Τις τελευταίες ημέρες η ειδησεογραφία και οι παρουσιάσεις στον αμυντικό χώρο περιστρέφονται γύρω από την τελευταία συνεδρίαση της επιτροπής Άμυνας της Βουλής και την απόφαση του εκσυγχρονισμού των συστημάτων M-270 MLRS σύμφωνα με την αμερικάνικη πρόταση της Lockheed Martin, καθώς και παρουσιάσεις άλλων προτάσεων και λύσεων που πιθανόν να παρουσίαζαν κάποιο ενδιαφέρον. Στο σύγχρονο πυροβολικό είτε αναφερόμαστε σε πυροβόλα είτε σε ΠΕΠ, ο κοινός παρανομαστής είναι πρώτον η αύξηση της εμβέλειας των εκπεμπόμενων πυρών και δεύτερον η βελτιστοποίηση της ακρίβειας μέσω της χρήσης βελτιωμένων πυρομαχικών με δυνατότητα πλοήγησης με GPS και INS.
Η χρήση του πυροβολικού έχει ως σκοπό την παροχή άμεσων πυρών υποστήριξης στα μαχόμενα τμήματα στην πρώτη γραμμή και την παροχή στρατηγικών πυρών βαθειά πίσω από τις γραμμές του εχθρού, είτε για προσβολή θέσεων συγκέντρωσης στρατευμάτων, είτε για προσβολή στρατηγικών υποδομών του εχθρού στην ενδοχώρα όπως γέφυρες, τούνελ, σιδηροδρομικό και οδικό δίκτυο, ναύσταθμοι και στρατόπεδα καθώς και διυλιστήρια, χώρους αποθήκευσης καυσίμων κ.α. Προσβολή στρατηγικών στόχων με σκοπό να αποκόψουν την εφοδιαστική αλυσίδα ανθρώπινου δυναμικού, προμηθειών, πυρομαχικών και καυσίμων στα μαχόμενα τμήματα στην πρώτη γραμμή και να κάμψουν το ηθικό του αντιπάλου.
Μέχρι τα τέλη περίπου της δεκαετίας του 2000 η εμβέλεια των εκπεμπόμενων πυρών είχε διπλασιαστεί από τα 20 χιλιόμετρα περίπου στα 40 χιλιόμετρα για συμβατικά πυρομαχικά και από τα 150 χιλιόμετρα περίπου στα 300 χιλιόμετρα για τακτικούς βαλλιστικούς πυραύλους. Ενώ σήμερα οι συμβατικές ρουκέτες εκτεταμένου βεληνεκούς έχουν φτάσει τα 150 χιλιόμετρα και οι τακτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι τα 500 χιλιόμετρα και άνω. Η ανάγκη στο σύγχρονο πεδίο λοιπόν για την πραγματοποίηση πυρών μεγάλης ακρίβειας σε μεγάλα βεληνεκή δεν μπορεί να γίνει πράξη χωρίς τη σωστή έγκαιρη και έγκυρη στοχοποίηση.
Για το λόγο αυτό, το σύγχρονο πυροβολικό για να μπορεί να πραγματοποιήσει την αποστολή του, όπως αναλύθηκε παραπάνω, χρειάζεται ένα δίκτυο από σύγχρονα συστήματα/αισθητήρες στοχοποίησης. Επιγραμματικά λοιπόν ένα σύγχρονο τέτοιο δίκτυο αποτελείται από:
- Συστήματα ραντάρ αντιπυροβολικού
- Συστήματα UAV μακράς ακτίνας
- Συστήματα Δορυφορικής Παρατήρησης
- Αερομεταφερόμενα ατρακτίδια
- Συστήματα Η/Π
- HumInt (Human intelligence)
- Προκεχωρημένοι Αξιωματικοί Παρατηρητές (ΠΑΠ).
