαμηλής έντασης ή απέναντι σε υποεξοπλισμένους αντιπάλους αλλά δεν θα είχαν καμία τύχη σε ναυτικές επιχειρήσεις υψηλής εντάσεως απέναντι σε καλά εξοπλισμένες ναυτικές δυνάμεις αποτελούμενες από βαριά εξοπλισμένες κορβέτες, φρεγάτες και αντιτορπιλικά.
Ως μέρος της επιλογής του σχεδίου της ιταλικής Fincantieri ήταν η ανάθεση συμβάσεων σχεδιασμού πρότυπης ιδέας στις εταιρίες Austal USA, General Dynamics Bath Iron Works, Fincantieri Marinette Marine, Huntington Ingalls Industries και Lockheed Martin. Αυτά τα συμβόλαια διάρκειας 16 μηνών σχεδιάστηκαν για να επιτρέψουν στους πέντε ναυπηγικούς οίκους να ωριμάσουν τα αντίστοιχα αρχικά τους σχέδια σε σχέση με τις εγκεκριμένες απαιτήσεις ικανότητας FFG(X) του ναυτικού και να θέσουν τα θεμέλια για έναν επόμενο διαγωνισμό Λεπτομερούς Σχεδιασμού και Κατασκευής (DD&C).
Η ανάθεση του συμβολαίου στην Fincantieri Marinette Marine με βάση τη σχεδίαση της κλάσης Bergamini είχε ως αποτέλεσμα την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων σε δύο ναυπηγεία του ομίλου ώστε να μπορέσουν να υποστηρίξουν το νέο πρόγραμμα ναυπήγησης του ναυτικού των ΗΠΑ. Πιο συγκεκριμένα ένα νέο κτήριο ελεγχόμενων κλιματολογικών συνθηκών “Building 34” ανεγέρθηκε ώστε δύο FFG(X) να μπορούν να ναυπηγηθούν ταυτόχρονα. Παράλληλα τοποθετήθηκε μια νέα δεξαμενή τύπου synchrolift με δυνατότητα εξυπηρέτησης πλοίων έως 10.000 τόνους. Η κατασκευή των πλοίων της κλάσης μοιράζεται μεταξύ των εγκαταστάσεων στην Marinette Marine και του αδελφού ναυπηγείου Bay Shipyard και τα δύο στο Wisconsin. Στο Bay shipyard γίνεται η κατασκευή των τμημάτων (μπλοκ) της γάστρας τα οποία στη συνέχεια μεταφέρονται δια θαλάσσης στο νέο κτήριο συναρμολόγησης “Building 34” στη Marinette Marine για την ολοκλήρωση της κατασκευής.
FFG-62 Constellation
Το πλοίο είναι ουσιαστικά μια επιμηκυμένη έκδοση της ιταλικής φρεγάτας Bergamini. Οι βασικές διαστάσεις του σκάφους είναι: ολικό μήκος 151,2 μέτρα, ολικό πλάτος 19,7 μέτρα, βύθισμα 5,49 μέτρα και βάθος κύτους μέχρι το πρώτο κατάστρωμα στα 11,28 μέτρα. Το πλοίο έχει πλήρες εκτόπισμα 7408 τόνους. Σε σύγκριση με το ιταλικό σκάφος, η FFG-62 ουσιαστικά επιμηκύνθηκε κατά 7,2 μέτρα και εκτοπίζει 500 τόνους περίπου περισσότερο.
Παράλληλα έγινε αλλαγή και στο πρωραίο τμήμα της γάστρας με απάλειψη του βολβού που περιείχε το σόναρ γάστρας καθώς και του περίκλειστου καταστρώματος της πλώρης για βελτίωση της ευστάθειας του πλοίου. Όσον αφορά την υπερκατασκευή του πλοίου, έχει γίνει διαφορετική διαρρύθμιση ώστε να μπορέσουν να ενσωματωθούν τα αμερικάνικης κατασκευής ηλεκτρονικά και όπλα. Στην πρύμνη του πλοίου βρίσκεται το ελικοδρόμιο και το υπόστεγο του ελικοπτέρου που είναι ικανό να φιλοξενήσει ένα ναυτικό ελικόπτερο MH-60R και ένα UAV MQ-8C. Το πλήρωμα του πλοίου αποτελείται από 140 άτομα προσωπικό αλλά έχει δυνατότητα φιλοξενίας 200 ατόμων, διαθέτει καμπίνες αξιωματικών για 24 άτομα και καμπίνες υπαξιωματικών και ναυτών που μπορούν να υποστηρίξουν μέχρι 176 άτομα πλήρωμα.
