Τις προηγούμενες ημέρες γίναμε μάρτυρες απανωτών περιστατικών στα οποία τα πλωτά σκάφη του Λιμενικού Σώματος αντιμετώπισαν είτε τη προκλητικότητα της τουρκικής ακτοφυλακής είτε σοβαρά περιστατικά δίωξης του οργανωμένου εγκλήματος. Η εθνική ασφάλεια ενός κράτους δεν περιλαμβάνει μόνον τις Ένοπλες Δυνάμεις και συνεπώς θεωρούμε πως η παράμετρος του Λιμενικού Σώματος (ΛΣ) στην εθνική ασφάλεια είναι κομβική. Ως εκ τούτων θεωρήσαμε πως θα ήταν ενδιαφέρον ένα άρθρο – ανάλυση που θα περιέγραφε το συνολικό πλαίσιο για τον εκσυγχρονισμό του ΛΣ με έμφαση στα επιχειρησιακά μέσα (πλωτά και ενάερια) που θα το καταστήσουν μια πραγματική Ακτοφυλακή.
Γράφουν οι Γιάννης Νικήτας και Κωνσταντίνος Τόλιας
Στο Αιγαίο διεξάγεται τα τελευταία χρόνια ένας ακήρυχτος πόλεμος που ξεφεύγει από τα στενά όρια παραβατικών συμπεριφορών και λαμβάνει εθνικές διαστάσεις. Και αυτό διότι η συγκεκριμένη μορφή πολέμου, που έχει όλα τα χαρακτηριστικά του πολέμου “χαμηλής έντασης”, απειλεί με διάρρηξη τον εθνικό και κοινωνικό ιστό. Αναφερόμαστε φυσικά στο πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης και γενικότερα του οργανωμένου εγκλήματος, όπως αυτό εκδηλώνεται στον χώρο του Αιγαίου με την παράνομη μεταφορά λαθρομεταναστών καθώς και τις λοιπές ενέργειες παράνομης διακίνησης φορτίων όπως όπλων και ναρκωτικών από τα τουρκικά παράλια προς τις ελληνικές ακτές και την προσπάθεια των ελληνικού κράτους και των μηχανισμών του να το αντιμετωπίσουν. Τις περισσότερες φορές με την ανοχή αν όχι τη συνενοχή της Τουρκικής Ακτοφυλακής.
Επιχειρησιακές προκλήσεις
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες το περιβάλλον ασφαλείας στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο έχει μεταβληθεί δραματικά. Η εμφάνιση της απειλής της λαθρομετανάστευσης, η έκρηξη της απειλής της τρομοκρατίας, ημεδαπής και κυρίως διεθνούς, η ραγδαία άυξηση της εγκληματικότητας καθώς και και η αναβάθμιση και διασύνδεση με τις παραπάνω μορφές απειλών της «εξ ανατολών» απειλής, διαμορφώνουν νέα δεδομένα στον ευαίσθητο τομέα της ασφάλειας με προεκτάσεις που φτάνουν να αφορούν ακόμη και την εθνική άμυνα και ασφάλεια. Υπό τις συνθήκες αυτές γίνονται άμεσα ορατά η σημασία και ο ρόλος των Σωμάτων Ασφαλείας που καλούνται να ξεφύγουν από τα πλαίσια της έως τώρα λειτουργίας τους και να συνθέσουν, από κοινού με τις Ένοπλες Δυνάμεις και τις υπηρεσίες πληροφοριών και ασφαλείας, έναν ολοκληρωμένο ολιστικό μηχανισμό άμυνας και ασφάλειας.
Υπό τις πάνω περιγραφόμενες συνθήκες γίνεται εύκολα αντιληπτός ο ρόλος και η σημασία του Λ.Σ – Ελληνικής Ακτοφυλακής στην συνολική διαχείριση του προβλήματος ασφαλείας που αντιμετωπίζει η χώρα. Μια χώρα, περιβαλλόμενη κατά τα 3/4 από θάλασσα, με ατελείωτα χιλιόμετρα ακτογραμμής, αναρίθμητα νησιά, νησίδες και βραχονησίδες, με σημαντικό αριθμό από τα τελευταία να βρίσκονται στο στόχαστρο του κύριου δυνητικού αντιπάλου, σταυροδρόμι περιοχών με μεγάλη γεωπολιτική, γεωστρατηγική και εσχάτως γεωοικονομική/ γεωενεργειακή αξία και φορέας πάσης φύσεως μορφών εγκληματικότητας.