Συστήματα ραντάρ αντιπυροβολικού
Τα συστήματα αντιπυροβολικού είναι ραντάρ με δυνατότητα παρακολούθησης πυρών πυροβολικού όπως βλήματα καμπύλης τροχιάς (πυροβολικού και όλμων) και ρουκετών και υπολογισμό της θέσης εκτόξευσης για την παροχή συντεταγμένων στο φίλιο πυροβολικό και την παροχή πυρών αντιπυροβολικού με σκοπό να πλήξει και να καταστρέψει το εχθρικό πυροβολικό. Για τα ίδια τα συστήματα του πυροβολικού η ύπαρξη ενός τέτοιου κινδύνου αντιμετωπίζεται με τη γρήγορη μετακίνηση σε νέα θέση, γι’ αυτό και όλα τα συστήματα του πυροβολικού για να μπορούν να επιβιώσουν σε ένα σύγχρονο πεδίο μάχης πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν τη μέθοδο «Βάλω και μετακινούμαι». Η σύγχρονη τάση στα ραντάρ αντιπυροβολικού είναι ραντάρ τεχνολογίας AESA νιτριδίου του γαλίου πολλαπλών χρήσεων μεγάλης εμβέλειας που μπορούν να έχουν χρήση αντιαεροπορική, αντιπυραυλική και αντιπυροβολικού, όπως είναι το AN/TPS-80 G/ATOR της Northrop Grumman και το EL/M-2084 MMR της IAI ELTA.
Ο Ε.Σ. διαθέτει τριών ειδών ραντάρ. Το AN/TPQ-36 FireFinder της Raytheon με μέγιστη εμβέλεια αποκάλυψης τα 24 χιλιόμετρα. Πέντε ραντάρ του τύπου αποκτήθηκαν το 1990. Το AN/TPQ-37v3 FireFinder της Raytheon με μέγιστη εμβέλεια αποκάλυψης τα 50 χιλιόμετρα. Οχτώ ραντάρ του τύπου αποκτήθηκαν μέσα από δύο παραγγελίες στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Μια προμήθεια με μεγάλα προβλήματα ως προς την υλοποίησή της λόγω εγκαινών αδυναμιών του ίδιου του συστήματος οι οποίες διορθώθηκαν πριν τη συνέχιση των παραλαβών. Παράδοξο είναι η μη αντικατάσταση σε ύστερο χρόνο των παλαιότερων ραντάρ AN/TPQ-36 από τα νέα τότε AN/TPQ-47 με δυνατότητες που κάλυπταν πλήρως τα αυξημένα βεληνεκή των νέων πυρομαχικών αλλά και των βαλλιστικών πυραύλων. Τέλος ο Ε.Σ διαθέτει και τρία συστήματα Arthur της σουηδικής SAAB. Τα συστήματα αυτά είναι τα πιο σύγχρονα σε υπηρεσία αλλά πολύ λίγα για να καλύψουν τις ανάγκες του πυροβολικού. Στο πιο σύγχρονο μοντέλο type D, το συγκεκριμένο ραντάρ μπορεί να αποκαλύψει στόχους μέχρι τα 100 χλμ.
Συστήματα UAV
Τα UAVs έχουν μπει για τα καλά στον τακτικό και στρατηγικό σχεδιασμό. Μέχρι περίπου μια δεκαπενταετία πριν μόνο χώρες όπως οι ΗΠΑ, Γαλλία, Αγγλία και Γερμανία είχαν σοβαρές ικανότητες στοχοποίησης σε τακτικό και στρατηγικό επίπεδο με συστήματα MALE και HALE. Σήμερα όλο και περισσότερες χώρες αποκτούν τέτοιες ικανότητες ώστε να μπορούν να χρησιμοποιήσουν το εκτεταμένο βεληνεκές των όπλων του πυροβολικού και να αποκτήσουν δυνατότητα στρατηγικών πυρών. Η Ελλάδα τα πρώτα βήματα τα έκανε με την απόκτηση των γαλλικών Sperwer από τον Ε.Σ στις αρχές του 2000 και των ελληνικής σχεδίασης και παραγωγής Πήγασος ΙΙ από την Π.Α. Όμως η πραγματική επανάσταση θα έρθει με την απόκτηση των ισραηλινών Heron και των γαλλικών Patroller, πολλαπλάσιων δυνατοτήτων σε σχέση με τα υπάρχοντα συστήματα. Παρ’ όλ’ αυτά, θα χρειαστούν επιπλέον συστήματα, γιατί η εμπειρία έχει δείξει ότι τα UAVs είναι ευάλωτα και εύκολα ανασχέσιμα από τον αντίπαλο, πράγμα το οποίο σημαίνει αυξημένες απώλειες εν καιρό πολέμου. Τα σύγχρονα UAVs επιπέδου MALE μπορούν να προσφέρουν τόσο επιτήρηση και στοχοποίηση πεδίου όσο και στοχοποίηση στρατηγικών υποδομών σε βάθος.