Το σύστημα πρόωσης είναι τύπου CODLAG (Combination Diesel Electric And Gas Turbine) ίδιας διαμόρφωσης με της ιταλικής αλλά με πιο ισχυρές ηλεκτρομηχανές διαφορετικού κατασκευαστή. Η αμερικάνικη φρεγάτα θα έχει τέσσερις ντηζελομηχανές MTU 20V 4000 M53B ισχύος 3015kw έκαστη που κινούν δύο ηλεκτροκινητήρες συνολικής ισχύος 6000 kw για ταχύτητες μέχρι 16 κόμβους και έναν αεροστρόβιλο General Electric LM2500+G4 απόδοσης 36300 kw που εμπλέκεται για επίτευξη υψηλών ταχυτήτων πάνω από τους 26 κόμβους. Η ηλεκτροπρόωση βοηθάει το πλοίο στην επίτευξη πολύ χαμηλής ακουστικής υπογραφής που είναι το άλφα και το ωμέγα για τις ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις. Το προωστήριο σκεύος κινεί δύο προπέλες σταθερού βήματος για την επίτευξη χαμηλότερου θορύβου.
Επίσης υπάρχει ένας ανασυρόμενος βοηθητικός ηλεκτρικός προωστήρας στην πλώρη, στο ένα τέταρτο περίπου του μήκους του πλοίου, ισχύος 1MW της Thrustmaster, που παίρνει ισχύ από την βοηθητική μονάδα ισχύος του πλοίου. Η διάταξη αυτή βοηθάει τόσο στην ευελιξία του πλοίου σε περιορισμένα ύδατα αλλά κυρίως στην επιστροφή του πλοίου στον ναύσταθμο με ιδία μέσα σε περίπτωση απώλειας της κύριας πρόωσης λόγω βλάβης του κύριου προωστήριου σκεύους ή πλήγματος.
Σύμφωνα με το DOT&E για τις προδιαγραφές της FFG-62 που καθορίζουν τις απαιτήσεις για τα χαρακτηριστικά επιβίωσης που ενσωματώθηκαν στο πλοίο. Περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται προς, τα ακόλουθα:
– Αντοχή σε κραδασμούς σε υποβρύχιες εκρήξεις για επιλεγμένα συστήματα.
– Θωράκιση και βαλλιστική προστασία σε καθορισμένες περιοχές του πλοίου.
– Ανθεκτικότητα της κατασκευής σε εκρήξεις και πυρκαγιά σε καθορισμένους χώρους.
– Χαρακτηριστικά μείωσης ευπάθειας για ζωτικής σημασίας μέρη του κύτους, για μηχανικά, και για ηλεκτρικά συστήματα που περιλαμβάνουν πλεονασμό, διαχωρισμό, και απομόνωση ζημιών.
– Ύπαρξη συστήματος ΡΒΧΠ.
– Μείωση υπογραφής του πλοίου στο ακουστικό, υπέρυθρο και ηλεκτρομαγνητικό φάσμα (π.χ. διατομή ραντάρ (RCS), υπέρυθρες (IR), υποβρύχια ηλεκτρομαγνητικά)
Σύμφωνα με τις παραπάνω απαιτήσεις και τη σύναψη του συμβολαίου λεπτομερούς σχεδίασης και κατασκευής (DD&C) η Fincantieri Marine Marinette ξεκίνησε την επανασχεδίαση της ιταλικής φρεγάτας ώστε να πληροί τις απαιτήσεις σχεδίασης του προγράμματος FFG(X). Επίσης η σχεδίαση και η επιλογή μεγαλύτερων ηλεκτρογεννητριών σε σύγκριση με το μητρικό σκάφος επιτρέπει τη μελλοντική ενσωμάτωση οπλικών και ηλεκτρονικών συστημάτων υψηλότερων απαιτήσεων ηλεκτρικής ενέργειας, όπως π.χ. όπλα λέιζερ, και βάρους μέχρι 400 τόνους.
