Σήμερα, όλοι οι νέας τεχνολογίας πύραυλοι κατά πλοίων έχουν και δυνατότητα προσβολής χερσαίων στόχων. Αυτή τους η ικανότητα επιτρέπει στη χώρα μας, μας δίνει δηλαδή τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε συνθήκες άρνησης πρόσβασης των τουρκικών δυνάμεων στο Αιγαίο (προσβολή των τουρκικών πλοίων) και στη Μικρά Ασία (προσβολή υψηλής σημασίας στρατιωτικών στόχων). Ουσιαστικά, οι ελληνικές δυνάμεις στο Αιγαίο μπορούν να διευρύνουν το φάκελο εμπλοκής τους και να περιορίσουν την Τουρκία σε παθητικό ρόλο. Δηλαδή, αποτροπή. Το δόγμα άρνησης πρόσβασης (A2/AD : Anti-Access/Area Denial) αφορά σε μέσα και τακτικές με στόχο την άρνηση στον αντίπαλο της δυνατότητας παρουσίας του σε μια χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια περιοχή. Το δόγμα αυτό μπορεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά στην κλειστή θάλασσα του Αιγαίου, όπου οι διαβάσεις και οι χώροι επιχειρήσεων είναι γνωστοί και συγκεκριμένοι.

Η εφαρμογή του στο Αιγαίο έχει σκοπό της προστασίας των νησιών μας από πιθανή επιθετική ενέργεια της Τουρκίας, η οποία αμφισβητεί ευθέων την κυριαρχία μας. Οι αποστάσεις μεταξύ των νησιών, μεγάλων ή μικρών, του Αιγαίου δεν είναι μεγάλες. Συνεπώς, πύραυλοι κατά ναυτικών και χερσαίων στόχων, με μεγάλο βεληνεκές, μπορούν να «κλειδώσουν» το Αιγαίο και να εξουδετερώσουν την τουρκική ισχύ. Ένα τέτοιο δόγμα θα λειτουργούσε αποτρεπτικά στην ειρήνη και στον πόλεμο. Θα αύξαναν κατακόρυφα το ρίσκο που θα έπρεπε να αναλάβει η Τουρκία, εάν ήθελε να εκδηλώσει επίθεση κατά των ελληνικών νησιών. Επίσης, θα μείωνε την ικανότητα προβολής ισχύος της Τουρκίας στο Αιγαίο, διότι πολύ απλά η ελληνική ισχύς θα είναι ανώτερη και φονικότερη. Τι θα κέρδιζε η Ελλάδα από το δόγμα άρνησης περιοχής; Πολλά.

Αρχικά θα είχε τον πλήρη έλεγχο των θαλάσσιων σημείων διέλευσης του Αιγαίου. Επίσης, η εγγύτητα των ελληνικών νησιών προς τις απέναντι Μικρασιατικές ακτές σημαίνει ότι όλες οι κρίσιμες υποδομές της Τουρκίας, στρατιωτικές και πολιτικές, θα είναι εντός των ικανοτήτων προσβολής μας. Για την Ελλάδα το δόγμα άρνησης περιοχής είναι επιβεβλημένο, λόγω της γεωγραφίας του Αιγαίου, που μας προσφέρει αυτή την ευκαιρία. Το Αιγαίο είναι ένα μέτωπο μήκους 1.200 χιλιομέτρων περίπου, διακεκομμένο από εκατοντάδες μεγάλα και μικρά νησιά. Αυτή η γεωγραφία δημιουργεί ιδανικές συνθήκες για τη χώρα μας να δημιουργήσει συνθήκη άρνησης περιοχής στην Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό μια από τις δυνητικές επιλογές της Ελλάδας είναι οι πύραυλοι RBS-15 Mk.4 (Gungnir) της σουηδικής Saab. Πρόκειται για το νεότερο και ικανότερο μέλος των πυραύλων RBS-15 με μεγάλο βεληνεκές (μεγαλύτερη των εν υπηρεσία Exocet) και ικανότητα προσβολής θαλάσσιων και χερσαίων στόχων.

