Όπως αναφέραμε στο πρώτο μέρος της ανάλυσής μας, η «Ασπίδα του Αχιλλέα» διαιρείται σε πέντε επίπεδα και συγκεκριμένα το αντιαεροπορικό, το αντιπυραυλικό, το αντι-drone, το αντι-πλοϊκό και το Anti-submarine, κάτω από τη θάλασσα.  Τα τρία πρώτα αναλύθηκαν ενδελεχώς στην προηγούμενη ανάρτηση και μπορείτε να τη διαβάσετε ΕΔΩ. Στο παρόν άρθρο θα ασχοληθούμε με τα δύο τελευταία τα οποία προσανατολίζονται στον στρατό ξηράς και στο πολεμικό ναυτικό λόγω και της φύσης τους η οποία είναι η άρνηση περιοχής σε ναυτικές μονάδες επιφανείας και υποβρύχιες.

Η Ελλάδα δεν είναι απλώς ένα παράκτιο κράτος με μεγάλη ακτογραμμή όπως είναι παραδειγματος χάρη η Ιταλία, η Γαλλία ή Ισπανία όπου η ξηρά είναι ενιαία και είναι δυνατή η άμεση μεταφορά δυνάμεων του στρατού ξηράς για την αντιμετώπιση της όποιας εχθρικής ενέργειας. Αλλά ένα αρχιπελαγικό κράτος όπου μεγάλος αριθμός νησιών και νησίδων βρίσκεται μακριά από τον κύριο κορμό της χώρας. Αυτό δυσχεραίνει την μεταφορά δυνάμεων ή ενισχύσεων ενώ ανεβάζει την πιθανότητα επιτυχούς ναυτικού αποκλεισμού. Ο τρόπος για να αποφευχθεί κάτι τέτοιο είναι τα μεγαλύτερα νησιά να έχουν τη δυνατότητα αυτοάμυνας απέναντι σε τέτοιου είδους ενέργειες έτσι ώστε να κερδιθεί πολύτιμος χρόνος μέχρι οι μονάδες του πολεμικού ναυτικού να φτάσουν ή να γίνουν διαθέσιμες για την εμπλοκή με τις εχθρικές δυνάμεις.

Τούτο για να γίνει και να εφαρμοστεί σωστά προϋποθέτει την ύπαρξη των κατάλληλων συστημάτων και όπλων σε ικανούς αριθμούς και τοποθετημένων σε στρατηγικά σημεία έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η μεγαλύτερη κάλυψη χώρου. Χρειάζονται λοιπόν πρώτον κατάλληλοι αισθητήρες για τον έλεγχο της θαλάσσιας περιοχής και τα όπλα που θα πλήξουν τις εχθρικές δυνάμεις.

Αντιπλοϊκή Άμυνα

Όπως προαναφέραμε, για την επιτυχή προσβολή και καταστροφή του αντιπάλου, η αποκάλυψη, αναγνώριση και στοχοποίηση είναι ακρογωνιαίος λίθος. Οπότε είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν οι κατάλληλοι αισθητήρες όπως:

  • Ραντάρ επάκτιας επιτήρησης
  • EO/IR συστήματα
  • UAVs

Η κάλυψη του Αιγαίου με ραντάρ επιτήρησης επιφανείας είναι το ίδιο σημαντική με την επιτήρηση του εναέριου χώρου από τα ραντάρ αέρος, ως προς την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και τον έλεγχο της λαθρομετανάστευσης όπως και ως προς την έγκαιρη προειδοποίηση και παρακολούθηση των κινήσεων του εχθρικού στόλου επιφανείας σε καιρό πολέμου. Η ενίσχυση των υπάρχοντων συστημάτων με νέας γενιάς εξελιγμένα ραντάρ με μεγαλύτερη εμβέλεια, διακριτική ικανότητα και αποστολή στοιχείων στοχοποίησης, UAV και συστημάτων παρατήρησης είναι επιτακτική. Ειδικά τα μη επανδρωμένα αεροχήματα έχουν τη δυνατότητα αποκάλυψης στόχων κρυμμένων πίσω από εδαφικές εξάρσεις όπως μικρά νησιά και νησίδες.