Το 2020, η L3Harris ανέλαβε συμβόλαιο από την Fincantieri Marinette Marine για την ενοποίηση συστημάτων στο πλοίο και την παραγωγή μεγάλων υποσυστημάτων για τις μελλοντικές φρεγάτες κατευθυνόμενων πυραύλων του Πολεμικού Ναυτικού των Η.Π.Α. (FFG-62). Η L3Harris θα είναι υπεύθυνη για κρίσιμα για την αποστολή υποσυστήματα, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρικών και συστημάτων πρόωσης, των συστημάτων γέφυρας και πλοήγησης, του Framework Frigate Architecture (FAF ) και Topside Analysis, εκτός της ολοκλήρωσης του αεροπορικού στοιχείου.
Με τον οπλισμό και τα ηλεκτρονικά συστήματα που φέρει, η FFG-62 θα μπορεί να διεξάγει όλο το φάσμα των ναυτικών επιχειρήσεων, αντιαεροπορικό πόλεμο (AW), ανθυποβρυχιακό πόλεμο (ASW), πόλεμο επιφανείας (SuW), ηλεκτρονικό πόλεμο (EW) καθώς και αποστολές πληροφοριών, επιτήρησης και αναγνώρισης (ISR).
Η καρδία του πλοίου είναι το σύστημα AEGIS Baseline 10 στο οποίο είναι ενσωματωμένοι όλοι οι αισθητήρες του πλοίου και τα όπλα. Το κύριο ραντάρ της FFG-62 είναι το AN/SPY-6(V)3 EASR (Enterprise Air Search Radar) με τρεις επίπεδες κεραίες AESA Νιτριδίου του Γαλίου ( GaN) που εκπέμπει στη μπάντα S. Οι τρείς επίπεδες κεραίες είναι τοποθετημένες στο μπροστινό μέρος της υπερκατασκευής, επάνω από τη γέφυρα. Είναι τοποθετημένες έτσι ώστε η κάθε κεραία να καλύπτει τόξο 120 μοιρών για ολοκληρωμένη κάλυψη 360 μοιρών. Η μία κεραία καλύπτει τον μπροστινό τομέα και οι άλλες δύο το πίσω και πλάγια τοποθετημένες υπό γωνία ως προς το διάμηκες του πλοίου.
Η έκδοση αυτή είναι μια μικρότερη έκδοση του ραντάρ των αντιτορπιλικών με 9 RMA για να μπορεί να τοποθετηθεί σε μικρότερου μεγέθους μονάδες. Είναι όμως σχεδιασμένη να έχει τις ίδιες επιδόσεις με το παλαιότερο AN/SPY-1D(V) που φέρουν τα αντιτορπιλικά A.Burke Flight IIA. To AN/SPY-6 είναι κατασκευασμένο με μεμονωμένα «δομικά στοιχεία» που ονομάζονται αρθρωτά συγκροτήματα ραντάρ RMA. Κάθε RMA είναι μια αυτόνομη κεραία ραντάρ σε κυτίο 2’x2’x2′. Τα RMA στοιβάζονται για να ταιριάζουν στις απαιτήσεις αποστολής οποιουδήποτε πλοίου – ένα χαρακτηριστικό που καθιστά το SPY-6 το πρώτο πραγματικά επεκτάσιμο ραντάρ του Πολεμικού Ναυτικού.
