Έχουμε ξεκινήσει ένα πολύ μεγάλο οικιστικό πρόγραμμα, το οποίο μέχρι το 2030 θα μας αποδώσει περί τις 4.000 κατοικίες, ενισχύοντας έμμεσα το εισόδημα των στελεχών μας. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει έναν συνδυασμό λύσεων. Αφενός θα αξιοποιηθούν στρατόπεδα που ήδη ανήκουν στις Ένοπλες Δυνάμεις, αφετέρου κάποια στρατόπεδα που κλείνουν, θα διατεθούν για περαιτέρω αξιοποίηση. Αυτό τόνισε ο υφυπουργός Εθνικής ‘Αμυνας, Ιωάννης Κεφαλογιάννης, σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Συνδέσεις» της ΕΡΤ. «Ήδη η πρώτη και η δεύτερη φάση του σχεδιασμού βρίσκονται σε εκτέλεση» σημείωσε. «Ξεκινήσαμε από τον Έβρο και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, όπου υπηρετεί μεγάλος αριθμός στελεχών. Οι διαγωνιστικές διαδικασίες βρίσκονται σε εξέλιξη και έως το 2026, αναμένεται η κατασκευή περίπου 1.400 κατοικιών. Αυτές θα διατεθούν σε οικογένειες, σε ζευγάρια στελεχών και σε μεμονωμένα στελέχη, ώστε να έχουν κατοικία στον τόπο μετάθεσής τους» συμπλήρωσε. «Από τις 4.000 κατοικίες που σχεδιάζουμε έως το 2030, περίπου εξακόσιες, δηλαδή το 15%, θα διατεθούν για κοινωνικές ανάγκες του δημόσιου τομέα. Για τις πρώτες 1.200 κατοικίες το κόστος ανέρχεται περίπου στα 100 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία έχουν εξασφαλιστεί μέσω ενεργειών του πρωθυπουργού και του υπουργείου Εθνικής ‘Αμυνας, από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων» είπε.
Για τις θέσεις της χώρας μας για την αμυντική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπογράμμισε: «Θεωρώ ότι ειδικά ο πόλεμος στην Ουκρανία, έχει καταστήσει εξαιρετικά κρίσιμο το ζήτημα της ‘Αμυνας, το οποίο μέχρι πριν από μερικά χρόνια ήταν πολύ χαμηλά στην ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήδη τα τελευταία χρόνια, πολλές χώρες έχουν αυξήσει τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς». «Η θέση της Ελλάδας», συμπλήρωσε, «είναι ότι θα πρέπει να προχωρήσουμε πολύ γρήγορα σε μία στρατηγική αυτονομία. Θυμίζω ότι ο πρωθυπουργός σε συνεργασία με τον Πολωνό ομόλογό του, έχει θέσει μια σειρά από ζητήματα σχετικά με την Ευρωπαϊκή ‘Αμυνα. Αυτό σημαίνει κοινά αμυντικά προγράμματα, όπως ο αντιαεροπορικός ‘θόλος’, που έχει προτείνει η χώρα μας μαζί με την Πολωνία. Με βάση και τους συσχετισμούς που διαμορφώνονται στην Ευρώπη, μπορώ να πω ότι πλέον σε αυτή τη διαδικασία, οι σύμμαχοι είναι πολλοί περισσότεροι απ’ ότι ήταν πριν από μερικά χρόνια. Βασικό ζητούμενο είναι η αυξημένη χρηματοδότηση, διότι για τον τομέα της ‘Αμυνας απαιτούνται πολλοί πόροι προκειμένου να φτάσουμε στο σημείο που θέλουμε» εξήγησε.
Για το ενδεχόμενο αύξησης των υποχρεωτικών αμυντικών δαπανών των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ μετά την εκλογή Τραμπ, ανέλυσε ότι το επίσημο ποσοστό «που απαιτεί το ΝΑΤΟ από τα κράτη-μέλη για τις αμυντικές δαπάνες είναι 2% του ΑΕΠ, εκ των οποίων το 20% αφορά έρευνα και τεχνολογία. Η χώρα μας βεβαίως, όλα τα προηγούμενα χρόνια, για πολλούς και διαφόρους λόγους, κυρίως λόγω της εξ’ ανατολών απειλής, δαπανά πάνω από 3% και βεβαίως το 20% για έρευνα και τεχνολογία καλύπτεται και πολλές φορές φτάνει το 25% – 30%» πρόσθεσε. «Αναμφίβολα, θα χρειαστεί να δαπανηθούν περισσότερα χρήματα. Οι απειλές είναι πολύ περισσότερες σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Είμαστε από τις χώρες που τηρούν τις προβλέψεις του ΝΑΤΟ και μάλιστα πρωτοπορούν σε αυτόν τον τομέα» είπε ο υφυπουργός.