Το Λ.Σ-Ελληνική Ακτοφυλακή οφείλει να εκσυγχρονίσει της δομή του, την οργάνωση, την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό του, αν θέλει να προβάλλει δύναμη ικανή να λάβει την θέση που του αρμόζει στον ολοκληρωμένο μηχανισμό άμυνας και ασφάλειας που πρέπει να δημιουργηθεί, ώστε να λειτουργήσει ως πραγματική και όχι εικονική ασπίδα προστασίας των συμφερόντων της χώρας. Η προσπάθεια εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης, που σημαιωτέων έπρεπε να ξεκινήσει χθες, καθώς ήταν ορατές από χρόνια οι εμφανιζόμενες και εκκολαπτόμενες μορφές απειλών, πρέπει να στοχεύει στην πρόσδωση στο Λ.Σ χαρακτήρα και μορφή στρατιωτικής δύναμης καθώς μόνο έτσι είναι δυνατή η αντιμετώπιση των παρούσων και μελλοντικών μορφών απειλών.
Όσον αφορά τις τελευταίες, αυτές διακρίνονται κατά βάση και δύο κατηγορίες:
1) Την απειλή που συνίσταται από το ημεδαπό και διεθνές οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία και εκφράζεται με διάφορους τρόπους και πτυχές (δουλεμπόριο, λαθρεμπόριο, παράνομη εκμετάλλευση του αλιευτικού πλούτου της χώρας, σκόπιμη θαλάσσια ρύπανση)
και
2) Την απειλή που συνίσταται από κρατικούς δρώντες (κράτη, κυρίως αλλά όχι μόνο την Τουρκία) και που στοχεύει στην αλλαγή του υφιστάμενου status quo σε βάρος της χώρας μας. Το παραπάνω υλοποιείται με συνδυασμό μέσων και μεθόδων όπως η αμφισβήτηση του θαλάσσιου και εναέριου χώρου, η αμφισβήτηση της κυριότητας νησίδων και βραχονησίδων, η τάξη ζητημάτων αναφορικά με θέματα έρευνας και διάσωσης, η παράνομη παρουσία τουρκικών αλιευτικών σκαφών, υπό τη συνοδεία πολλές φορές σκαφών της Τουρκικής ακτοφυλακής, σε Ελληνικά χωρικά ύδατα και τελευταία η αμφισβήτηση του υποθαλασσίου ορυκτού πλούτου της χώρας.
Πρέπει να τύχει ιδιαίτερης υπογράμμισης το γεγονός πως οι παραπάνω, χονδρικά παρουσιαζόμενες, κατηγορίες απειλών δεν είναι ανεξάρτητες και άσχετες μεταξύ τους. Υπάρχουν εδώ και πολλά χρόνια ισχυρές ενδείξεις, αν όχι αποδείξεις, της συμμετοχής και εμπλοκής του Τουρκικού «βαθέως» και όχι μόνο κράτους σε θέματα όπως η προώθηση λαθρομεταναστών στη χώρα μας με κίνητρα που δεν σχετίζονται μόνο με την ικανοποίηση στενά οικονομικών σκοπιμοτήτων,αλλά φθάνουν να αφορούν τον «σκληρό πυρήνα» των τομέων εθνικής άμυνας και ασφάλειας του Ελληνικού κράτους.
Στις παρακάτω γραμμές θα αναφερθούμε στις κυριότερες εξοπλιστικές προτεραιότητες που οφείλει να έχει το Λιμενικό Σώμα και η πολιτική ηγεσία.
Συγκεκριμένα τον Μάιο του 2020 είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Γιάννη Πλακιωτάκη. Ο υπουργός τόνισε πράγματι υπάρχουν σοβαρά κενά και αδυναμίες, μας διαβεβαίωσε όμως πως έχουν δρομολογηθεί όλες οι απαραίτητες ενέργειες ώστε να δρομολογηθούν τα κρίσιμα θέματα.