Όσον αφορά τα οπλικά συστήματα ήδη έχουν γίνει κάποιες κινήσεις το τελευταίο διάστημα οι οποίες θα ενισχύσουν την αποτρεπτική ικανότητα των αμυνόμενων δυνάμεων συνπληρώνοντας παλαιότερα συστήματα όπως οι επάκτιες συστοιχίες EXOCET και τις δυνάμεις πυροβολικού.

Το πρώτο σύστημα το οποίο έχει αρχήσει να μπαίνει στις τάξεις του στρατού ξηράς είναι τα σύγχρονα αντι-αρματικά συστήματα SPIKE NLOS που αγοράστηκαν από την ισραηλινή Rafael. Τα συγκεκριμένα συστήματα έχουν τη δυνατότητα πλήγματος ακριβείας σε πολύ μεγάλες αποστάσεις η οποία στην τελευταία έκδοση του βλήματος φτάνει τα 50 χιλιόμετρα σύμφωνα με την κατασκευάστρια εταιρία. Το βλήμα είναι σε θέση να πλήξει στόχους σε ξηρά και θάλασσα και αν και δεν έχει τη δυνατότητα να βυθίσει μια μεγάλη ναυτική μονάδα. Εντούτoις, μπορεί να τη θέσει εκτός με προσβολή του ραντάρ, της γέφυρας ή του κέντρου επιχειρήσεων. Ο στρατός ξηράς πρόκεται να παραλάβει 17 συστήματα Spike NLOS όπου το κάθε σύστημα αποτελείται από δύο μονάδες πυρός και ένα αερόχημα αναγνώρισης / στοχοποίησης Orbiter. Όπως έχει γίνει γνωστό τα συστήματα αυτά θα διανεμηθούν σε μονάδες ΛΑΤ στον Έβρο και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου δίνοντας τη δυνατότητα στις μονάδες αυτές πληγμάτων πέραν του ορίζοντα.

Το δεύτερο νέο σύστημα το οποίο πρόκειται να συμβασιοποιηθεί μέσα στο επόμενο διάστημα είναι οι πολλαπλοί εκτοξευτές PULS. Όπως είπε και ο κύριος ΥΠΕΘΑ, τα συκεκριμένα συστήματα λογίζονται ως μέρος της ασπίδας λόγω της αυξημένης ακρίβειας των ρουκετών που θα φέρουν. Γενικά όμως το πυροβολικό με τα ήδη υπάρχοντα μέσα έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει άρνηση περιοχής. Με μπαράζ πυρών από τα Α/Κ πυροβόλα και τα RM-70. Όμως τα PULS θα δώσουν τη δυνατότητα προσβολών ακριβείας με τα πυρομαχικά τους βελτιώνοντας κατακόρυφα την αποδοτικότητα και μειώνοντας την εκπομπή μεγάλου όγκου πυρός. Σύμφωνα με το πρόγραμμα ύψους 692 εκατομμυρίων ευρώ, στο οποία πρόσφατα δώθηκε έγκριση στη Βουλή, θα αποκτηθούν 36 νέοι πολλαπλοί εκτοξευτές πυραύλων με δυνατότητα βολών ακριβείας από τα 35 έως τα 300 χιλιόμετρα.