Οι RBS-15 (RoBotSystem-15) είναι πύραυλοι κατά πλοίων, μεγάλου βεληνεκούς, τεχνολογίας Fire-and-Forget, με ικανότητα προσβολής και στόχων στο έδαφος, στις εκδόσεις  Mk.3 και  Mk.4, και δυνατότητα εκτόξευσης από τη θάλασσα, τον αέρα και την ξηρά. Τον RBS-15 σχεδίασε, ανέπτυξε, εξελίσσει και παράγει η Saab, ως αντικαταστάτη των RB-08, οι οποίοι εντάχθηκαν σε υπηρεσία το 1966. Η ανάγκη ανάπτυξης ενός νέου πυραύλου κατά πλοίων δημιουργήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1960, παράλληλα με το πρόγραμμα ναυπήγησης των 12 Ταχέων Περιπολικών Κατευθυνόμενων Βλημάτων κλάσης «Norrköping», τα οποία ναυπηγήθηκαν την περίοδο 1972-1976. Η ανάγκη αυτή μετουσιώθηκε στο πρόγραμμα RB-04 Turbo, με πρότυπο τους πυραύλους κατά πλοίων RB-04E της Σουηδικής Αεροπορίας (σε υπηρεσία από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 σ’ αυτή την έκδοση και από το 1959 στην αρχική έκδοση RB-04C). Έτσι προέκυψε ο RBS-15.

Το αρχικό συμβόλαιο υπογράφηκε το 1979 και οι πρώτοι πύραυλοι RBS-15, στην έκδοση Mk.1, εντάχθηκαν σε υπηρεσία το 1984 (πρόκειται για την έκδοση εκτόξευσης από πλοία μέγιστου βεληνεκούς 70 χιλιομέτρων). Την ίδια χρονιά ξεκίνησε και το πρόγραμμα ανάπτυξης της έκδοσης παράκτιας άμυνας RBS-15F Mk.1, η οποία εντάχθηκε σε υπηρεσία το 1985, για να ακολουθήσει η ένταξη σε υπηρεσία και της έκδοσης εκτόξευσης από αέρος το 1989. Το 1994 ξεκίνησε το πρόγραμμα ανάπτυξης της βελτιωμένης έκδοσης RBS-15 Mk.2, η οποία εντάχθηκε σε υπηρεσία το 1998. Η έκδοση Mk.2 έχει αυξημένο μέγιστο βεληνεκές σε σχέση με την έκδοση Mk.1 (από τα 70 στα 100 χιλιόμετρα περίπου), ενσωματώνει σημαντικές βελτιώσεις στο σύστημα ελέγχου πτήσης, στην ενδιάμεση και την τερματική φάση, και στον ερευνητή, ενώ εξωτερικά το βλήμα σχεδιάστηκε με έμφαση στη μείωση του υπέρυθρου ίχνους.

Στα μέσα με τέλη της δεκαετίας του 1990 ξεκίνησε η ανάπτυξη της έκδοσης RBS-15  Mk.3, από την Saab, και σε συνεργασία με τη γερμανική Diehl. Η έκδοση  Mk.3 δοκιμάστηκε για πρώτη φορά το 2008, έχει υπερδιπλάσιο μέγιστο βεληνεκές, σε σχέση με τις εκδόσεις Mk.1 και Mk.2 (από τα 70 και 100, στα 200 χιλιόμετρα), λόγω της αύξησης της ποσότητας καυσίμου και της υιοθέτησης νέου, αποτελεσματικότερου καυσίμου. Επίσης, η νέα έκδοση επιτυγχάνει και μεγαλύτερη ακρίβεια, λόγω της ενσωμάτωσης συστήματος GPS (Global Positioning System) και της δυνατότητας επιλογής στόχου πρώτης προτεραιότητας, ενώ έχει τη δυνατότητα προσβολής στόχων εδάφους. Εξίσου σημαντική παράμετρος είναι και η υιοθέτηση μιας νέας πολεμικής κεφαλής μεγαλύτερης διατρητικής ικανότητας. Να σημειωθεί ότι στην έκδοση εκτόξευσης από πλοία, οι RBS-15  Mk.3 συνοδεύονται και από νέα, ωοειδούς σχεδίασης κάνιστρα (η έκδοση εκτόξευσης από τον αέρα είναι η RBS-15F  Mk.3).