Για πρώτη φορά ο Υπουργός μας επισήμανε πως το ΛΣ θα προμηθευτεί νέα ελικόπτερα και αεροσκάφη απαντώντας σε σχετική ερώτηση του γράφοντος.
Αναφέρθηκε εκτενώς στα προγράμματα απόκτησης νέων πλωτών και ολικής ανανέωσης των σκαφών του ΛΣ. Επίσης, έμφαση όπως είπε θα δοθεί σε νέες τεχνολογίες επιτήρησης συνόρων όπως τα Μη Επανδρωμένα Αεροσκάφη και οι θερμικές κάμερες. Θα ακολουθήσει αναλυτικό άρθρο επί τούτου. Συστηματικές είναι οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την ενίσχυση τόσο της Μονάδας Υποβρυχίων Αποστολών όσο και των Κλιμακίων Ειδικών Αποστολών, δυνάμεων του ΛΣ που βρίσκονται στη πρώτη γραμμή.
Για το θέμα με τη στενότερη εμπλοκή του ΛΣ σε θέματα εθνικής ασφάλειας ξεκαθάρισε πως υπάρχει η πρόβλεψη για τη νέα ολοκληρωμένη θαλάσσια στρατηγική μεταξύ 2021 και 2027.
Τέλος, συζητήθηκαν τα κονδύλια του ΛΣ. Σε βάθος χρόνου προβλέπονται περί τα 500 εκατομμύρια ευρώ ενώ άμεσα περί τα 200 εκατομμύρια ευρώ. Τα χρήματα αποτελούν συνδυασμό εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων και θα δοθούν με αποκλειστικό γνώμονα την επιτήρηση των συνόρων και την ανασυγκρότηση του ΛΣ μετατρέποντας το σε πραγματική Ακτοφυλακή.
Προσφάτως στις αρχές του νέου έτους μιλώντας στη Βουλή των Ελλήνων ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Γιάννης Πλακιωτάκης τόνισε:
«Αυτή την ώρα έχουμε σε εξέλιξη το μεγαλύτερο εξοπλιστικό πρόγραμμα στην ιστορία του Λιμενικού Σώματος, με προϋπολογισμό πάνω από 600 εκατ. ευρώ. Έχουμε παραλάβει 24 νέα σκάφη, ενώ τα επόμενα δύο χρόνια θα παραλάβουμε 74 νέα σκάφη» τόνισε ο κ. Πλακιωτάκης και αναφέρθηκε παράλληλα και στα δύο, εθνικής στρατηγικής σημασίας όπως τα χαρακτήρισε, συστήματα, το Ολοκληρωμένο Σύστημα Θαλάσσιας Επιτήρησης και το Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης της Θαλάσσιας Κυκλοφορίας, τα οποία βρίσκονται στη δεύτερη φάση τους και είναι έργα που θα αναβαθμίσουν συνολικά το Λιμενικό Σώμα, που έχει καταφέρει να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις των τελευταίων ετών, όπως είπε.
Στις ακόλουθες παραγράφους σκιαγραφούνται οι εξοπλιστικές ανάγκες και προτεραιότητες του ΛΣ όπως διαφαίνονται βάση των υφιστάμενων επιχειρησιακών απαιτήσεων.
Εκσυγχρονισμός Πλωτών Μέσων
Βελτίωση του υφιστάμενου στόλου
Πιο συγκεκριμένα, αναφορικά με τις εξοπλιστικές επιλογές του Λ.Σ, απαιτείται ο εμπλουτισμός και αναβάθμιση των πλωτών μέσων του, σε όλους τους τομείς, δηλαδή της ταχύτητας, της προστασίας (θωράκισης), της επίγνωσης τακτικής κατάστασης και της ισχύος πυρός. Όσον αφορά την πρώτη κατηγορίας απειλών (οργανωμένο έγκλημα,τρομοκρατία) όπως αναφέρθηκε οι δυνατότητες των μέσω του Λ.Σ κρίνονται γενικά επαρκείς με τεράστια ωστόσο περιθώρια βελτίωσης. Τα σκάφη γενικής χρήσης Lambro-57 και LCS-53, που αποτελούν και τον κορμό των ναυτικών μέσων του Λ.Σ, οφείλουν να αναβαθμιστούν κυρίως με τη τοποθέτηση σύγχρονων αισθητήρων (ραντάρ, Η/Ο, FLIR, συστήματα χαμηλού βάρους και όγκου) και κυρίως τη τοποθέτηση σταθεροποιήμενου τηλεχειριζόμενου πυργίσκου οπλισμού (STAMP) με πολυβόλο των 12,7 χλστ στη θέση του σημερινού άβολου και απροστάτευτου για τον χειριστή του έστορα στη πλώρη.