Συστήματα Δορυφορικής Παρατήρησης
Τα Συστήματα Δορυφορικής Παρατήρησης είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της στρατηγικής κρούσης. Οι σημαντικότεροι παράμετροι είναι η ικανότητα διάκρισης των μεταφερόμενων φακών για την παραγωγή υψηλότερης ανάλυσης φωτογραφιών, η ύπαρξη δορυφόρων με δυνατότητες SAR/ISAR, εάν ο δορυφόρος είναι γεωστατικός ή γεωσύγχρονος και η πρόσβαση στα δεδομένα του δορυφόρου.
Η Ελλάδα συμμετέχει με ένα μικρό ποσοστό στο γαλλικό σύστημα Helios II από το 2006. Η κίνηση αυτή αν και δεν παρείχε πλήρεις ικανότητες για πραγματικό χρόνο επισκόπησης, εντούτις έδινε για πρώτη φορά στην Ελλάδα τη δυνατότητα στρατηγικής παρατήρησης, στοχοποίησης και στη συνέχεια προσβολής μέσω των νέων τότε γαλλικών πυραύλων κρουζ SCALP EG που έφεραν τα Mirage 2000-5 MkII. Οι εικόνες υψηλής ευκρίνειας των στόχων ενδιαφέροντος μπορούσαν να φορτωθούν στη μνήμη του πυραύλου προσφέροντας εξαιρετική ακρίβεια στη στοχοποίηση και δυνατότητα χρήσης του πλήρους φακέλου δυνατοτήτων των πυραύλων.
Στις 24 Οκτωβρίου 2023 η επιτροπή της Άμυνας της Βουλής ενέκρινε τη συμετοχή της Ελλάδας στο διάδοχο σύστημα δορυφορικής παρατήρησης CSO (Composante Spatiale Optique) αξίας 119,8 εκατ. ευρώ. Το νέο δορυφορικό σχήμα αποτελείται από τρεις στρατιωτικούς δορυφόρους με διάρκεια ζωής δέκα ετών. Ο πρώτος δορυφόρος CSO-1 μπήκε σε υψηλή υπέργεια τροχιά για σκοπούς παρατήρησης το 2018, ο δεύτερος CSO-2 μπήκε σε χαμηλή υπέργεια τροχιά για αναγνώριση το 2020 και ο τρίτος CSO-3 αναμένεται να μπει σε τροχιά μέσα στο 2023.
Επίσης υπάρχουν και σε ευρεία χρήση προγράμματα όπως τα Google Earth / Google Maps, τα οποία έχουν διάφορες πολιτικές χρήσεις και είναι άμεσα προσβάσιμα από τον οποιονδήποτε, αλλά θα μπορούσαν να προσφέρουν αρκετά αξιόπιστες πληροφορίες για υψηλού ενδιαφέροντος σταθερούς στόχους σε χώρες, οργανισμούς και τρομοκρατικές οργανώσεις που δεν έχουν πρόσβαση σε στρατιωτικούς δορυφόρους. Η ευκρίνεια των φωτογραφιών μπορεί να μην είναι στρατιωτικού τύπου όπου ένας κατευθυνόμενος πύραυλος να περάσει κυριολεκτικά μέσα από το παράθυρο ή να είναι παλαιότερης χρονολογίας, αλλά μπορούν να στοχοποιηθούν συγκεκριμένα κτήρια, υποδομές και εγκαταστάσεις. Γι αυτό και αρκετές χώρες έχουν ζητήσει από την εταιρία Google να παραμορφώσει τις περιοχές με στρατιωτικές εγκαταστάσεις που βρίσκονται στην επικράτεια τους.