O RBS-15 Mk.3 ενσωματώνει αναπτυσσόμενα πτερύγια σταυροειδούς σχήματος, έχει μήκος 4,35 μέτρα, διάμετρο 0,5 μέτρα και άνοιγμα πτερυγίων 1,4 μέτρα. Ζυγίζει 810 κιλά, κατά την εκτόξευση, και 650 κιλά περίπου κατά την πρόσκρουση στο στόχο. Η ταχύτητα πλεύσης είναι 0,9 Mach, ενώ επιταχύνει κατά την τερματική φάση για να αντιμετωπίσει τα εχθρικά αντιπυραυλικά πυρά. Ενσωματώνει αδρανειακό σύστημα καθοδήγησης (INS : Inertial Navigation System), σύστημα GPS, αλτίμετρο λέιζερ και ερευνητή ραντάρ (ζώνης συχνοτήτων Ku). Σύμφωνα με τη Saab ο RBS-15 Mk.3 είναι ιδιαίτερα ανθεκτικός στα αναλώσιμα και ηλεκτρονικά αντίμετρα και έχει δυνατότητα προγραμματισμού προσβολής του ίδιου στόχου με δύο (2) η περισσότερα βλήματα ταυτόχρονα και από διαφορετικές κατευθύνσεις (επιθέσεις κορεσμού). Ενσωματώνει πολεμική κεφαλή υψηλής εκρηκτικότητας, θραυσμάτων (HE-F : High Explosive-Fragmentation).

Η τελευταία και ικανότερη έκδοση RBS-15 Mk.4 ολοκλήρωσε την ανάπτυξη της στα μέσα του 2018 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη διεθνή έκδοση «Farnborough International Airshow 2018». Η λέξη «Gungnir», που συνοδεύει τον πύραυλο, παραπέμπει στο ακόντιο του Όντιν, του ανώτατου θεού της σκανδιναβικής μυθολογία. Η ανάπτυξη της έκδοσης Mk.4 ξεκίνησε το Μάρτιο του 2017, στο πλαίσιο σύμβασης ύψους $ 358,5 εκατομμυρίων. Σε σχέση με τις προγενέστερες εκδόσεις, η Mk.4 επιτυγχάνει αυξημένο μέγιστο βεληνεκές, 300 χιλιόμετρα περίπου, ενώ ενσωματώνει και άλλες βελτιώσεις (όπως καλύτερο ερευνητή). Επίσης έχει μικρότερο βάρος και ανοιχτή αρχιτεκτονική για ευκολία ενσωμάτωσης πιθανών μελλοντικών βελτιώσεων. Ο πύραυλος RBS-15 Mk.4 ενσωματώνει ενεργό ερευνητή ραντάρ (λειτουργεί στη ζώνη συχνοτήτων J), συνδυαστικά με συστήματα INS και GPS.

Ο συνδυασμός αυτός επιτρέπει στον RBS-15 Mk.4 να παραμένει ικανός για επιχειρήσεις, με υψηλό βαθμό ακριβείας, υπό οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες. Στη νέα έκδοση οι πύραυλοι ενσωματώνουν και σύστημα ζεύξης δεδομένων, κάτι που επιτρέπει την αλλαγή πορείας, κατά τη διάρκεια της πτήσης, και εμπλοκή άλλου στόχου από τον αρχικό. Ο σχεδιασμός της αποστολής γίνεται από το σύστημα MEPS (Missile Engagement Planning System), το οποίο προσφέρει στον χειριστή ικανότητες υποβοήθησης κατά τη φάση της λήψης της απόφασης, αλλά και δυνατότητες διαχείρισης μαζικού πλήγματος με πολλαπλά βλήματα. Η πολεμική κεφαλή, βάρους 200 κιλών, βρίσκεται στο μέσο περίπου του βλήματος. Τέλος, να σημειωθεί ότι οι πύραυλοι της οικογένειας RBS-15 έχουν αποδειχθεί εμπορική επιτυχία για την Saab και έχει επιλεγεί από πολλές χώρες, εκτός βέβαια από τη Σουηδία.