Αυτό φυσικά δεν πρέπει να αφορά μόνον τα παράκτια περιπολικά Lambro-57 και LCS-53 αλλά το σύνολο των μεσαίων και μικρού εκτοπίσματος σκαφών του ΛΣ.
Επίσης μια άλλη επιλογή καθολικής αναβάθμισης των πλωτών του ΛΣ είναι τα ελληνικής ναυπήγησης ταχύπλοα Super Termoli. Τα νέα ολικώς επανασχεδιασμένα ταχύπλοα φέρουν τις ονομασίες «ΔΕΙΜΟΣ – DEIMOS SWCC» (διαμόρφωση για στρατιωτική χρήση) και «ΦΟΒΟΣ – PHOBOS HSAC» (διαμόρφωση για την Ακτοφυλακή). Κύριο γνώρισμα των σκαφών Supertermoli ST60 είναι οι υψηλές ταχύτητες οι οποίες ανάλογα με τη διαμόρφωση των ταχυπλόων (αριθμός κινητήρων και ιπποδυνάμεις, φόρτωση προσωπικού, εξοπλισμός) κυμαίνονται μεταξύ 60 και 70 κόμβων.
Τα σκάφη αυτά είναι ιδιαίτερα χρήσιμα και για το Λιμενικό Σώμα λειτουργώντας ως καταδιωκτικά ταχύπλοα σε αποστολές δίωξης λαθρεμπορίου, ναρκωτικών, λαθρομετανάστευσης και λοιπών μορφών οργανωμένου εγκλήματος δια θαλάσσης. Τα ταχύπλοα διαμορφώνονται με μεγάλη ευελιξία με βάση τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του χρήστη. Κύρια χαρακτηριστικά τους είναι ο βαρύς οπλισμός που δύναται να φέρουν καθώς και η θωράκιση τους σε συνδυασμό με μεγάλη ακτίνα δράσης και όγκο φορτίου (προσωπικό, υλικό).
Σε γενικές γραμμές προτείνεται η πλήρης απαλλαγή του ΛΣ από πολύ μικρού εκτοπίσματος όπως ανοικτού τύπου πνευστά ταχύπλοα (φουσκωτά). Τα σκάφη αυτά λόγω εγγενών μειονεκτημάτων δεν διαθέτουν επαρκείς χώρους, δεν φέρουν σοβαρό οπλισμό και διαθέτουν ελάχιστη προστασία.
Στο σύνολο των σκαφών του ΛΣ απαιτείται επίσης η εγκατάσταση συστημάτων επίγνωσης τακτικής κατάστασης και διοίκησης – ελέγχου όπως αυτών που έχει εγκαταστήσει η ελληνική SCYTALYS στα MARK V της ΔΥΚ.
Αντικατάσταση των παρωχημένων σκαφών Lambro-57 και Lambro-53
Την περίοδο 1998-1999 η ελληνική εταιρεία Motomarine παρέδωσε στο Λιμενικό Σώμα 18 ταχύπλοα παράκτια περιπολικά ( Lambro-57 Panther Mk I). Τα σκάφη ήδη συμπληρώνουν 24 έτη ζωής και προσεχώς πρέπει να προγραμματιστεί η αντικατάσταση τους σε βάθος 10ετίας. Λίγα χρόνια μετά υπήρξε δεύτερη παραγγελία από το ΛΣ στη Motomarine για 16 νέα Παράκτια Περιπολικά (Lambro-57 Panther Mk II).
