Την περασμένη Πέμπτη συμπληρώθηκαν 75 χρόνια από την απελευθέρωση του Καστελλόριζου από τους Ιταλούς (13 Φεβρουαρίου 1943). Στις εορταστικές εκδηλώσεις συμμετείχε η πυραυλάκατος του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) «ΡΟΥΣΣΕΝ». Στην τελετή παρέστη ως εκπρόσωπος του Α/ΓΕΝ, Αντιναύαρχου Νικόλαου Τσούνη, ο Διοικητής του Ναυτικού Σταθμού Ρόδου, Αντιπλοίαρχος Ι. Παπαδάκης.
Τα Δωδεκάνησα ήταν υπό ιταλική κατοχή από το 1911-1912. Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1943, το αντιτορπιλικό «Ναύαρχος Κουντουριώτης» κατέπλευσε στο λιμάνι και το Καστελλόριζο είναι το πρώτο κομμάτι ελληνικής γης που απελευθερώνεται. Το Καστελλόριζο οχυρώνεται και μεταβάλλεται από τους Βρετανούς σε κέντρο ανεφοδιασμού του συμμαχικού στόλου.
Από τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο του 1943, γερμανικά Στούκα αρχίζουν αερομαχίες με τους Συμμάχους, γκρεμίζοντας όσα σπίτια είχανε μείνει όρθια και αναγκάζοντας τους λιγοστούς κατοίκους να εγκαταλείψουν το νησί και να βρεθούν πρόσφυγες άλλοι στις τουρκικές ακτές και άλλοι στο προσφυγικό στρατόπεδο Νουζεϊράτ στη Γάζα. Μόνο η «Κυρά της Ρω», Δέσποινα Αχλαδιώτη, παρέμεινε στην ομώνυμη βραχονησίδα της για να υψώνει κάθε πρωί την Ελληνική Σημαία, όπως επί σαράντα χρόνια συνήθιζε να κάνει.
Μετά την απελευθέρωση στο ακατοίκητο νησί έφτασαν εκατοντάδες Βρετανοί στρατιώτες, που μόλις διαπίστωσαν ότι τα σπίτια ήταν αφύλακτα προχώρησαν σε λεηλασίες. Όταν οι παλαιοί κάτοικοι ζήτησαν να επιστρέψουν η πιο εύπορη περιοχή του νησιού πυρπολήθηκε από τους Συμμάχους προκειμένου να καλυφθούν οι λεηλασίες. Στην πυρκαγιά καταστράφηκαν 1.400 σπίτια.
Το 1945, οι Καστελλοριζιοί επιστρέφουν στην πατρίδα τους σε τρεις αποστολές. Η τελευταία είχε σοβαρές απώλειες, αφού ξέσπασε πυρκαγιά στο πλοίο «Εμπάιρ Πατρόλ», το πλοίο στο οποίο επέβαιναν, με αποτέλεσμα να πνιγούν 33 άνθρωποι και να καούν αρκετοί. Τα ονόματα των απολεσθέντων ατόμων είναι γραμμένα σε ειδικό πίνακα, που βρίσκεται στον καθεδρικό ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Το νησί πολλές φορές βομβαρδίστηκε, κάηκε, λεηλατήθηκε και γενικά καταστράφηκε εντελώς. Παρέμεινε υπό συμμαχική στρατιωτική κατοχή, όπως και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, μέχρι τις & Μαρτίου του 1948, οπότε ενώθηκε επισήμως με την Ελλάδα.