Αερομεταφερόμενα Ατρακτίδια
Τα αερομεταφερόμενα ατρακτίδια χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Έκεινα συλλογής εικόνων μέσω ψηφιακών φωτογραφικών μηχανών μεγάλης εμβέλειας και συστημάτων ISAR και εκείνων του ηλεκτρονικού πολέμου.
Την αποστολή για συλλογή τακτικών και στρατηγικών φωτογραφιών στο παρελθόν εκτελούσαν ειδικοποιημένα αεροσκάφη με το πρόθεμα R (Reconnaissance – Αναγνώριση), όπως τα RF-4E, RF-5A, RF-84F που υπηρέτησαν και στις τάξεις της Π.Α. και άλλα. Σήμερα το ρόλο αυτό έχουν αναλάβει τα ίδια τα μαχητικά αεροσκάφη φέροντας ειδικά ατρακτιδια με σύγχρονες ψηφιακές μηχανές και μετάδοση εικόνων σε πραγματικό χρόνο όπως το ατρακτίδιο DB-110 της Goodrich που βρίσκεται και σε ελληνική υπηρεσία. Παρ’ ότι τον ρόλο αυτό τον έχουν αναλάβει πλέον τα UAVs η ικανότητα ενός μαχητικού αεροσκάφους για αυτοάμυνα προσφέρεται για να αναλάβει τέτοιο ρόλο όταν οι απαιτήσεις δεν ευνοούν της αποστολή UAV. Σε ελληνική υπηρεσία η ύπαρξη μόνο δύο ατρακτιδίων πρέπει να θεωρείται μικρή και καλό είναι σύντομα να αυξηθεί ο αριθμός τους.
Τα ατρακτίδια Η/Π όπως το ASTAC που έφεραν κάποτε τα RF-4E της Π.Α. έχουν τη δυνατότητα παθητικά και σε πραγματικό χρόνο να κάνουν αποτύπωση της ηλεκτρονικής διάταξης του πεδίου της μάχης από τα εκπεμπόμενα ηλεκτρομαγνητικά σήματα κινητών και ακίνητων ραντάρ προδίδοντας τη θέση τους. Στοχοποιώντας τα συστήματα αυτά χωρίς εκείνα να το αντιλαμβάνονται.
Περνώντας τα δεδομένα της θέσης τους στα συστήματα πυροβολικού μπορούν να καταστραφούν από βλήματα πυροβολικού ή ρουκέτες ανάλογα με την απόσταση από το φίλιο πυροβολικό. Αντίστοιχα επίγεια συστήματα Η/Π με πολλαπλάσιες δυνατότητες μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο φίλιο πυροβολικό στοχοποιώντας αντίπαλες θέσεις ραντάρ και αυτοκινούμενων Α/Α συστημάτων. Συστήματα που όμως λείπουν από τον ελληνικό στρατό μετά και από το αποτυχημένο πρόγραμμα Η/Π της δεκαετίας του 2000 με κύριο ανάδοχο τη Sonak S.A. Γενικά ο Η/Π στις Ε.Ε.Δ. με εξαίρεση τα μαχητικά αεροσκάφη της Π.Α. και κάποια πλοία του Π.Ν. που διαθέτουν αντιστοιχα συτήματα είναι πολύ πίσω σε σχέση με άλλες σύγχρονες Ε.Δ. και σίγουρα τις Τ.Ε.Δ.