Όπως αναφέραμε παραπάνω επιθυμητό θα ήταν ένα άμεσο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των δυνατοτήτων τους. Μεσοπρόθεσμα πρέπει να προγραμματιστεί η αντικατάσταση τουλάχιστον των πρώτων σκαφών με ένα ταχύπλοο γενικών καθηκόντων, παράκτιο περιπολικό σκάφος μήκους 20 μέτρων.
Πλωτά μήκους 35-40 μέτρων
Εξαιρετική προσθήκη υπήρξαν τα σκάφη τύπου P-355 για το ΛΣ, οι αντικαταστάτες των σκαφών της παρωχημένης κλάσης «ΔΗΛΟΣ». Η υπογραφή της σύμβασης πραγματοποιήθηκε την 22.01.2019 ανάμεσα στο Υπουργείο Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής και την εταιρεία «CANTIERE NAVALE VITTORIA S.P.A.» η οποία εδρεύει στην Ιταλία. Η συνολική αξία και των τεσσάρων σκαφών ανέρχεται στα 55.560.000 εκατ. ευρώ.
Τα σκάφη αυτά διαθέτουν σύγχρονο μηχανολογικό και ναυτιλιακό εξοπλισμό, σύγχρονα μέσα επιτήρησης και αστυνόμευσης του θαλασσίου πεδίου, καθώς επίσης και βοηθητικό ταχύπλοο (Tender) μήκους 7,5 μέτρων, ταχύτητας άνω των 40 κόμβων, αυτονομίας 100 ναυτικών μιλίων και μεταφορικής ικανότητας οκτώ ατόμων. Επίσης, κάθε σκάφος φέρει δύο πλήρως τηλεχειριζόμενους σταθμούς ελαφριών πυροβόλων όπλων, σύγχρονα ψηφιακά συστήματα επιτήρησης – παρακολούθησης τελευταίας τεχνολογίας, ενώ μπορεί να φιλοξενήσει σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο 20 άτομα και δύο φορεία για τη μεταφορά ασθενών – τραυματιών.
Πλοία Ανοικτής Θάλασσας
Ήδη το Αρχηγείο ΛΣ μετά από πολυετή καθυστέρηση προγραμματίζει τη «Προμήθεια δυο (02) πλοίων ανοικτής θαλάσσης άνω των 80 μ.” συνολικού εκτιμώμενου προϋπολογισμού 160 εκατ. €». Όπως αναφέρει το Αρχηγείο ΛΣ στην ανωτέρω διαδικασία δύναται να συμμετάσχουν πέραν των ναυπηγείων και οι κατασκευαστές των εξής βασικών συστημάτων : Μη επανδρωμένα ελικόπτερα, οπλικά συστήματα, ηλεκτρο-οπτικά συστήματα και ραντάρ επιτήρησης
Κύρια στοιχεία πρέπει να αποτελούν τα ακόλουθα: μήκος άνω των 80 μέτρων, εκτόπισμα τουλάχιστον 1200 τόνους, χώρος για λέμβους νηοψιών, ελικοδρόμιο και οπωσδήποτε Μη Επανδρωμένο Αεροσκάφος για σύνθεση εικόνας επιφανείας. Δυστυχώς, το ΠΝ διατηρεί τη Διοίκηση Πλοίων Επιτηρήσεως για καθήκοντα που εάν υπήρχε πραγματική Ακτοφυλακή και διακλαδικότητα δεν θα χρειάζονταν να έχει ή τουλάχιστον όχι σε τέτοιο βαθμό και όγκο απομυζώντας πόρους και προσωπικό.
Οφείλουμε στο σημείο αυτό να προβούμε σε έναν σαφή και διακριτό διαχωρισμό. Άλλο τα ΠΑΘ των περίπου 50 μέτρων και άλλο ένα πλοίο ακτοφυλακής που μπορεί να επιχειρεί ακόμη και σε δυσμενείς συνθήκες στην Ανατολική Μεσόγειο.