Πέραν του AN/SPY-6(V)3 EASR η FFG-62 θα φέρει και το ραντάρ έρευνας επιφανείας νέας γενιάς AN/SPS-73(V)18 (NGSSR). Το NGSSR είναι ένα ραντάρ πολλαπλών λειτουργιών που επικεντρώνεται στην ασφαλή πλοήγηση, την έρευνα επιφάνειας και την ανίχνευση και διάκριση περισκοπίων. Αξιοποιεί τις υπάρχουσες τεχνολογίες που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του ραντάρ ανίχνευσης περισκοπίου AN/SPS-74 και του ραντάρ πλοήγησης υποβρυχίου AN/BPS-17. Αυτές οι τεχνολογίες που εφαρμόζονται στην αναβάθμιση του NGSSR ικανοποιούν την ανάγκη για βελτιωμένη βιωσιμότητα. Μέσω της αναβαθμισμένης/τροποποιήσιμης τεχνολογίας και της υψηλής λειτουργικής διαθεσιμότητας του συστήματος, προσφέρει άμυνα πλοίων ενάντια σε τρέχουσες απειλές για στόχους επιφανείας και εναέριους στόχους χαμηλού υψομέτρου, ενώ μπορεί να ανιχνεύσει επίσης κινδύνους που ενυπάρχουν σε παράκτια ύδατα όπως ύπαρξη υποβρυχίων μέσω της αποκάλυψης των περισκοπίων τους.
Για τον ανθυποβρυχιακό πόλεμο οι φρεγάτες είναι εξοπλισμένες με το σύστημα AN/SQQ-89Α(V)15. Το σύστημα μάχης AN/SQQ-89(V) παρέχει ολοκληρωμένη διαχείριση μάχης Υποθαλάσσιου Πολέμου (USW), έλεγχο πυρός, διοίκηση και έλεγχο και εκπαίδευση επί του σκάφους για να επιτρέψει στα πλοία επιφανείας να υποστηρίξουν εμπλοκή στόχων USW τόσο σε περιβάλλον ανοιχτού ωκεανού όσο και σε παραθαλάσσια περιβάλλοντα. Το AN/SQQ-89(V) παρέχει στα πολεμικά πλοία επιφανείας μια απρόσκοπτα ενσωματωμένη ικανότητα ανίχνευσης, εντοπισμού, ταξινόμησης και στόχευσης USW/ASW. Το σύστημα παρουσιάζει μια ολοκληρωμένη εικόνα της ακουστικής τακτικής κατάστασης λαμβάνοντας, συνδυάζοντας και επεξεργαζόμενο ενεργητικά και παθητικά δεδομένα αισθητήρων σόναρ από μια ποικιλία συστοιχιών τοποθετημένων στο κύτος, συρόμενων συστοιχιών και ηχοσημαντήρων. Εκτός από την ενεργητική και παθητική ανίχνευση, το σύστημα παρέχει ένα πλήρες φάσμα λειτουργιών USW και ενσωμάτωση με το Light Airborne Multi-Purpose System (LAMPS MK III και Block II) για επεξεργασία σήματος ηχοσημαντήρων του οργανικού ελικοπτέρου. Όταν το AN/SQQ-89Α(V)15 τοποθετείται σε πλοία με σύστημα AEGIS, τότε αυτό ενσωματώνεται στο σύστημα μάχης AEGIS. Το σύστημα αποτελείται από:
-Ακουστικοί αισθητήρες, συστοιχία τοποθετημένη στο κύτος, πολλαπλών λειτουργιών συρόμενη συστοιχία (MFTA) TB-37 με συρόμενο ακουστικό στοιχείο αναχαίτισης, βαθμονομημένα υδρόφωνα αναφοράς και ηχοσημαντήρες που αναπτύσσονται από ελικόπτερο ή πλοίο.
– SONAR μεταβλητού βάθους τύπου CAPTAS 4.
– Λειτουργικά τμήματα που χρησιμοποιούνται για επεξεργασία και εμφάνιση ενεργητικά, παθητικά και περιβαλλοντικά δεδομένα.
– Διεπαφές με το Aegis Combat System για MK 46 και Δίωξη τορπιλών MK 54 με χρήση τορπίλης σκάφους επιφανείας σωλήνες, Vertical Launch Anti-Submarine Rocket ή MH 60R ελικόπτερα.
