Το Π.Ν μέσα σε μια ιδιαίτερα ασταθή γεωπολιτική περίοδο διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στην προάσπιση των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και στο δόγμα αποτροπής της χώρας. Μαζί με τη Π.Α σηκώνει καθημερινά τον κύριο όγκο των τουρκικών προκλήσεων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο προασπίζοντας τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα ενώ η παρουσία του στις Νατοϊκές αποστολές προσδίδει χαρακτήρα στρατιωτικής διπλωματίας, παράλληλα με τα όποια επιχειρησιακά οφέλη. Βλέποντας κανείς τα τουρκικά εξοπλιστικά προγράμματα εύκολα διαπιστώνει πως το κύριο βάρος έχει δοθεί στην Τουρκική Αεροπορία και το Τουρκικό Ναυτικό. Η Τουρκία μολονότι συγκαταλέγεται στις ηπειρωτικές χώρες εντούτοις αναγνωρίζει την αξία της ναυτικής ισχύος, ως απαραίτητο στοιχείο για την επιτυχία κάθε στρατιωτικής επιχείρησης και ειδικότερα σε αεροναυτικό περιβάλλον επιχειρήσεων όπως αυτό του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου.
Από την άλλη μεριά η χώρα μας έχει προβεί από το 2005 σε ένα άτυπο «εθνικό αυτοχειριασμό» με εξαιρετικά σοβαρές μειώσεις στις εξοπλιστικές δαπάνες που μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα έχουν σοβαρές συνέπειες στο αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων. Οι πολιτικές ηγεσίες επέβαλαν έναν αφοπλισμό ακόμα και σε στοιχειώδη ζητήματα όπως είναι οι συμβάσεις τεχνικής υποστήριξης (FOS), οι προμήθειες κατάλληλων πυρομαχικών και τέλος οι έγκαιροι εκσυγχρονισμοί οπλικών συστημάτων ώστε να μην φτάσουν στο στάδιο της απαξίωσης. Δεν θέλουμε να επεκταθούμε παραπάνω δεδομένου ότι οι παραπάνω παθογένειες αποτελούν από μόνες τους, ένα άρθρο, το συμπέρασμα του οποίου είναι οι εγκληματικές αμέλειες από την αδιαφορία που επέδειξαν οι πολιτικοί προϊστάμενοι στο ΥΠΕΘΑ αγνοώντας τις εισηγήσεις των Επιτελείων.
Δυστυχώς, εθνική άμυνα δίχως εξοπλισμούς δεν υφίστανται. Εθνική άμυνα δίχως οικονομικές, πολιτικές ή κοινωνικές θυσίες δεν υπάρχει. Η Εθνική Άμυνα ή η Αποτροπή δεν είναι κάτι το γενικό, κάτι το αόριστο. Έχει τίμημα. Και στην ουσία αυτή είναι η αποτροπή με απλά λόγια: το κόστος του επιτιθέμενου να είναι κατά πολύ υψηλότερο από το όποιο όφελος. Το Π.Ν με εξαίρεση το πρόγραμμα των υποβρυχίων «214» και το πρόγραμμα των ΤΠΚ «SUPER VITA» έμεινε δίχως μέριμνα για τις κύριες μονάδες κρούσης: τις φρεγάτες. Ούτε οι ΜΕΚΟ 200 ΗΝ εκσυγχρονίστηκαν εγκαίρως ούτε νέες φρεγάτες αγοράστηκαν. Κατά συνέπεια φτάσαμε στο 2018 με τον Στόλο να έχει υπέργηρα πλοία σε οριακή κατάσταση που φτάνουν στα πρόθυρα της απόσυρσης απλούστατα λόγω ηλικίας. Ο εκσυγχρονισμός των «S» αποτέλεσε ένα επιπλέον στοιχείο τεχνολογικής απαξίωσης των πλοίων. Κι αυτό διότι με εξαίρεση το σκέλος της τακτικής κατάστασης/ επίγνωσης όπου είχαμε την εγκατάσταση του TACTICOS ουδεμία προσθήκη έγινε στο κομμάτι των οπλικών συστημάτων και των αισθητήρων/ ραντάρ με μοναδική περίπτωση το ηλεκτροοπτικό Mirador. Έτσι μείναμε με τον αρχαίο ΜΚ29 και τα βλήματα RIM-7 Sparrow που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις σύγχρονες απειλές αέρος ενώ δεν εγκαταστάθηκε επιπλέον CIWS.
Έτσι έπρεπε να ήταν κατ’ ελάχιστον οι φρεγάτες «S». Με δύο Phalanx και πυροβόλο ή στη θέση αυτού ένα RAM.