Πλωτά Σκάφη Ειδικών Επιχειρήσεων
Ενίσχυση των πλωτών μέσων τόσο της Μονάδας Υποβρυχίων Αποστολών όσο και των Κλιμακίων Ειδικών Αποστολών – Ομάδες Ειδικών Αποστολών των Κεντρικών Λιμεναρχείων (με έμφαση σε πραγματικά σκάφη ειδικών επιχειρήσεων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (ταχύτητα άνω των 50 κόμβων, ισχυρός οπλισμός, μεταφορική ικανότητα, θωράκιση, ολοκληρωμένο τακτικό σύστημα αποστολής, ηλεκτροπτικά) και όχι πολιτικού τύπου σχεδιάσεις φουσκωτών σκαφών που τις βαφτίζουμε σκάφη ειδικών επιχειρήσεων.
Διαφορετικές είναι οι ανάγκες της Μονάδας Υποβρυχίων Αποστολών που απαιτείται να έχει ανοικτού τύπου πνευστά σκάφη ώστε να μπορεί να εκτελεί νηοψίες και ρεσάλτα.
Εναέρια Μέσα
UAV
Είναι αναγκαία η απόκτηση Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών. Αντικειμενικός σκοπός είναι η σύνθεση εικόνας πλήρους και αδιάλειπτης με μεταβίβαση των πληροφοριών στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων και στο Αρχηγείου Στόλου (Στρατιωτική Διοίκηση Ανατολικής Μεσογείου).
Το επιχειρησιακό ζήτημα επίσης των Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών αποτελεί φλέγον ζήτημα τόσο για την εθνική ασφάλεια όσο και το μεταναστευτικό.
Συγκροτώντας, στόλο Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών – UAV το ΛΣ θα μπορούσε να επιτηρεί αποτελεσματικά τα περάσματα των λαθρομεταναστών καθώς και σωρεία άλλων έκνομων ενεργειών και πράξεων.
Τη στιγμή που υπάρχουν κοινοτικά και ευρωπαϊκά κονδύλια στο Αρχηγείο του ΛΣ δεν προχωρούν σε αντίστοιχο σχεδιασμό με αντικειμενικό σκοπό την προμήθεια Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών – UAV.
Η ύπαρξη Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών – UAV θα προσέδιδε σημαντικές ανάσες στον στόλο των πλωτών καθώς δεν θα υπήρχε η ανάγκη διαρκούς επιτήρησης και περιπολίας με σκάφη εξοικονομώντας καύσιμα και έξοδα συντήρησης. Συγκεκριμένα, τα UAV θα μπορούσαν να παρακολουθούν τις κινήσεις του Τουρκικού ερευνητικού πλοίου και συγκεκριμένα ακριβώς τι δραστηριότητες κάνει όπως για παράδειγμα εάν κάνει χρήση ερευνητικών καλωδίων εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Δίκτυο με UAV και πλοία ικανού εκτοπίσματος για ανοικτή θάλασσα σε συνεργασία με τα ναυτικά παρατηρητήρια εντασσόμενα σε ένα κοινό δίκτυο ανταλλαγής τακτικής εικόνας θα μπορούσαν να απαλλάξουν το Πολεμικό Ναυτικό αναλαμβάνοντας από αυτό κύριο επιχειρησιακό έργο από Διοικήσεις του Αρχηγείου Στόλου όπως η Διοίκηση Πλοίων Επιτηρήσεως.
Και όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να λάβουν χαρακτήρα άμεσης υλοποίησης με ευρωπαϊκά χρήματα αξιοποιώντας πόρους από το Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας της ΕΕ όπως έγινε με την προμήθεια του ΠΑΘ «ΓΑΥΔΟΣ» όπου υπήρξε 75% ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.
Οφείλει να δοθεί έμφαση στην ικανότητα να επιχειρούν από προωθημένες βάσεις έστω και πολιτικών αεροδρομίων εγγύς των περιοχών εθνικού ενδιαφέροντος όπως το Ανατολικό Αιγαίο, η Μεσόγειος και το Λιβυκό πέλαγος.
Προσφάτως ανακοινώθηκε από το ΛΣ η πρώτη επιχειρησιακή πτήση του Μη Επανδρωμένου Αεροσκάφους (ΜΕΑ) τύπου HERON 1, που διατέθηκε από τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (FRONTEX), προς το Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή από το Τυμπάκι της Κρήτης όπου βρίσκεται η βάση του.