Να τονιστεί ότι τα πλοία δεν διαθέτουν σόναρ τρόπιδας (hull-mounted sonar).
Επίσης το πλοίο θα διαθέτει το σύστημα Mk48 GWS ως σύστημα διεύθυνσης βολής του κύριου πυροβόλου που μπορεί να λειτουργήσει αυτόνομα ή ενσωματωμένο στο σύστημα μάχης του πλοίου. Επίσης διαθέτει σύστημα αναγνώρισης φίλου ή εχθρού UPX-29IFF, ραδιοζεύξεις Link 11,16,22, πλήρες πακέτο ασυρμάτων όλων των συχνοτήτων, SATCOM, και EO system iStalker με κάλυψη 360 μοιρών.
Το πλοίο θα είναι εξοπλισμένο με τέσσερις εκτοξευτές MK41 (32 κελιά) για βλήματα ESSM II σε τετράδες ανά κελί και βλήματα αεράμυνας μεγάλου βεληνεκούς SM-2 Block IIIC. Όσον αφορά το οπλικό φορτίο και τον αριθμό των κελιών που φέρει η νέα κλάση φρεγατών, έχει ξεκινήσει μια συζήτηση στο κατά πόσο θα ήταν επιχειρησιακά και οικονομικά συμφέρον τα πλοία να αποκτήσουν δύο ακόμη οκταπλούς εκτοξευτές ανεβάζοντας των αριθμό των διαθέσιμων κελιών στα 48.
Όσον αφορά το επιχειρησιακό κομμάτι η συζήτηση περιστρέφεται γύρο από το γεγονός ότι οι νέες φρεγάτες θα πλαισιώσουν τα αντιτορπιλικά A.Burke των 96 κελιών και μια αύξηση των εκτοξευτών τους θα αντιστάθμιζε στο μέλλον την απώλεια διατιθέμενων κελιών σε μια ομάδα κρούσης από την επικείμενη απόσυρση των καταδρομικών κλάσης Ticonderoga των 122 κελιών. Όσον αφορά το οικονομικό σκέλος, η FFG-62 είναι ένα πλοίο με τα 2/3 του εκτοπίσματος ενός αντιτορπιλικού A.Burke FIII και κόστος ναυπήγησης το μισό ενός αντιτορπιλικού. Η ενσωμάτωση των δύο επιπλέον εκτοξευτών που όμως θα είχε αντίκτυπο στις διαστάσεις του πλοίου και θα απαιτούσε επανασχεδιασμό και νέες μελέτες ευστάθειας, υπολογίζεται σε ένα επιπλέον κόστος 16-24 εκατ. δολάρια ανά πλοίο.
Τα πλοία επιπλέον θα διαθέτουν, έναν εκτοξευτή CIWS RAM Mk-49 με βλήματα RIM-116 Block 2A/2B για άμυνα σημείου, 16 βλήματα κατά πλοίων NSM της νορβηγικής Kongsberg και ένα ναυτικό πυροβόλο Μκ110 των 57 χιλιοστών. Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι σε ένα πλοίο 7400 τόνων ικανό να φέρει ένα κύριο πυροβόλο 127 χιλιοστών όπως το MK45 Mod 4 της Bae Systems, επιλέχθηκε ένα τόσο αδύναμο πυροβόλο αφαιρώντας τη δυνατότητα προβολής ισχύος στην ξηρά μέσω ναυτικού βομβαρδισμού καθώς και την χρήση πυρομαχικών εκτεταμένης εμβέλειας όπως το Vulcano.
Για αυτοπροστασία το πλοίο εκτός του εκτοξευτή RAM Mk-49 για αυτοάμυνα κατά επερχόμενων πυραύλων και UAV/ loitering munitions, διαθέτει επίσης, συρόμενα δολώματα κατά τορπιλών AN/SQL-25 Nixie, τέσσερις εκτοξευτές MK 53 MOD 9 DLS NULKA με δολώματα κατά επερχόμενων πυραύλων και σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου AN-SLQ-32(V)6 CM (SEWIP) BLK II.
