Τις τελευταίες ημέρες είδαν το φως της δημοσιότητας πληροφορίες σχετικά με την προοπτική, την πρόθεση ή την πιθανότητα προμήθειας, από την Ελλάδα, τριών μη-επανδρωμένων αεροχημάτων (UAV), με δυνατότητα μεταφοράς οπλισμού, τύπου MQ-9 Reaper από τις ΗΠΑ, όμοια με αυτά που σταθμεύουν στην Αεροπορική Βάση της Λάρισας.
Τα σενάρια που είδαν το φως της δημοσιότητας είναι δύο: Το πρώτο αφορά στη μίσθωση ενός αριθμού 2-4 MQ-9, για χρήση, με τα ελληνικά χρώματα, μετά τον Αύγουστο, όταν εκπνέει η σύμβαση της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας με την ιδιωτική εταιρεία που τα επιχειρεί. Το δεύτερο σενάριο, το οποίο δημοσιεύουν και οι περισσότερες ξένες αμυντικές ιστοσελίδες, αφορά στην αγορά, έναντι συνολικού ποσού € 50 εκατομμυρίων, τριών MQ-9 καθώς και δύο σταθμών ελέγχου εδάφους.
Όπως και να έχει, δηλαδή όποιο σενάριο και αν ισχύει, το ζήτημα είναι ότι η Ελλάδα και η Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ), ενδιαφέρονται πραγματικά για τα MQ-9, τα οποία είναι ικανά UAV με δυνατότητα Hunter-Killer. To MQ-9 μπορεί να πετάξει με μέγιστη ταχύτητα 482 χιλιόμετρα την ώρα (313 χιλιόμετρα την ώρα είναι η ταχύτητα πλεύσης) με μέγιστη απόσταση 1.852 χιλιομέτρων (ή 14 ώρες πτήσης) και σε μέγιστο επιχειρησιακό υψόμετρο 25.000 ποδών (7.620 μέτρων).
Διαθέτει επτά σημεία ανάρτησης οπλισμού για τη μεταφορά αντιαρματικών βλημάτων AGM-114 Hellfire και κατευθυνόμενων βομβών GBU-12 Paveway II ή GBU-38 JDAM. Να σημειωθεί ότι τον Μάρτιο του 2014 η ευρωπαϊκή MBDA δοκίμασε, με επιτυχία, την εκτόξευση βλήματος Brimstone από το MQ-9, στο πλαίσιο σχετικής απαίτησης του Υπουργείου Άμυνας της Μεγάλης Βρετανίας.
Υπάρχουν όμως και δύο εξελίξεις, οι οποίες, εφόσον τελεσφορήσουν, αναμένεται να προσδώσουν στα MQ-9 το χαρακτηρισμό του ολοκληρωμένου UAV. Η πρώτη αφορά στον προσθήκη ανθυποβρυχιακών δυνατοτήτων, ενώ η δεύτερη στην προσθήκη ικανότητας χρήσης βλημάτων αέρος-αέρος. Πρόκειται για δύο προγράμματα, τα οποία βρίσκονται σε φάση δοκιμών.
Συγκεκριμένα, στα τέλη του 2017, στο πλαίσιο σχετικών δοκιμών, ανθυποβρυχιακά ελικόπτερα του Αμερικανικού Ναυτικού ανέπτυξαν ηχοσημαντήρες (sonobuoys), οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για τον εντοπισμό υποβρύχιων απειλών. Τα δεδομένα που συνέλλεξαν οι ηχοσημαντήρες διαβιβάστηκαν σ’ ένα MQ-9, έγινε επεξεργασία των δεδομένων εν πτήση και τα επεξεργασμένα δεδομένα στάλθηκαν από το MQ-9, μέσω συστήματος SATCOM, στον επίγειο σταθμό ελέγχου, ο οποίος βρισκόταν εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά.
Η επεξεργασία των δεδομένων από τους ηχοσημαντήρες πραγματοποιήθηκε από τα MQ-9 με τη χρήση ενός συστήματος λήψης και επεξεργασίας δεδομένων. Επιπλέον, το MQ-9 που έλαβε μέρος στις δοκιμές ήταν εφοδιασμένο με το ραντάρ πολλαπλού ρόλου Lynx. Πρόκειται για ένα ραντάρ επιτήρησης επιφανείας τεχνολογίας ISAR (Inverse Synthetic Aperture Radar : Ραντάρ Αντίστροφης Συνθετικής Απεικόνισης). Η αναγνώριση του στόχου έγινε με τη χρήση κάμερας υψηλής ευκρίνειας και πλήρους κίνησης (High-Definition Full-Motion Video (HD/FMV) σε συνδυασμό με το σύστημα AIS (Automatic Identification System).
Λίγο αργότερα, τον Μάρτιο του 2018, η Αμερικανική Αεροπορία ανακοίνωσε ότι ενδιαφέρεται για την πιστοποίηση βλημάτων αέρος-αέρος στα MQ-9. Μάλιστα, μέσω του κέντρου AFLCMC (US Air Force Life Cycle Management Center) και της διεύθυνσης Medium Altitude UAS Division ανακοινώθηκε ότι σύντομα θα υπάρχει και σχετικό συμβόλαιο. Το βλήμα που αναμένεται να πιστοποιηθεί στα MQ-9 είναι το γνωστό FIM-92 Stinger.
Οι δύο αυτές εξελίξεις αναμένεται να διευρύνουν τον επιχειρησιακό φάκελο των MQ-9, τα οποία θα μπορούν να εκτελούν αποστολές συλλογής πληροφοριών, επιτήρησης, αναγνώρισης, κρούσης, ανθυποβρυχιακής συνεργασίας και αναχαίτισης εχθρικών UAV. Θα τα καταστήσουν δηλαδή μια ολοκληρωμένη πλατφόρμα. Στην περίπτωση της Ελλάδας θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τα MQ-9 δεν είναι παλαιά UAV, τα οποία προσπαθούν να «ξεφορτωθούν» οι Αμερικανοί και να τα «φορτώσουν» σ’ εμάς. Αντίθετα πρόκειται και ικανά συστήματα, με τα οποία οι ΗΠΑ αντικαθιστούν τα παλαιότερα MQ-1. Άλλωστε τα δύο προγράμματα, που αφορούν στην διεύρυνση του επιχειρησιακού φακέλου των MQ-9, αποδεικνύουν την πρόθεση των Αμερικανών να επενδύσουν στο MQ-9 και τις δυνατότητες του.
Η άποψη μας είναι ότι από τη στιγμή που η Ελλάδα, κακώς και με ευθύνη κυρίως της πολιτικής ηγεσίας, δεν επενδύει στην εγχώρια ανάπτυξη UAV, στην εξέλιξη του Πήγασος για παράδειγμα, η προοπτική απόκτησης των MQ-9 είναι θετική. Η ένταση μας βρίσκεται στον μικρό αριθμό των υπό προμήθεια συστημάτων, ο οποίος δεν είναι ικανός να καλύψει τις ανάγκες των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, ιδιαίτερα στο Αιγαίο. Άποψη μας είναι ότι η όποια αγορά θα πρέπει να αφορά σε περισσότερα συστήματα, με απώτερο στόχο τη δημιουργία μιας πλήρους Μοίρας από 18 MQ-9.