Ελικόπτερα
Το ΛΣ οφείλει να αναλάβει όλο το έργο της έρευνας – διάσωσης στη θάλασσα και η ΠΑ μόνον της έρευνας – διάσωσης μάχης από την 31 ΜΕΕΔ. Τα ελικόπτερα του ΛΣ οφείλουν να ενισχυθούν με νέου τύπου δικηνητήρια ελικόπτερα μέσης μεταοφρικής ικανότητας ικανά να επιχειρούν σε δυσμενείς συνθήκες και να μπορούν να μεταφέρουν μια ολιγομελή ομάδα ειδικών επιχειρήσεων της ΜΥΑ για αποστολές ναυτικής αποτροπής και νηοψίες. Ενδεικτικά υπάρχουν πολλές ευρωπαϊκές επιλογές νέων ελικοπτέρων καλύπτοντας τις σχετικές απαιτήσεις Έρευνας – Διάσωσης και συνάμα όντας ικανά να μεταφέρουν προσωπικό ειδικών επιχειρήσεων του ΛΣ.
Προτείνεται επίσης και ένα πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του υφιστάμενου στόλου των Dauphin. Τα AS 365 Dauphin θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν με πακέτο αποστολής που να τα καθιστούν ικανά για εκτέλεση επιπρόσθετων ρόλων και περιλαμβάνει ραντάρ, σύστημα FLIR Euroflix 410, RWR TMV 011 Sherloc της Thales, διασπορείς θερμοβολίδων και αεροφύλλων και προαιρετικά τερματικό Link 11/ 16 για ανταλλαγή δεδομένων με πλωτές και σταθερές πλατφόρμες των Ενόπλων Δυνάμεων και του ΠΝ ειδικότερα.
Τέλος στα Dauphin πρέπει να εγκατασταθεί αυτόματος πιλότος 4 αξόνων ώστε να μπορούν να επιχειρούν σε αποστολές έρευνας διάσωσης.
Αεροσκάφη
Κομβικός ρόλος στη λειτουργία μιας πραγματικής Ακτοφυλακής και όχι λιμενικής αστυνομίας είναι τα αεροσκάφη. Σήμερα το ΛΣ διαθέτει 2 μονοκινητήρια αεροπλάνα τύπου Cessna 172-RG, 2 μονοκινητήρια τύπου Socata TB-20 Trinidad και τρία δικινητήρια Reims Cessna F-406 Caravan IΙI.
Τα εξαιρετικών δυνατοτήτων και επιδόσεων αεροσκάφη Reims F-406 Vigilant που μπορούν να δίνουν εικόνα επιφανείας ακόμα και στις Ένοπλες Δυνάμεις με τη προσθήκη ενός data link. Το ραντάρ έρευνας επιφάνειας 1500Β μπορεί να δίνει εικόνα σε απόσταση έως και 160 ναυτικά μίλια. Κάλλιστα αυτά θα μπορούσαν να επιχειρούν από Ρόδο και Κρήτη. Επίσης, τονίζεται η ακτίνα πτήσης των 1.300ν.μ. (2.300km) ικανά να πετούν μεταξύ Ρόδου και Κύπρου.
Τόσο τα Cessna 172-RG όσο και τα Socata TB-20 Trinidad μπορούν να αντικατασταθούν από τα αεροσκάφη DA62-MSA (Maritime Surveillance Aircraft) προϊόν συνεργασίας μεταξύ της Leonardo και της Diamond με ραντάρ επιφανείας Gabbiano Ultra-Light TS και FLIR.
Σύστημα Διοίκησης και Ελέγχου
Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να αποδωθεί στην δημιουργία ενός πραγματικά σύγχρονου και ολοκληρωμένου συστήματος C4I που θα επιτρέπει την, σε πραγματικό χρόνο,παρακολούθηση του επιχειρησιακού περιβάλλοντος. Η δομή του θα στηρίζεται σε συνδυασμό χερσαίων(κινητών και σταθερών), πλωτών και εναέριων πλατφόρμων, που θα εξασφαλίζει την πλήρη κάλυψη του Ελληνικού θαλάσσιου χώρου,συμπληρώνοντας τα αντίστοιχα μέσα των Ε.Δ και παρέχοντας πολλαπλότητα επιλογών και ευελιξία δράσης δικτυώνοντας το σύνολο των επιχειρησιακών μέσων του ΛΣ.