Κόστος ναυπήγησης
Το κόστος του αρχικού πλοίου της κλάσης ανέρχεται στα 1,28 δις δολάρια από τα οποία τα 795 εκατομμύρια δολάρια ήταν το κόστος κατασκευής και τα υπόλοιπα ηλεκτρονικός εξοπλισμός. Το μέσο κόστος ναυπήγησης όπως αρχικά είχε υπολογιστεί για τα πρώτα δέκα πλοία των κλειστού συμβολαίου ναυπήγησης ήταν στα 1,0-1,1 δις δολάρια, και με μέσο κόστος για το σύνολο των 20 πλοίων στα 1,07 δις δολάρια ανά πλοίο. Σήμερα και ύστερα από τα επικαιροποιημένα στοιχεία που δόθηκαν από το γραφείο οικονομικών του Κογκρέσου, γνωστό και ως Congressional Budget Office (CBO) και το USN υπολογίζεται ότι θα υπάρξει μια αύξηση του κόστους ναυπήγησης από το τρίτο πλοίο και μετά που θα κυμαίνεται μεταξύ 17-56% σε πραγματικές τιμές σε σύγκριση με την αρχική εκτίμηση του ναυτικού που θα προκαλέσει μια μεσοσταθμική αύξηση της τάξης του 40% για το κόστος ναυπήγησης για τα πρώτα δέκα πλοία και 10-20% για το σύνολο των 20 πλοίων σε βάθος 30ετίας. Ήδη οι αρχικές προβλέψεις για ένα κόστος ναυπήγησης κάτω των 800 εκατ. δολαρίων έχουν βγει κατά πολύ εκτός με το μέσο κόστος σήμερα στα 1,2 δις δολάρια που αναμένεται λόγω και της αύξησης των πρώτων υλών να αυξηθεί στα 1,4 δις δολάρια στο άμεσο μέλλον.
Η τιμή αυτή προφανώς αφορά μόνον το κόστος ναυπήγησης δίχως φόρτους οπλικών συστημάτων. Συνεπώς, η τιμή για μια ολοκληρωμένη μονάδα αυξάνεται περαιτέρω δεδομένου πως συμπεριλαμβάνονται φόρτοι όπλων και πακέτο τεχνικής υποστήριξης.
Υπενθυμίζεται πως άρθρο του DefenceReview.gr στις 4 Νοεμβρίου 2023 σημείωνε τα εξής δεδομένα:
Με θέμα τα ναυπηγικά προγράμματα του Αμερικανικού Ναυτικού, το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών δημοσιεύει την έκθεση: «An Analysis of the Navy’s Fiscal Year 2024 Shipbuilding Plan». H έκθεση είναι επίσημη αναφορά της κυβέρνησης των ΗΠΑ, τη σύνταξη της οποίας επιμελείται το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (Congressional Budget Office, CBO).
Σύμφωνα με την επίσημη έκθεση του Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου το κόστος κάθε φρεγάτας της κλάσης Constellation ανέρχεται στα $ 1.2 δισ. άνευ όπλων και τεχνικής υποστήριξης. Όπως χαρακτηρηστικά αναφέρει η έκθεση: «The Navy’s estimated average cost for the FFG-62 (for both Flights I and II) under all 3 alternatives is about $1.0 billion per ship. CBO estimates that both types of ships would cost $1.2 billion, on average».\
Αναλυτικά η έκθεση: https://www.cbo.gov/publication/59708#footnote-005
Τέλος εκτός από την διαφαινόμενη αύξηση του κόστους ναυπήγησης η Fincantieri Marinette Marine αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα έλλειψης προσωπικού με αποτέλεσμα την ενδεχόμενη καθυστέρηση στην παράδοση του πρώτου πλοίου της κλάσης κατά ένα χρόνο. Οι κινήσεις της εταιρίας με χρηματικά μπόνους στους εργαζόμενους που θα μείνουν για ένα χρόνο στο πρόγραμμα υποδεικνύει ότι μάλλον αντιμετωπίζει προβλήματα παραιτήσεων προσωπικού. Παράλληλα διαφαίνεται και μια γενικά προβληματική διαχείριση του προσωπικού του ναυπηγείου μιας και προσωπικό το οποίο αναμενόταν να έχει μεταπηδήσει στο νέο πρόγραμμα από τα προγράμματα ναυπήγησης των LCS για λογαριασμό του USN και του ναυτικού της Σ.Αραβίας δεν έχει λάβει χώρα.