Μια διαμόρφωση όπως των Φ/Γ «Έλλη» και «Λήμνος» που θα μπορούσε να είχε επεκταθεί στα πλαίσια του Εκσυγχρονισμού Μέσης Ζωής και στις υπόλοιπες φρεγάτες. Μεγαλύτερες παρεμβάσεις όπως η ικανότητα βολής του σύγχρονου βλήματος αεράμυνας σημείου ESSM (που μπορεί να βληθεί από τον εκτοξευτή ΜΚ29 των εκσυγχρονισμένων πλοίων) αλλά με περιορισμένες δυνατότητες λόγω ραντάρ θα ήταν ευχής έργο αλλά θα απαιτούσαν επιπρόσθετο κόστος. Καίριο μειονέκτημα των πλοίων λόγω παρωχημένων συστημάτων είναι η ικανότητα εμπλοκής περιορισμένων στόχων αέρος όπως εισερχόμενα βλήματα ή αεροσκάφη. Ειδικότερα τόσο οι “S” όσο και οι ΜΕΚΟ 200ΗΝ έχουν τη δυνατότητα εμπλοκής μέχρι δύο στόχων. Μια άλλη λύση για την ενίσχυση της Α/Α άμυνας των πλοίων θα ήταν η προσθήκη σύγχρονου πυροβόλου για τις Α/Α απειλές όπως είναι το STRALES ή συστήματος τύπου RAM.
Εν αντιθέσει με το Τουρκικό Ναυτικό που πραγματικά έκανε έναν πολύ καλό και υποδειγματικό εκσυγχρονισμό στις φρεγάτες κλάσης BARBAROS τύπου MEKO 200 Track IIA/B και οι φρεγάτες κλάσης GABYA τύπου Perry. Οι ηγεσίες του Π.Ν λειτουργώντας με γνώμονα την εποχή των παχέων αγελάδων, επιθυμούσαν διακαώς νέα φρεγάτα για το Π.Ν με δυνατότητες αεράμυνας περιοχής και έτσι δεν έδωσαν βάση στις φρεγάτες “S” αρκούμενοι σε έναν πολύ απλό εκσυγχρονισμό.
Ένα ακόμα σοβαρό λάθος του παρελθόντος ήταν πως το Π.Ν δεν συνέχισε το πρόγραμμα ναυπήγησης των φρεγατών ΜΕΚΟ 200ΗΝ ώστε να αποτελέσουν τις κύριες μονάδες του Στόλου αντικαθιστώντας σταδιακά τις παλαιές τύπου “S”. Επιπλέον, απώλεσε ευκαιρίες απόκτησης μεταχειρισμένων μονάδων από Ευρωπαϊκά Ναυτικά και από τις ΗΠΑ καθώς και από τρίτες χώρες. Εκσυγχρόνισε επιφανειακά και επιδερμικά τις φρεγάτες τύπου “S” ευελπιστώντας στο φιλόδοξο πρόγραμμα των φρεγατών FREMM. Και επειδή όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα, έμεινε τελικά με τις φρεγάτες “S” οι οποίες εξακολουθούν να αποτελούν την κύρια δύναμη μεγάλων μονάδων του Στόλου. Όμως πρόκειται για πλοία ηλικίας 40 ετών. Παλαιότερα και συγκεκριμένα στις αρχές του 2000 κυρίαρχο ήταν το σενάριο της ναυπήγησης της λεγόμενης “φρεγατοκορβέτας” όμως αφενός το υψηλό κόστος και αφετέρου το σύνθετο του εγχειρήματος λόγω αντικειμενικών δυσκολιών αποτέλεσε τροχοπέδη.
Το 2018 βρίσκει το Π.Ν σε ένα οριακό σημείο. Σε ένα σημείο όπου ήρθε η ώρα των αποφάσεων. Είναι ώρα ευθύνης για σύσσωμο των πολιτικό κόσμο να πάρει τις απαραίτητες αποφάσεις για την ανανέωση του Στόλου και ειδικότερα των φρεγατών. Σε δεύτερη φάση χρειάζονται και επιπλέον ναυπηγήσεις ΤΠΚ, υποβρυχίων και πλοίων γενικής υποστήριξης. Δεν μπαίνουμε στη διαδικασία να εξηγούμε και να τεκμηριώνουμε τα αυταπόδεικτα καθώς αρκεί κανείς να δει τις ημερομηνίες καθέλκυσης και ένταξης των υποβρυχίων «209» και των ΤΠΚ «Combattante» ώστε να πεισθεί.