Εθνικό Σύστημα Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Επιτήρησης (ΕΣΟΘΕ)
Το πρόγραμμα έχει ύψιστη εθνική σημασία και αξία καθότι η εικόνα του Λιμενικού Σώματος θα φτάνει στο Αρχηγείο μέσα από πλειάδα αισθητήρων από χερσαία συστήματα όπως κάμερες και ραντάρ και ακολούθως θα διαμοιράζεται μέσω τακτικών ζεύξεων και στο ΓΕΕΘΑ.
Με προϋπολογισμό συνολικώς 62 εκατομμυρίων ευρώ το Αρχηγείο ΛΣ έχει ως στόχο την απόκτηση του Εθνικού Συστήματος Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Επιτήρησης για την κάλυψη των αναγκών επιτήρησης σε Αιγαίο και Μεσόγειο.
Το ΕΣΟΘΕ αποτελείται από: 35 σταθερούς σταθμούς αισθητήρων εγκατεστημένους εντός στρατιωτικών περιοχών οι οποίοι θα αποτελούνται από ραντάρ, σταθμό βάσης AIS, VHF, μετεωρολογικό σταθμό και ηλεκτροπτικό αισθητήρα, δύο αυτοκινούμενους σταθμούς αντίστοιχων επιδόσεων επι οχημάτων, 1 κύριο κέντρο ελέγχου και διοίκησης, 1 εφεδρικό στη ναυτική διοίκηση αιγαίου, ανάπτυξη ραδιοζεύξεων και 455 χλμ οπτικής ίνας για τη διασύνδεση όλων των σταθμών με τις ΕΔ και το ΓΕΕΘΑ καθώς και λογισμό που θα ολοκληρώνει και θα διασυνδέει όλα τα παραπάνω.
Πρόσκτηση οχημάτων επιτήρησης
Ιδιαίτερα σημαντική παράλληλα με την απόκτηση UAV είναι η προμήθεια ειδικών οχημάτων που φέρουν συλλογή ηλεκτροπτικών βοηθημάτων ημέρας/ νύχτας ώστε να επιτηρούν την ακτογραμμή της χώρας μας και κυρίως του Ανατολικού Αιγαίου.
Δεδομένων των μικρών αποστάσεων και της εγγύτητας μεταξύ των ελληνικών νησιών και των μικρασιατικών παραλίων τέτοια οχήματα είναι πολύ χρήσιμα και ειδικά για τα μικρονήσια όπου μπορούν να εντοπίζουν κάθε ύποπτο στόχο.
Στις παραπάνω γραμμές επιχειρήθηκε μια αρχική προσέγγιση καταγράφοντας τις επιχειρησιακές απαιτήσεις μιας πραγματικής Ακτοφυλακής. Ήδη εξ όσων γνωρίζουμε πολλά εξ αυτών δρομολογούνται από το Αρχηγείο του ΛΣ δυστυχώς όμως με πολύ αργά βήματα.
Φυσικά το κεφάλαιο μετασχηματισμού του ΛΣ σε μια πραγματική Ακτοφυλακή (και όχι κατ’ όνομα…) δεν αφορά μόνον την υλικοτεχνική υποδομή αλλά κυρίως την επιχειρησιακή κουλτούρα, νοοτροπία και φιλοσοφία λειτουργίας αφού το Σώμα από μια αστυνομική υπηρεσία θα πρέπει να μεταμορφωθεί σε ένα μικρό ναυτικό. Ιδιαίτερο ζήτημα είναι αυτό της εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης του προσωπικού, οι δομές οργάνωσης και λειτουργίας και το ευρύτερο δόγμα δράσης στα πλαίσια της πολιτικής εθνικής ασφάλειας της χώρας. Όπως εύλογα αντιλαμβάνεστε μια τέτοια ανάλυση θα απαιτούσε τεράστιο όγκο γραφομένων και αναλύσεων που θα ήταν αδύνατο για μια ιστοσελίδα ακόμη και εάν αυτή έχει έμφαση στις αναλύσεις.