Human Intelligence
Ο ανθρώπινος παράγοντας χρησιμοποιείται πολλές φορές για την παροχή ιδιαιτέρα κρίσιμων πληροφοριών. Υπάρχουν δύο είδη HumInt. Οι άνθρωποι οι οποίοι χρησιμοποιούνται από τις υπηρεσίες πληροφοριών για την παροχή διάφορων πληροφοριών σε καιρό ειρήνης, οι οποίοι δεν χρειάζεται να περάσουν κάποια ειδική εκπαίδευση αλλά να έχουν τα κατάλληλα εργαλεία και πρόσβαση για την αποστολή των συλλεχθέντων πληροφοριών. Τέτοιες περιπτώσεις έχουν υπάρξει αρκετές στην Ελλάδα όπου ευρωπαίοι πολίτες ερχόμενοι ως τουρίστες στα ελληνικά νησιά έχουν πιαστεί να φωτογραφίζουν ευαίσθητες στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Και δεύτερον οι ειδικές δυνάμεις που χρησιμοοιούνται εν καιρό πολέμου ή σε κεκαλυμμένες επιχειρήσεις για την κατάδειξη κυρίως κινούμενων στόχων υπερυψηλής αξίας όπως αρχιτρομοκράτες ή βαρώνοι ναρκωτικών, συνήθως όμως για προσβολή από αέρος.
Τέτοιες δυνατότητες αντίστοιχα προσφέρουν κυρίως οι άνδρες του Ειδικού Τμήματος Αλεξιπτωτιστών (ΕΤΑ) ή άλλων μονάδων Ειδικών Επιχειρήσεων που διαθέτουν καταδείκτες.
Προκεχωρημένοι Αξιωματικοί Παρατηρητές (ΠΑΠ)
Πρόκειται τις μικρές ομάδες των Μοιρών Πυροβολικού Μάχης το κύριο μειονέκτημα των οποίων είναι η αδυναμία στοχοποίησης σε βάθος. Απαιτείται τόσο η προμήθεια νέων μέσων (καταδεικτών) στοχοποίησης (εργονομικών, ευκίνητων, ελαφρών), η απόκτηση UAV τακτικού επιπέδου μεταξύ ΠΑΠ – ΚΔΠ και η πρόσκτηση νέων οχημάτων με τα κατάλληλα οπτικά βοηθήματα αναπτυγμένα σε ιστούς από το όχημα που τους επιτρέπουν να κινούνται ευκίνητα και με ευελιξία ημέρα και νύχτα.
Συνοψίζοντας, τα όπλα χρειάζονται τους κατάλληλους αισθητήρες και οι αισθητήρες χρειάζονται τα κατάλληλα όπλα, έτσι ώστε και τα δύο συστήματα να μπορούν να προσφέρουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Ακόμη και αν αύριο οι αμερικανοί μας αποδεσμεύσουν τους PrSM, χωρίς τους κατάλληλους αισθητήρες στοχοποίησης θα μας είναι άχρηστοι, όπως αντίστοιχα αν κάποιος αισθητήρας αποκαλύψει έναν στόχο αλλά δεν έχεις το κατάλληλο οπλικό σύστημα για να τον προσβάλεις η πληροφορία αυτή θα είναι ελλιπής.
Ως εκ τούτων, είναι επιθυμητό οι δυνατότητες των ενόπλων δυνάμεων να βρίσκονται σε ισορροπία έτσι ώστε όλα τα συστήματα σε υπηρεσία να μπορούν να συμβάλουν τα μέγιστα αξιοποιώντας τις δυνατότητές τους. Όσον αφορά λοιπόν τη στοχοποίηση για λογαριασμό του ελληνικού πυροβολικού έχουν γίνει κάποια αρχικά σωστά βήματα αλλά θα χρειαστούν κι άλλα για να μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο.
Και εκεί πρέπει να δοθεί η μέγιστη έμφαση, στην ανάπτυξη επιχειρησιακών μέσων και εργαλείων για στοχοποίηση σε βάθος και με ακρίβεια. Η βελτίωση των επιχειρησιακών μέσων στοχοποίησης δεν κοστίζει δισ. ευρώ αλλά πολύ λιγότερο και συνάμα η ελληνική αμυντική βιομηχανία προσφέρει ιδιαίτερα αξιόλογες λύσεις.