Η Διοίκηση Φρεγατών είναι ο κορμός του Στόλου. Η απειλή γιγαντώνεται, μεγεθύνεται επικίνδυνα και αποκτά σοβαρά ποιοτικά στοιχεία. Η ναυτοσύνη και η ναυτική παράδοση δεν αρκεί. Είναι μια αυταρέσκεια με πολλαπλούς κινδύνους. Επιπροσθέτως, οι απαιτήσεις αυξάνονται λόγω της Ανατολικής Μεσογείου και της προοπτικής εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου απαιτούν τη δυναμική και συνεχή παρουσία του Π.Ν. Το τελευταίο για να έχει την κατάλληλη παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο έχει ανάγκη από έναν ισορροπημένο στόλο με πλοία που θα έχουν αξιόλογες δυνατότητες αεράμυνας περιοχής ώστε να παρέχουν αεράμυνα περιοχής στις φρεγάτες γενικών καθηκόντων που θα επιχειρούν από κοινού.
Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: είναι απαραίτητες οι φρεγάτες αεράμυνας περιοχής; Η απάντηση είναι ιδιαίτερα σύνθετη δεδομένου ότι είναι συνάρτηση των οικονομικών δεδομένων του χρήστη, των αποστολών για τις οποίες τις χρειαζόμαστε και τέλος των εχθρικών δυνατοτήτων και σκοπών. Κύριο κώλυμα είναι το οικονομικό. Η πλέον επικαιροποιημένη διακλαδική μελέτη αεράμυνας του ΓΕΕΘΑ είναι σαφής: ναι το Π.Ν χρειάζεται απαραιτήτως πλοία με τέτοιες δυνατότητες. Από εκεί και πέρα υπάρχουν επιλογές όπως φρεγάτες γενικών καθηκόντων που έχουν αρκετά καλές επιδόσεις στο σκέλος των AAW επιχειρήσεων. Για το Αιγαίο το Π.Ν καλύπτεται από τα υφιστάμενα οπλικά συστήματα της Π.Α. Στη παρούσα φάση το Π.Ν προσανατολίζεται στις γαλλικές φρεγάτες Belhara οι οποίες κρίνει πως ενσωματώνουν όλες τις αλλαγές που επεδίωκε πάνω στις Fremm ενώ αντιπροσωπεύουν μια νέας φιλοσοφίας και γενιάς σχεδίαση.
Ένα δεύτερο ερώτημα είναι: Μεγάλη ή μικρά πλοία; Η απάντηση είναι ισορροπημένος στόλος. Ναι το Αιγαίο ευνοεί τη χρήση μικρών πλοίων όπως οι ΤΠΚ αλλά οι ΤΠΚ έχουν εγγενή μειονεκτήματα όπως η πλεύση στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και η αδυναμία εκτέλεσης παρατεταμένων χρονικά επιχειρήσεων. Εκεί που πρέπει να δοθεί και έχει ήδη δοθεί η δέουσα σημασία είναι τα υποβρύχια. Ένα καθαρά επιθετικό όπλο, πραγματικός πολλαπλασιαστής ισχύος που ανατρέπει τα δεδομένα. Γι αυτό και πρέπει από σήμερα το ΓΕΝ να ξεκινήσει τις διαδικασίες ώστε σε ύστερο χρόνο να πρωτοπορήσουμε και πάλι με σχεδίαση ανώτερη των «214» διατηρώντας το ποιοτικό προβάδισμα και παράλληλα αντικαθιστώντας τα γερασμένα «209» που χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1970.
Χρειάζεται μείωση οροφών πλοίων: Εξαρτάται. Δεδομένων των εθνικών αντικειμενικών σκοπών που απορρέουν από τη Πολιτική Εθνικής Άμυνας και επιχειρησιακά αναλύονται στην Εθνική Στρατιωτική Στρατηγική, όχι. Αφενός διότι η απειλή γιγαντώνεται και αφετέρου επειδή τα συμφέροντα της χώρας επιβάλουν παρουσία σε περιοχές που μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε. Παράδειγμα η Ανατολική Μεσόγειος όπου από τα μέσα του 2000 ήρθε στο προσκήνιο.
Ένα άλλο θέμα που επανέρχεται είναι η περίπτωση της κορβέτας κάτι το οποίο θέλει εδώ και χρόνια το Π.Ν ως ένα ενδιάμεσο πλοίο μεταξύ φρεγάτας και ΤΠΚ. Οι σύγχρονες σχεδιάσεις σε διεθνές επίπεδο προσφέρουν πλοία με ικανοποιητική αναχορηγία βλημάτων και σύγχρονους αισθητήρες/ ραντάρ με σχετικά προσιτή δαπάνη.
Τα εναέρια μέσα και ειδικότερα τα ελικόπτερα είναι ένα σοβαρό ζήτημα. Δεδομένου πως η έλευση του πρώτου ΑΦΝΣ της ενδιάμεσης λύσης θα πραγματοποιηθεί εντός Ιουλίου με καθυστέρηση δύο μήνων και των επόμενων από το 2020, το Π.Ν ναι μεν θα αρχίσει να έχει ΑΦΝΣ που έλλειπαν αλλά θα εξακολουθήσει να ταλαιπωρείται από οριακές διαθεσιμότητες στα ελικόπτερα και συγκεκριμένα στα ΑΒ212. Η προοπτική απόκτησης μεταχειρισμένων ελικοπτέρων Seahawk από τις ΗΠΑ δεν απέδωσε και πλέον η απόκτηση 4-6 καινούργιων ελικοπτέρων προβάλει ως η πλέον κατάλληλη λύση.