Επίσης αναφορές από το US Navy δείχνουν ότι άλλος ένας σοβαρος παράγοντας που το πρόγραμμα έχει καθυστερήσει είναι ο εκτενής επανασχεδιασμός του πλοίου σε σχέση με τη ιταλική φρεγάτα Bergamini που κέρδισε τον διαγωνισμό ως parent design. Τελικά αποδείχθηκε ότι το πλοίο είχε τροποποιηθεί σε μεγάλο βαθμό και στην πραγματικότητα είχε ελάχιστη ομοιότητα με το μητρικό σχέδιο FREMM. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση της αφού η Fincantieri σπατάλησε πάνω από δυόμιση έτη για την επανσχεδίαση της αμερικανοποιημένης έκδοσης της FREMM πριν ξεκινήσει η κοπή του πρώτου μετάλλου. Και είναι απόλυτα λογικό μιας και όλες οι αλλαγές έπρεπε να περάσουν από επανέλεγχο και πιστοποίηση από τον νηογνώμονα και τις αντίστοιχες υπηρεσίες του ναυτικού των ΗΠΑ.
Συνοψίζοντας, η νέα κλάση φρεγατών του USNavy είναι ένα πραγματικά ικανό πλοίο με ικανότητες που πλησιάζουν εκείνες των αντιτορπιλικών κλάσης DDG-51 με μόλις κλάσμα του κόστους ναυπήγησης ενός αντιτορπιλικού νέας γενιάς A.Burke Flight III. Θα διαθέτει ικανότητητα διεξαγωγής επιχειρήσεων πλήρους φάσματος σε αντιδιαστολή με τις LCS που αντικαθιστά, αποκαθιστώντας έτσι εν μέρει τη μαχητική ισχύ του US Navy. Μένει να δούμε το τελικό κόστος ναυπηγησης το οποίο απ’ ότι φαίνεται μάλλον δε θα μπορέσει να συγκρατηθεί στο 1 δις δολάρια ανά πλοίο όπως αρχικά αναμενόταν. Όπως προαναφέρθηκε το κόστος μονάδας ανέρχεται στο 1.4 δισ με 1.5 ανά πλοίο.
Το ερώτημα φυσικά είναι κατά πόσον οι Constellation αποτελούν μια οικονομικά ρεαλιστική επιλογή για το Πολεμικό Ναυτικό. Ακολούθως, ποια συστήματα με τα οποία εξοπλίζονται (ηλεκτρονικά και οπλικά συστήματα) αποδεσμεύονται για τη χώρα μας. Επιπροσθέτως, το κόστος αποτελεί καίριο ανασταλτικό παράγοντα ενώ ενδεχόμενη ναυπήγηση τέτοιου εκτοπίσματος πλοίων στη χώρα μας είναι βέβαιο πως θα επέφερε και νέα αύξηση του κόστους.
Ένα ακόμη σημείο άξιο αναφοράς είναι το γεγονός πως η αμερικανική νομοθεσία απαγορεύει τη ναυπήγηση σχεδιάσεων πλοίων του Αμερικανικού Ναυτικού σε τρίτες χώρες. Αυτό ενδεχομένως θα μπορούσε εν μέρει να ξεπεραστεί με μια σχεδίαση βασισμένη στην ιταλική Fremm που θα εξοπλίζονταν με αμερικανικά ηλεκτρονικά και οπλικά συστήματα. Παραμένει όμως βασικό ζητούμενο το τελικό κόστος μιας τέτοιας σχεδίασης.