Το PULS έχει σχεδιαστεί για να μεγιστοποιεί την απόκριση με βέλτιστη ευελιξία πυρός, χωρίς την ανάγκη ειδικών τροποποιήσεων στο σύστημα. Μια τυπική αποστολή βολής μπορεί να εκτελεστεί σε λιγότερο από ένα λεπτό από την έναρξή της. Ο εκτοξευτής διαθέτει δύο κάλαθους ρουκετών όπου μπορούν να τοποθετηθούν διαφορετικού διαμετρήματος ρουκέτες και είναι τοποθετημένος στο πίσω μέρος ενός υψηλής ευκινησίας φορτηγού οχήματος. Οι ρουκέτες είναι παλεταρισμένες σε ειδικά PODS (καλάθους) και ο εκτοξευτής μπορεί να φέρει μέχει δύο PODS:

  1. 2×18 ρουκέτες Accular των 122 χιλ. με εμβέλεια 35 χλμ, με πολεμική κεφαλή 20 κιλών.
  2. 2×10 ρουκέτες Accular των 160 χιλ. με εμβέλεια 40 χλμ, με πολεμική κεφαλή 35 κιλών.
  3. 2×4 ρουκέτες EXTRA των 306 χιλ. με εμβέλεια 150 χλμ, με κεφαλή 120 κιλών είτε ελεγχόμενης θραυσματοποίησης είτε διείσδυσης.
  4. 2×2 ρουκέτες Predator Hawk των 370 χιλ. με εμβέλεια 300 χλμ με ενιαία κεφαλή των 140 κιλών.
  5. Είτε συνδυασμό των παραπάνω

Έτσι το PULS έχει τη δυνατότητα να εμπλέξει στόχους θαλάσσης σε εμβέλειες μέχρι 40 χιλιόμετρα με τις ρουκέτες Accular. Η Accular των 122 χιλιοστών φέρει κεφαλή 20 κιλών ενώ εκείνη τω 160 χιλιοστών φέρει κεφαλή 35 κιλών. Η καθοδήγηση γίνεται με GPS επιτυγχάνοντας κυκλικό σφάλμα από το στόχο μικρότερων των 10 μέτρων. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης οι αναβαθμισμένες ρουκέτες που πρόκειται να φέρουν τα RM-70 έχουν κυκλικό σφάλμα λιγότερο του 1% στη μέγιστη εμβέλεια. Ήτοι, 400 περίπου μέτρα στα 40 χιλιόμετρα.

Το πιο σημαντικό όμως σύστημα στην εξισωση είναι οι επάκτιες συστοιχίες αντιπλοϊκών πυραύλων οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να επιφέρουν συντρηπτικό πλήγμα σε οποιαδήποτε εχθρική ναυτική μονάδα. Το Π.Ν. απέκτησε στα μέσα τις δεκαετίας του 90’, δύο πυροβολαρχίες MM-40 Block 1 μειωμένης σύνθεσης από τη γαλλική τότε Aerospatiale και σημερινή MBDA. Ο μικρός αριθμός εκτοξευτών και η περιορισμένη ακτίνα της συγκεκριμένης έκδοσης, επέβαλε την τοποθέτησή τους σε στρατηγικά σημεία με πολύ συγκεκριμένη αποστολή και δευτερευόντως για την κάλυψη μιας ευρύτερης θαλάσσιας περιοχής.

Για την κάλυψη της απαίτησης κάλυψης ευρύτερων θαλάσσιων τομέων του Αιγαίου θα ήταν λογικό να αποκτηθούν επιπλέον πυροβολαρχίες Exocet ΜΜ-40 Block 3c πλήρους σύνθεσης, τελευταίας γενιάς που θα προσφέρουν αυξημένο βεληνεκές και επομένως θα πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις κάλυψης. Επίσης θα πρέπει να αναβαθμιστούν οι υπάρχουσες πυροβολαρχίες στην τελευταία έκδοση και να συμπληρωθεί ο αριθμός εκτοξευτών. Μία πυροβολαρχία ΜΜ-40 Block 3c αποτελείται από τρεις μονάδες βολής των τεσσάρων πυραύλων, ένα όχημα που φέρει τους αισθητήρες της πυροβολαρχίας και ένα όχημα που φέρει το ΚΔΠ. Διαθέτει πλήρως αυτόνομη επιχειρησιακή δυνατότητα ενώ μπορεί να διασυνδεθεί και με το υπάρχον δίκτυο C3I. Ο Exocet με 200 χλμ εμβέλεια και δυνατότητα προσβολής ελλιμενισμένων και χερσαίων στόχων τοποθετημένος σε στρατηγικά σημεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμη και για στρατηγικά χειρουργικά χτυπήματα.