Η ώρα των αποφάσεων έχει έρθει. Είναι ιστορική στιγμή να γίνουν οι απαραίτητες οικονομικές θυσίες ώστε το Π.Ν να παραμείνει αξιόμαχο με σύγχρονες μονάδες κρούσης ικανές να αντιμετωπίσουν την δυνητική απειλή. Aυτό προϋποθέτει ισχυρή πολιτική βούληση και διακομματική στήριξη στην εκάστοτε κυβέρνηση.
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές το Τουρκικό Ναυτικό ήδη ναυπηγεί την εξέλιξη των κορβετών Milgem, τις 4 φρεγάτες αεράμυνας περιοχής İSTİF CLASS (G-Milgem) με πολύ επικίνδυνες δυνατότες για το Π.Ν και τη Π.Α και προοπτική καθέλκυσης το όχι και τόσο μακρινό 2021. Οι εργασίες του πρώτου πλοίου ξεκίνησαν στις 19/1/2017. Παράλληλα, ναυπηγεί τα «214». Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση του τουρκικού Υφυπουργείου Αμυντικής Βιομηχανίας (SSM), την Κυριακή 25 Φεβρουαρίου του 2018, θα ξεκινήσει η ναυπήγηση του τρίτου κατά σειρά υποβρυχίου T-214 του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού (TDK), με την τοποθέτηση της τρόπιδας. Πρόκειται για το υποβρύχιο «Mourat Reis» και, όπως προαναφέραμε, είναι το τρίτο από τα έξι συνολικά υποβρύχια του τύπου που ναυπηγεί η Τουρκία, με μεγάλη όμως χρονική καθυστέρηση, λόγω τεχνικών προβλημάτων, τα οποία σχετίζονται με την δυσκολία πιστοποίησης στο σύστημα μάχης του T-214 τουρκικής προέλευσης ηλεκτρονικών συστημάτων. Υπενθυμίζουμε ότι το πρώτο υποβρύχιο, το «Piri Reis» αναμένεται να ενταχθεί σε υπηρεσία το 2020, ενώ το δεύτερο («Hizir Reis») τελεί υπό ναυπήγηση.
Τέλος, το Τουρκικό Ναυτικό ήδη έχει παραλάβει ήδη δύο κορβέτες Milgem, η τρίτη είναι σε φάση τελικών δοκιμών μπαίνοντας σε υπηρεσία τον Σεπτέμβρη του 2018 και η τέταρτη αναμένεται να ενταχθεί το 2019 έχει ανανεώσει το υλικό της Αεροπορίας Ναυτικού τόσο με σύγχρονα ΑΦΝΣ όσο και με καινούργια Seahawk που παραληφθηκαν τα προηγούμενα χρόνια.
Ένα άλλο θέμα στο οποίο πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή και βαρύτητα είναι το ζήτημα του προσωπικού. Τα στελέχη του Π.Ν γερνούν ενώ οι παραγωγικές σχολές αποδίδουν λιγοστό προσωπικό σε σχέση με τις ανάγκες και τα προηγούμενα έτη. Ενδεικτικά αναφέρουμε πως η ΣΝΔ από 90 εισακτέους έχει πέσει τους 30 ενώ η ΣΜΥΝ από τα 250 άτομα στα 90. Οι ελλείψεις στα πλοία του Στόλου είναι σοβαρές και στο προσεχές χρονικό διάστημα, το πρόβλημα ολοένα και θα αυξάνεται. Η φράση του Ναυάρχου Κουντουριώτη καθίσταται επίκαιρη όσο ποτέ. Μεταξύ άλλων, o Παύλος Κουντουριώτης υπογράμμισε στον Ελευθέριο Βενιζέλο τα παρακάτω: «Εγώ κύριε Πρόεδρε δεν καταγίνομαι με το χι συν ψι και τας γωνίας αποκλίσεως. Ξεύρω να πω ένα πράγμα. Καράβια άνευ ικανού εμψύχου υλικού, είναι μόλυβδος βαρύς βυθιζόμενος εντός ύδατος».
Στόχος του παρόντος άρθρου δεν είναι να καλύψει τους πλέον απαιτητικούς αναγνώστες στα θέματα ναυτικού πολέμου ή επιχειρήσεων αλλά να δόσει ένα στίγμα των αναγκών του Π.Ν και των δυσμενών προοπτικών που υφίστανται και φυσικά για πολλαπλή φορά να κρούσει το καμπανάκι του κινδύνου προς τη πολιτική ηγεσία.