Σύμφωνα με δημοσίευμα της αυστραλιανής ιστοσελίδας «Independent Australia» (δείτε ΕΔΩ), με τίτλο «Government submarine contract sunk and unlikely to resurface» και συντάκτη τον Alan Austin, το πρόγραμμα ναυπήγησης 12 νέων υποβρυχίων για το Αυστραλιανό Ναυτικό αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της ακύρωσης. Το πρόγραμμα έχει κερδίσει η γαλλική Naval Group με τη σχεδίαση Shortfin Barracuda Block 1A (η σχετική ανακοίνωση έγινε στις 26 Απριλίου 2016). Το Shortfin Barracuda Block 1A είναι ένα υποβρύχιο βασισμένο στα πυρηνοκίνητα Barracuda, όμως με τεχνολογίες από τα σύγχρονα υποβρύχια της οικογένειας SMX. Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ο Πρόεδρος της Naval Group, Pierre Eric Pommellet, βρίσκεται στην Αυστραλία για συναντήσεις με Υπουργούς σε μια προσπάθεια να διασώσει το πρόγραμμα.
Ο συντάκτης του άρθρο ασκεί δριμύτατη κριτική στην κυβέρνηση της χώρας για τις επιλογές και τις απαιτήσεις της, που έχουν οδηγήσει το πρόγραμμα σε στασιμότητα. Υπογραμμίζει ότι αν τελικά ακυρωθεί το πρόγραμμα η διαδικασία αντικατάστασης των υποβρυχίων κλάσης «Collins» θα καθυστερήσει για αρκετά χρόνια. Ένας από τους σημαντικότερους λόγους στον οποίο αποδίδεται η κατάσταση είναι η πολιτική αστάθεια της χώρας: «Από τη στιγμή που ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις με τη Γαλλία, η Αυστραλία έχει αλλάξει 3 Πρωθυπουργούς, 3 αναπληρωτές Πρωθυπουργούς, 3 αποτυχημένους Υπουργούς Οικονομικών, 5 Υπουργούς Άμυνας και 4 Υπουργούς Αμυντικής Βιομηχανίας. Απ’ αυτά τα 15 άτομα, που κατείχαν κυβερνητικές θέσεις, 7 δεν είναι πλέον στο κοινοβούλιο. Κανένας που έχει απομείνει δεν έχει την ικανότητα να αποδώσει για την Αυστραλία ή να λάβει την ευθύνη. Ο σημερινός Υπουργός Άμυνας βρίσκεται στο νοσοκομείο με άδεια», αναφέρει το δημοσίευμα.
Στις εκλογές του 2019 το πρόγραμμα έγινε αντικείμενο προεκλογικών εξαγγελιών με τον τότε Υπουργό Αμυντικής Βιομηχανίας, Christopher Pyne, να υπόσχεται εκατοντάδες νέες θέσεις εργασίας «η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων στη Νότια Αυστραλία». Να σημειωθεί ότι η επιλογή της αυστραλιανής κυβέρνησης για συμβατικό σύστημα πρόωσης σε πυρηνοκίνητο υποβρύχιο, παρά το γεγονός ότι η Naval Group εξήγησε σαφώς ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε αύξηση κόστους και χρονική καθυστέρηση, δέχθηκε σφοδρότατη κριτική από τον αυστραλιανό τύπο. Κριτική ασκήθηκε και στην επιλογή αμερικανικής προέλευσης υπό-συστημάτων σε γαλλικό υποβρύχιο, κάτι που επίσης θα επέφερε αύξηση κόστους και χρονοτριβή, όπως προειδοποίησε η Naval Group. Ακόμα και η επιλογή συσσωρευτών μολύβδου-οξέως κρίθηκε αρνητικά με το επιχείρημα ότι θα είναι εκτός τεχνολογίας όταν παραδοθεί το πρώτο υποβρύχιο.