Μια τελευταία επιλογή η οποία υπάρχει είναι η ανάπτυξη με επανδρωμένων θαλάσσιων συστημάτων για αναγνώριση και/ή προσβολή με όπλα ή ως καμικάζι. Η μέχρι τώρα εμπειρία από την μαύρη θάλασσα έχει δείξει ότι τέτοιου είδους συστήματα είναι ικανά να προκαλέσουν σημαντικές ζημιές είτε αυτά είναι αποβατικά είτε είναι κύριες μονάδες επιφανείας. Ειδικά με επανδρωμένα συστήματα που δρουν ως σμήνη προερχόμενα από διαφορετικές διευθύνσεις έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν κορεσμό. Πόσο μάλλον σε ένα περιβάλλον διάσπαρτο από μικρά νησιά ή νησίδες τα οποία θα χρησιμοποιηθούν ως φυσική κάλυψη.

Με αυτά τα συστήματα και με τη δυνατότητα δικτυοκεντρικής διαχείρισης του πεδίου τα παραπάνω συστήματα είναι σε θέση να δημιουργήσουν μια θαλάσσια ασπίδα μέσα και γύρω από τα ελληνικά νησιά. Έτσι εξασφαλίζεται η αμυντική ικανότητα των νησιών απέναντι σε θαλάσσιες μονάδες υποβοηθώντας το έργο των μονάδων επιφανείας μας. Είτε με την απελευθέρωση μονάδων σε μη κρίσιμους τομείς είτε με συνεργατική δράση.

Υποθαλάσσια Ασπίδα

Όσον αφορά την υποθαλάσσια ασπίδα, προφανώς ο ΥΕΘΑ αναφέρεται στη δυνατότητα του πολεμικού ναυτικού στην αντιμετώπιση των εχθρικών υποβρυχίων. Το πολεμικό ναυτικό σε λίγα χρόνια θα διαθέτει ότι πιο σύγχρονο στον ανθυποβρυχιακό αγώνα έχει να επιδείξει η δυτική τεχνολογία. Αναφερόμαστε στον συνδυασμό Kingplin Mk2 και CAPTAS 4 που θα φέρουν οι ελληνικές φρεγάτες FDI και ο αντίστοιχος συνδυασμός UMS 4110 και CAPTAS 4 που θα φέρουν οι Α/Υ ιταλικές Fremm. Επίσης η ολοκλήρωση της παραλαβής των νέων υπερσύγχρονων ανθυποβρυχιακών ελικοπτέρων MH-60R τα οποία θα προστεθούν στα υπάρχοντα 11 S-70B/B-6 θα δημιουργήσουν μια υπολογίσιμη δύναμη ικανή να ξετρυπώσει τις εχθρικές υποβρύχιες μονάδες.

Παράλληλα σε τροχιά μπαίνει σιγά σιγά το πρόγραμμα αναβάθμισης μέσης ζωής των ελληνικών Τ-214ΗΝ ο οποίος θα προσδώσει επιπλέον δυνατότητες στα ελληνικά υποβρύχια για να συνεχίσουν να επιχειρούν με αξιώσεις τα επόμενα 15-20 χρόνια. Επίσης όπως φαίνεται το 2026 θα είναι το έτος απαρχής του προγράμματος απόκτησης νέων υποβρυχίων (2+2) για την αντικατάσταση των γερασμένων πια Τ-209/1100 και Τ-209/1200 τα οποία και χρήζουν άμεσης αντικατάστασης. Τέλος δεν αποκλείεται στο μέλλον να δούμε UUV να εκτελούν αποστολές ως μονάδες ή συνεργατικά με άλλες μονάδες του πολεμικού ναυτικού προσφέροντας στην αμυντική / αποτρεπτική ικανότητα του πέμπτου επιπέδου της «Ασπίδας του Αχιλλέα»