Όλα αυτά δημιούργησαν ένα ακόμα «αγκάθι» στο πρόγραμμα, που είναι η αύξηση τους τελικού κόστους, όπως αναφέρει το δημοσίευμα. Συγκεκριμένα, στην πρόταση που κατέθεσαν οι Γάλλοι εκτίμησαν το τελικό κόστος στα $ 20-25 δισεκατομμύρια. Ωστόσο, το κόστος που καταγράφηκε στο συμβόλαιο του 2016 ήταν της τάξεως των $ 50 δισεκατομμυρίων, ως αποτέλεσμα των απαιτήσεων της Αυστραλίας. Τον Φεβρουάριο του 2020 η υπηρεσία ερευνών «Parliamentary Library» ανέφερε σε έκθεση της ότι το κόστος «έχει φτάσει τα $ 80 δισεκατομμύρια και ο υπολογισμός με την υποστήριξη μπορεί να το εκτινάξει χονδρικά στα $ 145 δισεκατομμύρια». Οι χρονικές καθυστερήσεις είναι άλλο ένα ακανθώδες. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του 2016 το πρώτο υποβρύχιο έπρεπε να παραδοθεί στα μέσα της δεκαετίας. Στη συνέχεια αναθεωρήθηκε για τις αρχές της δεκαετίας του 2030 και πλέον ακούγεται ακόμα και το 2040.
Η τελευταία προθεσμία που χάθηκε ήταν ο Δεκέμβριος 2020 όταν έπρεπε να ήταν έτοιμη η συμφωνία SPA (Strategic Partnering Agreement), διαχείρισης του προγράμματος, που όμως δεν είναι έτοιμη. Το ζήτημα των θέσεων εργασίας και της βιομηχανικής συμμετοχής της Αυστραλίας είναι άλλο ένα μείζον θέμα. Το Υπουργείο Άμυνας της Αυστραλίας ζητά συμμετοχή σε ποσοστό 60%, από το 90% που ανακοινώθηκε ως στόχος όταν προκηρύχτηκε ο διαγωνισμός. Οι Γάλλοι επιμένουν ότι το ποσοστό αυτό πρέπει να μειωθεί, δεδομένων των βιομηχανικών δυνατοτήτων της Αυστραλίας. Το πρόβλημα είναι ότι το ποσοστό της τελικής συμμετοχής της Αυστραλίας στο πρόγραμμα δεν αποφασίστηκε οριστικά όταν υπογράφηκε η συμφωνία παραγωγής το 2018. Και τελικά, «γιατί πρέπει να αποκτηθούν 12 νέα υποβρύχια για να αντικατασταθούν έξι;», διατυπώνει το ερώτημα ο συντάκτης.
«Η Ταιβάν, με ίδιο πληθυσμό με την Αυστραλία και μεγαλύτερες αμυντικές ανάγκες έχει τέσσερα, ο Καναδάς, με μεγαλύτερο πληθυσμό έχει τέσσερα. Η Αργεντινή και η Ισπανία με διπλάσιο πληθυσμό έχουν από δύο. Η Γερμανία, με τριπλάσιο πληθυσμό και χώρα-παραγωγός υποβρυχίων έχει έξι. Η Βραζιλία, με οκταπλάσιο πληθυσμό έχει έξι. Το Μεξικό με πενταπλάσιο πληθυσμό δεν έχει κανένα. Η Νέα Ζηλανδία, που έχει τις ίδιες αμυντικές ανάγκες με την Αυστραλία δεν έχει κανένα». Σύμφωνα με τον Allan Austin υπάρχει μόνο ένας λόγος για να ναυπηγηθούν 12 υποβρύχια: Αν η Αυστραλία διευρύνει τη βιομηχανική της βάση και ναυπηγήσει υποβρύχια του συγκεκριμένου τύπου και για άλλες χώρες. «Αν η Σουηδία, με το μισό πληθυσμό από την Αυστραλία μπορεί να το κάνει, τότε σίγουρα μπορεί και η Αυστραλία», λέει ο Allan Austin.